Σε αγώνα δρόμου προκειμένου να καλυφθεί η τρύπα των 930 εκατ. ευρώ για τη θερινή σεζόν του 2020 έχει επιδοθεί ο τουριστικός κόσμος μετά το μεγάλο κανόνι της Thomas Cook, τον δεύτερο μεγαλύτερο συνεργάτη της τουριστικής βιομηχανίας στην Ελλάδα.
Τόσο αποτιμώνται, αυτή τη στιγμή, οι συνολικές απώλειες για τον κλάδο της διαμονής για την επόμενη σεζόν, εκ των οποίων πάνω από το μισό ή αλλιώς κοντά στα 520 εκατ. ευρώ αφορούν μόνο τους ξενοδόχους και όσα απομένουν τα λοιπά καταλύματα και τις επιχειρήσεις, ακόμη και τις αεροπορικές αφίξεις άλλων πρακτορείων που εξυπηρετούσαν πτήσεις του ταξιδιωτικού κολοσσού.
Από τους ξενοδόχους -είτε αυτοί είχαν κλείσει συμφωνίες franchise, είτε ακόμη πιο ελαστικές συμφωνίες συνεργασίας- και τα ενοικιαζόμενα μέχρι τους τουριστικούς πράκτορες, τα τουριστικά γραφεία και τις μικρότερες εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων, ξεναγήσεων, διοργάνωσης εκδρομών κ.τ.λ., όλος ο κλάδος βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού. Μάλιστα, για τα 48 ξενοδοχεία σε όλη την Ελλάδα που έφεραν το όνομα ενός από τα οκτώ brands του ταξιδιωτικού κολοσσού, πολλά είτε έχουν ήδη κλείσει νωρίτερα (στο τέλος Σεπτεμβρίου) για τη φετινή σεζόν, είτε πρόκειται να κλείσουν τις αμέσως επόμενες ημέρες, δεδομένου ότι έχουν χαθεί οι κρατήσεις του Οκτωβρίου.
Μεγάλοι χαμένοι είναι και οι μικρότερες επιχειρήσεις και τα ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα, κυρίως στις χαμηλότερες κατηγορίες αστεριών, ενώ στις περιπτώσεις μεγάλων εγχώριων ομίλων οι απώλειες θα επηρεάσουν αναπόφευκτα την κερδοφορία τους.
Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτει ο όμιλος Mitsis Hotels, η μεγαλύτερη όσον αφορά τον αριθμό των δωματίων (5.740), εγχώρια ξενοδοχειακή αλυσίδα στην Ελλάδα, με παρουσία 40 ετών στην τουριστική βιομηχανία, έχοντας στο χαρτοφυλάκιό του σε όλη τη χώρα 17 ξενοδοχεία και κοντά στις 20.000 κλίνες. Ο όμιλος, μεταξύ των άλλων συνεργατών του, διατηρούσε μακροχρόνια συνεργασία με την Thomas Cook και μάλιστα μερικά από τα πολυτελή ξενοδοχεία του σε Κρήτη, Ρόδο και Κω («Mitsis Alila Resort & Spa», «Mitsis Blue Domes Resort & Spa», «Mitsis Faliraki Beach Hotel & Spa», «Mitsis Family Village Beach Hotel», «Mitsis Laguna Resort & Spa», «Mitsis Lindos Memories Resort & Spa», «Mitsis Norida Beach Hotel») είχαν διακριθεί από τον ταξιδιωτικό κολοσσό για την περυσινή χρονιά. Το κόστος από την κατάρρευση της Thomas Cook είναι δεδομένο για τον όμιλο, ο οποίος πάντως είχε συνολικά θετικές επιδόσεις κατά τη διάρκεια της φετινής θερινής σεζόν, με πληρότητα στο 90% και αύξηση κερδοφορίας.
