search icon

business stories

Μαρίλη Μέξη (Πανεπιστήμιο Οξφόρδης): Να μην γίνουμε «ψηφιακή αποικία» άλλων χωρών (πίνακες)

Η Επιστημονική Διευθύντρια του Κέντρου και Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Μαρίλη Μέξη, μιλά στο newmoney - «Μετεξεταστέες» οι ελληνικές επιχειρήσεις στον τομέα της ψηφιακής εξέλιξης - Στο ηλεκτρονικό εμπόριο «εξαντλείται» η ψηφιακή πρόοδος των τελευταίων ετών

Παρά τα εκατοντάδες προγράμματα ψηφιακής εξέλιξης και αναβάθμισης που έχουν «τρέξει» τα τελευταία χρόνια, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα υστερούν σημαντικά σε «ψηφιακή ωρίμανση», γεγονός που υπονομεύει το παρόν και το μέλλον τους.

Αυτό καταγράφεται από το Κέντρο για το Μέλλον της Εργασίας του Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, που πρόσφατα παρουσίασε δύο έρευνες για τις ψηφιακές δεξιότητες. Η πρώτη πραγματοποιήθηκε από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Εργαστήριο Θεωρητικής και Εφαρμοσμένης Οικονομικής και Δικαίου. Παράλληλα, το a8inea.com πραγματοποίησε για λογαριασμό του Φόρουμ των Δελφών μία δεύτερα έρευνα, υπό την επίβλεψη της Μαριάννας Σκυλακάκη.

Η Επιστημονική Διευθύντρια του Κέντρου και Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Μαρίλη Μέξη, μιλώντας στο newmoney, εξηγεί τα συμπεράσματα των δύο ερευνών:

«Και στις δύο έρευνες προκύπτει ότι το ελληνικό περιβάλλον εμφανίζει μικρότερη ζήτηση σε προηγμένες ψηφιακές δεξιότητες σε σχέση με χώρες του εξωτερικού. Με βάση την πρωτογενή έρευνα του Πολυτεχνείου, η ψηφιακή δεξιότητα με την μεγαλύτερη ζήτηση που εντοπίσαμε στην Ελλάδα κατά την χρονική περίοδο 2019-2021, αντλώντας από την βάση δεδομένων του LinkedIn, είναι η δεξιότητα που σχετίζεται με Java – Java είναι η γλώσσα προγραμματισμού που χρησιμοποιείται για κατασκευή ιστοσελίδων και συναφών εργασιών. Η εν λόγω ζήτηση σχετίζεται, υποθέτουμε, με την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου κατά την περίοδο της πανδημίας. Σε γενικές γραμμές, από την έρευνά μας προέκυψε ότι δεν υπήρξε κάποια ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση για προηγμένες τεχνολογικές δεξιότητες στην ελληνική αγορά κατά την περίοδο που μελετήθηκε.

Πώς εξηγείται αυτό; Η ωριμότητα της ελληνικής ψηφιακής επιχειρηματικότητας παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, όπως αποδεικνύεται και σε πρόσφατη μελέτη του ΣΕΒ (2022). Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην πλειονότητά τους δυσκολεύονται να απορροφήσουν τις νέες τεχνολογίες και έτσι εμφανίζουν χαμηλό βαθμό ψηφιακής ωρίμανσης με αποτέλεσμα η ζήτηση για προηγμένες δεξιότητες να είναι χαμηλή. Παράλληλα, ως διεθνής και εγχώρια τάση καταγράφεται η έλλειψη ψηφιακού ταλέντου σε ψηφιακά ώριμους τομείς που συνδιαρθρώνουν το οικοσύστημα τεχνολογίας. Για την χώρα μας είναι πιθανό να γίνει πιο πιεστικό πρόβλημα τα επόμενα χρόνια, καθώς η ανάγκη για ψηφιοποίηση της ελληνικής οικονομίας θα μεγαλώνει. Για τους λόγους αυτούς εντοπίζουμε την ανάγκη καλύτερης προσαρμογής του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά και της δευτεροβάθμιας τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, ευθυγραμμίζοντας τα προγράμματα σπουδών με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.»

