© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Οταν ο Βαυαρός Χανς Βίλσντορφ ίδρυσε τη Rolex το μακρινό 1905 στο Λονδίνο -και όχι στη Γενεύη, όπου εδρεύει σήμερα- είναι βέβαιο ότι αδυνατούσε να αντιληφθεί το μέγεθος, τη δυναμική αλλά και την προοπτική της νέας εταιρείας, μιας εταιρείας που είναι συνώνυμο του luxury, τoυ υψηλού κοινωνικού και οικονομικού status και εντέλει της ίδιας της ιστορίας της ωρολογοποιίας.
Σε όλη την πορεία του 20ού και του 21ου αιώνα, ένα Rolex πάντα κοσμούσε το χέρι ισχυρών και διάσημων προσωπικοτήτων, όπως ο Στιβ ΜακΚουίν, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο Τσε Γκεβάρα, ο Τζον Κένεντι, ο Μάρλον Μπράντο, αλλά και πιο πρόσφατα ο Κριστιάνο Ρονάλντο κ.ά.
Οσο επιφανείς είναι όλοι οι παραπάνω, άλλο τόσο μυστικοπαθής είναι η εταιρεία η οποία βρίσκεται πίσω από τη Rolex. Ο λόγος για το Ιδρυμα «Hans Wilsdorf», το οποίο κατέχει το 100% των μετοχών της χρυσοφόρας επιχείρησης. Και όταν λέμε χρυσοφόρα, το εννοούμε στον απόλυτο βαθμό, καθώς -σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις- η Rolex έχει ετήσια κέρδη άνω του 1 δισ. δολαρίων.
Και όλα αυτά σχεδόν αφορολόγητα, δεδομένου ότι το επίμαχο ίδρυμα φέρεται να επανεπενδύει ένα μεγάλο ποσοστό αυτών των κερδών -φημολογείται ακόμη και το 90%- σε διάφορες μη κερδοσκοπικές δραστηριότητες, πετυχαίνοντας με αυτόν τον τρόπο τεράστιες φοροαπαλλαγές.
Πέραν του οικονομικού, πέπλο μυστηρίου τυλίγει και την ίδια την παραγωγή. Δηλαδή το πώς ακριβώς κατασκευάζονται αυτά τα τόσο εκλεπτυσμένα και πολυτελή ρολόγια χειρός. Το καθένα αποτελεί ένα ξεχωριστό masterpiece, καθώς είναι -σε μεγάλο ποσοστό- χειροποίητο. Η όλη διαδικασία κατασκευής, δε, απαιτεί σχεδόν 12 μήνες. Δηλαδή έναν ολόκληρο χρόνο!
Ο «θρύλος» λέει, μάλιστα, ότι αν κάποιος επιθυμεί να γίνει ωρολογοποιός στην Ελβετία, θα πρέπει να συναρμολογήσει ένα λυμένο ρολόι της Rolex προτού πάρει το πτυχίο του. Σίγουρα, αν το μάθαινε ο Βίλσντορφ, θα φούσκωνε από υπερηφάνεια για το δημιούργημά του. Οπως και για το γεγονός ότι το «στέμμα» της Rolex αποτελεί ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα logo παγκοσμίως. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Από το Λονδίνο στη Γενεύη
Παρότι η Rolex αποτελεί σήμερα μια αμιγώς ελβετική επιχείρηση, η ίδρυσή της γίνεται αρκετά χιλιόμετρα βορειότερα – και συγκεκριμένα στο Λονδίνο. Ο 24χρονος (τότε) Βίλσντορφ, συνεπαρμένος από την τέχνη της ωρολογοποιίας, αποφασίζει να ξεκινήσει μια επιχείρηση μαζί με τον -μετέπειτα γαμπρό του- Αλφρεντ Ντέιβις. Οι δύο άνδρες κάνουν το πρώτο βήμα το 1905, δραστηριοποιούμενοι στις εισαγωγές – εξαγωγές πολύτιμων λίθων αλλά και στην κατασκευή ρολογιών.
Σταδιακά, όμως, συνειδητοποιούν ότι τα πολλά χρήματα και η επαγγελματική καθιέρωση θα έρχονταν αποκλειστικά από την παραγωγή (όχι από την εμπορία) κι έτσι αρχίζουν να εστιάζουν σ’ αυτήν προσλαμβάνοντας μερικούς από τους καλύτερους ωρολογοποιούς της εποχής. Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η οικονομική κατάσταση της Αγγλίας δεν είναι και η καλύτερη δυνατή, ενώ οι υψηλοί δασμοί αποτελούν μόνιμο «βραχνά».
