«Δίνει φτερά». Αυτή η φράση είναι ίσως μια από τις πιο διάσημες σε όλο τον πλανήτη και είναι συνυφασμένη με τον κολοσσό των ενεργειακών ποτών Red Bull. Γεγονός όχι περίεργο, εάν σκεφτεί κανείς ότι αυτή η εταιρεία που αν ήταν χώρα θα είχε ΑΕΠ μεγαλύτερο από το Μαυροβούνιο, δικές της αγωνιστικές και αθλητικές ομάδες, ιδιόκτητη πίστα Γκραν Πρι, ΜΜΕ, αμέτρητες επιτυχίες, μέχρι και δικό της διαστημικό πρόγραμμα, ιδρύθηκε από δύο ανθρώπους, ο ένας εκ των οποίων είχε εμμονή με την εκτροφή… πάπιας.
Εδώ και λίγα 24ωρας, η εταιρεία, η οποία πέρυσι πούλησε 9,8 δισεκατομμύρια κουτιά Red Bull, έμεινε ορφανή. Και ο δεύτερος εκ των ιδρυτών της, ο 78χρονος Αυστριακός Ντίτριχ Μάτεσιτς, έφυγε από τη ζωή. Αρκετά χρόνια νωρίτερα, το 2012, ο συνέταιρός του, ο Ταϋλανδός Σαλέο Γιουβίντια είχε αφήσει τον μάταιο αυτό κόσμο. Τα μερίδιά τους, έχουν αναλάβει πλέον τα παιδιά τους, ο μοναχογιός του Ντίτριχ, Μαρκ Μάτεσιτς και οι τρεις γιοι του, εκ των οποίων το «κουμάντο» κάνει ο πρωτότοκος, Σάλερμ, στα 72 του.
«Μάγο του μάρκετινγκ». Έτσι αποκαλούσαν τον, γεννημένο στην Αυστρία από Κροάτες γονείς -εκπαιδευτικούς- Μάτεσιτς. Και όχι άδικα. Ο Αυστριακός ξεκίνησε την καριέρα του στο τμήμα μάρκετινγκ της Unilever το 1972 και, αργότερα, θα μετακινείτο στη Blendax της P&G, αναλαμβάνοντας το μάρκετινγκ για τις οδοντόκρεμες. Τότε ήταν που, ταξιδεύοντας συχνά στην Ασία για επαγγελματικούς λόγους, θα γνώριζε το ποτό που θα του έσωζε τη ζωή.
Στα μέσα των 70s, στην Ταϋλάνδη, ο ιδρυτής της φαρμακευτικής T.C. Pharmaceuticals, Σαλέο Γιουβίντια που εμπορευόταν κυρίως αντιβιοτικά, σκέφτηκε να δημιουργήσει ένα ποτό που περιείχε ζάχαρη, καφεϊνη και ταυρίνη και θα μπορούσε να τονώσει τον οργανισμό. Το ονόμασε «Krating Daeng», δηλαδή «Κόκκινος Ταύρος» (για την ακρίβεια Daeng είναι ένα είδος νεροβούβαλου της Ταϋλάνδης). Το φτηνό αναψυκτικό έγινε γρήγορα δημοφιλές στους οδηγούς φορτηγών της χώρας που ήθελαν να απαλλαγούν από τη νύστα στα μακρά νυχτερινά δρομολόγιά τους.
Εκείνη την εποχή, στη διάρκεια επαγγελματικού ταξιδιού στην Ταϋλάνδη, ο Μάτεσιτς «ανακάλυψε» το Krating Daeng ως ένα ποτό που μπορούσε να τον βοηθήσει να απαλλαγεί από το jet lag, καθώς ο καφές δεν… του αρκούσε. Έγινε αμέσως φαν. Κάποια χρόνια αργότερα, του δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει τον εφευρέτη του ποτού. Ο Γιουβίντια, ως επενδυτής ήταν συνεργάτης της Blendax στην Ασία. Η δουλειά του Μάτεσιτς, ήταν εύκολη.
Ο Γιουβίντια, παρότι ισχυρός επιχειρηματίας και επενδυτής, ήταν πολύ απλός άνθρωπος. Αφιερωμένος στο βουδισμό, ζούσε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ήταν ταπεινός και μετριόφρων, δεν έδινε ποτέ συνεντεύξεις και προτιμούσε να μένει σε μια φάρμα όπου εξέτρεφε πάπιες. Ο Μάτεσιτς του πρότεινε να λανσάρουν μαζί το ποτό στην Ευρώπη και ο Ταϋλανδός επιχειρηματίας, εκτιμώντας το χιούμορ και τον πηγαίο χαρακτήρα του Αυστριακού, δέχτηκε. Έβαλε ο καθένας από 500.000 δολάρια και ίδρυσαν τη Red Bull στην Αυστρία.
