© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ούριος άνεμος πνέει για τα σχέδια της γαλακτοβιομηχανίας Δωδώνη να ισχυροποιήσει την ηγετική της θέση στην εγχώρια αγορά και παράλληλα να μπει σε νέες, εξελισσόμενη σε έναν υπολογίσιμο διεθνή παίκτη. Η συγκυρία της πανδημίας φαίνεται πως δίνει ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στη διαρκή ανοδική πορεία που καταγράφει η εταιρεία μετά την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, επτά χρόνια πριν.
Οπως λέει στο «business stories» ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της γαλακτοβιομηχανίας Μιχάλης Παναγιωτάκης, ο ρυθμός αύξησης των πωλήσεων εμφανίζει διψήφιο ποσοστό σε σχέση με πέρυσι, όταν ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών είχε διαμορφωθεί περίπου στα 125 εκατ. ευρώ, έχοντας αυξηθεί κατά 4% περίπου από το 2018!
Τι συνετέλεσε σε αυτό; Από τη μία η αλλαγή του τρόπου ζωής εν μέσω της πανδημίας που οδήγησε σε σημαντική αύξηση της κατανάλωσης γαλακτοκομικών γενικά στην Ελλάδα και από την άλλη η επέκταση σε νέες αγορές του εξωτερικού, που αισίως έχουν φτάσει τις 55 σε όλες τις ηπείρους, καθιστώντας τη Δωδώνη success story ανάκαμψης και εξωστρέφειας.
Μάλιστα, όπως εξηγεί στο «b.s.» ο κ. Παναγιωτάκης, πλέον ο στόχος που είχε τεθεί εξαρχής από τη διοίκηση, δηλαδή η ισορροπία πωλήσεων σε Ελλάδα και εξωτερικό με ταυτόχρονη επέκτασή τους, είναι πολύ κοντά στο να επιτευχθεί. «Φέτος έχουμε κατευθύνει το 55% των πωλήσεων στην ελληνική αγορά και το υπόλοιπο 45% στο εξωτερικό», εξηγεί.
Σε Λατινική Αμερική και «Marks & Spencer»
Τελευταία η γαλακτοβιομηχανία κατάφερε να εισχωρήσει μέσω αντιπροσώπων σε αγορές της Λατινικής Αμερικής, όπως το Περού και η Χιλή. Περίπου το ίδιο διάστημα, λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία, τα προϊόντα Δωδώνη βρήκαν τη θέση τους στα ράφια δύο μεγάλων βρετανικών αλυσίδων λιανικής. Η φέτα στα «Marks & Spencer» και το χαλούμι στο «Whole Foods». «Το να μπει το προϊόν σου, με το δικό σου σήμα, σε αυτές τις αλυσίδες δεν είναι κάτι απλό. Εφαρμόζονται εξαιρετικά αυστηροί ποιοτικοί έλεγχοι από την πρωτογενή παραγωγή μέχρι το ράφι», επισημαίνει ο κ. Παναγιωτάκης. «Οι πωλήσεις από τα συγκεκριμένα δίκτυα πηγαίνουν μάλιστα πολύ καλά», προσθέτει.
«Μπορεί να μπαίνουμε διαρκώς σε νέες αγορές, κάτι που θα συνεχίσουμε να κάνουμε, ωστόσο ο βασικός στόχος σε ό,τι αφορά το εξωτερικό είναι να μεγιστοποιήσουμε την παρουσία μας σε αυτές που θεωρούμε κύριες αγορές. Κοινώς, να επεκτεινόμαστε οριζόντια αλλά και κάθετα», υπογραμμίζει. Και προσθέτει: «Σε αυτό το πλαίσιο πάντα, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, οι αραβικές χώρες, η Σκανδιναβία, χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, η Ισπανία, το Ισραήλ, η Κίνα έχουν για εμάς μεγαλύτερη σημασία στο να αυξήσουμε την παρουσία μας. Αυτές είναι ήδη οι χώρες που απορροφούν περίπου το 85% των εξαγωγών μας». Κατά τα άλλα, η γαλακτοβιομηχανία έχει βάλει ήδη πόδι σε όλες τις ηπείρους, πουλώντας προϊόντα σε αγορές από τη Βόρεια και Νότια Αφρική ως την Ιαπωνία.
Οπως εξηγεί ο κ. Παναγιωτάκης, στο πενταετές πλάνο της Δωδώνη βασικός πυλώνας είναι η ανάπτυξη των βασικών προϊόντων της γαλακτοβιομηχανίας με αιχμή τη φέτα, αλλά και το χαλούμι, μέσω της κυπριακής θυγατρικής της, Dodoni Dairy products (Cyprus) Ltd.
«Φέτος ξεκινήσαμε να εξάγουμε και γιαούρτι, το οποίο αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς. Συνολικά φαίνεται ότι υπάρχει μεγάλη αγορά στο εξωτερικό γι’ αυτά τα προϊόντα μας», μας λέει.
Νέα προϊόντα
Ο άλλος πυλώνας του πενταετούς σχεδίου είναι το λανσάρισμα νέων προϊόντων. «Πάντα προσπαθούμε να βγάζουμε δύο-τρία νέα προϊόντα. Τελευταία δημιουργήσαμε μία οικογένεια προϊόντων από κατσικίσιο γάλα, επαναλανσάροντας τυρί και κυκλοφορώντας γιαούρτι, τα οποία και πηγαίνουν πολύ καλά. Μέχρι το τέλος της χρονιάς, δε, ετοιμάζουμε και κάτι καινούριο», προσθέτει, χωρίς να θέλει να αποκαλύψει λεπτομέρειες.
Τα νέα προϊόντα έχουν φροντίσει να δώσουν νέο αέρα στην εταιρεία και εντός συνόρων. «Το κατσικίσιο γιαούρτι το λανσάραμε εν μέσω του κορωνοϊού και κατάφερε μέσα σε τρεις μήνες να κάνει όσες πωλήσεις περιμέναμε για το σύνολο της χρονιάς!» λέει ο κ. Παναγιωτάκης. Στην κατηγορία του στραγγιστού γιαουρτιού πλέον η Δωδώνη παίζει μεταξύ δεύτερης και τρίτης θέσης με ένα μερίδιο κάπου στο 12%, ενώ στη φέτα παραμένει κυρίαρχη με ένα μερίδιο που υπερβαίνει το 20%. «Η διαρκής προσπάθειά μας για προσεγμένα και ποιοτικά προϊόντα χρησιμοποιώντας 100% ελληνικό γάλα έχει ενισχύσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στο brand. Και αυτό, ειδικά σε περιόδους κρίσης, κάνει τη διαφορά. Ο κόσμος θέλει αυτό που εμπιστεύεται και το σίγουρο είναι ότι η Δωδώνη ποτέ δεν θα κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα των προϊόντων της», επισημαίνει.
«Ευκαιρία»
Ο ίδιος πάντως δεν κρύβει τον προβληματισμό του συνολικά για την ελληνική οικονομία τους επόμενους μήνες. «Νομίζω πως την περίοδο των Χριστουγέννων θα γίνει η αποκάλυψη για το πόσο χαμηλά θα φτάσει συνολικά η αγορά», λέει.
«Ελπίζω μόνο να μην έχουμε περαιτέρω κλιμάκωση της υγειονομικής κρίσης, με μεγαλύτερες συνέπειες στην οικονομία», προσθέτει.
Σπεύδει πάντως να υπογραμμίσει ότι τώρα είναι η ευκαιρία να διορθωθούν πολλά στραβά. «Πρέπει επιτέλους να χαράξουμε μία συγκροτημένη πολιτική που θα βοηθήσει το ελληνικό προϊόν να γίνει εξωστρεφές. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, οι αιγοπροβατοτρόφοι σήμερα να απολαμβάνουν μόλις το 30% των επιδοτήσεων που δίνονται στους αγελαδοτρόφους όταν τα προϊόντα τους είναι ΠΟΠ και μπορούν να γίνουν σημαία για μια εθνική εξαγωγική προσπάθεια… Πρέπει να δοθούν κίνητρα για να αυξηθεί η παραγωγή, να συνεχίσουμε να έχουμε φέτα ΠΟΠ και να μπορούμε να την προωθήσουμε στο εξωτερικό», σημειώνει ο κ. Παναγιωτάκης. «Από την πλευρά μας, θα συνεχίσουμε να προσφέρουμε τις καλύτερες τιμές για να αγοράζουμε το γάλα στηρίζοντας τους συνεργάτες μας», προσθέτει. «Προχωρήσαμε σε αυξήσεις εν μέσω της πανδημίας και παράλληλα διαβεβαιώσαμε τους συνεργάτες μας ότι θα γίνει η ίδια αύξηση και του χρόνου ώστε να είναι σε θέση να κάνουν τον προγραμματισμό τους», τονίζει.
Η Δωδώνη σήμερα συνεργάζεται με 5.000 αιγοπροβατοτρόφους και 150 αγελαδοτρόφους. Οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονται στην Ηπειρο. Οι υπόλοιποι, όπως εξηγεί ο κ. Παναγιωτάκης, «πιάνουν το τόξο της Δυτικής Ελλάδας. Από περιοχές της Μακεδονίας, της Στερεάς ως και την Πελοπόννησο». Αυτοί θα δώσουν την πολύτιμη πρώτη ύλη που θα μεταποιηθεί στα προϊόντα Δωδώνη και μετά με πύλη το λιμάνι της Ηγουμενίτσας θα ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο.
Το εντυπωσιακό βέβαια είναι ότι όλα αυτά γίνονται μόλις επτά χρόνια από τότε που η τότε συνεταιριστική εταιρεία είχε φτάσει στο τέλμα και την πτώχευση. Γι’ αυτό και το μοντέλο ιδιωτικοποίησης που ακολουθήθηκε σήμερα αποτελεί λαμπρό παράδειγμα για το πώς μία πτωχευμένη εταιρεία μπορεί τελικά να εξελιχθεί σε πετυχημένη ιστορία.