Ως εκ τούτου, το 1919 λαμβάνουν χώρα δύο σημαντικά γεγονότα τα οποία αλλάζουν τη μοίρα της Rolex: αφενός αποφασίζεται η μετεγκατάσταση της εταιρείας στην πολιτικά ουδέτερη και οικονομικά εύρωστη Ελβετία, αφετέρου ο Βίλσντορφ εξαγοράζει το ποσοστό του Ντέιβις, με αποτέλεσμα να καθίσταται ο ένας και μοναδικός μέτοχος της Rolex. Κατά τη διάρκεια του πολέμου -ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο- ο διαρκώς ανήσυχος και καινοτόμος Βίλσντορφ αντιλαμβάνεται κάτι το οποίο θα στιγμάτιζε την ιστορία της ωρολογοποιίας παγκοσμίως. Μέχρι τότε, τα ρολόγια έμπαιναν στην τσέπη του παντελονιού ή στο σακάκι.
Αυτό, όμως, ήταν εντελώς άβολο για έναν στρατιώτη στο πεδίο της μάχης. Ετσι, αρκετοί αρχίζουν και δένουν τα ρολόγια στον καρπό τους. Κι αυτό ακριβώς εμπνέει τον «Mr Rolex» να δημιουργήσει κάτι που δεν υπήρχε μέχρι εκείνη τη στιγμή: τα ρολόγια χειρός. Ενώ, λοιπόν, η επιχείρηση αρχίζει να ανθεί και τα ρολόγια χειρός να ξεπουλάνε, ο ξαφνικός θάνατος της δεύτερης συζύγου του Βίλσντορφ, της Φλόρενς, έρχεται να συνταράξει και να φέρει τα πάνω κάτω στη ζωή του διάσημου ωρολογοποιού.
Μη έχοντας παιδιά -και άρα κληρονόμους– μένει τελείως μόνος. Και το ερώτημα τι θα γίνουν όλα αυτά που έχτισε, αρχίζει να κυριαρχεί τις σκέψεις του. Η λύση δίνεται μέσω του Iδρύματος «Hans Wilsdorf», το οποίο ιδρύεται το 1945. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, όταν ο ίδιος ο Βίλσντορφ αφήνει την τελευταία του πνοή σε ηλικία 79 ετών, το 100% των μετοχών της Rolex περιέρχεται στην ιδιοκτησία αυτού του ιδρύματος, που εδρεύει στο καντόνι της Γενεύης. Κάπως έτσι, μέχρι και σήμερα, η Rolex ανήκει στο φιλανθρωπικό και μη κερδοσκοπικό ίδρυμα «Hans Wilsdorf».
Και τώρα αρχίζουν τα αναπάντητα ερωτήματα. Δεδομένου ότι πρόκειται για ένα ιδιωτικό ίδρυμα, η ελβετική νομοθεσία δεν απαιτεί τη δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων ή άλλων πληροφοριών που να σχετίζονται με το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Ετσι, πέραν των ονομάτων που απαρτίζουν το διοικητικό συμβούλιο και ορισμένες φιλανθρωπικές δράσεις, όλα τα υπόλοιπα είναι παντελώς άγνωστα στο κοινό: από το ακριβές ποσό των εσόδων της Rolex ως τον τρόπο επιλογής των μελών της διοίκησης του Ιδρύματος.
Οι φιλανθρωπίες
Σύμφωνα με πληροφορίες, ένα μεγάλο ποσοστό των κερδών από τα ρολόγια της Rolex -μερικές πηγές κάνουν λόγο ακόμη και για το 90%- επανεπενδύεται στην επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη ή χορηγείται σε διάφορους φιλανθρωπικούς σκοπούς ή διοχετεύεται σε μη κερδοσκοπικούς θεσμούς. Με λίγα λόγια, τα χρήματα από τα πολυτελή ρολόγια επιστρέφουν στην κοινωνία.
Χαρακτηριστική είναι η συνεργασία με το «National Geographic», αλλά και με τους οργανισμούς Mission Blue – Μonaco Blue Initiative κ.ά. Στους Ελβετούς, μάλιστα, είναι γνωστό ότι το ίδρυμα της Rolex κάνει πολύ περισσότερες δωρεές απ’ ό,τι συνήθως ανακοινώνει.