Το σχέδιο του Μάτεσιτς ήταν πραγματικά καινοτόμο. Ο Αυστριακός επένδυσε σε ένα έξυπνο διαφημιστικό πρόγραμμα με ένα σλόγκαν που δεν αλλάζει («Το Red Bull σου δίνει φτερά»), καρτούν και χιούμορ. Πολύ χιούμορ -το οποίο είναι δημοφιλές σε όλες τις επαγγελματικές, ηλικιακές, κοινωνικές ομάδες και σε όλες τις χώρες. Περισσότερο όμως, επένδυσε να «χτίσει» το brand επάνω στα extreme sports, δημιουργώντας, τίνι τρόπω, μια κουλτούρα.
Η Red Bull έγινε χορηγός σε όποιο extreme sport μπορεί να φανταστεί κανείς, προωθώντας το στο ευρύ κοινό και ταυτόχρονα συνδέοντάς το άθλημα και τους αθλητές με το προϊόν της. Όσο επεκτεινόταν, αγόρασε αθλητικές ομάδες σε όλα τα σπορ, χορήγησε αθλητές και, στην τελική φάση ενεπλάκη πολύ ενεργά με τον μηχανοκίνητο αθλητισμό, έναν τομέα στον οποίο ο Μάτεσιτς πόνταρε πολλά. Και δεν είχε άδικο, όπως αποδεικνύεται από τη δημοφιλία και την πορεία των δύο ομάδων της Red Bull στη Formula 1.
Στα πλαίσια χορηγίας -του Φέλιξ Μπαουμγκάρντνερ- η Red Bull ανέπτυξε δικό της διαστημικό πρόγραμμα (Red Bull Stratos Project) για να στείλει τον αλεξιπτωτιστή στη Στρατόσφαιρα. Από εκεί, ο ντυμένος με διαστημική στολή Αυστριακός base jumper θα πήδαγε στο κενό και θα γινόταν ο πρώτος άνθρωπος που θα έσπαγε το φράγμα του ήχου χωρίς να βρίσκεται στο εσωτερικό σκάφους, θα έσπαγε το παγκόσμιο ρεκόρ ύψους για επανδρωμένη πτήση αεροστάτου και του ύψους για πτώση με αλεξίπτωτο. Το επίτευγμα θα μεταδιδόταν σε όλο τον κόσμο, με το λογότυπο της Red Bull σε πρώτο πλάνο…
Τα σκάνδαλα
Όμως από τον μηχανοκίνητο αθλητισμό, προήλθε και το μεγαλύτερο σκάνδαλο που θα επισκίαζε τη φήμη της Red Bull. Μετά από την κατάκτηση του πρωταθλήματος οδηγών της Formula 1 από τη Red Bull πέρυσι, με τρόπο που προκάλεσε οργή και καταγγελίες για αδικία στο «στρατόπεδο» της Mercedes, φέτος η αγωνιστική ομάδα της Red Bull βρίσκεται στο επίκεντρο ως πρωταγωνίστρια ενός σκανδάλου. Κι αυτό γιατί διακινούνται πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες η ομάδα της Red Bull ξεπέρασε το budget cap, δηλαδή τον περσινό προϋπολογισμό που έχει θέσει σαν όριο η FIA.
H κουβέντα «φούντωσε» όταν τα «αφεντικά» της Mercedes και της Ferrari, εξοργισμένα για τις απολύσεις και τις περικοπές που έκαναν ώστε να μην ξεπεράσουν το budget cap των 415 εκατ. ευρώ πέρυσι και 410 εκατ. φέτος, ζήτησαν να τιμωρηθεί με την αυστηρότερη ποινή η Red Bull εάν αποδεικνυόταν ότι όντως το ξεπέρασε. Η αυστριακή ομάδα απάντησε επίσης οργισμένα μιλώντας για «δυσφήμιση», με τους τόνους να χαμηλώνουν μόλις χθες και ενώ η FIA διαπραγματεύεται με τη Red Bull την ποινή για την υπέρβαση του budget cap, λόγω του θανάτου του Μάτεσιτς- ο οποίος πάντως ήλεγχε τα πάντα στο προσκήνιο και το παρασκήνιο, στην αγωνιστική ομάδα που ο ίδιος ίδρυσε.
Όμως τα σκάνδαλα στα οποία ενεπλάκη η αυστριακή εταιρεία δεν αφορούν μόνο τη Formula 1. Πέρυσι, η Red Bull πρότεινε να δώσει 13 εκατ. δολάρια ως συμβιβασμό για να κλείσει η δίκη με την οποία κατηγορείτο για παραπλανητική διαφήμιση και εξαπάτηση των καταναλωτών, στις ΗΠΑ. Περιέργως, η δικαστική διαμάχη αφορά το διάσημο σλόγκαν με τα φτερά, καθώς οι μηνυτές αναφέρουν πως το Red Bull δεν προσφέρει κάτι παραπάνω από έναν καφέ ή ένα χάπι καφεϊνης, ενώ η εταιρεία αρνείται ότι κάνει παραπλανητική διαφήμιση.
