Πόσο λίγο μπορεί να απέχουν ο πλούτος και η δόξα από την καταστροφή και πόσο εύκολο είναι να σε φέρει κοντά σε αυτή ένα επιχειρηματικό ρίσκο, το βίωσε πρόσφατα –ευτυχώς για την ίδια, όχι με τον χειρότερο τρόπο- μια δισεκατομμυριούχος.
Μια γυναίκα η οποία πέρασε από την ηγεσία ενός φημισμένου ευρωπαϊκού συλλόγου της, γαλλικής Μαρσέιγ κι έτσι απέκτησε περισσότερη φήμη: η 60χρονη, σήμερα, ρωσικής καταγωγής Μαργαρίτα Λουί Ντρέιφους.
Οι οπαδοί της ομάδας, τουλάχιστον αυτοί της παλαιότερης γενιάς, θυμούνται με νοσταλγία τις καλές μέρες του αείμνηστου μεγιστάνα Μπερνάρ Ταπί. Όταν, δηλαδή, η ομάδα τους υπό την ηγεσία του πρώην υπουργού και businessman κατέκτησε 4 συνεχόμενες φορές το πρωτάθλημα Γαλλίας και έγινε η μοναδική ως σήμερα από την χώρα της η οποία έχει σηκώσει την κούπα του Champions League (1993), πριν το γνωστό σκάνδαλο δωροδοκίας οδηγήσει στην προσωρινή διάλυση της και τον ίδιο στην φυλακή για 165 ημέρες…
Από τα χρόνια του Ταπί η Olympique de Marseille, οδηγήθηκε σε αυτά των Ντρέιφους σε μια διαδρομή που συνεχίσθηκε με προβλήματα για τη μετέπειτα μεγαλομέτοχό της μετά τον χαμό του άνδρα της και τελικά πούλησε το πλειοψηφικό πακέτο της πριν από λίγα χρόνια στον Αμερικανό επενδυτή Φρανκ Μακ Κορτ με τωρινό πρόεδρο τον Πάμπλο Λονγκόρια (εκείνη φέρεται να έχει κρατήσει ένα μικρό ποσοστό), για να αφοσιωθεί στις business της.
Πάλι, δεν πήγαν όλα όπως θα ήθελε. Αιτία των περιπετειών της Μαργαρίτα, ως έναν βαθμό και οι δικοί της χειρισμοί.
Η γεννημένη τον Ιούνιο του 1962 στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας, χήρα και κληρονόμος του Γάλλου επιχειρηματία Ρομπέρ Λουί Ντρέιφους και μια από τις πλουσιότερες κυρίες της Ευρώπης βρέθηκε να κουβαλά μια υπέρογκη οφειλή ύψους 1,03 δισ. δολ. προς την Credit Suisse Group AG και όχι μόνο. Ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει μια… δόση 400 εκατ. δολ. με προθεσμία το τέλος του 2020, δίχως –προφανώς- να έχει διαθέσιμο στο δεδομένο timing τόσο ρευστό.
Το 2021 αποδείχθηκε, τελικά, μια περίοδος ευνοϊκών εξελίξεων για την άλλοτε «τσαρίνα» της ποδοσφαιρικής Μασσαλίας.
Αν και «βυθισμένη» στα χρέη κατάφερε να αποφύγει την προδιαγραφόμενη χρεοκοπία με ένα «έξυπνο» deal.
Ο θάνατος του Ρομπέρ, το 2009, επικεφαλής ως τότε ενός ομίλου «ηλικίας» 171 ετών που ιδρύθηκε το 1851 και δραστηριοποιείται κυρίως στον τομέα των γεωργικών προϊόντων, έφερε στα χέρια της ένα ποσοστό 50% επί του συνόλου των μετοχών του Groupe Louis Dreyfus, χωρίς ωστόσο να της εξασφαλίζει τον απόλυτο έλεγχο.
Κατ’ άλλες πηγές, οι παράλληλες δραστηριότητες της εταιρείας έχουν επεκταθεί πλέον σε κλάδους όπως η επεξεργασία τροφίμων, η ναυτιλία, ο χρηματοοικονομικός τομέας, η διαχείριση hedge funds, η ανάπτυξη και εκμετάλλευση τηλεπικοινωνιακών δομών και το real estate, με παρουσία σε 100 χώρες…
Το ρίσκο, το δάνειο, ο όρος, το πωλητήριο
Η φιλοδοξία της να μετατραπεί σε κυρίαρχο ενός μεγάλου επιχειρηματικού «παιχνιδιού» την ώθησε σε μια απόφαση με ιδιαίτερο ρίσκο: να δανεισθεί ένα ποσό άνω του 1 δισ. δολ. από την δεύτερη μεγαλύτερη ελβετική τράπεζα στην προσπάθεια της να εξαγοράσει το μερίδιο μετοχών που είχαν κληρονομήσει τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας του Λουί Ντρέιφους και να μείνει «μόνη» της.
Πριν από μια 10ετία, το 2011, ανέλαβε τα ηνία της γαλλικής εταιρείας και έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο της: μέσω των δανείων που εκταμιεύθηκαν από την Credit Suisse Group AG, πέτυχε μια σειρά εξαγορών μεριδίων άλλων μετόχων και «εκτίναξε» την συμμετοχή της στην μετοχική σύνθεση της επιχείρησης από το αρχικό 50% στο 96%, από το 2011 ως το 2020.
Κάποια στιγμή, τα απαιτητά ποσά έπρεπε να αποπληρωθούν για να μην κινδυνέψει να χάσει τα πάντα. Και αυτό, διότι ως εγγύηση για την σύναψη του δανείου είχε βάλει το μερίδιο της στην εταιρεία, ένας όρος- «παγίδα»!
Ο υψηλός δανεισμός την εξώθησε σε μια κίνηση απόγνωσης, που αποδείχθηκε σωτήρια:
Πούλησε, όπως επιβεβαιώνει μεταξύ άλλων το Bloomberg, ένα σημαντικό μερίδιο των μετοχών της στον όμιλο (περίπου 45%) προς το κρατικό επενδυτικό ταμείο του Άμπου Ντάμπι και εξασφάλισε μια πολύτιμη ρευστότητα, που την βοήθησε να ξεπεράσει τα οικονομικά της αδιέξοδα, παρά τις σφοδρές αντιδράσεις των υπόλοιπων κληρονόμων που δεν είχαν πια λόγο στις εξελίξεις, αλλά και τον κίνδυνο… των «κόκκινων δανείων».
Για πρώτη φορά η μισή, σχεδόν, εταιρεία περνούσε στην κατοχή ξένων επενδυτών, πλην της ιδρυτικής οικογένειας. Κάτι αναπόφευκτο, καθώς έναν χρόνο πριν η Μαργαρίτα Λουί Ντρέιφους έμοιαζε ανήμπορη να βρει τη λύση που θα τη λύτρωνε από την οικονομική απειλή των δανείων του +1 δισ. δολ.
Η άνοδος των τιμών των γεωργικών προϊόντων κατά την διάρκεια της πανδημίας ωφέλησαν τόσο την Groupe Louis Dreyfus, όσο και τα εισοδήματα της «χρυσής» κληρονόμου δίνοντας αίσιο τέλος στο επιχειρηματικό «θρίλερ». Και έτσι, αντί να… πτωχεύσει, μέσα σε μερικούς μήνες πιστώθηκε ένα από τα μεγαλύτερα turnaround stories της ευρωπαϊκής αγοράς, κατορθώνοντας να διατηρήσει την ατομική της περιουσία στα 3,3 δισ. δολ. (εμφανίζεται στο νο 891 της λίστας Forbes) με κέρδη 457 εκατ. δολ. στο διάστημα από τον Μάιο ως τον Σεπτέμβριο του 2021.
Είχε προαναγγείλει, μάλιστα, με δηλώσεις της στο ελβετικό επιχειρηματικό περιοδικό «Bilanz» από τον Νοέμβριο του 2020 ότι σκόπευε να αξιοποιήσει το ρευστό από το deal με τους Άραβες για να προχωρήσει σε διακανονισμό των χρεών της προς την Credit Suisse…
Κατ’ άλλους, η δισεκατομμυριούχος πρόεδρος του «γίγαντα» των agricultural commodities Louis Dreyfus ζει στο Νταβός, το θέρετρο στις ελβετικές Άλπεις που φιλοξενεί το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ και είναι σύντροφος του Philipp Hildebrand, αντιπροέδρου της Blackrock και πρώην προέδρου της Swiss National Bank.
