Στη μάχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εναντίον big tech εταιρειών, που έχει βάλει στο μικροσκόπιο τις πρακτικές των τεχνολογικών κολοσσών και απειλεί με τσουχτερά πρόστιμα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έφερε τη μεγάλη ανατροπή. Η Κομισιόν ήρθε αντιμέτωπη με μια μεγάλη δικαστική ήττα έναντι της Amazon και μάλιστα… στην έδρα της.
Η ευρωπαϊκή δικαιοσύνη δικαίωσε την Amazon, ακυρώνοντας την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με την οποία ο αμερικανικός κολοσσός διαδικτυακού εμπορίου έλαβε παράνομες φορολογικές ελαφρύνσεις ύψους 250 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, το διακύβευμα θα ήταν μεγάλο για την Amazon αν το Δικαστήριο δεν ανέτρεπε την απόφαση της Κομισιόν, καθώς θα υποχρεωνόταν να επιστρέψει στο Λουξεμβούργο το παραπάνω ποσό.
Το μήλο της έριδας
Η Amazon, έχει ηχηρή παρουσία στο Λουξεμβούργο, το οποίο φιλοξενεί την έδρα της στην Ευρώπη. Με προσωπικό άνω των 2.200 ατόμων, συγκαταλέγεται στους 15 κορυφαίους εργοδότες του Λουξεμβούργου.
Το μήλο της έριδος που πυροδότησε τη διαμάχη με την Κομισιόν αποτελεί η συμφωνία της Amazon με την κυβέρνηση του Λουξεμβούργου για το φορολογικό καθεστώς της εταιρείας, η οποία συνήφθη το 2003, και επέτρεπε στην εταιρεία φορολογικές μειώσεις. H «αρχή της αναμέτρησης», όμως, εντοπίζεται το 2014, τη χρονιά που η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι ξεκινάει έρευνα σχετικά με τη φορολογική ρύθμιση της Amazon στο Λουξεμβούργο, ως απόρροια αυτής της συμφωνίας.
Εξηγώντας πώς λειτούργησε η φερόμενη φοροαποφυγή, ο κ. Almunia, τότε επίτροπος ανταγωνισμού της ΕΕ, είχε δηλώσει το 2014: «Η θυγατρική της Amazon στο Λουξεμβούργο σημειώνει τα μεγαλύτερα κέρδη του ομίλου στην Ευρώπη. Σε αυτό το στάδιο θεωρούμε ότι η συμφωνία που συντέλεσε στη μείωση των φορολογητέου κέρδους της Amazon, δεν ήταν σύμφωνη με τις συνθήκες της αγοράς».
Ωστόσο, η Amazon είχε αρνηθεί κατηγορηματικά οποιαδήποτε παραβίαση, επιμένοντας «η εταιρεία υπόκειται στους ίδιους φορολογικούς νόμους με τις άλλες εταιρείες που λειτουργούν στο Λουξεμβούργο».
Το Λουξεμβούργο κατηγόρησε την ρυθμιστική αρχή της ΕΕ ότι παραβίασε τις αποκλειστικές εξουσίες του έθνους να αποφασίζει για φορολογικά θέματα. Στην ίδια γραμμή πλεύσης και το υπουργείο Οικονομικών του Λουξεμβούργου, είχε χαρακτηρίσει τους ισχυρισμούς της Επιτροπής «αβάσιμους», λέγοντας ότι «δεν έχει χορηγηθεί ειδική φορολογική μεταχείριση ή πλεονέκτημα στην Amazon».
Στην καρδιά της υπόθεσης εδράζεται το ερώτημα εάν οι εταιρείες που ανήκουν σε όμιλο πρέπει να θεωρηθούν ότι βρίσκονται σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική θέση με τις αυτόνομες εταιρείες», δήλωσε, τότε, ο Τότης Κοτσόνης, δικηγόρος στο δίκαιο ανταγωνισμού στην εταιρεία Eversheds Sutherland στο Λονδίνο.
Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Τρία χρόνια μετά, το 2017, η Επιτροπή δημοσίευσε απόφαση με το πόρισμα της έρευνας, η οποία κατέληγε στο ότι η συμφωνία μεταξύ Λουξεμβούργου και Amazon για τη φορολογικής ελάφρυνση της τελευταίας ήταν παράνομη. Η τότε επίτροπος ανταγωνισμού της ΕΕ, Margrethe Vestager, δήλωσε ότι η φορολογική ρύθμιση ήταν αντίθετη με τους κανόνες της ΕΕ, και συγκεκριμένα με τις διατάξεις περί κρατικών ενισχύσεων, διότι επέτρεπε στην Amazon να πληρώνει αισθητά μικρότερο φόρο σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η Amazon κατάφερε να μειώσει τους πληρωτέους φόρους της στο ¼ αυτών. Έτσι, διέταξε την εταιρεία να επιστρέψει τους διαφυγόντες φόρους των περίπου δέκα τελευταίων ετών στην κυβέρνηση του Λουξεμβούργου, που ανέρχονται στο ύψος των 250 εκατομμυρίων ευρώ.
