© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ανήκει σε εκείνους που «θεμελίωσαν» στην Ελλάδα την καταναλωτική τάση προς τα πολυτελή και ακριβά προϊόντα.
Εκείνα που μπορεί να απευθύνονται σε ένα περιορισμένο target group, το οποίο όμως είναι αρκετό για να τροφοδοτεί κάποιες δεκάδες επιχειρήσεις αφιερωμένες στην αίσθηση ή στην ψευδαίσθηση, για κάποιους, του «μοναδικού»…
Ο λόγος για τον Νίκο Βαρβέρη, ιδρυτή και επικεφαλής της Moda Bagno και του Interni, ονομάτων που έχουν γράψει και συνεχίζουν να γράφουν τη δική τους ιστορία στην ελληνική αγορά ειδών σπιτιού και εστίασης.
Μια ιστορία με αρκετά σκαμπανεβάσματα λόγω των διαδοχικών κρίσεων, αλλά τώρα πλέον με την προοπτική της ανάκαμψης «ορθάνοιχτη», όπως αποτυπώνεται στις οικονομικές επιδόσεις τους.
Η Θεσσαλονίκη και η Σχολή Δοξιάδη
Ο Νίκος Βαρβέρης, με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη, γεννήθηκε το 1944 και αρχικά σπούδασε στη Σχολή Υπομηχανικών «Ευκλείδης», στη συμπρωτεύουσα.
Η κάθοδός του στην Αθήνα τού άνοιξε το παράθυρο σε έναν νέο κόσμο. Ετσι, σε αντίθεση με όσα «έδειχναν» οι μέχρι τότε σπουδές του, έβγαλε την περίφημη Σχολή Διακοσμητικής Δοξιάδη, φυτώριο πολλών διακεκριμένων μηχανικών, αρχιτεκτόνων και διακοσμητών. Εκεί στο εμβληματικό κτίριο της οδού Στρατιωτικού Συνδέσμου στον Λυκαβηττό, όπου σήμερα στεγάζεται το συγκρότημα πολυτελών κατοικιών One Athens, ο Ν. Βαρβέρης άρχισε να «ψηλαφεί» το μέλλον του.
Κάπως έτσι, στις 7 Ιουλίου 1974, σε ηλικία 30 ετών, ιδρύει την εταιρεία Ν. Βαρβέρης και Σία Ο.Ε., με το πρώτο κατάστημα Moda Bagno να στήνεται επί της οδού Ηρακλείτου στο Κολωνάκι, λανσάροντας τότε αποκλειστικά είδη για τον εξοπλισμό του μπάνιου (έπιπλα, πλακίδια, είδη υγιεινής). Ηταν η εποχή της Μεταπολίτευσης που έφερνε μαζί και έναν άνεμο γενικότερης ανανέωσης, με το καταναλωτικό κοινό να διψά να αποτινάξει ό,τι συμβόλιζε το «παλιό»…
Παρά τις τσουχτερές τιμές, οι δουλειές πήγαν καλά και τρία χρόνια μετά, το 1977, η Moda Bagno επεκτείνεται και στα έπιπλα κουζίνας. Το 1980 ιδρύεται η εταιρεία Ν. Βαρβέρης-Moda Bagno Α.Ε. με τη σημερινή νομική της μορφή, με έδρα στο Ν. Ψυχικό και το 1982 είχε ήδη στηθεί το κεντρικό «στρατηγείο» της (έκθεση, παραγωγικές εγκαταστάσεις, κεντρικές αποθήκες, γραφεία διοίκησης) στα Βριλήσσια, επί της οδού Αναπαύσεως.
Ο Βαρβέρης και ο… Μαρξ
Με τις ξένες επιρροές να έχουν εισβάλει στην εγχώρια αγορά, επικρατώντας στις καταναλωτικές τάσεις, και με το λανσάρισμα επιλεγμένων προϊόντων από γνωστούς σε λίγους οίκους του εξωτερικού -με το αντίστοιχο φυσικά τίμημα-, ο Νίκος Βαρβέρης βάλθηκε να… διαψεύσει τον Μαρξ που υποστήριζε ότι η πολυτέλεια είναι το αντίθετο των φυσικών αναγκών και ότι τίποτε δεν μπορεί να έχει αξία αν δεν έχει χρησιμότητα…
Αντίθετα, ήταν αρκετοί αυτοί που ανακάλυπταν την ικανοποίηση των φυσικών τους αναγκών στα πανάκριβα, ίσως και εξεζητημένα, προϊόντα του, εξασφαλίζοντας στη Moda Bagno μια ανοδική και επεκτατική πορεία.
Στο πλαίσιο αυτό, το 1992 ξεκίνησε τη λειτουργία του το ιδιόκτητο τριώροφο κτίριο της έκθεσης της εταιρείας στην Κηφισίας, στο ύψος του Χαλανδρίου, ενώ το 1996 εισήλθε στην αγορά επίπλωσης οικίας, με την ίδρυση του πρώτου καταστήματος Interni στο γνωστό σημείο της οδού Ηρακλείτου, απ’ όπου ξεκίνησαν όλα. Ακολούθησαν νέα ανοίγματα και η επιτυχία ήταν τέτοια ώστε η Moda Bagno το 1997 επελέγη, με βάση τον κύκλο εργασιών σε συνάρτηση με τα κέρδη της τελευταίας πενταετίας, ως μία από τις 500 γρηγορότερα αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις της Ευρώπης -Europe’s 500-, με τη βράβευση να γίνεται από τον Βρετανό τότε πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι συμπεριλήφθηκε στη σχετική λίστα άλλες δύο φορές.
Οι μεγάλοι σταθμοί
Η επεκτατική πορεία συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια, με νέα καταστήματα στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Κρήτη, αργότερα στη Λάρισα και το 1999 άνοιξε το πρώτο Interni Office με είδη γραφείου. Το 2000 αποτελεί ένα έτος-σταθμό στην πορεία του Ν. Βαρβέρη, καθώς τον Απρίλιο έγινε η εισαγωγή της Moda Bagno στην Παράλληλη Αγορά του Χρηματιστηρίου, ενώ «ανακάλυψε» και την αγορά της εστίασης, βάζοντας μπροστά το πρώτο «Interni Ristorante» στην οδό Ερμού και λίγο αργότερα στη Μύκονο. Ακολούθησε την ίδια περίοδο το ποντάρισμα στο real estate με οικόπεδα στην Κηφισιά και τη Νέα Ερυθραία για την ανέγερση πρότυπων κατοικιών υψηλών προδιαγραφών. Ο ίδιος, ως κάτοικος των βορείων προαστίων, ήξερε τα καλά «κομμάτια» και πρόλαβε να πουλήσει τις κατοικίες «διά χειρός Moda Bagno» μέχρι το 2006 και πριν τις ισοπεδωτικές συνέπειες της κρίσης.
Επίσης, στο τέλος του 2000 η εταιρεία βγήκε και εκτός συνόρων με την ίδρυση θυγατρικών στην Τουρκία και την Κύπρο. Ακολούθησαν σημαντικές συμφωνίες, όπως με τον ιταλικό οίκο Armani για την αποκλειστική διάθεση των προϊόντων Armani Casa, τον οίκο Baxter srl, παράλληλα με επενδύσεις για νέα μαγαζιά, αποθηκευτικούς χώρους κά., ενώ η εταιρεία εξακολουθούσε να συλλέγει διακρίσεις, όπως αυτή από την ICAP, που την ενέταξε στη λίστα των Strongest Companies in Greece για το 2010.
Λίγο πριν, όμως, από το 2009, είχε ξεκινήσει η μεγάλη και πολύχρονη περιπέτεια της οικονομικής κρίσης, στην οποία το «οικοδόμημα» του Νίκου Βαρβέρη μπήκε έχοντας καταγράψει στην τελευταία χρήση (του 2008) τον υψηλότερο τζίρο στην ιστορία του, φτάνοντας τα 44 εκατ. ευρώ.
Οι συνέπειες της πολύχρονης κρίσης
Στα επόμενα «επεισόδια» η Moda Bagno βίωσε τη δική της κρίση, με τις πωλήσεις να μειώνονται και τα κέρδη να μετατρέπονται σε ζημίες. Ο Νίκος Βαρβέρης, ως δεινός τενίστας, γνώριζε από δύσκολες «μπαλιές» και προσπάθησε, όσο γινόταν, να αποφύγει τον εκτροχιασμό. Στο πλαίσιο αυτό, πόνταρε στο γερό χαρτί της Μυκόνου, εγκαινιάζοντας νέο κατάστημα το 2016, ενώ παράλληλα έκανε άνοιγμα στον ξενοδοχειακό κλάδο με τη συμμετοχή σε μεγάλες εκθέσεις ξενοδοχειακού εξοπλισμού και ανεύρεση νέου πελατολογίου. Στη διαδρομή επί κρίσης αναγκάστηκε βέβαια να θυσιάσει αρκετά από τα αποκτήματα του παρελθόντος. Μεταξύ αυτών, το εστιατόριο «Interni» της Αθήνας που κατέβασε ρολά το 2011 και ορισμένα από τα πιο ζημιογόνα καταστήματα της Moda Bagno, που σήμερα διαθέτει δίκτυο 8 σημείων πώλησης, εκ των οποίων 6 στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών, ένα στη Θεσσαλονίκη, ένα στη Μύκονο, καθώς και άλλα δύο σε Τουρκία και Κύπρο.
Ενδεικτικά της κατάστασης τα προηγούμενα χρόνια είναι τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρείας. Ετσι το 2011 ο τζίρος είχε μειωθεί κατά περισσότερο από 50% σε σχέση με το peak του 2008, στα 20,9 εκατ. ευρώ, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι ζημίες 2,52 εκατ. ευρώ. Το 2012 υπήρξε περαιτέρω πτώση των πωλήσεων στα 16,95 εκατ. ευρώ (με τις ζημίες στα 2,46 εκατ. ευρώ), ενώ στις επόμενες χρήσεις ο κύκλος εργασιών κινήθηκε στην περιοχή των 14,1 -15,2 εκατ., με τα καθαρά κέρδη να επανεμφανίζονται μόλις το 2018 (ύψους 400.000 ευρώ).
Παράλληλα, κατάφερε έγκαιρα να κλείσει το μέτωπο του τραπεζικού δανεισμού με την αναδιάρθρωση που έγινε προ εξαετίας. Το πλαίσιο αυτό, μετά από συμφωνία με τις Alpha Bank και Εθνική Τράπεζα, τον «έφερε» στα επίπεδα των 8,2 εκατ. ευρώ, με επιμήκυνση εξόφλησης μέχρι το 2027 και 2024 αντίστοιχα και λόγω του μοντέλου balloon δεν ασκούνται ασφυκτικές πιέσεις. Με βάση τα τελευταία δημοσιευμένα ετήσια αποτελέσματα για τη χρήση 2021, ο συνολικός δανεισμός ήταν στα 7,1 εκατ. ευρώ, με τον τζίρο να διαμορφώνεται στα 19,16 εκατ. ευρώ και την καθαρή κερδοφορία να φτάνει, μετά από χρόνια, στα 2 εκατ. ευρώ.
Η… σωτήρια Μύκονος
Καταλυτικό ρόλο σε αυτή την ανάκαμψη διαδραματίζει η Μύκονος και οι επιδόσεις του «Interni», η «αξία» και η βαρύτητα του οποίου για τον όμιλο του Ν. Βαρβέρη έχουν εκτοξευθεί, αν σκεφτεί κανείς ότι προ δεκαετίας το «ταμείο» του δεν έφτανε ούτε τις 700.000 ευρώ. Το success story του ελληνικού τουρισμού, όμως, με τους rich and famous που διαγκωνίζονταν για ένα τραπέζι στο «Interni», πολλαπλασίασε αντίστοιχα και τις επιδόσεις του, λειτουργώντας πάντα με ένα αξιοζήλευτο περιθώριο κέρδους.
Είναι ενδεικτικό ότι το 2013 ο τομέας της εστίασης συνέβαλε 1,54 εκατ. στις πωλήσεις του ομίλου, το 2015 ήταν στα 2,5 εκατ. ευρώ, ενώ το 2018 στα 3,7 εκατ. ευρώ. Το απόγειο ήταν το 2019 που το «Interni» έκανε τζίρο 4,88 εκατ. ευρώ, ξεπερνώντας τον τομέα των επίπλων (4,4 εκατ. ευρώ) και αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 40% του συνολικού κύκλου εργασιών του ομίλου.
Και πώς να μη συμβαίνει αυτό όταν εκείνη την εποχή το μενού του εστιατορίου -που έχει ανοίξει και το αθηναϊκό «αδελφάκι» του στο roof garden του «Grand Hyatt Athens»– «ξεχώριζε» όχι τόσο για τις εξεζητημένες γευστικές προτάσεις, όσο για τις «τσουχτερές» έως και εξωπραγματικές τιμές του. Δηλαδή, όπως και τα προϊόντα της Moda Bagno, απευθύνεται σε λίγους -στον «πλανήτη Μύκονος» δεν είναι και τόσο λίγοι- και πάντως σε εκείνους που μπορούσαν να πληρώσουν, για παράδειγμα, 70 ευρώ για ένα lobster risotto ή 150 ευρώ για ένα porterhouse steak.
Οσο για τα ποτά, το κατάστημα έχει τα πάντα και κυρίως μεγάλη ποικιλία από σαμπάνιες μέχρι και τις πεντάλιτρες Dom Perignon των 10.000 ευρώ ή την ακριβοθώρητη τεκίλα Clase Azul Ultra Extra Anejo που τιμάται 8.500 ευρώ το μπουκάλι και 650 ευρώ το ποτήρι… Η δε λίστα κρασιών είναι από τις πλέον ενημερωμένες, περιλαμβάνοντας δεκάδες ετικέτες από Γαλλία, Ιταλία και Ελλάδα, ώστε να καλύπτει και τα πιο ακριβά γούστα, όπως το Chateu Lafite Rothschind των 2.700 ευρώ…
Και μετά… ήρθε η πανδημία, που έφερε τα lockdowns, οδηγώντας στην κατάρρευση του 2020, όταν το δημοφιλές εστιατόριο στο Νησί των Ανέμων έκανε τζίρο μόλις 1,65 εκατ. ευρώ (-66,16% σε σχέση με το 2019).