Ενας από τους λόγους για τους οποίους ο βασικός προσανατολισμός της Rolex είναι η πλούσια φιλανθρωπική δράση -χορηγίες σε επιστημονικές έρευνες, αθλητικά και πολιτιστικά δρώμενα, στήριξη κοινωνικών projects κ.ά.- οφείλεται στον ίδιο τον Βίλσντορφ. Κι αυτό, διότι σε ηλικία 12 ετών έμεινε ορφανός και αναγκάστηκε να μεγαλώσει στο σπίτι των θείων του, κάτι το οποίο τον έκανε αρκετά ευαίσθητο.
Κέρδη χωρίς φόρους
Χάρη σε όλες αυτές τις φιλανθρωπίες, το Ιδρυμα Βίλσντορφ -και επομένως η Rolex- καταφέρνει να εξασφαλίζει μεγάλες φοροαπαλλαγές από το ελβετικό κράτος, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με δημοσιεύματα, τα κέρδη από τις πωλήσεις των διάσημων ρολογιών να είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου αφορολόγητα. Πρόκειται, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις επενδυτικών οίκων, για κέρδη της τάξης του 1-1,5 δισ. δολαρίων ετησίως. Κανείς, όμως, δεν είναι σίγουρος για τα ακριβή μεγέθη, καθώς δεν υπάρχουν σχετικές ανακοινώσεις.
Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι η Rolex ανήκει εξ ολοκλήρου στο Ιδρυμα Βίλσντορφ συνεπάγεται και ορισμένες απαγορεύσεις. Για παράδειγμα, οι μετοχές δεν μπορούν να πωληθούν, ενώ δεν επιτρέπεται η διανομή μερισμάτων σε εξωτερικούς μετόχους. Παράλληλα, ως εταιρεία η Rolex δεν γίνεται να μεταβιβαστεί ή να διασπαστεί σε διαφορετικές εταιρικές οντότητες. Θα παραμείνει εσαεί στην ιδιοκτησία του ιδρύματος.
Αυτή τη στιγμή, ο άνθρωπος που διαχειρίζεται τα τεράστια κέρδη της Rolex ακούει στο όνομα Κόστιν φαν Μπέρχεμ, ο οποίος είναι επικεφαλής του ιδρύματος από το 2013. Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από συνολικά οκτώ μέλη, ενώ απασχολεί μόλις 13 εργαζομένους, των οποίων η δουλειά είναι να διαχειρίζονται τα αιτήματα για χορηγίες και δωρεές. Το πώς όλοι αυτοί βρίσκονται σε αυτές τις θέσεις, όπως είπαμε, παραμένει ένα άλυτο μυστήριο.
Δώδεκα μήνες για ένα ρολόι
Οσο μυστικοπαθής και ξεχωριστή είναι η ιδιοκτησιακή δομή της Rolex, άλλο τόσο είναι και η παραγωγική διαδικασία. Για καθένα από τα luxury ρολόγια, τα οποία κοσμούν τα χέρια των πλουσιότερων και ισχυρότερων ανθρώπων του πλανήτη, απαιτούνται πολλές εργατοώρες.
Για την πλήρη κατασκευή του το κάθε προϊόν χρειάζεται 12 μήνες, ενώ ακολουθεί μια χρονική περίοδος 15 ημερών, κατά την οποία το ρολόι υποβάλλεται σε κάθε πιθανό και απίθανο τεστ, προκειμένου να ελεγχθούν διάφορα πράγματα, όπως η ακρίβεια της ώρας, η αντοχή στο νερό κ.ά. Πάντως, λιγότερο από 1 στα 1.000 ρολόγια εκτιμάται ότι αποτυγχάνει να περάσει τα απαιτητικά τεστ ελέγχου.
Σχεδόν όλα τα εξαρτήματα κατασκευάζονται στα εργαστήρια της Rolex, η οποία αποφεύγει να εισάγει το οτιδήποτε. Μ’ αυτό τον τρόπο επιθυμεί αφενός να ελέγχει την ποιότητα και αφετέρου να συντηρεί τον θρύλο γύρω από τα προϊόντα της. Αλλωστε, είναι γνωστό ότι οι φωτογραφίες και η βιντεοσκόπηση απαγορεύονται ρητά στις εγκαταστάσεις της εταιρείας.
Ενα ακόμη αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η παραγωγή, σε μεγάλο βαθμό, γίνεται με τα χέρια. Παρότι δηλαδή χρησιμοποιούνται αρκετά και σύγχρονα μηχανήματα, η κατασκευή ενός Rolex απαιτεί μπόλικη προσωπική εργασία και το μεράκι των χιλιάδων εξειδικευμένων επιστημόνων.
