Η ζωή κάνει κύκλους. Για τον Νίκο Δρανδάκη ο κύκλος της BEAT ήταν μικρός, όμως περιεκτικός και σε κάθε περίπτωση πετυχημένος. Ο ίδιος εξάλλου, από τα Χριστούγεννα του 2011, όταν παρουσίαζε στο «business stories» την προσπάθεια του τότε Taxibeat, έως την περασμένη εβδομάδα, που ανακοινώθηκε ξαφνικά η αποχώρησή του από την εταιρεία που ίδρυσε και απογείωσε, κατάφερε σχεδόν όλα όσα ονειρεύεται κανείς στο οικοσύστημα των start-ups. Οπως λένε, όμως, η τελευταία γεύση είναι αυτή που μένει και αυτή δυστυχώς για τον κ. Δρανδάκη ήταν πικρή. Η τσέπη μπορεί να ήταν γεμάτη, οι ανησυχίες και για άλλα πράγματα μπορεί να υπήρχαν, όμως η αιφνιδιαστική έξοδος προκαλεί τόσο στον ίδιο όσο και στο δημιούργημά του ένα κενό. Οι ακριβείς λόγοι του διαζυγίου δεν μπορούν να επαληθευτούν από τις δύο πλευρές, καθώς τηρείται σιγή ιχθύος. Το σίγουρο όμως είναι ότι επρόκειτο για κάτι ξαφνικό.

Μόλις λίγο καιρό νωρίτερα ο ίδιος ο Νίκος Δρανδάκης έδινε συνέντευξη σε ένα από τα γνωστά πόρταλ για τη νεοφυή επιχειρηματικότητα, το startup.info, σχετικά με το disrupt του κορωνοϊού και τα σχέδια της ΒΕΑΤ στη Λατινική Αμερική, το ιδιαίτερα υποσχόμενο και ραγδαία αναπτυσσόμενο πρότζεκτ στο οποίο επικεντρώθηκε τα τελευταία δύο χρόνια αφήνοντας την καθημερινή διοίκηση στην Αθήνα στον γενικό διευθυντή της εταιρείας Βασίλη Ντάνια. Από το περιβάλλον του, μετά την ανακοίνωση της εξόδου από το δημιούργημά του, σχολίαζαν ότι ο ίδιος ήδη είχε μπει σε διαδικασία να δουλεύει και άλλα πράγματα. Εντούτοις και μόνο ο τρόπος της ανακοίνωσης αλλά και το γεγονός ότι δεν βγήκε δημοσίως να πει δυο λόγια για το μεγάλο πρότζεκτ της ζωής του, που αναγκάστηκε να το αφήσει πίσω, έδωσε τροφή σε πολλά σχόλια. Αρκέστηκε να αποχαιρετήσει με ένα εσωτερικό memo τους εργαζόμενους στην BEAT και τους συνεργάτες του, κάνοντας μια λεπτομερή αναφορά στην ιστορία της εταιρείας μέχρι σήμερα.

Τα σημάδια της εξόδου

Οχι ότι δεν υπήρχαν σημάδια που μαρτυρούσαν ότι κάτι έτρεχε στην εταιρεία και τον απασχολούσε. Τον Ιούλιο ο ίδιος με ανακοίνωσή του καλοδέχτηκε τρία έμπειρα στελέχη που τοποθετήθηκαν σε ρόλους-κλειδιά: τον Πολ Ονεν ως διευθυντή Τεχνολογίας, που πλέον αναλαμβάνει ρόλο προσωρινού CEO στην BEAT, την Εριν Ράιγκερ Ζας, ως υπεύθυνη Ανθρώπινων Πόρων, και τον Κλέμεν Ντρόλε στη θέση του διευθυντή Οικονομικών της εταιρείας. Κοινώς τοποθετήθηκαν τρία διεθνή στελέχη πάνω στους τρεις πυλώνες που στέκεται η εταιρεία. Ούτε έναν μήνα μετά, ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο, σε μια ανάρτηση με υπονοούμενα θα αναρτήσει στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter μια ατάκα από πρόσφατη συνέντευξη του εμβληματικού Αμερικανού επιχειρηματία Μπάρι Ντίλερ. «Οι άνθρωποι σηκώνονται και πέφτουν, ανάλογα με τις συνθήκες. Οι πραγματικοί ηγέτες συνεχώς μελετούν τους εργαζομένους τους για ελπιδοφόρες ενδείξεις ή για ανησυχητικά σημάδια», έγραφε. Λίγες μέρες πριν, με ένα retweet ανάρτησης ενός άλλου venture capitalist, του Φρεντ Ντέστιν, θα πυροδοτήσει νέες συζητήσεις στο εσωτερικό της εταιρείας. «Ισχυρή υπενθύμιση σήμερα ότι δεν μπορείς να απολύσεις τον επενδυτή σου. Και ότι το να χτίσεις μία start-up θέλει μεγάλο χρονικό διάστημα. Επομένωωωως… μην αντλείτε λεφτά από μαλάκες. Η ζωή είναι μικρή!».