Το «βαρύτερο» από τα σκάνδαλα, αφορά την οικογένεια του Γιουβίντια. Ο εγγονός του συνιδριτή της Red Bull και γιος του σημερινού συνιδιοκτήτη, Σαλέρμ Γιουβίντια, Βοράυουθ “Boss” Γιουβίντια, κατηγορείται ότι τα ξημερώματα της 3ης Σεπτεμβρίου, παρέσυρε με τη μαύρη Ferrari του τη μοτοσικλέτα ενός αστυνομικού, παρασύροντας το σώμα του για αρκετή απόσταση, μέχρι να τον αφήσει νεκρό. Οι αστυνομικές αρχές ακολούθησαν ίχνη από λάδια που άφηνε η τρακαρισμένη Ferrari, φτάνοντας στο ίδιο το αυτοκίνητο που ήταν παρκαρισμένο στην έπαυλη των Γιουβίντια και στον ίδιο τον “Boss”, ο οποίος ομολόγησε την ενοχή του και συνελήφθη. Από εκεί και πέρα όμως, ακολούθησε ένας τραγέλαφος που εξευτέλισε τη Δικαιοσύνη και όλους τους θεσμούς της Ταϋλάνδης.
Ο “Boss”, παρότι αποδείχθηκε πως έτρεχε με ταχύτητα 177 χ.α.ω. σε δρόμο με ανώτατο όριο τα 80 και εγκατέλειψε το αιμόφυρτο θύμα του στην άσφαλτο να ξεψυχήσει, αφέθηκε λίγες μέρες μετά ελεύθερος, με εγγύηση 16.000 δολαρίων. Για πέντε χρόνια, δεν εμφανίστηκε ποτέ στο δικαστήριο, με τους δικηγόρους του να επικαλούνται «ασθένειες» και «επαγγελματικά ταξίδια». Μέχρι που το 2017, εν μέσω λαϊκής οργής, εξεδόθη ένταλμα σύλληψης, αλλά ήταν αργά. Ο Γιουβίντια είχε διαφύγει στο εξωτερικό.
Τρία χρόνια αργότερα, η φωτογραφία του θα κατέβαινε από τη λίστα των καταζητουμένων της Ιντερπόλ, καθώς η εισαγγελία της Ταϋλάνδης θα τον «αθώωνε», βάσει «νέων στοιχείων» που δεν παρουσιάστηκαν ποτέ. Ο αρμόδιος αστυνομικός για τον υπολογισμό της ταχύτητας άλλαξε την κατάθεσή του, υπολογίζοντας τώρα ότι η ταχύτητα της μοιραίας Ferrari δεν ήταν 177, αλλά 79 χ.α.ω., βρέθηκαν δύο νέοι «αυτόπτες», οι οποίοι κατέθεσαν ότι είδαν το περιστατικό και ότι η Ferrari δεν κινείτο με ταχύτητα πάνω από 60 χ.α.ω., ενώ η ανάλυση βρετανικού Πανεπιστήμιου που συμπέραινε με επιστημονικά στοιχεία ότι η ταχύτητα του αυτοκινήτου ήταν περίπου 180 χιλιόμετρα την ώρα, απλά δεν μπήκε ποτέ στο φάκελο. Και ο φάκελος έκλεισε, με τους Ταϋλανδούς να εξοργίζονται με την υπόθεση, ιδιαίτερα και μετά τον περίεργο θάνατο του μοναδικού αυτόπτη μάρτυρα σε τροχαίο.
Εκείνη τη χρονιά, ο Βοραούθ “Boss” θα εντοπιζόταν στο σπίτι της οικογένειας στο Λονδίνο, το οποίο ωστόσο θα περιλαμβανόταν, όπως και ένα τεράστιο κομμάτι της περιουσίας των Ταϋλανδών κληρονόμων της Red Bull στα έγγραφα των Panama Papers. Και οι Βουντίγια θα πρωταγωνιστούσαν σε ένα σκάνδαλο απόκρυψης περιουσίας και φοροαποφυγής.
Πάντως η Ταϋλανδέζικη εταιρεία της Red Bull θα συρόταν για αρκετά χρόνια στα δικαστήρια με την κινεζική θυγατρική της για θέματα branding. Τέλος, δημοσιεύματα, αναφέρουν ότι η οικογένεια Γιουβίντια επιθυμεί εδώ και χρόνια να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους των συνεργασιών της με τη Ματεστις. Και βέβαια, η Red Bull αντιμετωπίζει και ένα σοβαρό ζήτημα διαδοχής, το οποίο ούτε ο Ματεστις αλλά ούτε και η οικογένεια Γιουβίντια έχουν καταφέρει να επιλύσουν έως τώρα. Σε κάθε περίπτωση, οι δύο πλευρές διαβεβαιώνουν ότι οι σχέσεις τους είναι άριστες επαγγελματικά αλλά και θερμές, σε προσωπικό επίπεδο.
Διαβάστε ακόμη:
Τα ξενοδοχεία-καταφύγια της μεγάλης απόδρασης
Ο νέος «κώδικας» της Εφορίας – Πότε και πώς γίνονται οι κατασχέσεις από τραπεζικούς λογαριασμούς
Συνεδριάζουν οι υπουργοί Ενέργειας της ΕΕ – Πρώτο κρας τεστ μετά τη Σύνοδο Κορυφής