«Χωρίς ανατροπές δεν πάει μπροστά ο κόσμος… Θέλει κινητοποίηση και συνέργειες! Και η υποψηφιότητά μου θεωρώ ότι συμβάλλει στην πρόοδο και τη βελτίωση του ΣΕΒ. Ερχεται να ενώσει και όχι να διχάσει, επισφραγίζοντας τη Δημοκρατία και την πολυσυμμετοχικότητα». Η φαρμακοβιομήχανος κυρία Ιουλία Τσέτη δεν μασάει τα λόγια της και ανεξαρτήτως της έκβασης των προσεχών εκλογών στον ΣΕΒ έχει πετύχει ήδη να διαταράξει τα ήρεμα νερά του σημαντικότερου εργοδοτικού συνδέσμου με ιστορία 117 ετών. Κοινώς… creative disrupter, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται στη διεθνή ορολογία, καθώς η υποψηφιότητά της για την προεδρία σπάει την πρακτική της συντεταγμένης διαδοχής που ακολουθείται χωρίς παρεκκλίσεις από τη σύσταση του Συνδέσμου έως σήμερα με επιχείρημα «τη σταθερότητα, τη συνέπεια και τη συνέχεια» του ΣΕΒ παρότι στήνονται κάλπες!

«Ασχέτως αποτελέσματος αυτή θα είναι για μένα η μεγαλύτερη νίκη. Να ανοίξει ο δρόμος να ακολουθήσουν και άλλοι, να κινητοποιηθούν και να μπουν πιο ενεργά σε έναν Σύνδεσμο που μπορεί να λειτουργήσει περισσότερο συμπεριληπτικά και να διαδρά με τα μέλη του, είτε είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις είτε οι μικρομεσαίες και οι νεοφυείς. Είτε βρίσκονται στην Αττική, είτε στην επαρχία. Ανοιχτό στον πλουραλισμό απόψεων και θέσεων αλλά και στη Δημοκρατία», λέει η κυρία Τσέτη, σε μια συζήτηση που γίνεται στα κεντρικά γραφεία του Ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Τσέτη. Σύμφωνα με την ίδια, «σήμερα πλουραλισμός υπάρχει, δεν είναι όμως αρκετός ώστε να δημιουργεί μια καθολικότητα στη λήψη των αποφάσεων. Στόχος μου είναι να κινητοποιήσω και τις βιομηχανίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο να συμμετέχουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το πρόβλημα είναι όλων μας, όχι μερικών!». «Οσοι βλέπουν ότι υπάρχει μέλλον στον τόπο πρέπει να ενεργοποιηθούν. Η, δε, ενεργή συμμετοχή των πιο ισχυρών οικονομικών παραγόντων σε αυτόν τον φορέα είναι επιβεβλημένη και για τον επιπρόσθετο λόγο να αναδείξουν τις επόμενες γενιές επιχειρηματιών και βιομηχάνων», σπεύδει να προσθέσει.

«Γιατί εξαρχής αποφασίσατε να κατέλθετε υποψήφια;», τη ρωτάμε. «Το αποφάσισα γιατί το θεωρώ μια δημοκρατική συνέχεια. Πιστεύω πολύ στη Δημοκρατία και τη συμμετοχή μέσα σε έναν φορέα που είναι ο κατεξοχήν συνομιλητής της Πολιτείας και λαμβάνει κρίσιμες αποφάσεις για την εξέλιξη της οικονομίας μας και για την κοινωνία. Οπότε, ως γέννημα θρέμμα της βιομηχανίας, με καριέρα σημαντική στον χώρο της παραγωγής φαρμάκων, καλλυντικών, συμπληρωμάτων, ιατροβιοτεχνολογικών προϊόντων και παράλληλα έχοντας την προϋπηρεσία μέσα από την Πανελλήνια Ενωση Φαρμακοβιομηχανίας, το ΕΒΕΑ και το Οικουμενικό Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών (UN Global Compact), θεώρησα ότι αποτελώ μια εμβληματική υποψηφιότητα ώστε να παρακινήσω τελικά και τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας του τόπου να συμμετέχουν ενεργά. Εάν το καταφέρουμε αυτό, να υπάρχει τελικά ενεργή πολυσυμμετοχικότητα, να είστε σίγουροι ότι θα αποτελέσει τεράστιο οικονομικό βήμα για τον τόπο μας. Υπάρχει ένα κλίμα πάρα πολύ καλό στην οικονομία κι εμείς οι βιομήχανοι έχουμε υποχρέωση να συμμετέχουμε και να γίνει η οικονομία πραγματική, με περισσότερες θέσεις εργασίας, να δοθούν αυτά που μας υποσχέθηκε η κυβέρνηση, όπως η απομείωση των ασφαλιστικών εισφορών, και να ζήσουμε καλύτερες μέρες, που όλοι μας τις δικαιούμαστε», σημειώνει.