Η ανοδική πορεία της εταιρείας φαίνεται και στο προσωπικό της γαλακτοβιομηχανίας, που πλέον έχει φτάσει τα 700 άτομα, από 270 προ επταετίας. Τα 510 άτομα προσωπικό είναι στην Ελλάδα, όπου η Δωδώνη διαθέτει δύο εργοστάσια, ένα στα Ιωάννινα και ένα στη Θήβα, όπου παράγονται η βαρελίσια φέτα και τα βιολογικά προϊόντα. Τα υπόλοιπα απασχολούνται στο εργοστάσιο της ομώνυμης θυγατρικής στην Κύπρο όπου παράγεται το χαλούμι.
Ενδιαφέρον και για άλλες κατηγορίες τροφίμων
Το ενδιαφέρον, βεβαίως, του ομίλου δεν σταματά στα γαλακτοκομικά, αλλά «κοιτάζει» και άλλες κατηγορίες τροφίμων. Υπενθυμίζεται ότι πέρυσι ο βασικός μέτοχος της Δωδώνη, η Lime Capital Partners, απέκτησε το 44,73% της εταιρείας παρασκευής σνακ Unismack, ενώ είχε καταθέσει και οικονομική προσφορά για την Creta Farms.
«Πάντα κοιτάμε και νέα πράγματα και αναζητούμε επενδυτικές ευκαιρίες που θα μεγαλώσουν τη Δωδώνη», υπογραμμίζει ο κ. Παναγιωτάκης, αρνούμενος πάντως να απαντήσει στα σενάρια που κυκλοφορούν για διάφορες εταιρείες. Σε ό,τι αφορά την Creta Farms, για την οποία ουσιαστικά η Lime Capital Partners αποτραβήχτηκε στο τέλος καταβάλλοντας ακόμα χαμηλότερη προσφορά, δηλώνει πως «τελικά έγινε για το καλύτερο. Οι δυσκολίες εν μέσω και της πανδημίας θα ήταν τεράστιες. Οπότε καλύτερα που δεν προχώρησε», σημειώνει.
Και με τα προϊόντα vegan που ξαφνικά είναι το μεγάλο παγκόσμιο trend; «Θα το εξετάσουμε εν καιρώ. Το σίγουρο είναι ότι η Δωδώνη δεν μπορεί να μην ακολουθήσει τις τάσεις και την εξέλιξη των κοινωνιών», καταλήγει ο κ. Παναγιωτάκης. Δεν κρύβει ωστόσο πως η φέτα πάντα θα αποτελεί προτεραιότητα της εταιρείας. «Αυτό είναι στο DNA μας», αποκρίνεται.
Σταθμοί
Η Δωδώνη ιδρύθηκε στα Ιωάννινα το 1963. Τότε ήταν μια μικρή μονάδα παστερίωσης φρέσκου γάλακτος που εξυπηρετούσε αποκλειστικά τις ανάγκες των κατοίκων της πόλης των Ιωαννίνων, συλλέγοντας αγελαδινό γάλα από μικρές φάρμες της περιοχής. Σήμερα είναι μία από τις κορυφαίες εταιρείες γαλακτοκομικών προϊόντων και η ηγέτιδα εταιρεία στις πωλήσεις φέτας ΠΟΠ στην Ελλάδα.
Η εταιρεία, μετά την αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος το 2013 με την εξαγορά της από την SI Foods Limited, μεγαλομέτοχος της οποίας είναι η Lime Capital Partners, βρίσκεται σε μια συνεχή πορεία αναδιοργάνωσης, επέκτασης και εκσυγχρονισμού των δομών και υποδομών της.
Μέρος αυτής της προσπάθειας του εκσυγχρονισμού αποτελεί και η ίδρυση της Dodoni Dairy Products (Cyprus) Limited το 2015, στην οποία συμμετέχει με ποσοστό 49%. Εντός του β’ εξαμήνου 2016 ξεκίνησε η παραγωγική και εμπορική δραστηριότητα της εταιρείας αυτής. Επίσης, στη χρήση 2015 ιδρύθηκε θυγατρική εταιρεία με την επωνυμία Dodoni Netherlands B.V. στην Ολλανδία με σκοπό την αντιπροσώπευσή της στην Ευρώπη, καθώς και τη διαχείριση απαιτήσεων πελατών εξωτερικού.
Στο τέλος της χρήσης 2016 ιδρύθηκε η εταιρεία Dodoni UK στο Ηνωμένο Βασίλειο και στο τέλος της χρήσης 2017 ιδρύθηκε η DODONI GmbH στη Γερμανία, οι οποίες έχουν σκοπό την αντιπροσώπευσή της στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις που αφορούν τη χρήση του 2018, ο Ομιλος Δωδώνη είχε κύκλο εργασιών 105,7 εκατ. ευρώ, προ φόρων κέρδη 1,62 εκατ. ευρώ και κέρδη μετά τους φόρους 1,62 εκατ. ευρώ. Η καθαρή θέση του στις 31 Δεκεμβρίου 2018 ήταν 39,63 εκατ. ευρώ.