«Προτιμώ τα μεγάλα projects. Μου αρέσουν τα μεγάλα πράγματα. Μου αρέσει η πρόκληση». Αυτό προβάλλει ως ‘μότο’ της επιχειρηματικής του διαδρομής ο Ισκαντάρ Σάφα, ο Λιβανέζος πολυπράγμων, όσο και αμφιλεγόμενος businessman, που έφερε φουρτούνες στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και σύμφωνα με αρκετούς, συνιστά ακόμη εν δυνάμει «απειλή» για το μέλλον τους.
Και τούτο καθώς την ώρα που βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια της κυβέρνησης να διασώσει μέσω ιδιωτικοποίησης τα μεγαλύτερα ναυπηγεία της χώρας, δεν έχει ακόμη απενεργοποιηθεί η «βόμβα βυθού» του Σάφα μέσω των αξιώσεων αποζημίωσης με τη «σφραγίδα» διεθνών διαιτητικών δικαστηρίων.
Πώς βρέθηκε στην Ελλάδα και «έδεσε» στα ναυπηγεία
Ήταν μια δεκαετία πριν, όταν ο Σάφα έκανε την «απόβασή» του στην Ελλάδα, μέσω της σχέσης του με την Abu Dhabi Mar. Ο όμιλος του Privinvest συμμετείχε με 30% στο επενδυτικό σχήμα της βασιλικής οικογένειας του Aμπου Nτάμπι και αυτό, όπως λένε πολλοί, τού άνοιξε μεγάλους δρόμους. Ένας από αυτούς τον έφερε στην «πόρτα» της MIG, όπου ανέλαβε αντιπρόεδρος του Δ.Σ. τον Δεκέμβριο του 2011. Από εκεί αποχώρησε μετά από 5 χρόνια «αθόρυβης» παρουσίας. Ένας ακόμη μεγαλύτερος «δρόμος», -πάντα με την προμετωπίδα της Abu Dhabi Mar-, ήταν αυτός που τον οδήγησε στην εξαγορά της φημισμένης Blohm and Voss, κατασκευάστριας πλοίων επιφανείας του γερμανικού Nαυτικού, και στη συνέχεια του 25% της HDW, με τα γνωστά υποβρύχια 214.
Κάπως έτσι, διείδε την ευκαιρία να «δέσει» στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, σε μια περίοδο έντονων πολιτικών, -και όχι μόνο-, «αναταράξεων. Oι δύο όροι που έβαλε, άλλωστε, το 2010, στην τότε κυβέρνηση ήταν η Eλλάδα να παραλάβει το υποβρύχιο «Παπανικολής» ώστε να αποκατασταθεί το κύρος της HDW και κυρίως η διασφάλιση για τα ENAE νέων παραγγελιών ύψους 1 δις ευρώ, όταν ο ίδιος τα εξαγόρασε έναντι του συμβολικού τιμήματος του ενός ευρώ.
Με άλλα λόγια, αυτός η δεύτερη «επενδυτική» εμπλοκή του στη χώρα μας ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένο ότι θα οδηγούσε σε περιπέτειες.
Κι αυτό γιατί ναι μεν η Eλλάδα -και ορθώς-, παρέλαβε το «Παπανικολής», που μετά τις αρχικές κατηγορίες ότι «γέρνει», αποδείχθηκε ότι αποτελεί σήμερα το ισχυρότερο και αποτελεσματικότερο συμβατικό υποβρύχιο στον κόσμο, αλλά τα συμβόλαια που ανέμενε ο Σάφα δεν ήταν όσα θα ήθελε, πέραν των δύο νέων υποβρυχίων τύπου 214.
Έτσι, ξεκίνησε η πολύχρονη διαμάχη. H Privinvest, ως ιδιοκτήτρια, τότε, των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, προσέφυγε στη διεθνή διαιτησία, διεκδικώντας αποζημιώσεις 1 δις ευρώ για αθέτηση των όρων της συμφωνίας με το κράτος.
Tο Δημόσιο «απάντησε» με αντίστοιχη προσφυγή, ενώ επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, το υπουργείο Οικονομίας, βασισμένο στην απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (το 2008) σχετικά με τις παράνομες επιδοτήσεις του παρελθόντος στα ENAE, ζήτησε από τον μεγαλομέτοχο της εταιρίας 523 εκατ. ευρώ, κατηγορώντας εκείνον για αθέτηση όρων.
