© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Από την Αριδαία ως το Μιλάνο, το Λονδίνο ή ακόμα και τα εξωτικά Νησιά Τερκς και Κέικος της Καραϊβικής, τελικά δεν είναι τόσο μακριά!
Για τον Δημήτρη Μελισσανίδη και τη σύζυγό του Νόπη Ρωμανίδου το όνειρο δημιουργίας μιας ποτοποιίας που θα έσπαγε στεγανά, ξεφεύγοντας πρώτα απ’ όλα από τα παραδοσιακά ελληνικά αποστάγματα όπως το ούζο, που εδώ και 100 χρόνια παράγει η Ποτοποιία Μελισσανίδη, και έπειτα από τα ελληνικά σύνορα μετουσιώνεται σε πραγματικότητα.
Εκπρόσωποι μιας νέας γενιάς αποσταγματοποιών-ποτοποιών που «ψάχνονται» να βρουν θέση στα μπαρ και τις διεθνείς αγορές, η απόφασή τους πριν από μερικά χρόνια να ξεκινήσουν να παράγουν τζιν, και μάλιστα στην premium κατηγορία, στη μικρή μονάδα της Αριδαίας αποδείχθηκε καταλυτική. Ο τίτλος «Mataroa» που επέλεξαν να δώσουν σε αυτό το μεσογειακό τζιν, για την παρασκευή του οποίου χρησιμοποιούνται εκλεκτοί καρποί και βότανα από όλη τη Μεσόγειο (δάφνη, λεβάντα, χαμομήλι, εσπερειδοειδή, μαστίχα κ.ά.), «ταξιδεύει» πλέον σε περίπου είκοσι χώρες και στην γκάμα του έχουν προστεθεί δύο νέες προτάσεις. Συμβολική εξαρχής και η επιλογή του ονόματος Mataroa: από το γνωστό νεοζηλανδέζικο πλοίο που μεταπολεμικά συνέδεε τα λιμάνια της Μεσογείου και έγινε σύμβολο ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο μεταφέροντας στη Χάιφα τα ορφανά Εβραιόπουλα που είχαν επιβιώσει από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, είτε αργότερα τους Έλληνες διανοητές που κατέφυγαν στην Ιταλία και από εκεί στη Γαλλία για να γλιτώσουν από τη «λευκή τρομοκρατία».
«Εξάγουμε σε περίπου 20 χώρες και έχουμε καταφέρει επί της ουσίας αυτά τα πέντε χρόνια οι πωλήσεις των προϊόντων τζιν να έχουν φτάσει αυτές που κάνουμε σε ούζο και τσίπουρο», λέει ο κ. Δημήτρης Μελισσανίδης. Ο ίδιος αποτελεί την τρίτη γενιά πίσω από την οικογενειακή επιχείρηση που πρωτοδημιούργησε ο πρόσφυγας παππούς του ακριβώς 100 χρόνια πριν, γνωστή κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα για τις ετικέτες Ούζο Αρχοντικό και Τσίπουρο Αρχοντικό.
Αφορμή για την κουβέντα μας ήταν τα στοιχεία που κοινοποίησε ο Σύνδεσμος Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ), σύμφωνα με τα οποία οι εξαγωγές ελληνικών αλκοολούχων ποτών ξεπέρασαν πέρυσι το ψυχολογικό όριο των 100 εκατ. ευρώ. Μία εξέλιξη που δεν οφείλεται μόνο στα παραδοσιακά αποστάγματα που συνήθως θα βρει κανείς σε ελληνικά εστιατόρια, αλλά και σε αυτή τη γενιά των ποτοποιών που δεν φοβάται να πειραματιστεί, να ρισκάρει και να παράγει «διεθνή ποτά» για το διεθνές καταναλωτικό κοινό.
Η ιταλική αγορά είναι για τον ίδιο ένα από τα σημαντικά στοιχήματα. «Η Ιταλία είναι μία αγορά που δημιουργεί τάσεις. Κλείσαμε τους τελευταίους μήνες μια σημαντική συνεργασία με γνωστό διανομέα της χώρας, οπότε προσδοκούμε αρκετά από εκεί», λέει.