Επισημαίνεται εδώ ότι τα Mitsis Hotels υλοποιούν ένα πενταετές επενδυτικό πρόγραμμα της τάξεως των 100 εκατ. ευρώ για αναβάθμιση των υφιστάμενων μονάδων, έχουν πραγματοποιήσει ήδη επενδύσεις 40 εκατ. ευρώ, ενώ στο τέλος του 2018 είχαν πλειοδοτήσει και στον διαγωνισμό της Εθνικής Τράπεζας για την πώληση του «Grand Hotel Summer Palace» στη Ρόδο, σε ένα από τα σημαντικά ξενοδοχειακά deals με τίμημα στα 50,1 εκατ. ευρώ.
Το τελευταίο «Cook’s Club»
Ο ελληνικός τουρισμός, πάντως, είχε το προνόμιο να υποδεχτεί ένα από τα τελευταία, καινούρια ξενοδοχεία που ανακοινώθηκαν από τον βρετανικό κολοσσό μέσα στον Σεπτέμβριο, δέκα ημέρες προτού καταρρεύσει. Το «Cook’s Club City Beach Rhodes» του Κώου επιχειρηματία Γαβριήλ Καραθωμά άνοιξε στις αρχές του περασμένου Αυγούστου. Στόχος, να λειτουργεί σε 12μηνη βάση, όντας μάλιστα το μικρότερο ξενοδοχείο του brand Cook’s Club της Thomas Cook, αφού συνήθως τέτοιου είδους μονάδες διαθέτουν 150-200 δωμάτια. Η κίνηση αυτή ήταν ενδεικτική της «ψήφου εμπιστοσύνης του ταξιδιωτικού κολοσσού στον ελληνικό τουρισμό».
Συνολικά στη χώρα μας, όπως προαναφέρθηκε, το χαρτοφυλάκιο του ομίλου περιελάμβανε 48 ξενοδοχεία, εκ των οποίων τα 4 ιδιόκτητα σε Κω, Ρόδο («Sunwing Kallithea Beach») και Κρήτη («Sunwing Makrigialos Beach») μέσα από την επενδυτική του πλατφόρμα Thomas Cook Hotel Investments (TCHI). Η εν λόγω πλατφόρμα είχε συσταθεί το 2018 σε συνεργασία με την εταιρεία ανάπτυξης ξενοδοχείων LMEY με στόχο την επέκταση στον κλάδο των ιδιόκτητων ξενοδοχείων στους δύο βασικούς προορισμούς της Thomas Cook, την Ισπανία και την Ελλάδα, και με στρατηγική να αποκτήσει ξενοδοχεία τα οποία είτε υστερούν σε επιδόσεις, είτε σχετίζονται με προβληματικά δάνεια, είτε ακόμη χρήζουν επενδύσεων, και τη μετατροπή τους σε μονάδες με ιδιόκτητα brands.
Ειδικά το ξενοδοχείο-ναυαρχίδα της κοινοπραξίας, το «Casa Cook Kos», το οποίο διαθέτει 100 δωμάτια και εξαγοράστηκε την περασμένη άνοιξη, φιγουράριζε ως η αποδοτικότερη μονάδα υπό την επωνυμία της Thomas Cook, προηγούμενης ιδιοκτησίας της οικογένειας Καραθωμά. Το γεγονός ότι η Κως ήταν από τους καλύτερους προορισμούς του ομίλου στην Ελλάδα συνετέλεσε στην αγορά και ενός δεύτερου ξενοδοχειακού ακινήτου στο νησί, όπου η ΤCHI ήθελε να κατασκευάσει ξενοδοχείο «Cook’s Club» 250 δωματίων για το καλοκαίρι του 2020.
Το «ΘΕΜΑ» αναζήτησε και μίλησε με τον κ. Καραθωμά, ο οποίος ήταν από τους πλέον στενούς συνεργάτες του ομίλου στην Ελλάδα. «Πλέον τρέχουμε για τη σεζόν του 2020, αφού ήδη για φέτος τα ξενοδοχεία μας κλείνουν νωρίτερα λόγω των ακυρώσεων στις κρατήσεις του φθινοπώρου», ανέφερε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι η αρχική ημερομηνία για το κλείσιμο της φετινής σεζόν ήταν 7 Νοεμβρίου. Ο κ. Καραθωμάς προέρχεται από ξενοδοχειακή οικογένεια, αφού ο πατέρας του ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τον τουρισμό ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, ενώ η συνεργασία με την Thomas Cook ήταν πολυετής.
Ο κ. Καραθωμάς, πέραν του «Casa Cook Kos», που πουλήθηκε την περασμένη άνοιξη, είχε το «Cook’s Club Kos», το ολοκαίνουριο «Cook’s Club» στη Ρόδο, το «Cook’s Club Tigaki», το «Μore Meni Beach» και «More Meni Residence», επίσης στο Τιγκάκι, ενώ στην ευρύτερη οικογένειά του ανήκουν και δύο ακόμη μονάδες στην Κω, που συνεργάζονταν με την Thomas Cook, το «Sundy Beach» και το «Pearl». «Τις τελευταίες ημέρες προσπαθούμε να συντονίσουμε τις κινήσεις της επόμενης χρονιάς. Θέλουμε να δώσουμε μεγαλύτερη έμφαση στις online κρατήσεις, ενώ είμαστε σε επαφές και με άλλους tour operators στη βρετανική και τη γερμανική αγορά για νέες συνεργασίες. Το ξενοδοχείο της Ρόδου που άνοιξε πρόσφατα θα παραμείνει ως αστικό ξενοδοχείο καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, λαμβάνοντας πιθανότατα την επωνυμία του More Meni, όπως και τα υπόλοιπα ξενοδοχεία, πλην των “Sundy Beach” και “Pearl”».
Η μετονομασία ξενοδοχείων που έφεραν τα brands του ομίλου (Casa Cook, Cook’s Club, Sentido, Sunwing, Sunprime, SunConnect, Aldiana, Smartline) φαίνεται ότι είναι αναπόφευκτη εξέλιξη, παρά το γεγονός ότι δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμη το σκηνικό ως προς το τι μέλλει γενέσθαι με τα επιμέρους περιουσιακά στοιχεία του μητρικού ομίλου Thomas Cook. Αυτό, πάντως, που ανέφεραν στο «ΘΕΜΑ» πηγές από την εγχώρια ξενοδοχειακή αγορά είναι ότι «όσα ξενοδοχεία στην Ελλάδα συνδέονται με την Thomas Cook και έχουν εκσυγχρονιστεί, τα πράγματα θα είναι πιο εύκολα – και αυτά είναι αρκετά, με δεδομένο το ευρύ πρόγραμμα επενδύσεων που έχουν ακολουθήσει αρκετοί ξενοδόχοι την τελευταία διετία και υπολογίζεται συνολικά για όλο τον κλάδο στα 1,6 δισ. ευρώ μόνο για τη διετία 2017-2018. Γι’ αυτή την κατηγορία των ξενοδοχείων το ενδιαφέρον από τους λοιπούς ξένους tour operators, όπως οι ΤUI, Jet2, DER Touristik, Alltours, On The Beach κ.ά., με τους οποίους ήδη κλείνονται συμφωνίες, θα είναι σαφώς πιο έντονο, σε σχέση με τα μικρότερα καταλύματα, χαμηλότερων κατηγοριών ανά την Ελλάδα που θα δυσκολευτούν».
Τα νέα συμβόλαια και οι τιμές
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τις τιμές για τα καινούρια συμβόλαια που σπεύδουν να κλείσουν τώρα με τους νέους tour operators oι ξενοδόχοι, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που όταν έσκασε το κανόνι της Thomas Cook οι συμφωνίες για τα συμβόλαια της σεζόν του 2020 είχαν ήδη κλειστεί. Για όσα ξενοδοχεία ανήκουν στις υψηλότερες κατηγορίες και έχουν εκσυγχρονιστεί, οι τιμές για όσες καινούριες συμφωνίες υπογραφούν με τους νέους tour operators εκτιμάται ότι θα είναι στα ίδια επίπεδα με τα συμβόλαια της Thomas Cook. Και αυτό με το σκεπτικό ότι η Ελλάδα είναι από τις αγορές της Μεσογείου όπου οι Ευρωπαίοι tour operators θέλουν να ενισχύσουν τη θέση τους, με μακροχρόνιες συνεργασίες, ειδικά όταν πρόκειται για ποιοτικό τουριστικό προϊόν.
Οι συνθήκες, ωστόσο, είναι και εδώ πιο δύσκολες για τα μικρά καταλύματα, των χαμηλότερων κατηγοριών.
«Αυτή τη στιγμή προσπαθούμε να κλείσουμε συμφωνίες με άλλους συνεργάτες για τη θερινή σεζόν του 2020», σχολιάζει στο «ΘΕΜΑ» ο κ. Ευγένιος Φραγκιαδάκης, εκ των ιδιοκτητών δύο ξενοδοχείων 4 και 5 αστέρων με το brand της Sentido, τα «Sentido Pearl Beach και «Sentido Aegean Pearl» στην Κρήτη, συνολικής δυναμικότητας 260 δωματίων. Η σεζόν για τις δύο μονάδες ξεκινά κάθε χρόνο από τα τέλη Μαρτίου – αρχές Απριλίου και κλείνει στις αρχές Νοεμβρίου.
«Τα δύο ξενοδοχεία είχαν σε ποσοστό 65% πελατεία της Thomas Cook, ενώ οι υπόλοιποι επισκέπτες ήταν από μικρότερους tour operators ή μεμονωμένους πελάτες από τις σκανδιναβικές αγορές, τη Γαλλία, την Ελβετία κ.τ.λ. Μάλιστα για τον φετινό Οκτώβριο είχαμε συνολική πληρότητα 83%. Τώρα υπολογίζουμε ότι ο Οκτώβριος θα έχει πληρότητα 42%, ενώ προχωράμε παράλληλα στο κλείσιμο συμφωνιών με νέους tour operators. Το όνομα της Sentido θα φύγει από τα δύο ξενοδοχεία και θα προσπαθήσουμε να αναπληρώσουμε το κενό του 2020 – όσο είναι δυνατόν. Επίσης, έχουμε και ποσοστό κοντά στο 12% επαναλαμβανόμενων πελατών που θεωρούμε ότι θα έρθουν και την επόμενη χρονιά με άλλους tour operators ή μεμονωμένα».
Η περίπτωση της Σκιάθου
Ιδιάζουσα περίπτωση είναι αυτή της Σκιάθου, ενός προορισμού που δεν ανήκει στα βαριά ονόματα όπως η Κρήτη, η Ρόδος και η Κως, ωστόσο είχε μεγάλη εξάρτηση από την Thomas Cook, τόσο σε επίπεδο κρατήσεων όσο και αεροπορικών θέσεων.
Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνει στο «ΘΕΜΑ» ο πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Σκιάθου Αλέκος Ευσταθίου, o oποίος, παράλληλα, εκπροσωπεί την Thomas Cook στις Σποράδες,«πέραν των απωλειών στα καταλύματα και τις επιχειρήσεις του νησιού, το μεγαλύτερο ζήτημα για εμάς είναι να μπορέσουμε να αντικαταστήσουμε τις αεροπορικές θέσεις για την επόμενη σεζόν. Από το σύνολο των αεροπορικών θέσεων στη Σκιάθο τη θερινή σεζόν, η Thomas Cook είχε συνολικά το 35%-40% τόσο για τους δικούς της πελάτες όσο και για τους επισκέπτες άλλων πρακτορείων.
Είναι θετικό ότι σώθηκε το παρακλάδι του ομίλου στη σκανδιναβική αγορά και αναμένουμε και τις εξελίξεις με την αεροπορική Condor στη Γερμανία (σ.σ.: την επόμενη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται να αποφασίσει αν θα εγκρίνει δάνειο-γέφυρα της γερμανικής κυβέρνησης για το σχέδιο διάσωσης της εταιρείας που συνδέεται με την Thomas Cook). Ωστόσο είναι δύσκολο να αναπληρωθεί το μερίδιο της Thomas Cook από αγορές όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Προς αυτή την κατεύθυνση, λοιπόν, κινούμαστε τώρα, να μπορέσουμε να καλύψουμε το κενό στις αεροπορικές θέσεις για τη σεζόν του 2020».