«Η πτώση του κύκλου εργασιών θα είναι αναπόφευκτη με ό,τι συνεπάγεται στα αποτελέσματα της εταιρείας λόγω και της συμμετοχής σε μεγάλο ποσοστό του τζίρου του εστιατορίου της Μυκόνου», τονιζόταν χαρακτηριστικά στην ετήσια οικονομική έκθεση.
Το «comeback»
Αυτή η περίοδος, όμως, φαίνεται πλέον να ανήκει στο παρελθόν. Ετσι, στο φετινό εννεάμηνο ο όμιλος Βαρβέρη αύξησε τον κύκλο εργασιών κατά 6,1 εκατ. ευρώ, στα 20,7 εκατ. ευρώ, έναντι 14,58 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2021. Για τη μητρική εταιρεία ο τζίρος έφτασε στα 17,62 εκατ. (έναντι 12 εκατ.), εκ των οποίων τα 9,98 εκατ. ευρώ (έναντι 7,1 εκατ.) από τα καταστήματα λιανικής και τα 7,64 εκατ. ευρώ (έναντι 4,92 εκατ. το 2021) από το εστιατόριο, καταγράφοντας αύξηση κατά 40,67% και 55,24%, αντίστοιχα, με τα καθαρά κέρδη να φτάνουν τα 2,9 εκατ. από 1,72 εκατ.
Κάτι που οφείλεται αφενός στην αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας, με έμφαση στις νέες κατασκευές σπιτιών και τις ανακαινίσεις τουριστικών καταλυμάτων όπου η εταιρεία δίνει μεγάλη βαρύτητα, αφετέρου στις επιδόσεις του «Interni» Μυκόνου.
Οπως σημειώνεται μάλιστα, η φετινή λειτουργία του εστιατορίου ξεπέρασε σε μεγάλο βαθμό τις αρχικές προβλέψεις, κάνοντας τον μεγαλύτερο τζίρο από κάθε προηγούμενη χρονιά και το ανέδειξε σε πυλώνα του ομίλου. Σε αυτό συνέβαλε αφενός η σημαντική αύξηση του τουρισμού, λόγω της θετικής αντίδρασης του κόσμου σε «ελεύθερες διακοπές» στην πρώτη μετά πανδημία σεζόν, αφετέρου το ότι Μύκονος αποτελεί πόλο έλξης, με διεθνή τουρισμό πολύ υψηλού βιοτικού επιπέδου.
Επιπλέον, η οικογένεια Βαρβέρη μπορεί να αναγκάστηκε να «αποχωριστεί» προ ετών τη βίλα της στη Μύκονο, ωστόσο με μπροστάρη τη νεότερη γενιά, με τον Φίλιππο και τον Αλέξη Βαρβέρη, εστιάζει παράλληλα και στον τουρισμό μέσω του 5άστερου ξενοδοχειακού συγκροτήματος «The Wild Hotel by Interni» στον Καλαφάτη. Ακόμη, συνεχίζει να δράττει τις ευκαιρίες στο real estate, όπως για παράδειγμα με την οικοδόμηση ακινήτου πολυτελών διαμερισμάτων-κατοικιών (στην Αθήνα), που βρίσκεται στο 75% της ολοκλήρωσής του.
Σε κάθε περίπτωση, η Moda Bagno, που φέρει σε όλη τη διαδρομή της την προσωπική σφραγίδα του ιδρυτή της, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν ένα από τα πλέον εμβληματικά προπύργια της απόλυτης πολυτέλειας, πρεσβεύοντας τελικά και μια αντίστοιχη φιλοσοφία ζωής. Η οποία ασφαλώς απευθύνεται σε γερά πορτοφόλια, που μπορούν να αντέξουν τις… 7.500 ευρώ για ένα τραπεζάκι σαλονιού Baxter, τις 12.400 ευρώ για μια «επώνυμη» μπανιέρα, τις 7.052 ευρώ για έναν νιπτήρα ή τις 3.496 ευρώ για ένα φωτιστικό οροφής. Ολα δείχνουν, λοιπόν, προς ένα εντυπωσιακό «comeback», καθώς το luxury ξανά προς τη δόξα τραβά…
Διαβάστε ακόμη
Φιλίπ Νίλσεν (Oriani Hellas): Αύξηση 33% το 2021 σε κυβερνοεπιθέσεις με στόχο τη ναυτιλία
Βασίλης Γκρίσιν: Από τα ψηλά της αγοράς στην πτώση και τους τίτλους τέλους