Στις 12 Αυγούστου έκανε ένα ακόμα retweet όλο νόημα. Το ποστ που υπογράφει ο Ντέιβιντ Σακς και αναπαράγει ο Δρανδάκης αναφέρει: «Οι λογικοί άνθρωποι συμβιβάζονται. Ο συμβιβασμός φέρνει κακά προϊόντα. Επομένως, όλα τα εξαιρετικά προϊόντα έχουν σχεδιαστεί από ανθρώπους χωρίς λογική». Και κάπως έτσι από τα social media, το βράδυ της 29ης Αυγούστου, οι followers του Νίκου Δρανδάκη έμαθαν ότι σταμάτησε να εργάζεται για την εταιρεία που ίδρυσε με ένα απλό tweet. Ούτε μία λέξη όμως δεν θα μοιραστεί με το κοινό του. Η ΒΕΑΤ και ο όμιλος Free Now την επομένη θα χρησιμοποιήσουν 140 λέξεις στην ανακοίνωση τους για το τέλος εποχής! Σε κάθε περίπτωση, είτε ο Νίκος Δρανδάκης τα βρόντηξε κι έφυγε διαφωνώντας με τη νέα στρατηγική μετασχηματισμού που έχει ενεργοποιήσει ο όμιλος Free Now στον οποίο ανήκει η BEAT, με συγχωνεύσεις θυγατρικών και νέο μακροπρόθεσμο πλάνο συνεργασιών και ανάπτυξης, «μη σηκώνοντας έξωθεν παρεμβάσεις», όπως λένε μερικοί, είτε απολύθηκε, όπως λένε κάποιοι άλλοι, λίγη σημασία πλέον έχει. Ο κύκλος αυτός έκλεισε και, όπως φαίνεται, θα ανοίξει ένας νέος. Για τον Νίκος Δρανδάκη η BEAT αποτελεί ένα παράσημο στο διεθνές οικοσύστημα, αφού όχι μόνο έστησε μια ανερχόμενη επιχειρηματική δύναμη που έφτασε στην αποχώρησή του να μετρά 800 εργαζομένους, εκ των οποίων οι 300 στην Ελλάδα, και να κάνει κατά δήλωσή του μεικτές πωλήσεις 600 εκατ. δολάρια ετησίως σε έξι διαφορετικές χώρες (Ελλάδα, Περού, Χιλή, Κολομβία, Μεξικό, Αργεντινή), αλλά πέτυχε και το απόλυτο disrupt στην αγορά των μεταφορών αλλάζοντας τον χάρτη των μετακινήσεων.

Κάτι διόλου εύκολο βέβαια καθώς έπρεπε να τα βάλει με τη συντεχνία των ταξί με εκπρόσωπο τον Θύμιο Λυμπερόπουλο, αλλά και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, έστω και αν εξαναγκάστηκε σε μερική αναδίπλωση. Ο ίδιος βέβαια ήδη είχε σπεύσει να κεφαλαιοποιήσει την επιτυχία της δουλειάς του αντλώντας αρκετά εκατομμύρια μέσα από την πώληση της TaxiBeat (οι μέτοχοι λέγεται ότι έλαβαν «ζεστά» 40 εκατ. ευρώ) στη MyTaxi της Daimler. Γι’ αυτό και αποτέλεσε αναμφισβήτητα ένα από τα πρώτα success stories του ελληνικού οικοσυστήματος θέτοντας τις βάσεις για νέα.

Η ΒΕΑΤ

Για την ΒΕΑΤ, από την άλλη, των 300 εργαζομένων εδώ στην Ελλάδα, η αλλαγή δεν αποκλείεται να σηματοδοτήσει στο μέλλον τεκτονικές αλλαγές. Ηδη το τιμόνι της εταιρείας, έστω και προσωρινά, πέρασε στον Πολ Ονεν, διευθυντή Τεχνολογίας της εταιρείας, που έχει ως βάση το Αμστερνταμ, όπου βρίσκεται το tech hub της BEAT. Σημειωτέον ότι κ. Ονεν, o οποίος διαθέτει πάνω από 30 χρόνια πείρας σε μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας (Google, Amazon κ.ά.) ανέλαβε διευθυντής Τεχνολογίας στην εταιρεία μόλις τον περασμένο Ιούνιο. Προς το παρόν, πάντως, πηγές από την BEAT αναφέρουν ότι δεν υπάρχουν σχέδια για άλλες αλλαγές το επόμενο διάστημα. Σημειώνεται ότι η διοικητική αλλαγή επήλθε σε μια περίοδο όπου η εταιρεία αντιμετωπίζει σημαντική υποχώρηση του τζίρου της εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού. Τον περασμένο Απρίλιο είχε προχωρήσει σε εκ περιτροπής εργασία, μειώσεις μισθών, αλλά και πάνω από 15 απολύσεις, καθώς με το που ξέσπασε η πανδημία και εφαρμόστηκαν μέτρα lockdown τα έσοδά της υποχώρησαν κατά 90%. Κάτι όμως που, σύμφωνα με όσα είπε ο Δρανδάκης στο startup.info, ξεπεράστηκε και ήδη η εταιρεία είχε μπει σε τροχιά ανάκαμψης, χωρίς ωστόσο να μπορεί να προβλέψει την πορεία λόγω της πανδημίας. Υπενθυμίζεται ότι η Taxibeat ξεκίνησε από μία ομάδα τεσσάρων ατόμων με αρχικό κεφάλαιο 40.000 ευρώ με χρηματοδότηση από το Open Fund της Αθήνας και πουλήθηκε στον κολοσσό Daimler αντί 43 εκατ. ευρώ!