Πώς έγινε η αρχή
Ποια ήταν όμως η κινητήρια δύναμη γι’ αυτή την αλλαγή μιας κατά τα άλλα παλαιάς και ιστορικής ποτοποιίας με σταθερό κοινό; Σίγουρα τα όνειρα νέων ανθρώπων που ζητούν κάτι παραπάνω και δεν διστάζουν να το διεκδικήσουν.
«Η συζήτηση πρωτοξεκίνησε από το 2015. Ημασταν μια παλιά αλλά μικρή ποτοποιία, γνωστή κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, που απλά θέλαμε να επεκταθούμε», λέει ο κ. Μελισσανίδης. «Το ούζο και το τσίπουρο είναι προϊόντα που έχουν το κοινό τους, κρύβουν όμως και πολλές δυσκολίες όταν θέλεις να επεκταθείς. Η αγορά δεν είναι μεγάλη, οι παίκτες είναι πολλοί. Επειτα ο ανταγωνισμός είναι σκληρός. Και η αλήθεια είναι ότι η Αριδαία δεν έχει ιδιαίτερη φήμη, όπως π.χ. ο Τύρναβος ή η Μυτιλήνη για το ούζο και το τσίπουρο, ώστε να έχουμε κάποιο συγκριτικό πλεονέκτημα σε μια προσπάθεια γεωγραφικής επέκτασης και διεκδίκησης μεγαλύτερου κομματιού της πίτας. Επίσης, έχουν ένα ταβάνι στις τιμές τους. Είναι λαϊκά προϊόντα, δεν μπορούν να υπάρξουν μεγάλες διακυμάνσεις τιμών και συνήθως καταναλώνονται στα ελληνικά εστιατόρια, εντός και εκτός συνόρων, άρα και το κοινό είναι σχετικά περιορισμένο. Καθώς ψάχναμε για το τι μπορεί να ήταν αυτό στο οποίο έπρεπε να επικεντρωθούμε γεννήθηκε η ιδέα του τζιν. Και εμένα και της Νόπης πάντα μας άρεσαν τα μπαρ. Ελληνικά ποτά σε μπαρ όμως πριν από δέκα χρόνια δεν μπορούσες να βρεις, δεν είχαν θέση. Θεωρήσαμε ότι με το τζιν μπορούσαμε και να βρούμε θέση, αλλά και να διεκδικήσουμε κάτι στο εξωτερικό. Και το γεγονός ότι η διαδικασία παραγωγής του τζιν είναι παραπλήσια με αυτή του ούζου βοήθησε στο να πάμε εκεί. Είναι μια κατηγορία όπου υπάρχει μεγάλο εύρος προϊόντων -από τα βασικά ως τα εξαιρετικά premium- και τιμών. Είναι και ένα ποτό που καταναλώνεται οπουδήποτε, δεν έχει στεγανά, δίνοντάς σου τρομερά περιθώρια ευελιξίας και πειραματισμού», σημειώνει ο κ. Μελισσανίδης.
Αυτή η ευελιξία φαίνεται ήδη από το γεγονός ότι στην γκάμα του Mataroa έχουν προστεθεί ήδη από το 2020 το Mataroa Pink, ένα πιο χαμηλόβαθμο pink τζιν με εκχύλιση από ρόδι και ιβίσκο, και μόλις προ μηνός το Mataroa Happy, τα οποία εκμεταλλεύονται τις τελευταίες τάσεις στην αγορά, που συνδυάζουν τα κοκτέιλ και τα spritz.
«Με το Mataroa Happy ελπίζουμε να μπούμε σε περισσότερες αγορές», λέει η κυρία Ρωμανίδου. «Είναι ένα low alcohol spirit στους 11 αλκοολικούς βαθμούς στο οποίο γίνεται εκχύλιση νταμιάνα, που είναι ένα αφροδισιακό λουλουδάκι που εισάγουμε από τη Λατινική Αμερική, και ελαίων από έκθλιψη σπόρων κάνναβης. Είναι κάτι καινοτόμο και μοναδικό στο οποίο ποντάρουμε πολλά». Γενικώς τα χρώματα κυριαρχούν στις φιάλες, μπλε, ροζ και κίτρινο. «Το χρώμα της χαράς», σπεύδει να συμπληρώσει η κυρία Ρωμανίδου.