Στο παρελθόν, πάντως, το portfolio της υπολογιζόταν σε υψηλότερα επίπεδα, στα 5,5 δισ. δολ. και είναι η μόνη που έχει σχέση με την Ελβετία και συμπεριλήφθηκε στη λίστα «Forbes» με τις 100 πιο ισχυρές γυναίκες το 2019…
Ο δεύτερος Γολγοθάς της
Μετά από τον θάνατο του συζύγου της το 2009 ξεκινούσε ένας νέος Γολγοθάς της. Τότε, γνώριζε για δεύτερη φορά το πιο σκληρό πρόσωπο της ζωής. Η πρώτη ήταν σε ηλικία μόλις 7 ετών.
Η Μαργαρίτα Μπογκντάνοβα, όπως είναι το πατρικό της, προερχόμενη από οικογένεια της μεσαίας τάξης, έχασε τους γονείς της σε ένα τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα και μεγάλωσε με τον –χημικό μηχανικό στο επάγγελμα- παππού της Λεονίντ Μπογκντάνοφ μέχρι την ενηλικίωση της.
Σπούδασε στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας και απέκτησε πτυχίο Οικονομικών από το Leningrad Institute του Σοβιετικού Εμπορίου. Μετά τις σπουδές της εργάστηκε ως πωλήτρια εξοπλισμού κυκλωμάτων σκαφών για την Latron AG.
Σε νεαρή ηλικία, σε μια εποχή αλλαγών στην πατρίδα της, εγκατέλειψε την Ρωσία και εγκαταστάθηκε στην Ελβετία.
Εκεί συνάντησε την τύχη της. Αρχικά εργάσθηκε –σύμφωνα με αναφορές ξένων media στο πρόσωπο της- ως βοηθός σε μια εταιρεία εισαγωγών και εξαγωγών εξοπλισμού πληροφορικής και το 1989 γνωρίσθηκε με τον μετέπειτα σύντροφο της σε μια πτήση Ζυρίχης-Λονδίνου που θα άλλαζε ριζικά την ζωή της. Ερωτεύθηκαν, παντρεύτηκαν στις 15 Μαΐου 1992 και απέκτησαν τρία παιδιά: τον Ερικ αμέσως και τους δίδυμους Μορίς και Κιρίλ το 1998 (Το 2016 γέννησε και δύο κοριτσάκια, με πατέρα τους πρώην διοικητή της Ελβετικής κεντρικής τράπεζας…).
Οι ευτυχισμένες μέρες δεν έμελλε να κρατήσουν για πάντα και ήρθε το δεύτερο «χτύπημα»: ο Ρομπέρ Λουί Ντρέιφους πεθαίνει από λευχαιμία στις 4 Ιουλίου του 2009 και αναγκάζεται να τον διαδεχθεί στο «τιμόνι» του Groupe Louis Dreyfus, κληρονομώντας ταυτόχρονα και το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών της Μαρσέιγ το οποίο ανήκε στον εκλιπόντα από το 1996, στην «μετά Ταπί εποχή», με όλα τα συνεπακόλουθα…
Το πάθος για το ποδόσφαιρο
Το «αλατοπίπερο» στο life story της Μαργαρίτα δεν είναι άλλο από την αγάπη της στην Μαρσέιγ που ουδέποτε αμφισβητήθηκε. Ο μύθος λέει ότι –πριν από χρόνια- ακόμα και όταν ο εκλιπών Ρομπέρ παρέμενε κατάκοιτος, φρόντιζε να μη χάνει µατς της οµάδας. Χρησιμοποιούσε το αεροπλάνο της οικογένειας για να ταξιδεύει στην Μασσαλία με τα παιδιά της και συνήθιζε να γυρίζει στην Ζυρίχη χαράματα στις 6.30 π.μ. για να προλάβουν το σχολείο.
Προς επαλήθευση όλων αυτών, Δεκέμβριο του 2020 ο γιος της, Κιρίλ Λουί Ντρέιφους, αγόρασε στα 23 του την βρετανική ομάδα Σάντερλαντ!
Διαβάστε ακόμα: