Είναι ο νεότερος ηλικιακά Έλληνας equity partner σε διεθνή δικηγορική εταιρεία και ένας από τους νεότερους παγκοσμίως, έχοντας ήδη προλάβει στη μέχρι σήμερα εργασιακή του πορεία να τεθεί επικεφαλής EU-Greek Practice της DLA Piper, μιας από τις μεγαλύτερες full service business δικηγορικές εταιρείες του κόσμου.
Ο Ορέστης Ομράν, υπεύθυνος του μοναδικού ελληνικού τμήματος διεθνούς δικηγορικής εταιρείας με έδρα εκτός Ελλάδας, που υποστηρίζει συναλλαγές στη χώρα μας αλλά και ευρύτερα στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης, κυρίως στους τομείς των τραπεζών, της ενέργειας και των κατασκευών, βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στο 7ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών κι εκεί μίλησε στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για τους κλυδωνισμούς που έφερε στην ενέργεια και το χρηματοπιστωτικό σύστημα ο πόλεμος στην Ουκρανία, τις προοπτικές ανάπτυξης των ξένων επενδύσεων στο σημερινό περιβάλλον, αλλά και το πώς θα έρθουν πίσω λαμπρά μυαλά της χώρας που επέλεξαν τον δρόμο του εξωτερικού, κυρίως την περίοδο της κρίσης.
«Η βασική συνέπεια της ουκρανικής κρίσης στην ενέργεια σε ευρωπαϊκό επίπεδο ήταν η έναρξη δημιουργίας μιας ενιαίας ενεργειακής πολιτικής. Για την ενεργειακή πολιτική συζητούσαμε πάρα πολύ καιρό στην ΕΕ, παρ’ όλα αυτά, για διάφορους λόγους που είχαν να κάνουν κυρίως με την εθνική αντιμετώπιση του ζητήματος της ενέργειας από τα κράτη μέλη, δεν είχε πραγματοποιηθεί αυτή η ενιαία προσέγγιση στην αγορά της ενέργειας», λέει ο κ. Ομράν, εκτιμώντας πως αυτό που χρειάζεται είναι μια συγκεκριμένη ενεργειακή στρατηγική, με γνώμονα το συμφέρον του Έλληνα καταναλωτή και ενταγμένη στο πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής της ΕΕ.
«Καθώς η ΕΕ συνολικά διαμορφώνει μια συγκεκριμένη ενεργειακή στρατηγική απέναντι στη Ρωσία του Πούτιν, αυτό θα παρασύρει και το πώς διαπραγματευόμαστε ως ΕΕ τις τιμές της ενέργειας, πώς διαμορφώνεται η επάρκεια της ενέργειας στον ευρωπαϊκό χώρο και ποιες είναι συνολικά για την ΕΕ οι εναλλακτικές πηγές, οι εναλλακτικοί πάροχοι, με γνώμονα τον καταναλωτή και το συμφέρον του Ευρωπαίου πολίτη», σημειώνει.
Με δεδομένη την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο και τις προσπάθειες που γίνονται για απεξάρτηση της «Γηραιάς Ηπείρου» – προσπάθειες που εντατικοποιήθηκαν μετά την 24η Φεβρουαρίου – υπογραμμίζει πως «πρέπει να υπάρχουν πολλά παράλληλα εναλλακτικά σενάρια που να συνδυάζουν διαφορετικές μορφές ενέργειας και να λαμβάνουν υπόψη πιθανές κρίσεις όπως αυτή που έχουμε τώρα, κι αυτό να τίθεται στο πλαίσιο μιας πολύ συγκεκριμένης ενιαίας και σταθερής στρατηγικής της χώρας».
