© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Δεν είναι συνηθισμένο μια ελληνική επιχείρηση να ανήκει σε εκείνες που πρωτοπορούν σε διεθνές επίπεδο, καθορίζοντας με την ποιότητα και τις καινοτόμες λύσεις της την πορεία ενός ολόκληρου κλάδου.
Τούτο όμως συμβαίνει με την Καλτσοβιομηχανία Πουρνάρα, η οποία στην πολυετή διαδρομή της έχει αναδειχθεί σε μια από τις πλέον επιδραστικές εταιρείες για την εξέλιξη στο κομμάτι της κάλτσας. Ένα προϊόν που εκ πρώτης όψεως φαντάζει «μικρό» μέσα στον «ωκεανό» της αγοράς ένδυσης, ωστόσο είναι απολύτως απαραίτητο για όλους.
Οι κάλτσες, όπως και πολλά άλλα προϊόντα που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας ζωή, έχουν τα δικά τους μυστικά. Και η ελληνική καλτσοβιομηχανία Πουρνάρα έχει αποδείξει ότι τα ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον ανταγωνιστή της όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά στον κόσμο ολόκληρο.
Για αυτό, άλλωστε, με την στρατηγική επιλογή της εμμονής στην ποιότητα, αλλά και με τις πολύτιμες πατέντες της, όπως η κάλτσα χωρίς ραφές, έχει καταφέρει να διεισδύσει σε περισσότερες από 25 χώρες, καθιστώντας τα προϊόντα της «σημεία αναφοράς».
Η αφετηρία από το 1932
Η αφετηρία της γράφτηκε μέσα σε δύσκολες συνθήκες, στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Εκείνη την εποχή ο Γεώργιος Πουρνάρας, μαζί με τον αδελφό του Βασίλειο, με καταγωγή από την Σύρο, αλλά από νεαρή ηλικία Αθηναίοι και δη Πλακιώτες, επέλεξαν παρά την τότε οικονομική κρίση να κάνουν τα πρώτα τους βήματα στον κόσμο του επιχειρείν.
Η «γενέθλια» αυτή επαφή δεν είχε σχέση με τις κάλτσες, αλλά με την εισαγωγή υφασμάτων. Μεγαλωμένοι μέσα σε ένα αστικό περιβάλλον και με τις προσλαμβάνουσες της παιδικής τους ηλικίας από την Σύρο ως εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο, άρχισαν να «ψηλαφούν» τις δικές τους προοπτικές. Κόντρα στις αντίξοες συνθήκες ήταν εξοπλισμένοι με την αυτοπεποίθηση που τους επέτρεπε το μορφωτικό και πνευματικό τους επίπεδο, αλλά και η σχετικά ικανοποιητική οικονομική τους επιφάνεια.
Έτσι, το 1932 παρά το νεαρό της ηλικίας, –ο Γεώργιος Πουρνάρας ήταν μόλις 26 ετών και ο αδελφός του έναν χρόνο μεγαλύτερος-, αποφάσισαν να αναλάβουν το ρίσκο της εισαγωγής στην Ελλάδα των φημισμένων βρετανικών υφασμάτων Sanderson. Διέθεταν άλλωστε, λόγω των ξένων γλωσσών που γνώριζαν, αλλά και του αστικού αέρα τους, την ευχέρεια να κινούνται με μεγάλη άνεση στα ευρωπαϊκά σαλόνια.
Με αυτό τον τρόπο εισήλθαν στο χώρο του επιχειρείν ασκώντας αρχικά εμπορική δραστηριότητα. Τούτο όμως δεν ήταν αρκετό και στη συνέχεια έστησαν μια μικρή βιοτεχνία παραγωγής κορδελών οι οποίες χρησιμοποιούνταν εκείνη την εποχή για τα καπέλα και κυρίως τα περίφημα «ψαθάκια».
Και μετά ήρθε ο πόλεμος… Τα δύο αδέλφια βρέθηκαν στο μέτωπο και ο Γεώργιος Πουρνάρας που υπηρέτησε ως έφεδρος υπολοχαγός στην Αλβανία, έχοντας τον πατριωτισμό ως ύψιστη αξία στη ζωή του διακρίθηκε για την ανδρεία του στα βουνά της Πίνδου και τιμήθηκε για τις ηρωικές πράξεις του.
Στη μαύρη αυτή περίοδο την τύχη της βιοτεχνίας ανέλαβαν οι δύο αδελφές τους Ασπασία και Ελένη.
Με το τέλος του πολέμου και πριν ακόμη η Ελλάδα καταφέρει να σταθεί όρθια από την ισοπεδωτική περιπέτεια της κατοχής ενεπλάκη στην καταστροφική εμπειρία του Εμφυλίου.
Εκείνη την άγρια συγκυρία, όταν το ημερολόγιο έγραφε «1949», ο Γεώργιος Πουρνάρας μαζί με τον αδελφό του Βασίλη, αποφάσισαν να πάρουν το επόμενο μεγάλο ρίσκο. Κάπως έτσι ιδρύθηκε η εταιρεία «Αφοί Πουρνάρα» και μετέπειτα «Καλτσοβιομηχανία Πουρνάρα Α.Ε.», με έδρα και παραγωγικό κέντρο στο ακίνητο επί της οδού Τυδέως 13 στο Παγκράτι.
Σε μια εποχή που οι ανδρικές κάλτσες αποτελούσαν ακόμη είδος πολυτελείας, έβαλαν στόχο να φτιάξουν τις καλύτερες καλύπτοντας ένα «κενό» που υπήρχε στη μικρή τότε αγορά. Και το πέτυχαν εμμένοντας από την πρώτη στιγμή στην υψηλή ποιότητα των προϊόντων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταπολεμικά ήταν μία από τις τρεις βιομηχανίες παγκοσμίως (οι άλλες δυο ήταν η γαλλική Dore Dore και η αγγλική Pantherella) που τόλμησε να ξεκινήσει παραγωγή χρησιμοποιώντας καλτσομηχανές με 260-280 βελόνες πλέξης (η πυκνότερη και λεπτότερη πλέξη κάλτσας στον κόσμο) και σύστημα πλέξης πολλαπλών ινών.
Σήμερα μάλιστα είναι η μόνη καλτσοβιομηχανία στον πλανήτη που εξακολουθεί να παράγει αυτού του τύπου τις κάλτσες με μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας.
Τις επόμενες τέσσερις σχεδόν δεκαετίες, με τον Γεώργιο Πουρνάρα να κρατάει το «τιμόνι» της επιχείρησης, το brand «Πουρνάρας» έγινε συνώνυμο της ποιοτικής ανδρικής κάλτσας, κατακτώντας όχι μόνο την ελληνική, αλλά και τη διεθνή αγορά.
Το 1960 ήταν η ώρα να κάνει το μεγάλο βήμα και στην προσωπική του ζωή, συνδέοντάς την με την σύζυγό του Ειρήνη, μια βέρα Πλακιώτισα, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά, τον Παναγιώτη, οικονομολόγο και διακεκριμένο τραπεζίτη, ο οποίος εργάζεται στη Γενεύη της Ελβετίας, τον Νίκο και την Μαργαρίτα, γνωστή δημοσιογράφο και συγγραφέα.
Με τα χρόνια να περνούν και λόγω της επιτυχίας κατέστη αναγκαία η μετεγκατάσταση της εταιρείας σε μεγαλύτερο βιομηχανικό ακίνητο ώστε να αυξηθεί και η παραγωγική δυναμικότητα. Έτσι η «Καλτσοβιομηχανία Πουρνάρα Α.Ε.» μετακόμισε στο εργοστάσιο της Πεύκης.
Η κρίση, η πτώχευση και η νέα φάση
Δεν υπήρξαν όμως όλα ρόδινα στην πορεία αυτής της ξεχωριστής ελληνικής εταιρείας. Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄80 άρχισαν να πυκνώνουν τα «σύννεφα» μέχρι να έρθει η «τέλεια καταιγίδα» λόγω των συχνών υποτιμήσεων της δραχμής και άλλων εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων. Έτσι, η «Πουρνάρας» το 1983 εντάχθηκε και αυτή στο «χορεία» των προβληματικών επιχειρήσεων που μαζί με άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις σηματοδότησαν την άνοδο και την πτώση του «παλιού επιχειρείν».
Ακολούθησε η επώδυνη για τον ίδιο τον Γ. Πουρνάρα και την οικογένειά του περιπέτεια της πτώχευσης της εταιρείας. Όσοι τον γνώριζαν μιλούν, άλλωστε, για έναν «παλαιάς κοπής» επιχειρηματία, που χαρακτηριζόταν από την εντιμότητά του και την πίστη του στο δημιούργημά του. Μάλιστα αν και «βιομήχανος», δεν απέκτησε ποτέ μεγάλη προσωπική περιουσία καθώς όλα σχεδόν τα κέρδη επανεπενδύονταν στην επιχείρηση, ώστε να βρίσκεται πάντα στην αιχμή της τεχνολογίας, χωρίς εκπτώσεις στην ποιότητα των προϊόντων.
Μετά την πτώχευση το εργοστάσιο της Πεύκης σταμάτησε τη λειτουργία του στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 και έκτοτε παραμένει σκοτεινό και ερειπωμένο ως μια ακόμη «ζωντανή μαρτυρία» της αποβιομηχάνισης της χώρας.
Το τέλος όμως, δεν «έσβησε» το όνομα «Πουρνάρας», καθώς το διαδέχθηκε μια νέα ιστορική φάση.
Αυτή ξεκίνησε με το πέρασμα της επιχείρησης και ουσιαστικά του brand στα χέρια του Γρηγόρη Σπυράκου-Πουρνάρα και την εγκατάστασή της από το 1995 στη σημερινή έδρα της επί της οδού Σαρπηδώνος στην Αθήνα. Ο ίδιος διαθέτει μακρά εμπειρία στην αγορά καθώς άνοιξε την πρώτη δική του βιοτεχνία για κάλτσες από το 1982.
Σε αυτή τη «μετάβαση» μπορεί πολλά να άλλαξαν, πρόσωπα, γραφεία και άλλα, ωστόσο έμεινε σταθερή η εμμονή στην ποιότητα και την καινοτομία.
Έτσι, δρομολογήθηκε δυναμικά και μέσω νέων επενδύσεων η επανεκκίνηση της επιχείρησης τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων. Σε αυτό το πλαίσιο επιστρατεύθηκαν μέχρι και τηλεοπτικές διαφημίσεις όπως εκείνη του 1998, με το σλόγκαν «Κάλτσες Πουρνάρα, η μόδα στα άκρα».
Παράλληλα, υπήρξε εντυπωσιακή διεύρυνση της προϊοντικής γκάμας που περιλαμβάνει πλέον εκτός από δεκάδες είδη ανδρικής κάλτσας, γυναικείες, παιδικές, ιατρικές (ειδικές κατηγορίες καλτσών για φλεβίτιδα, διαβητικούς, αλλά και αντιμυκητιακές-αντιιδωτικές, οι οποίες διατίθενται μόνο από τα φαρμακεία), καθώς και ανδρικά πουκάμισα και φανέλες, υψηλής ποιότητας κατασκευασμένα από 100% βαμβάκι.
Ταυτόχρονα δόθηκε έμφαση στις εξαγωγές με αποτέλεσμα σήμερα οι κάλτσες Πουρνάρα να εξάγονται σε περισσότερες από 25 χώρες, -Αμερική, Καναδά, Ρωσία, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Γερμάνια, Ιταλία, Αυστρία, Ελβετία, Αυστραλία κ.α.-, ενώ λανσάρονται στη διεθνή αγορά και με τα brands “President Socks” και “Rigth Left”. Ασφαλώς η εταιρεία αναλαμβάνει και την παραγωγή καλτσών για λογαριασμό πελατών της με τη δική τους επωνυμία. Πάνω από 150 πελάτες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό εμπιστεύονται την ελληνική εταιρεία για την παραγωγή καλτσών υψηλής ποιότητας με το δικό τους όνομα.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οι ελληνικές κάλτσες Πουρνάρα στις μεγάλες ξένες χώρες θεωρούνται είδος πολυτελείας και πωλούνται με υψηλές τιμές, όπως για παράδειγμα, από 35 δολάρια στις ΗΠΑ ή 5.000 ρούβλια στη Ρωσία.
Η διαφορά, οι πατέντες και οι επιδόσεις
Η επιτυχία αποτελεί βέβαια το αποτέλεσμα ενός συνδυασμού κόστους, ποιότητας και πρωτοποριακών λύσεων που καθιστούν τις κάλτσες Πουρνάρα value for money. Και τούτο καθώς όπως έχει δηλώσει στο παρελθόν ο κ. Σπυράκος, «έχουν μοναδικά τεχνικά χαρακτηριστικά (πυκνή πλέξη, διπλά νήματα) και έτσι ξεχωρίζουν από όλες τις άλλες ανδρικές κάλτσες .Επιπλέον, διαθέτουν μέχρι και 10 διαφορετικά είδη πλέξεων (σε αντίθεση με άλλες εταιρείες που διαθέτουν όχι πάνω από 2-3). Έτσι όταν τις δοκιμάσει ο καταναλωτής έστω και μία φορά, μετά γίνονται η μόνη του επιλογή».
Ακόμη, βάφονται με βιολογικά χρώματα, ενώ έχουν και πιστοποίηση Oeko-tex Standard 100 (πιστοποίηση του οργανισμού ελέγχου ποιότητος για οικολογικές βαφές χωρίς βλαβερά χημικά για το δέρμα).
Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το κόστος παραγωγής των καλτσών Πουρνάρα είναι πολύ υψηλότερο σέ σχέση με άλλες καλτσοβιομηχανίες διότι πλέκονται σε μηχανήματα πυκνής πλέξης από 220-260 βελόνες (έναντι των 200 σε άλλες περιπτώσεις) ενώ στις περισσότερες η πλέξη είναι multifilium με δυο δίκλωνα λεπτά Αιγυπτιακά βαμβακερά νήματα αντί για ένα δίκλωνο.
Ένα επιπλέον γερό χαρτί της εταιρείας είναι οι διεθνείς πατέντες, με τις οποίες εδώ και δεκαετίες ανοίγει νέους δρόμους στην αγορά. Έτσι, για παράδειγμα, η «Πουρνάρας» είναι η πρώτη καλτσοβιομηχανία στον κόσμο που κατόρθωσε να κατασκευάσει ανδρικές κάλτσες πολυτελείας λεπτής πλέξης χωρίς την γνωστή ραφή στη μύτη επάνω από τα δάκτυλα των ποδιών.
Μεταξύ των κατοχυρωμένων ευρεσιτεχνιών της περιλαμβάνονται αυτές για την ανδρική κάλτσα ειδικής πλέξης (Special Knitting Socks), την αντιιδρωτική κάλτσα (Antiperspitant Socks), τις υδρόφιλες κάλτσες (Hydrophilic Sokcs), αλλά και την κάλτσα με ελαστική πλέξη πριν από τη μύτη, καθώς και για τις φανέλες διπλής επίστρωσης (Isotherm Underwear).
Βέβαια όλα τα παραπάνω που καθιστούν τις κάλτσες Πουρνάρα μοναδικές, αποτελούν σε ένα βαθμό και…εμπόδιο. Και αυτό καθώς το πρώτο κριτήριο για να μπεις επώνυμα σήμερα στα μεγάλα πολυκαταστήματα της Ευρώπης, της Αμερικής και της Ασίας είναι το γνωστό Brand και όχι η ποιότητα. Αρκεί, δηλαδή, να διαθέτεις μέτρια ποιότητα (ώστε το προϊόν να χαλάει σχετικά σύντομα για να έχει υψηλές πωλήσεις ) και να είναι ίδιου επιπέδου με όλους τους υπόλοιπους στον ίδιο χώρο.
Με λίγα λόγια, αν προσφέρεις την καλύτερη ποιότητα στην καλύτερη τιμή χαλάς την πιάτσα…
Όπως, όμως, αναφέρει ο κ. Γρ. Πουρνάρας «εμένα όμως ο παππούς μου, μού δίδαξε το παλαιό Marketing το οποίο λέει ότι κατασκευάζοντας προϊόντα υψηλής ποιότητος κοιμάσαι ήσυχος και το πελατολόγιο σου αυξάνεται αργά και σταθερά. Επίσης ελέγχεις τις τιμές και δεν πουλάς με βάση τις τιμές του ανταγωνισμού γιατί το προϊόν σου δεν είναι ίδιο με του ανταγωνιστή. Η αρχή μας είναι η εντιμότητα, η καλύτερη ποιότητα και αντοχή στην χρήση του προϊόντος που παράγεται χωρίς να εξαπατάμε τον καταναλωτή».
4.500 σημεία πώλησης διεθνώς
Όσον αφορά το δίκτυο διάθεσης των προϊόντων της καλτσοβιομηχανίας Πουρνάρα επισημαίνεται ότι αυτά διατίθενται στην Ελλάδα, όπου ασφαλώς έχει ισχυρό Brand και φανατικό κοινό, από 1.300 καταστήματα ένδυσης και 1.500 φαρμακεία. Επίσης το ίδιο συμβαίνει και με μεγάλα πολυκαταστήματα και Σούπερ Μάρκετ, όπως η Σκλαβενίτης, που «σε μεγάλο ποσοστό στηρίζουν τις Ελληνικές επιχειρήσεις που κάνουν παραγωγή στην Ελλάδα διότι καταλαβαίνουν ότι είναι συγκοινωνούντα δοχεία».
Έτσι, στα άμεσα σχέδια της διοίκησης δεν είναι η ανάπτυξη αυτόνομων καταστημάτων στη χώρα μας, με εξαίρεση τον μελλοντικό εμβληματικό πόλο του Ελληνικού. Αντίθετα, μέσα στο 2024 θα ξεκινήσει η ανάπτυξη καταστημάτων στο εξωτερικό. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι σήμερα το διεθνές δίκτυο μαζί με τους πελάτες των τοπικών διανομέων της εταιρείας αριθμεί περίπου 4.500 σημεία πώλησης.
Όσον αφορά την παραγωγή, η Καλτσοβιομηχανία Πουρνάρα είναι η μοναδική στην Ελλάδα με παραγωγική δυναμικότητα 10.000 ζευγών ημερησίως από μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας και η οποία παρά τις δυσκολίες εξακολουθεί να κρατάει την παραγωγή της στην χώρα μας.
Σε σχέση, τέλος, με τις οικονομικές επιδόσεις, πηγές της εταιρείας σημειώνουν ότι πρόκειται για μια απόλυτα υγιή επιχείρηση, με το συνολικό τζίρο να φτάνει τα 4,5 εκατ. ευρώ, με υψηλή κερδοφορία, μηδενικό τραπεζικό δανεισμό και μηδενικές υποχρεώσεις προς προμηθευτές.
Διαβάστε ακόμη
Wall Street: Μεικτά πρόσημα στους δείκτες – Ο χειρότερος μήνας της χρονιάς
ΟΑΚΑ: Στα €130 εκατ. το κόστος για το στέγαστρο Καλατράβα, σχεδόν ανύπαρκτη η συντήρηση
LVMH: Γιατί ελέγχεται ο δισεκατομμυριούχος Μπερναρ Αρνό από την Εισαγγελία στο Παρίσι
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