Το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων του Mataroa εξακολουθεί να γίνεται στην Ελλάδα και την Κύπρο καθώς… έχει βρει τον δρόμο του για το μπαρ. «Αυτό επιβεβαιώνει και αυτό που λέμε: ότι με την επέκτασή μας σε αυτό τον χώρο δεν πήραμε κάτι από την πίτα των ελληνικών αποσταγμάτων, αλλά από τα προϊόντα που εισάγονται. Κι αυτό είναι το στοίχημα για το σύνολο του κλάδου. Ξέρετε, τα τελευταία χρόνια οι Ελληνες ποτοποιοί αργήσαμε, αλλά τελικά καταφέραμε να μπούμε στο μπαρ. Εκεί απουσιάζαμε. Εάν εξαιρέσει κανείς το Metaxa ή κάποια μαστίχα, μετά υπήρχε χάος! Αυτό σιγά-σιγά αλλάζει δίνοντας χώρο στην αγορά μας. Με δεδομένο λοιπόν ότι στο μπαρ γίνονται οι μεγάλες καταναλώσεις, καταφέραμε να μεγαλώσουμε την πίτα, τον τζίρο μας, το συνολικό αποτύπωμά μας χωρίς να κλέψουμε από κάποιον. Και σε αυτό βοηθά επίσης το γεγονός ότι το τζιν συνολικά είναι μία κατηγορία ραγδαία αναπτυσσόμενη, που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα μπορούσε να περάσει και στη δεύτερη θέση παγκοσμίως, πάνω από τη βότκα», εξηγεί ο κ. Μελισσανίδης.
Από τις ξένες αγορές ξεχωρίζουν η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς, το Βέλγιο και η Γαλλία χάρη στη συνεργασία με τη La Maison du Whisky, που είναι από τις μεγαλύτερες εταιρείες διανομής στην Ευρώπη. «Μέσω αυτής καταφέραμε να έχουμε διανομή ακόμα και στα Νησιά Τερκς και Κέικος στην Καραϊβική. Θα βρείτε το Mataroa στα μπαρ πολλών ξενοδοχείων εκεί», λέει ο κ. Μελισσανίδης.
«Γενικά», προσθέτει, «οι συμφωνίες με τους σωστούς αντιπροσώπους που θα πιστέψουν το προϊόν αποτελεί κλειδί σε μία κατά τα άλλα δύσκολη προσπάθεια όπως είναι η εξωστρέφεια. Μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για ένα διεθνές ποτό, το τζιν, που ναι, έχει μία σαφώς μεγαλύτερη πίτα για να διεκδικήσει κανείς, από την άλλη όμως και ο ανταγωνισμός είναι μεγαλύτερος».
Σημαντική επίσης για την εταιρεία είναι η συνεργασία με την οικογένεια Λιβανός στις ΗΠΑ (Livanos Restaurant Group), για την οποία πέραν των παραδοσιακών αποσταγμάτων η Ποτοποιία Μελισσανίδη παράγει και το τζιν με την ετικέτα Straight Dog. Το τελευταίο έχει ήδη παρουσία σε 30 Πολιτείες μέσω γνωστής εταιρείας διανομής. «Εχουμε αποκτήσει πλέον τη φήμη του “τζινομάγαζου”» , λέει ο κ. Μελισσανίδης. «Επίσης παράγουμε και για την Beverage World του Ομίλου Φωτιάδη. Και κάπως έτσι, μόλις σε πέντε χρόνια έχουμε καταφέρει να διπλασιάσουμε τον κύκλο εργασιών μας, που πλέον μοιράζεται μεταξύ παραδοσιακών αποσταγμάτων και τζιν».
Την γκάμα των προϊόντων που παράγονται στις εγκαταστάσεις της Αριδαίας ολοκληρώνει σήμερα και μία προσπάθεια αναβίωσης του βερμούτ που κάνει η οινοποιία Κτήμα Κυρ-Γιάννη σε συνεργασία με την Ποτοποιία Μελισσανίδη. Η τελευταία έχει αναλάβει την παραγωγή του Veroni βερμούτ με τεχνογνωσία και υλικά από το Κτήμα Κυρ-Γιάννη.