Η Amazon άσκησε αμέσως έφεση κατά της άδικης, όπως τη χαρακτήρισε, απόφασης και παρέπεμψε το ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Μια επταετής διαμάχη με αίσιο – προς το παρόν- τέλος για την Amazon
Η τελευταία εξέλιξη ήταν μη αναμενόμενη για πολλούς, και σίγουρα χαροποίησε τους διαδικτυακούς κολοσσούς, οι οποίοι δέχονται απανωτές επιθέσεις από την Κομισιόν. Το Δικαστήριο της ΕΕ δικαίωσε την Amazon, αναιρώντας την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συγκεκριμένα, επικύρωσε τις φορολογικές ελαφρύνσεις που έλαβε η Amazon στο Λουξεμβούργο τα τελευταία χρόνια, και έκρινε αβάσιμη την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που χαρακτήρισε το ποσό των 250 εκατ. ευρώ παράνομη κρατική βοήθεια.
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι «κανένα από τα ευρήματα που παρουσιάζονται στην αμφισβητούμενη απόφαση δεν επαρκεί για να καταδείξει την ύπαρξη αθέμιτου πλεονεκτήματος… με αποτέλεσμα η απόφαση να πρέπει να ακυρωθεί στο σύνολό της».
Η Amazon, σαφώς ευχαριστημένη με την εξέλιξη, δήλωσε ότι η απόφαση αποδεικνύει τη μακροχρόνια δέσμευση της εταιρείας να σέβεται τους ισχύοντες νόμους. «Χαιρετίζουμε την απόφαση του δικαστηρίου, που ευθυγραμμίζεται με την πάγια θέση μας ότι τηρήσαμε όλους τους ισχύοντες νόμους και ότι η Amazon δεν έτυχε κάποιας ειδικής μεταχείρισης», ανέφερε σε ανακοίνωσή της. Το Λουξεμβούργο εξέφρασε επίσης την ικανοποίησή του για την απόφαση που «επιβεβαιώνει ότι η υπό αμφισβήτηση φορολογική μεταχείριση … δεν αποτελεί κρατική βοήθεια», σύμφωνα με ανακοίνωση.
Ο Markus Ferber, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, χαρακτήρισε την απόφαση «ντροπή για την Επιτροπή» και συμβούλευσε τη Vestager να «προετοιμάσει τις υποθέσεις της πιο διεξοδικά, ώστε να μπορούν να παραμείνουν στο δικαστήριο» .
Εμφανώς αναστατωμένη, η Vestager αντέδρασε στην απόφαση, καταγγέλλοντας ότι τα φορολογικά προνόμια υπέρ μιας εταιρείας στερούν από τους Ευρωπαίους πολίτες χρήματα απαραίτητα για την ανάκαμψη μετά την πανδημία και δήλωσε: «Θα μελετήσουμε προσεκτικά την απόφαση και θα εξετάσουμε πιθανά επόμενα βήματα».
Η Amazon κέρδισε τη μάχη αλλά όχι τον πόλεμο
Η Κομισιόν σίγουρα έχασε μια μάχη, αλλά όχι απαραίτητα και τον πόλεμο, καθώς έχει τη δυνατότητα να υποβάλει έφεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ιστορία φαίνεται πώς επαναλαμβάνεται. Η Επιτροπή ήρθε αντιμέτωπη με μια ακόμα δικαστική ήττα τον περασμένο Ιούλιο, έναντι της Apple αυτή τη φορά , όταν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ακύρωσε με την ίδια αιτιολογία απόφαση της που επέβαλε την επιστροφή από την εταιρεία στην Ιρλανδία φόρων ύψους 13 δισεκ. ευρώ. Η Επιτροπή δεν έμεινε με σταυρωμένα χέρια αλλά αποφάσισε να ασκήσει έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο της Ένωσης κατά της δικαστικής υπόθεση, πεπεισμένη ότι θα δικαιωθεί, ενώ ταυτόχρονα άρχισε να μελετά τρόπους για να βελτιώσει την εργαλειοθήκη της για την καταπολέμηση αυτού που περιγράφει ως αθέμιτο ανταγωνισμό στην αγορά.
Ωστόσο, η κατάληξη παραμένει αβέβαιη, καθώς σε αντίστοιχη υπόθεση, το Δικαστήριο της ΕΕ αποφάνθηκε πρόσφατα σε βάρος του Λουξεμβούργου και της εταιρίας ενέργειας Engie, της οποίας οι αμφιλεγόμενες ρυθμίσεις χρηματοδότησης θεωρήθηκε ότι αποτελούν αθέμιτο πλεονέκτημα.
Διαβάστε ακόμα: