Εν μέσω του διεθνούς περιορισμού της κυκλοφορίας και της πανδημίας του κορονοϊού, αρχικά λίγες γυναίκες, σε διαφορετικές γωνίες του πλανήτη ξεκίνησαν να καταστρώνουν το σχέδιο τους για μια παγκόσμια συμμαχία. «Μέσα σε περίπου ένα μήνα από 10 γίναμε 1.000 μέλη, από 50 διαφορετικές χώρες» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η εθνική συντονίστρια στην Ελλάδα της οργάνωσης «Women in Olive Oil», δηλαδή «γυναίκες στο ελαιόλαδο», Μαριλένα Καραδήμα.
Η ιδέα της ιδρύτριας, Τζιλ Μάγιερς ήταν να μας φέρει σε επαφή μέσω Facebook για να δικτυωθούμε. Πολύ γρήγορα, όμως, φάνηκε ότι όλες μας περιμέναμε κάτι περισσότερο και ότι η πρωτοβουλία είχε διεθνή δυναμική, η οποία θα έπρεπε να ξεφύγει από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να μετουσιωθεί σε ένα θεσμικό πλαίσιο» εξηγεί η κ. Καραδήμα. Η πρόεδρος της οργάνωσης, Τζιλ Μάγιερς είναι πιστοποιημένη γευσιγνώστρια ελαιόλαδου, με ειδίκευση στη μεσογειακή κουζίνα και δίαιτα, η οποία δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στη συγκεκριμένη βιομηχανία στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Διατροφή, Ακεραιότητα, Διασύνδεση, Γνώση» είναι οι άξονες της ομάδας σύμφωνα με την ίδια. Όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «Θεωρώ ότι μπορούμε να αλλάξουμε την αγορά σε διεθνές επίπεδο, εφόσον μείνουμε πιστές στο όραμα μας. Ο στόχος μας είναι να συνεισφέρουμε στην ατομική αλλά και στην κοινωνική πρόοδο των γυναικών που έχουν ως σύνδεσμο το ελαιόλαδο. Πιστεύω στις λέξεις της Ιζαμπέλ Αλιέντε: Είμαι βέβαιη ότι οι γυναίκες που συνεργάζονται -δικτυώνονται, ενημερώνονται, εκπαιδεύονται- μπορούν να φέρουν ειρήνη και ευημερία στον παραμελημένο πλανήτη μας».
Η οργάνωση συγκεντρώνει στελέχη της αλυσίδας του ελαιόλαδου από την παραγωγή μέχρι την εμπορία, την γευσιγνωσία, την έρευνα, την γαστρονομία, την διαιτολογία. «Όποια γυναίκα δουλεύει σε αυτό το πεδίο μπορεί να γίνει μέλος μας, την προσκαλούμε να μας βρει στο Facebook και να γνωριστούμε», τονίζει η κ. Καραδήμα, «θέλουμε να επιτύχουμε μία πραγματική αλλαγή στον χώρο ενώνοντας τις φωνές χιλιάδων γυναικών σε ένα παγκόσμιο φορέα και δρώντας στρατηγικά σε τοπικό επίπεδο, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε περιοχής». Στην Ελλάδα, στην ομάδα συντονισμού συμμετέχουν επίσης η Χριστρίνα Στριμπάκου, η Ελευθερία Γερμανάκη, η δρ. Κική Ζηνοβιάδου και η Κική Χατζηδάκη, όλες από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας και με διαφορετική αλλά πλούσια εμπειρία και εξειδίκευση.
Ηδη από τις πρώτες εβδομάδες ζωής του φορέα, οι «Women in Olive Oil» ξεκίνησαν τη διοργάνωση διαδικτυακών κύκλων συζητήσεων για τη μεταφορά καλών πρακτικών και γνώσης, όπως η δημιουργία εταιρικής ταυτότητας. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η κ. Καραδήμα «δεν έχουν όλα τα θέματα επαγγελματικό προσανατολισμό. Για παράδειγμα, η προηγούμενη διαδικτυακή συνάντησή μας αφορούσε τα οφέλη του ελαιόλαδου στην εγκυμοσύνη. Σε αυτή την συζήτηση, διαπιστώσαμε ότι πολλά κόλπα των μαμάδων με λάδι, για τους κολικούς ή για τους πόνους στα αυτιά των μωρών, είναι κοινά στις περισσότερες χώρες με παράδοση ελαιόλαδου. Πέραν φυσικά, των τεκμηριωμένων ιατρικά ωφελειών, όπως η μείωση της πιθανότητας εμφάνισης διαβήτη εγκυμοσύνης ή της συμβολής κατά τη διάρκεια του θηλασμού, καθώς το ελαιόλαδο περιέχει οξέα Ω3 και Ω6 που περνούν στο μητρικό γάλα».
Η Μαριλένα Καραδήμα, μετά από δύο πτυχία και επαγγελματική σταδιοδρομία, έφυγε από την Αθήνα, έγινε πιστοποιημένη γευσιγνώστρια κρασιού και ελαιόλαδου, ενώ δουλεύει η ίδια στα αμπέλια και τους ελαιώνες της αγροτουριστικής φάρμας «Ευμέλεια» στην Πελοπόννησο. «Η Ελλάδα είναι ευλογημένος τόπος. Στην φάρμα μας έχουμε μία ελιά που εκτιμάται ότι είναι 2.000 ετών. Είναι πολύ παραγωγική και παρουσιάζει μικρότερη ευαισθησία σε προσβολές σε σχέση με τις νέες ελιές που φυτέψαμε εμείς. Αυτό που θέλω να πω ότι η καλλιέργεια της ελιάς δεν είναι δύσκολη όταν σέβεσαι την φύση και δεν στρεσάρεις τα δέντρα για να παράγουν περισσότερο. Η κλιματική αλλαγή θέτει νέες προκλήσεις, όπως σε όλες τις καλλιέργειες, ωστόσο, η προσαρμογή θα πρέπει να γίνει με γνώμονα την υγεία του δέντρου και την διατήρηση του συνόλου του οικοσυστήματος και όχι την παραγωγικότητά του» λέει η κ. Καραδήμα.
Ανεκμετάλλευτες δυνατότητες στην αγορά του ελαιόλαδου
«Παρακολούθησα την εξέλιξη του κρασιού παράλληλα με την εξέλιξη του ελαιόλαδου, από το χύμα στα τυποποιημένα. Δυστυχώς, κάποια στιγμή το ελαιόλαδο έμεινε στάσιμο. Με τα wine bars οι εγχώριοι καταναλωτές εξοικειώθηκαν πολύ με το κρασί και πλέον ζητούν συγκεκριμένη ποικιλία ή μίξη, χώρα, ακόμα και παραγωγό. Αυτό δυστυχώς δεν συμβαίνει με το ελαιόλαδο ενώ θα μπορούσε, εάν ο χώρος της εστίασης έδινε μεγαλύτερη έμφαση στο ποιοτικό ελαιόλαδο» εξηγεί η κ. Καραδήμα. Όμως, το «χύμα λάδι» έχει αρνητική επίπτωση και στην ποιότητα των εξαγωγικών δυνατοτήτων της χώρας. «Το ελληνικό ελαιόλαδο παρουσιάζει μεγάλο γευστικό πλούτο, λόγω ποικιλιών αλλά και ιδιαιτεροτήτων των ελαιοκομικών ζωνών. Πρέπει, όμως, ο διεθνής καταναλωτής να εξοικειωθεί με αυτό. Η ελληνική παραγωγή είναι πλεονάζουσα. Αλλά, η αδιάθετη ποσότητα εξάγεται σε μορφή χύμα σε άλλες χώρες. Λιγότερο από το 20% τυποποιείται για την εξαγωγή και κατ’ επέκταση, δυστυχώς, η διείσδυσή του στις αγορές του εξωτερικού και η αναγνωρισιμότητά του είναι σε πολύ χαμηλό επίπεδο συγκριτικά με άλλων χωρών. Αυτό είναι συνδεδεμένο και με τις αποσπασματικές ή ευκαιριακές προωθητικές ενέργειες, οι οποίες δεν έχουν φέρει μακροπρόθεσμα τα επιθυμητά αποτελέσματα» σύμφωνα με την κ. Καραδήμα.
Η συσκευασία και το branding του ελαιόλαδου, η διεθνής διάθεση, η προώθηση είναι σημαντικές προκλήσεις για πολλούς μικρούς παραγωγούς. «Ο δρόμος είναι δύσκολος αλλά έχουμε συμμάχους την ποιότητα του προϊόντος και την αυθεντικότητα της δουλειάς μας. Πλέον οι καταναλωτές, στην Ελλάδα και διεθνώς, αντιλαμβάνονται αξίες όπως “οικογενειακή φάρμα”, “βιολογική καλλιέργεια”, “βιώσιμη παραγωγή” και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρουσιάζουν μια ευκαιρία για την προβολή του καλού ελαιόλαδου αλλά και των ανθρώπων πίσω από την ετικέτα». Και πώς μπορούμε να καταλάβουμε ποιο λάδι να προτιμήσουμε;
«Η πιο γνωστή μέτρηση για το καλό ελαιόλαδο είναι η οξύτητά του. Λίγοι όμως γνωρίζουν ότι για να κατηγοριοποιηθεί ένα ελαιόλαδο ως “Εξαιρετικά Παρθένο”, που είναι η ανώτερη κατηγορία, θα πρέπει να πληροί και γευστικά κριτήρια και συγκεκριμένα να μην έχει κανένα ελάττωμα. Το καλό ελαιόλαδο, σαν καταναλωτές, το καταλαβαίνουμε κυρίως από το άρωμα και τη γεύση του. Θα πρέπει να είναι καθαρό, φρέσκο, να μας είναι ευχάριστο. Ωστόσο, η πικρή και πιπεράτη γεύση που βγάζει το ελαιόλαδο κάποιες φορές δεν είναι ελάττωμα. Απλά ίσως μας ταιριάζει διαφορετική ποικιλία, πιο φρουτώδης και ήπια. Το μυστικό είναι να μυρίζουμε και να δοκιμάζουμε συνέχεια. Έτσι χτίζουμε τη γευστική μας ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε το ποιοτικό ελαιόλαδο» καταλήγει η κ. Καραδήμα.