Για πρώτη φορά πάνω από 100 εκατ. οι εξαγωγές οινοπνευματωδών
Οπως προκύπτει από τα προσωρινά στοιχεία της Eurostat που επεξεργάστηκε ο ΣΕΑΟΠ, το 2023 η εξαγωγική δραστηριότητα των ελληνικών αλκοολούχων ποτών ενισχύθηκε σε αξία κατά 9,4%, αν και ο όγκος εμφανίζεται μειωμένος σε σχέση με το 2022 κατά περίπου 5%. Κάτι που, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, δεν οφείλεται αποκλειστικά στις ανατιμήσεις που επιβλήθηκαν πέρυσι, αλλά κυρίως στο ότι αυξάνεται σταδιακά το μερίδιο των ελληνικών αλκοολούχων με μεγαλύτερα περιθώρια στις αγορές του εξωτερικού. Η τάση αυτή είναι περισσότερο εμφανής στα συγκριτικά στοιχεία της τελευταίας πενταετίας. Σύμφωνα με αυτά, η αξία των εξαγωγών του 2023 έναντι του 2019 εμφανίζεται αυξημένη κατά 39,3% και του όγκου κατά 5,2%. Πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι καταλυτικό ρόλο στην πτώση του όγκου των πωλήσεων πέρυσι είχε η μείωση των εξαγωγών προς το Ιράκ, τη δεύτερη πιο σημαντική αγορά για τα ελληνικά οινοπνεύματα (ρακί), κατόπιν της οριζόντιας απαγόρευσης εισαγωγής και πώλησης αλκοολούχων ποτών που επέβαλε η κυβέρνηση της χώρας.
Ως προς τους εξαγωγικούς προορισμούς, σύμφωνα με τα στοιχεία, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. των «27» αποτελούν σταθερά τους σημαντικότερους προορισμούς των ελληνικών αποσταγμάτων, με ποσοστό 76% σε αξία, δηλαδή 80,7 εκατ. ευρώ, και 78% σε ποσότητα, δηλαδή 28,4 εκατομμύρια κιλά. Η Γερμανία εμφανίζεται σταθερά στην πρώτη θέση ως βασική χώρα εξαγωγής ελληνικών αλκοολούχων ποτών, καθώς το 40% σε αξία (42,5 εκατ. ευρώ) και το 45,4% σε ποσότητα (16,5 εκατομμύρια κιλά) της ελληνικής ποτοποιίας οδηγείται εκεί. Δεύτερη σημαντικότερη χώρα προορισμού των ελληνικών αλκοολούχων ποτών εξακολουθεί να είναι (παρά την πτώση) το Ιράκ, με αξία εξαγωγών 14,6 εκατ. ευρώ και ποσότητα 5,6 εκατομμύρια κιλά. Κάτι ωστόσο που προφανώς θα αλλάξει δραστικά φέτος λόγω της κρατικής απαγόρευσης.
Στον κατάλογο με τις κυριότερες χώρες εξαγωγών ακολουθούν η Βουλγαρία με 10 εκατ. ευρώ (που καταγράφει αύξηση 25,7% σε αξία), η Ολλανδία με 5 εκατ. ευρώ (αύξηση 98% σε αξία), η Αυστρία με 3,8 εκατ. ευρώ (αύξηση 194% σε αξία), η Πολωνία με 3,7 εκατ. ευρώ (που καταγράφει πτώση 4,1% σε αξία) από την Ε.Ε. των «27», αλλά και η Αλβανία με 2,9 εκατ. ευρώ, οι ΗΠΑ με 2,2 εκατ. ευρώ (-14% σε αξία) και το Ισραήλ με 0,96 εκατ. ευρώ (-6,6% σε αξία) από τις Τρίτες Χώρες.
Το ελληνικό ούζο εξακολουθεί να αποτελεί τον μεγάλο πρωταγωνιστή και βρίσκεται στην κορυφή αναφορικά με τις εξαγωγές ελληνικών αλκοολούχων ποτών, καταλαμβάνοντας το 2023 το 58% της αξίας και το 68% της ποσότητας του συνόλου των εξαγωγών των ελληνικών αποσταγμάτων. Το 2023 καταγράφεται αύξηση της αξίας των εξαγωγών του ούζου διεθνώς περίπου 4% (+2,3 εκατ. ευρώ), ενώ σε ποσότητα εμφανίζει πτώση κατά 7,3% (σχεδόν μείον 2 εκατομμύρια κιλά).
Διαβάστε ακόμη:
Lavipharm: Sale and Leaseback του εργοστασίου και εξαγορές νέων φαρμάκων ενόψει
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