Σήμερα η διάσημη ελβετική εταιρεία, η οποία κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά των πολυτελών ρολογιών, διαθέτει τέσσερις διαφορετικές εγκαταστάσεις. Φυσικά, όλες στην Ελβετία:
1 Στην Biel/Bienne, στο καντόνι της Βέρνης, κατασκευάζονται τα επιμέρους εξαρτήματα.
2 Στο Plan-les-Ouates, στο καντόνι της Γενεύης, παράγονται οι θήκες και τα λουράκια.
3 Στο Chene-Bourg, στο καντόνι της Γενεύης, λαμβάνει χώρα ό,τι σχετίζεται με τους πολύτιμους λίθους και την κατασκευή των καντράν.
4 Στο Acacias, στο καντόνι της Γενεύης, βρίσκεται η έδρα της διοίκησης, καθώς και τα ερευνητικά εργαστήρια.
Ατσάλι και χρυσός
Και μια και αναφερθήκαμε στους πολύτιμους λίθους, ειδική αναφορά θα πρέπει να γίνει και στο ανοξείδωτο ατσάλι που χρησιμοποιεί η Rolex. Σε αντίθεση με τις περισσότερες εταιρείες του κλάδου, οι οποίες προμηθεύονται ατσάλι τύπου 316L, η Rolex επιλέγει να επεξεργαστεί το ατσάλι 904L, το οποίο περιέχει υψηλότερα επίπεδα νικελίου και χρωμίου. Κι αυτό -φυσικά- σημαίνει ότι, εκτός από πιο ανθεκτικό στις διαβρώσεις, είναι ακριβότερο απ’ όλα τ’ άλλα. Ταυτόχρονα, ο συγκεκριμένος τύπος θεωρείται από τους πλέον δύσκολους στην επεξεργασία, γεγονός που συμβάλλει στον μεγάλο χρόνο που απαιτείται για την κατασκευή ενός Rolex ρολογιού.
Την ίδια στιγμή, ο χρυσός και η πλατίνα κατασκευάζονται στο ιδιόκτητο in-house εργαστήριο της Rolex, παράγοντας κίτρινο και λευκό χρυσό 18 καρατίων. Μάλιστα, είναι η μοναδική ωρολογοποιία παγκοσμίως η οποία διαθέτει το δικό της χυτήριο, ενώ κρατάει ακόμη μία πρωτιά, αυτή της εταιρείας με τη μεγαλύτερη ετήσια χρήση χρυσού στην Ελβετία.
Με τα χρόνια η Rolex έχει καταστεί συνώνυμο της καινοτομίας και της προόδου. Αλλωστε, έχει καταθέσει περισσότερες από 500 πατέντες ευρεσιτεχνίας στη μακρά της πορεία, ενώ έχει αποσπάσει δεκάδες διακρίσεις. Ενδεικτικά, το 1910 καθίσταται η πρώτη εταιρεία που λαμβάνει το Ελβετικό Πιστοποιητικό Ακρίβειας Χρονομέτρησης, ενώ το 1926 αποσπά το πρώτο Πιστοποιητικό Αντοχής στο Νερό. Το 1945, δε, το μοντέλο Datejust γίνεται το πρώτο ρολόι χειρός το οποίο δείχνει και την ημερομηνία στο καντράν. Το 1953 το Submariner αναδεικνύεται στο πρώτο ρολόι που διαθέτει αντοχή στο νερό σε βάθος έως και 100 μέτρων. Και η λίστα των βραβεύσεων συνεχίζεται…
Τι σημαίνει Rolex;
Ο θρύλος της Rolex τροφοδοτείται, επίσης, κι από το εξής απλό ερώτημα: Τι ακριβώς σημαίνει Rolex;
Μέχρι και την ίδρυση της ομώνυμης εταιρείας, η λέξη δεν είχε καταγραφεί, γεγονός που συντηρεί το σενάριο ότι επινοήθηκε από τους δύο ιδρυτές μόνο και μόνο επειδή τους ήταν εύηχη. Μια άλλη θεωρία αναφέρει ότι η λέξη «Rolex» προήλθε από τη γαλλική φράση horlogerie exquise, δηλαδή «εξαίσια ωρολογοποιία» ή από την αγγλική φράση horological excellence, δηλαδή «άριστη ωρολογοποιία». Τίποτα από τα δύο, όμως, δεν έχει επιβεβαιωθεί.