Τονίζει δε την ανάγκη να βρεθούν «εναλλακτικοί αγωγοί και εναλλακτικοί και εξυπνότεροι τρόποι μεταφοράς» καθώς η μεταφορά έχει άμεση συνάρτηση με το κόστος της ενέργειας, αλλά και να δοθεί έμφαση στο ζήτημα της αποθήκευσης. «Βλέπουμε χώρες όπως η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Γερμανία να έχουν ξεκινήσει να υλοποιούν σχέδια αποθήκευσης αλλά βλέπουμε ότι και στην Ελλάδα -πλέον όχι μόνο με τις νέες τεχνολογίες αλλά με μια νέα κεντρική πολιτική προσέγγιση, αυτή της δημιουργίας αποθηκευτικών μεγάλων χώρων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η επάρκεια- ότι το θέμα της αποθήκευσης αποτελεί προτεραιότητα», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Με τις τιμές της ενέργειας να ακολουθούν ράλι ανόδου διεθνώς αλλά και στη χώρα μας, ο κ. Ομράν επισημαίνει ότι η διακοπή των πολεμικών συγκρούσεων θα βοηθούσε πάρα πολύ σε μια σταθεροποίηση των τιμών, ωστόσο «το να σταματήσει η αυξητική τάση δεν σημαίνει ότι η κατάσταση θα αλλάξει σημαντικά καθώς οι τιμές είναι ήδη πολύ αυξημένες», ενώ υπογραμμίζει το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας, που είναι οι ΑΠΕ (ανανεώσιμες πηγές ενέργειας), που εκτιμά πως θα παίξουν ρόλο στη διαμόρφωση σχετικής επάρκειας τουλάχιστον για τα επόμενα 3-5 χρόνια. «Κατασκευάζονται μεγάλα έργα και η ανάπτυξη αυτών των έργων και η θέση τους σε λειτουργία θεωρώ πως θα βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό στη σταδιακή ενίσχυση της επάρκειας από ΑΠΕ», σημειώνει, επισημαίνοντας, ωστόσο, ότι πρόκειται για έργα που απαιτούν χρόνο για να αδειοδοτηθούν αλλά και να κατασκευαστούν.
«Οι ΑΠΕ δεν θα πρέπει να είναι κάποιου είδους “φετίχ” για την ελληνική αγορά ενέργειας. Σαφώς βοηθούν, σαφώς είναι μια φθηνότερη μορφή ενέργειας, αλλά επειδή είμαστε σε μια μεταβατική περίοδο, δεν θα μπορέσει κανείς εύκολα να ισχυριστεί πως θα μεταβούμε από τον λιγνίτη στις ΑΠΕ εν μία νυκτί χωρίς να έχουμε παράλληλα εναλλακτικά σχέδια που να εξασφαλίζουν επάρκεια και χωρίς να έχουμε συγκεκριμένη εικόνα για το πόση εντέλει ισχύ μπορούν να εξασφαλίσουν τα ανεπτυγμένα έργα ΑΠΕ στην Ελλάδα», σημειώνει.
Περιορισμένη η πιθανότητα συστημικής κρίσης στις τράπεζες λόγω Ουκρανίας
Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες, που υφίστανται κι αυτές τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, ο Ορέστης Ομράν εκτιμά πως «οι ευρωπαϊκές τράπεζες, στον βαθμό που είναι εκτεθειμένες σε ρωσικά κεφάλαια και σε ρωσικά assets τα οποία υπόκεινται στις κυρώσεις, μπορούν να ελέγξουν το πρόβλημα και πρέπει με πολύ συγκεκριμένο τρόπο, ο Ευρωπαίος επόπτης να δει ποιες τράπεζες έχουν πρόβλημα και πώς θα μπορούσε να επιλυθεί αυτό».
«Είμαστε αυτή τη στιγμή στην ΕΕ σε ένα οιονεί ενιαίο τραπεζικό σύστημα, όπου υπάρχει Ευρωπαίος επόπτης, ο οποίος δημιουργήθηκε ως απόρροια της οικονομικής κρίσης του 2008 και της κατάρρευσης πολλών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων εκείνη την περίοδο, υπάρχει εποπτεία της ρευστότητας των τραπεζών και της ρυθμιστικής συμμόρφωσης των τραπεζών σε κεντρικό επίπεδο, από τις Βρυξέλλες και τη Φραγκφούρτη, άρα με αυτό στο μυαλό μπορεί κάποιος να καταλάβει πως όταν η ΕΕ επιλέγει να επιβάλλει κυρώσεις έναντι μιας πολύ μεγάλης χώρας, όπως η Ρωσία, η οποία μάλιστα διαθέτει κεφάλαια σε ευρωπαϊκές τράπεζες, αυτό θα συμπαρασύρει και την εποπτεία, αλλά και τη πιστοληπτική ικανότητα και τη ρευστότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην ΕΕ».
Επομένως, τονίζει ο κ. Ομράν, «όπου υπήρχαν ρωσικά κεφάλαια η κατάσταση επανεξετάζεται, αλλά η πιθανότητα να δημιουργηθεί συστημική κρίση είναι περιορισμένη επειδή έχει διασπαρεί ο κίνδυνος, αλλά και για έναν παραπάνω λόγο. Πολλά ρωσικά κεφάλαια είχαν συγκεντρωθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μετά το Brexit, το πρόβλημα γίνεται αυτομάτως εθνικό πρόβλημα του Ηνωμένου Βασιλείου και όχι ευρωπαϊκό πρόβλημα».
Πόσο, όμως, είναι εφικτό, μέσα στις παρούσες διεθνείς συνθήκες να προωθηθεί ο πολύ σημαντικός τομέας των ξένων επενδύσεων, που θεωρείται «κλειδί» για την ανάπτυξη μιας οικονομίας; «Υπάρχει μια διεθνής αβεβαιότητα λόγω ουκρανικής κρίσης και το γεγονός ότι η Ουκρανία βρίσκεται στην ευρύτερη γειτονιά μας δεν μας βοηθάει πολύ, άρα η αβεβαιότητα αυτή θα επηρεάσει μια στασισμότητα», παραδέχεται ο κ. Ομράν, επισημαίνοντας, ωστόσο, παράλληλα, ότι «ίσως είναι μια ευκαιρία η ουκρανική κρίση, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας, να δούμε ξένες εταιρείες να επενδύουν στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης». Ωστόσο, όπως λέει, θα πρέπει να «σπάσουν» κάποια ταμπού πολλών ετών και χρειάζεται ευρύτερος εκσυγχρονισμός του φορολογικού συστήματος.
«Απλούστευση φορολογικών διαδικασιών, ειδικά για ξένες επενδύσεις, πρόσδοση κινήτρων για τους ανθρώπους του εξωτερικού -πέρα από τα φορολογικά- προκειμένου ειδικά οι Έλληνες του εξωτερικού που διατηρούν επενδύσεις έξω να τις φέρουν στη χώρα, αξιοποίηση της νέας γενιάς που έφυγε τα τελευταία χρόνια και πήγε στο εξωτερικό λόγω της κρίσης και η οποία τεχνοκρατικά μπορεί να προσφέρει πολλά πράγματα στη χώρα» είναι αυτά που -κατά τον ίδιο- μπορούν να συμβάλουν ώστε «να εξελιχθούμε σε hub διεθνών επενδύσεων».
«Brain gain» με αξιοποίηση των Ελλήνων του εξωτερικού που επιστρέφουν κεντρικά αλλά και σε επίπεδο εταιρειών
Συνιδρυτής της πρωτοβουλίας «Brain Gain», για την ενίσχυση της επιρροής των Ελλήνων επιστημόνων και επαγγελματιών του εξωτερικού στη χώρα, ο κ. Ομράν χαρακτηρίζει πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός ότι ένας σημαντικός αριθμός Ελλήνων του εξωτερικού έχει αρχίσει να επιστρέφει, με το Brexit αλλά και την πανδημία να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σ’ αυτό.
Ωστόσο, τονίζει πως η τάση της επιστροφής δεν είναι ακόμη μαζική, «όχι μόνο γιατί μια μερίδα εδραιώνεται στο εξωτερικό και δύσκολα θα σκεφτεί να επιστρέψει, αλλά κι επειδή η εκροή εξακολουθεί να υφίσταται», και υπογραμμίζει πως η χώρα θα πρέπει εμπράκτως ν’ ανοίξει την αγκαλιά της στους ανθρώπους αυτούς, όχι μόνο δίνοντάς τους κίνητρα αλλά και φτιάχνοντας μια ενιαία στρατηγική που να εστιάζει στην αξιοποίησή αυτών των ανθρώπων τόσο σε κεντρικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο εταιρειών, κάτι που ήδη κάνει το «Brain Gain», έχοντας συμμαχήσει με πολλές μεγάλες εταιρείες, οι οποίες μέσω της δικής του πλατφόρμας, έχουν αρχίσει και προσλαμβάνουν ανθρώπους του εξωτερικού.
Ο ίδιος πάντως κινείται συνεχώς μεταξύ Βρυξελλών κι Αθήνας κι έτσι διατηρεί άρρηκτους τους δεσμούς με Ελλάδα.
Διαβάστε περισσότερα
Success story: H Seat χτίζει τη δική της Alfa Romeo
Από την Αστυπάλαια στην κορυφή της Google – Το success story δύο Ελληνίδων
Νέο πακέτο στήριξης ενάντια στην ακρίβεια – Όλα τα μέτρα που εξετάζονται