της Μαριάννας Τζάννε
Την αντιμετώπιση της πληγής των μεγάλων εκπτώσεων στις κατασκευές, αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο αλλά και ισχυρή πολιτική βούληση για να προχωρήσουν οι μεγάλες επενδύσεις που θα βγάλουν την χώρα από το τούνελ της ύφεσης, ζητούν με παρεμβάσεις τους οι μεγάλες τεχνικές εταιρείες του κλάδου.
«Σήμερα βλέπουμε για τρίτη φορά τα τελευταία 40 χρόνια υπερβολικές εκπτώσεις και περιμένουμε να δούμε ποια έργα θα μείνουν ατελή και ποιες εταιρείες θα καταρρεύσουν», ανέφερε χθες από το βήμα του Athens Investment Forum 2018, που διοργάνωσε το ΤΕΕ, ο διευθύνων σύμβουλος της J&P Αβαξ κ. Κωνσταντίνος Μιτζάλης.
Ο ίδιος, επισήμανε ότι ούτε οι αυτοκινητόδρομοι θα είχαν γίνει χωρίς πολιτική βούληση και πως χρειάζεται εθνική στρατηγική και συμφωνία από όλα τα κόμματα για να προχωρήσουν τα έργα, για τα οποία όπως είπε, έχουν γίνει ελάχιστες μεταρρυθμίσεις.
Από την πλευρά του ο κ. Γιώργος Περδικάρης, εντεταλμένος σύμβουλος της ΤΕΡΝΑ, ανέφερε ότι στη χώρα υπάρχει σήμερα κατασκευαστικό κενό 2 δισεκατομμυρίων και πρόσθεσε ότι σύμφωνα με έκθεση της McKinsey, η πλέον οικονομικά ανταγωνιστική τεχνολογία τα επόμενα χρόνια θα είναι οι ΑΠΕ.
Όπως αναφέρθηκε η Ελλάδα έχει πολύ χαμηλή ιδιωτική χρηματοδότηση που φθάνει το 17%, στο 40% φθάνει η δημόσια χρηματοδότηση και ποσοστό 45% συνεισφέρουν οι τράπεζες. Σε σχέση με τις προοπτικές στο άμεσο μέλλον, ο κ. Περδικάρης ανέφερε ότι η κρίση φαίνεται ότι βαίνει προς το τέλος της. Αναφέρθηκε στα νέα έργα: ΒΟΑΚ, Γραμμή 4 του Μετρό, ζεύξη Σαλαμίνας, επενδύσεις που φέρνουν τα αεροδρόμια και επεσήμανε την ανάγκη για νέα χρηματοδοτικά εργαλεία όπως τα έργα ΣΔΙΤ, τα ομόλογα έργων και οι συμβάσεις παραχώρησης.
Οι εταιρείες του κλάδου, σύμφωνα με τον κ. Περδικάρη θα πρέπει να κινηθούν στους εξής άξονες: εξορθολογισμός των εξόδων, αξιοποίηση νέων τεχνολογιών και εργαλείων, στόχευση νέων επενδυτικών τομέων, εκτέλεση περιβαλλοντικών και ενεργειακών έργων. Ο όμιλος επένδυσε περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια ευρώ μέσα στην κρίση ενώ θα προχωρήσει σε επενδύσεις 2 δισεκατομμύρια τα επόμενα χρόνια.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στο υψηλό κόστος για τις εγγυητικές επιστολές, κάτι που όπως αναφέρθηκε προσθέτει κόστος τουλάχιστον 2% – 3% κατά τη διεκδίκηση έργων στο εξωτερικό.
Την ανάγκη να υπάρξει εθνικός σχεδιασμός 15ετίας στα έργα πρότεινε με τη σειρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της Intrakat Πέτρος Σουρέτης, λέγοντας ότι η χώρα μας είναι καλό να μελετήσει τις θετικές πρακτικές της ΕΕ στον τομέα των αδειοδοτήσεων. Ο κ. Σουρέτης αναφέρθηκε επίσης και στα πρόστιμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, από τα οποία όπως επισήμανε, έχουν βγει εκτός κάδρου οι πολυεθνικές εταιρείες.
Ο τομεάρχης Υποδομών της ΝΔ, Κώστας Καραμανλής, συμφώνησε σε ένα εθνικό σχεδιασμό και αναφέρθηκε στα στοιχεία της μελέτης της εταιρείας συμβούλων PwC, που καταδεικνύει μείωση των επενδύσεων σε υποδομές κατά 40 δις. ευρώ την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα. Από την πλευρά του ΣΤΕΑΤ, που εκπροσωπεί τις μεγάλες τεχνικές εταιρείες της χώρας, αναφέρθηκε ότι το 50% των εργολαβιών είχε έκπτωση από 30% έως 50% ενώ το 25% των εργολαβιών είχε έκπτωση που ξεπερνούσε το 50%». Όπως είπε, η κυβέρνηση «δεν έβγαλε τους κατάλληλους εφαρμοστικούς νόμους για να αντιμετωπιστούν οι μεγάλες και ασύμμετρες εκπτώσεις και το ξεχείλωμα των χρονοδιαγραμμάτων που βλέπουμε ιδιαίτερα στα σιδηροδρομικά έργα».
«Ο χρόνος που απαιτείται για την ωρίμανση και προετοιμασία των επενδύσεων παραμένει ιδιαίτερα μακρύς και ο δρόμος για τους επενδυτές γεμάτος δυσκολίες. Για να βελτιωθεί η κατάσταση πρέπει να έχουμε ένα μίνιμουμ πολιτικής συμφωνίας, εκσυγχρονισμό του κανονιστικού πλαισίου και του πλαισίου απονομής της Δικαιοσύνης, αλλαγές στις δομές του δημοσίου ώστε να διασφαλιστεί η συνέχεια και η απρόσκοπτη ωρίμανση των επενδύσεων», σημείωσε ο κ. Μανώλης Σιγάλας, αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Νοτίου Ευρώπης Hill International.