Αλλες πηγές θεωρούν ότι ο Βίλσντορφ ήθελε ένα σύντομο όνομα στο οποίο τα γράμματα θα μπορούσαν να γίνουν κατανοητά σε κάθε γλώσσα. Ο ίδιος, πάντως, προτού φύγει από τη ζωή, ισχυριζόταν ότι η έμπνευση του ήρθε ενώ βρισκόταν πάνω στο άλογο σ’ έναν δρόμο στο Λονδίνο και ένα «τζίνι» τού ψιθύρισε τη λέξη «Rolex» στ’ αυτί.
Λίγα χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα το 1931, δίπλα στο Rolex προστίθεται και το εμβληματικό σήμα της εταιρείας, το οποίο απαρτίζεται από ένα στέμμα με πέντε κορυφές. Σήμερα, αρκετές δεκαετίες αργότερα, θεωρείται ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα logo παγκοσμίως.
Γιατί είναι τόσο ξεχωριστή
Αφού λάβουμε υπόψη όλα τα παραπάνω, τώρα είναι η ώρα να αναρωτηθούμε: «Καλά όλα αυτά, αλλά γιατί ένα Rolex κοστίζει τόσο πολύ;».
Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμη και σήμερα, ένα μεταχειρισμένο Rolex μπορεί να κοστίζει έως και πέντε φορές περισσότερο σε σχέση με ένα καινούριο. Ενα φαινόμενο το οποίο διογκώθηκε ιδίως την περίοδο των τελευταίων ετών, όταν οι τιμές στις πλατφόρμες των second hand ρολογιών πήραν την ανιούσα και στην κυριολεξία ξέφυγαν.
Ποια είναι, λοιπόν, η ειδοποιός διαφορά που καθιστά τα Rolex ανάρπαστα και ωθεί τους ανθρώπους να καταβάλλουν έως και 17,8 εκατ. δολάρια, όπως έγινε το 2017 σε μια δημοπρασία για το «Paul Newman Daytona»;
Δυστυχώς, ξεκάθαρη απάντηση δεν πρόκειται να λάβουμε. Φυσικά, η δυσαναλογία προσφοράς – ζήτησης διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο σ’ αυτό, καθώς η ζήτηση είναι πολλαπλάσια της παραγωγής (εκτιμάται σε 1 εκατομμύριο ρολόγια ετησίως), με αποτέλεσμα ο πελάτης να χρειάζεται να περιμένει σε λίστα αναμονής για αρκετούς μήνες. Εξ ου και οι μεγάλες αποκλίσεις στις τιμές καταλόγου και στις τιμές των second hand. Πάντως, το ίδιο ισχύει και με άλλες premium εταιρείες ρολογιών – έστω και σε μικρότερο βαθμό.
Ορισμένοι αποδίδουν όλα τα παραπάνω σε τρεις παράγοντες: 1) την ποιότητα και την πρωτοτυπία των σχεδίων, 2) τη σπανιότητα και την αρτιότητα των υλικών κατασκευής, και 3) τη διαχρονικότητα του brand name. Και πάλι, όμως, αυτό δεν εξηγεί τη μοναδικότητα της Rolex, καθώς υπάρχουν εταιρείες που επίσης ανταποκρίνονται στο παραπάνω τρίπτυχο – ίσως και σε μεγαλύτερο βαθμό.
Μία εξήγηση, βέβαια, μπορεί να σχετίζεται με το κοινωνικό και οικονομικό status, το οποίο αποκτά αυτομάτως όποιος φοράει ένα από τα 170 διαφορετικά μοντέλα της Rolex. Πρόκειται, άλλωστε, για ένα άκρως διάσημο και επιθυμητό brand από ένα μεγάλο μερίδιο του παγκόσμιου πληθυσμού. Και οπωσδήποτε, το πέπλο μυστηρίου που διέπει όλο τον οργανισμό ενισχύει έτι περαιτέρω αυτή την επιθυμία να το αποκτήσουν.
Διαβάστε ακόμη
Λούκα Βιζεντίνι: Από την κορυφή του διεθνούς συνδικαλισμού στην πτώση του Qatargate
Ρεύμα: Εισαγωγές ρεκόρ ηλεκτρικής ενέργειας την τελευταία εβδομάδα από τις γειτονικές χώρες
Τέλος χρόνου για όσους θέλουν να «κουρέψουν» την επιστρεπτέα προκαταβολή