Στη συνέχεια, όμως, όταν άρχισαν να δημοσιοποιούνται οι, -τότε-, κυβερνητικές προθέσεις για τοποθέτηση ειδικού εκκαθαριστή, «σπάσιμο» των ναυπηγείων σε στρατιωτικό και εμπορικό κομμάτι και διενέργεια διεθνούς διαγωνισμού, ο Σάφα υπέβαλε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.
Το ICC έκανε δεκτή την αίτησή του, απαγορεύοντας ρητά, -και με απειλή προστίμων-, στο Δημόσιο να προχωρήσει σε οποιαδήποτε νομική κίνηση στα ελληνικά δικαστήρια προτού εκδοθεί η απόφαση για την κύρια υπόθεση.
Τελικά τοποθετήθηκε ειδικός εκκαθαριστής που προχώρησε σε εκποίηση περιουσιακών στοιχείων του Σκαραμαγκά, ενώ παράλληλα προωθήθηκαν νομοθετικές διατάξεις για την τακτοποίηση διαφόρων πολεοδομικών θεμάτων και ζητημάτων χρήσεων γης και αιγιαλού που ήταν απαραίτητες για την προσέλκυση του όποιου επενδυτικού ενδιαφέροντος σε μελλοντικό διαγωνισμό.
Αυτός ο πρώτος διαγωνισμός για το στρατιωτικό τμήμα των ΕΝΑΕ έγινε στα τέλη της περασμένης χρονιάς, αλλά κατατέθηκε μόνο μία προσφορά της Pyletech (όμιλος Πριόβολου) ύψους 15,1 εκατ. ευρώ και κατέληξε άγονος. Τώρα οι πληροφορίες αναφέρουν ότι δρομολογείται νέος διαγωνισμός για τον ερχόμενο Ιούνιο και ενώ το παζλ των εξελίξεων διαμορφώνεται και με βάση τις αποφάσεις για τις φρεγάτες του Πολεμικού Ναυτικού. Παράλληλα, αναμένεται να τρέξει και ο νέος διαγωνισμός της ΕΤΑΔ για το εμπορικό τμήμα.
Η «ομιχλώδης» κατάσταση στο ICSID
Σε κάθε περίπτωση, η «επόμενη μέρα» των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά αποτελεί ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα. Το οποίο και καθίσταται δυσκολότερο καθώς οι «παλιοί λογαριασμοί» με τον Σάφα δεν έχουν κλείσει ακόμη…
Η υπόθεση της αντιπαράθεσης του Ισκαντάρ Σάφα και του αδελφού του Ακράμ κατά της Ελλάδας (Iskandar Safa and Akram Safa v. Hellenic Republic-ICSID Case No. ARB/16/20) που ξεκίνησε μετά από προσφυγή των πρώτων, βρίσκεται ακόμη σε «εκκρεμότητα» ενώπιον του International Centre for Settlement of Investment Disputes (ICSID) της World Bank, δηλαδή του κορυφαίου οργανισμού στον κόσμο για την επίλυση διεθνών επενδυτικών διαφορών.
Το «λάκτισμα» στο ICSID δόθηκε επίσημα τον Ιούλιο του 2016 και μέχρι τώρα η εξέλιξη δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντα.
Αρχής γενομένης από τον Απρίλιο του 2019 όταν οι αδελφοί Σάφα υπέβαλαν στο δικαστήριο νέα αποδεικτικά στοιχεία, που παρά τις ενστάσεις των εκπροσώπων του ελληνικού Δημοσίου, έγιναν δεκτά.
Το σίγουρο είναι ότι η αρνητική τροπή στο ICC αποτέλεσε ένα επιπλέον «όπλο» στη φαρέτρα του Λιβανέζου επιχειρηματία κατά τη μαραθώνια «μάχη» στο ICSID.
Έτσι, στις 24 Ιουλίου 2020 το διεθνές διαιτητικό όργανο εξέδωσε μια απόφαση σχετικά με τη δικαιοδοσία του να εκδικάσει την υπόθεση και τον καταμερισμό των ευθυνών, -βασισμένη εν πολλοίς σε εκείνη του ICC το 2017 που καταδίκαζε την Ελλάδα να του καταβάλλει 202 εκατ. ευρώ ως αποζημίωση-, η οποία και προβλήθηκε ως δικαίωση του Σάφα.
Στη συνέχεια, τον περασμένο Νοέμβριο, το ICSID εξέδωσε μια διάταξη σχετικά με το διαδικαστικό χρονοδιάγραμμα και στις 29 Ιανουαρίου 2021 τα δύο μέρη υπέβαλαν τα υπομνήματά τους.
Εκεί βρίσκεται η υπόθεση σήμερα, χωρίς κανείς να μπορεί να γνωρίζει αν και πόσο θα στοιχίσει στο ελληνικό Δημόσιο η εμπλοκή, αλλά και η «θορυβώδης» απεμπλοκή του Σάφα από τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά…
Επιπλέον, ο ίδιος μέσω συνέντευξής του, πέρυσι, σε γαλλικό μέσο, δήλωνε ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και ότι “προτίθεται να συμμετάσχει στην ισχυροποίηση της ναυπηγικής βιομηχανίας στην Ευρώπη“, ιδιαίτερα μάλιστα μετά τη στρατηγική συμφωνία του με τον γερμανικό όμιλο Lürssen.
Η μυστηριώδης διαδρομή του “Mr. Privinvest”
Σε κάθε περίπτωση, ο Ισκαντάρ Σάφα εξακολουθεί να αποτελεί ένα «αίνιγμα». Που εδράζεται στη μυστηριώδη διαδρομή του και τις διάφορες ιστορίες γύρω από το πώς έχτισε την καριέρα του. Ιστορίες από την εποχή που ήταν διαχειριστής ευαίσθητων στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Σαουδική Αραβία ή αργότερα, στη δεκαετία του ’80, όταν φέρεται να μεσολάβησε για την, -έναντι λύτρων-, απελευθέρωση πέντε Γάλλων, που κρατούνταν όμηροι από την οργάνωση Xεζμπολάχ. Το όνομά του ωστόσο έχει συνδεθεί και με ύποπτες υποθέσεις, όπως, πολύ πρόσφατα στις αρχές της χρονιάς, όταν η Privinvest και ο ίδιος ενέπλεξαν τον πρόεδρο της Μοζαμβίκης Φίλιπ Νιούσι σε σκάνδαλο διαφθοράς για χρέη ύψους 2 δισ. δολαρίων.
Το βέβαιο είναι ότι ο «Σάντυ» όπως τον αποκαλούν οι φίλοι του, που γεννήθηκε το 1955, στο μικρό λιμάνι Jounieh, στα βόρεια της Βυρητού, ήταν από μικρός μέσα στα σαλόνια της εξουσίας. Γιος του διευθυντή του γραφείου του τέως προέδρου της Δημοκρατίας Béchara el-Khoury, πήρε το πτυχίο του πολιτικού μηχανικού από το Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο της Βυρητού, και το 1992 πήγε στη Γαλλία για να σπουδάσει στη σχολή επιχειρήσεων Insead. στο Φοντενεμπλό. Μετά άρχισε να ασχολείται με τα offset και πρώτος μεγάλος «σταθμός» ήταν η συνεργασία του με τον όμιλο Thomson, όπου ανέλαβε την προώθηση των εξαγωγών του στη M. Aνατολή.
Έκτοτε πέρασαν πολλά και ακριβά συμβόλαια από τα χέρια του ,έχοντας αναπτύξει στενότατες σχέσεις με ισχυρά κέντρα εξουσίας στη Γερμανία, τη Γαλλία και άλλες χώρες. Έτσι η Privinvest, εμφανίζεται πλέον να κάνει τζίρο περί το 1 δισ. ευρώ, με βασικό βραχίονα τα ιστορικά γερμανικά ναυπηγεία του Κιέλου, τόσο από πολεμικά σκάφη, όσο και από mega yachts.
Για την ιστορία, ανάμεσα στις θυγατρικές της εντάσσει ακόμη και σήμερα τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά…
Διαβάστε ακόμη
Τι συμβαίνει με τα ναυπηγεία Ελευσίνας- Γιατί υπάρχει στασιμότητα
Εμπόριο – Έρευνα: Σε τρία χρόνια η επιστροφή στα επίπεδα προ πανδημίας