Στην ανατολική Εσθονία, το EISAP φιλοδοξεί να γίνει το πιο καινοτόμο, κυκλικό και βιώσιμο αγρο-πάρκο της Ευρώπης

Η ψηφιακή υστέρηση θα προκαλέσει νέες ανισότητες

Σύμφωνα με μια ανάλυση του LinkedIn (2019), χώρες όπως η Γερμανία και η Σουηδία εισπράττουν ήδη τεράστια οφέλη από την επένδυσή τους σε τεχνολογίες και δεξιότητες τεχνητής νοημοσύνης (TN).

«Η Ελλάδα ωστόσο παραμένει πίσω τόσο σε ταλέντα όσο και σε δεξιότητες ΤΝ» σημειώνει η Μ. Μέξη και συμπληρώνει «Αναφερόμαστε κυρίως σε άτομα με δεξιότητες στα στατιστικά μοντέλα και τα μεγάλα δεδομένα, που απαιτούνται για την εκτέλεση των αλγόριθμων που θέτουν σε λειτουργία τις τεχνολογίες ΤΝ. Η τεχνολογία και οι γνώσεις ΤΝ καθυστερούν ακόμη πολύ σε πολλούς τομείς της ελληνικής οικονομίας.»

Οι ψηφιακές δεξιότητες δεν αφορούν μόνο στους σύγχρονους τομείς, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά και σε παραδοσιακούς τομείς της οικονομίας, όπως ο τουρισμός και η αγροτική παραγωγή.

«Ας πάρουμε το παράδειγμα του αγροδιατροφικού κλάδου – ενός κλάδου που συμβάλλει πρωτίστως στη συνοχή και την οικονομική ανάπτυξη των τοπικών κοινοτήτων, με προβλεπόμενη αυξητική δυναμική για την Ελλάδα» αναφέρει η Μ. Μέξη.

«Ποιες είναι οι προκλήσεις; Μέχρι το 2050 θα υπάρχουν σχεδόν 10 δισεκατομμύρια άνθρωποι στη Γη – περίπου 3 δισεκατομμύρια περισσότερα άτομα για να τραφούν από ό,τι υπήρχαν το 2010, ενώ η έκταση της κατά κεφαλήν καλλιεργήσιμης γης θα έχει μειωθεί. Οι αυξημένες επενδύσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα σε τεχνολογική καινοτομία, υποδομές και κατάρτιση σε νέες δεξιότητες θα αποτελέσουν βασικούς μοχλούς ενίσχυσης της γεωργικής παραγωγής. Ο αγροδιατροφικός τομέας του μέλλοντος θα αξιοποιεί όλο και περισσότερο την ψηφιακή τεχνολογία στο πλαίσιο της κλιματικής καινοτομίας (green tech), τις εξελιγμένες τεχνολογίες που σχετίζονται με τη γεωργική ρομποτική και τη συλλογή δεδομένων (π.χ. ρομποτικοί σαρωτές αγρών κ.λπ.), τους αλγόριθμους μηχανικής μάθησης, το Διαδίκτυο των πραγμάτων (IoT), κλπ. Ο αγρότης του μέλλοντος θα ξοδεύει λιγότερο χρόνο στο ‘’χωράφι’’ – άρα λιγότερη χειρωνακτική, βαριά, εργασία – και περισσότερο στο χρόνο στο… ‘’γραφείο’’, εκτελώντας καθήκοντα όπως η παρακολούθηση και ανάλυση δεδομένων, ο συντονισμός των ρομποτικών μηχανών και συσκευών στο συνδεδεμένο αγρόκτημα, κλπ. Συνεπώς, η ενίσχυση και προσαρμογή των ψηφιακών δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού σε νέους ρόλους βοηθά τους εργαζόμενους να ενταχθούν και να παραμείνουν ανταγωνιστικοί σε μία διαρκώς μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας, όπως είναι εκείνη του αγροδιατροφικού κλάδου. Στον αντίποδα, η ψηφιακή υστέρηση αναμένεται να τροφοδοτήσει νέες ανισότητες και αποκλεισμούς

Οι Άμεσες Ψηφιακές Επενδύσεις

Η Μ. Μέξη, που είναι επίσης Ειδική Σύμβουλος για την ψηφιακή εργασία και την απασχόληση στο Geneva Graduate Institute και τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας του ΟΗΕ, αναφέρεται στις Άμεσες Ψηφιακές Επενδύσεις, ένα στοίχημα που η Ελλάδα καλείται να κερδίσει αν θέλει να ενισχύσει όχι μόνο την οικονομία της αλλά και την εθνική της ισχύ.

«Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ κάνει λόγο για το Digital FDI – οι χώρες που πρωτοπορούν στην νέα ψηφιακή εποχή είναι εκείνες που καταφέρνουν να αντλούν ένα μεγάλο όγκο σε επενδύσεις στην ψηφιακή οικονομία» σημειώνει.

«Μια πρόσφατη έρευνα μεταξύ επενδυτών στην οποία συμμετείχαν συνολικά 314 επιχειρήσεις από τον Καναδά, την Κίνα, την Εσθονία, την Ινδία, την Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ κατέγραψε ότι οι τρεις βασικότερες προτεραιότητες για τις οποίες ενδιαφέρονται οι επενδυτές όταν λαμβάνουν αποφάσεις για επενδύσεις στην ψηφιακή οικονομία είναι (1) το επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων στην εγχώρια οικονομία (2) η σταθερότητα και η προβλεψιμότητα του ρυθμιστικού πλαισίου, και (3) το ευνοϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο. Οι χώρες, σήμερα, οικοδομούν νέες δυναμικές. H Πολωνία ήταν μεταξύ των 10 κορυφαίων προορισμών στον κόσμο για επενδύσεις στον τομέα STEM, η Ινδία προσελκύει σταθερά σημαντικές ΑΞΕ στον τομέα των ΤΠΕ, ενώ ανερχόμενες υπολογίσιμες δυνάμεις είναι η Νιγηρία και το Πακιστάν, καθιστώντας την ψηφιακή τεχνολογία κρίσιμη για την οικονομική τους ανάπτυξη. Η εθνική κυριαρχία πάει χέρι χέρι με την ‘’ψηφιακή ισχύ’’, η οποία καθίσταται πλέον μια δυναμική διαμορφωτική μεταβλητή. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τις παγκόσμιες τάσεις οι οποίες αλλάζουν τις ισορροπίες μεταξύ χωρών και περιφερειών, και να διαμορφώσουμε τους δικούς μας συντελεστές ισχύος και επιρροής – τώρα, πριν είναι πολύ αργά.»

Πόσο σημαντικά είναι τα παρακάτω για επένδυσεις στο εξωτερικό στην ψηφιακή οικονομία; (πηγή: Digital FDI Policies, regulations and measures to attract FDI in the digital economy, White Paper, September 2020, WEF)

 

Πόσο σημαντικά είναι τα παρακάτω για την υιοθέτηση της ψηφιακής τεχνολογίας? (πηγή: Digital FDI Policies, regulations and measures to attract FDI in the digital economy, White Paper, September 2020, WEF)

 

Πόσο σημαντικά είναι τα παρακάτω φυσικά στοιχεία για επενδύσεις στο εξωτερικό σε ψηφιακές υποδομές; (πηγή: Digital FDI Policies, regulations and measures to attract FDI in the digital economy, White Paper, September 2020, WEF)

 

Πόσο σημαντικά είναι τα ακόλουθα ρυθμιστικά στοιχεία για επενδύσεις στο εξωτερικό σε ψηφιακές υποδομές; (πηγή: Digital FDI Policies, regulations and measures to attract FDI in the digital economy, White Paper, September 2020, WEF)

Καθώς το υπουργείο Εργασίας έχει εξαγγείλει τη διάθεση ενός δισεκατομμυρίου ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης για την πραγματοποίηση προγραμμάτων κατάρτισης εργαζομένων, το Κέντρο για το Μέλλον της Εργασίας τονίζει ότι η στόχευση των προγραμμάτων πρέπει να εστιάσει στις ανάγκες του εργαζόμενου αλλά και του επιχειρηματία.

«Διεθνώς, ένα νέο είδος, ψηφιακού επιχειρηματία (technopreneur), αναδύεται στην ψηφιακή εποχή. Πρόκειται για επιχειρηματίες που θα έχουν την τεχνολογική κατάρτιση και τα ψηφιακά εργαλεία που θα τους επιτρέπουν να αναπτύξουν τις επιχειρήσεις τους και θα έχουν πειστεί για τη σημασία της υιοθέτησης νέων τεχνολογιών στον εργασιακό περιβάλλον και τις δραστήριότητές τους.

Όπως ορίζεται στο λεξικό Collins, «οι techpreneurs είναι επιχειρηματίες που ξεκινούν και διαχειρίζονται τη δική τους τεχνολογική επιχείρηση». Ο όρος ξεκίνησε στη δεκαετία του 1990 από ένωση των λέξεων «techno» και «entrepreneur»

Άρα, ως χώρα χρειαζόμαστε να διαμορφώσουμε όχι μόνο τον εργαζόμενο του μέλλοντος, αλλά και τους κατάλληλους υποδοχείς του νέου ψηφιακού ταλέντου – δηλαδή επιχειρήσεις ικανές να απορροφήσουν τις νέες ψηφιακές τεχνολογίες και δεξιότητες. Χωρίς ένα από τα δύο, είναι άλμα στο κενό. Εάν η προσέγγισή μας είναι ανισοβαρής, είτε οι εργαζόμενοι θα παίρνουν γνώσεις και θα φεύγουν στο εξωτερικό, εφόσον δεν θα μπορούν να απορροφηθούν από την εσωτερική αγορά – άρα, θα έχουμε ενίσχυση του κινδύνου του «brain drain» – είτε οι επιχειρήσεις θα μένουν χωρίς τις δεξιότητες που χρειάζονται. Και στις δύο περιπτώσεις, έχουμε απώλειες σε ψηφιακή ευφυΐα για την χώρα. Δηλαδή θα συνεχίσουμε κατά κύριο λόγο να καταναλώνουμε ψηφιακή καινοτομία και λιγότερο να την παράγουμε. Για να μην γίνουμε ‘’ψηφιακή αποικία’’ άλλων χωρών, χρειάζεται να δράσουμε άμεσα και προνοητικά. Το ψηφιακό χάσμα δεν παρατηρείται μόνο ανάμεσα σε πληθυσμούς ή μεμονωμένα άτομα, αλλά επίσης ανάμεσα σε διάφορες επιχειρήσεις και επιχειρηματικούς τομείς. Συνεπώς, θα πρέπει αρχικά να κατανοήσουμε γιατί συγκεκριμένες επιχειρήσεις θεωρούν δύσκολη την ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας, λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορετική φύση τους (ετερογένεια) και τους διαφορετικούς κλάδους, και κυρίως την πολυμορφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Αυτή η πολυμορφία θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη στη χάραξη πολιτικών, ώστε να αναληφθούν στοχευμένες πρωτοβουλίες ανά επιχείρηση ή κλάδο για την ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας

Διαβάστε ακόμα:

«Ψηφιακό» μπλοκάρισμα της εφορίας σε μεταβίβασεις Ι.Χ.

«Σκληρό ροκ» στο πολιτικό σκηνικό για την υπόθεση των παρακολουθήσεων της ΕΥΠ

Η Ευρώπη ο μεγάλος ηττημένος στον ενεργειακό πόλεμο;

 

Exit mobile version