«Τι απαντάτε σε αυτούς που σας επικρίνουν ότι η υποψηφιότητά σας λειτουργεί διασπαστικά;» τη ρωτάμε. «Από πότε η Δημοκρατία δημιουργεί διάσπαση; Η Δημοκρατία ενώνει! Είναι μια γιορτή της ελευθερίας και της ανταλλαγής ιδεών. Και πόσο μάλλον στη χώρα που τη γέννησε. Νομίζω ότι η Ελλάδα έχει αποκαταστήσει τη Δημοκρατία από το 1974. Από εκεί και πέρα εάν δεν υπήρξαν πολλές υποψηφιότητες στην εκλογική διαδικασία τόσον καιρό, αυτό είναι ένα άλλο θέμα! Εγώ το ερμηνεύω περισσότερο από την απογοήτευση του επιχειρηματικού κόσμου από τις απανωτές κρίσεις. Είναι κάτι που βλέπουμε και σε μεγαλύτερη κλίμακα, στην πολιτική ζωή. Οι συμμετοχές στον πολιτικό στίβο δεν είναι πια όσες στο παρελθόν», σημειώνει.

Σύμφωνα με την ίδια, το σύνθημα αυτών των εκλογών είναι: «Ενας σύγχρονος και με γρήγορες ταχύτητες ΣΕΒ, όπως η εποχή το απαιτεί». Πάνω εκεί, όπως εξηγεί, έχει δομήσει και τις προτάσεις της. «Είμαι 4 χρόνια μέσα στον ΣΕΒ. Οπότε έχω πάρει ήδη μια καλή γεύση για το ότι χρειάζονται μεγαλύτερες επιταχύνσεις και μεγαλύτερη προσέγγιση και προσέλκυση όλων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ώστε να συνδεθούν με τα κεντρικά μας στην Ξενοφώντος αλλά και με το γραφείο των Βρυξελλών. Και να παροτρύνουμε τον κόσμο να συμμετέχει. Δυστυχώς, ο Ελληνας επιχειρηματίας έφαγε πολύ “ξύλο” τα προηγούμενα χρόνια και συνεχίζει να πέφτει από κρίση σε κρίση. Και αυτό το ξύλο, ξέρετε, μεταφράζεται σε μια ολόκληρη εποχή αποστασιοποίησης. Οπότε νομίζω ότι χρειάζεται να σκεφτούμε μερικές βασικές αρχές ως προς το από πού ξεκινήσαμε ως Ελλάδα, τι αποτελούσε παλιά η Ελλάδα και πώς τελικά φτάσαμε εδώ. Και εγώ θεωρώ ότι αυτό που έχουμε περισσότερη ανάγκη σήμερα είναι να προτεραιοποιήσουμε τη βιομηχανία και παράλληλα να ανοίξουμε όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία τόσο στις βιομηχανίες όσο και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η χρηματοδότηση δεν πρέπει να είναι ταμπού. Αρκεί βέβαια και αυτός που τη λαμβάνει να παράγει έργο», σημειώνει.

Αρκετές φορές στη συζήτηση αναφέρεται στο σύνθημα του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν για την επαναβιομηχάνιση της Ευρώπης, που απαντά ίσως για πρώτη φορά στη μεγάλη ανησυχία της ευρωπαϊκής βιομηχανίας συνολικά για την απώλεια σημαντικού μέρους της ανταγωνιστικότητάς της έναντι των άλλων παγκόσμιων δυνάμεων -ΗΠΑ, Κίνας, Ινδίας- λόγω των πολιτικών που έχουν ακολουθηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κυρίως με άξονα τη στρατηγική της ενεργειακής μετάβασης αλλά όχι μόνο.

«Δυστυχώς βιάστηκαν πολύ με τον πράσινο μετασχηματισμό. Δεν άφησαν περιθώρια στις επιχειρήσεις να προετοιμαστούν κάνοντας μία σταδιακή ανάπτυξη επενδύσεων», λέει η κυρία Τσέτη, τονίζοντας πως η θέση Μακρόν πρέπει να υποστηριχθεί και να συνταχθεί ένας κατάλογος μέτρων με συγκεκριμένα μέτρα, στα οποία η ίδια περιλαμβάνει και τις απευθείας κρατικές επιχορηγήσεις. «Τα κρατικά κονδύλια θα μπορούσε να είναι το πρώτο βήμα. Να διατίθενται στις εταιρείες συνδεόμενα με συγκεκριμένους στόχους. Οπως είχε κάνει η Γερμανία στην εποχή του COVID. Επιχορήγησε την BioNtech με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ για να καταφέρει τελικά να βγάλει το εμβόλιο.

Το ίδιο έκανε πρόσφατα ο κ. Μακρόν στη Γαλλία, επιδοτώντας τη δημιουργία εργοστασίου πρώτων υλών π.χ. παρακεταμόλης. Είναι κάτι εξαιρετικά σημαντικό να επιστρέψει η παραγωγή πρώτων υλών για φάρμακα στην Ευρώπη, το καταλάβαμε όλοι στην πανδημία. Πρέπει να λύσουμε όμως όλα αυτά που λειτουργούν ως τροχοπέδη στη βούληση που υπάρχει να κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση. Και πιστεύω ότι σήμερα έχουμε καλύτερο συγχρονισμό με την Ευρώπη. Γι’ αυτό και διαφωνώ με αυτό που είπε πρόσφατα ο κ. Ευάγγελος Μυτιληναίος ότι η Ελλάδα κινείται θετικά και η Κομισιόν αρνητικά. Oλοι κινούμαστε θετικά. Η Ευρώπη έδωσε μια μάχη, τα μέλη της κινούνται με διαφορετικές ταχύτητες, αντιμετωπίζει ένα ισχυρό μεταναστευτικό πρόβλημα και παράλληλα ζει με πολέμους στο έδαφος της. Ολα αυτά πρέπει να ισορροπήσουν. Οπότε δεν είναι εύκολη διαδικασία. Πρέπει όμως να χαράξουμε πορεία εμπρός εκλογικεύοντας και προτεραιοποιώντας τις ανάγκες μας. Ισως πρέπει να ξαναγυρίσουμε στον τρόπο που σκεφτόμασταν όταν έπρεπε να αντιμετωπίσουμε την πανδημία. Εκείνες οι σκέψεις ήταν πιο καθαρές.

Ηρθαμε κοντά στα κρίσιμα θέματα, αυτό της επιβίωσης και της υγείας. Τώρα; Καλύπτουμε τα θέματα υγείας, τα θέματα της οικονομίας πιο εύκολα, όμως έχουμε μπροστά μας την κλιματική αλλαγή που δημιουργεί άλλα θέματα κι άλλες κρίσεις που θα μας βρουν! Στην Ελλάδα έχουμε ακόμα ανοικτές πληγές, δείτε τη Θεσσαλία… Θα έρθουν όμως κι άλλες. Επίσης είναι και η απειλή μιας επερχόμενης επισιτιστικής κρίσης. Θέλω να πω λοιπόν ότι για όλα αυτά πρέπει μέσω εμπειρογνωμόνων και ειδικών να υπάρχουν συγκεκριμένα σχέδια, να μη φτάσουμε να έρθει πρώτα το πρόβλημα για να μπούμε στη διαδικασία του σχεδιασμού. Και επειδή πιστεύω πολύ στην ενωμένη Ευρώπη και στα ενιαία σύνορα, θέλω να γίνονται περισσότερα βήματα μπροστά παρά πίσω. Ετσι και ο ΣΕΒ θέλω να έχει ταχύτερο βηματισμό προς αυτή την κατεύθυνση. Να συμμετέχουν όλες οι επιχειρήσεις και οι υπόλοιποι σύνδεσμοι και να επηρεάζουν με τη γνώμη τους τα κέντρα λήψης των αποφάσεων, προτού αυτά γίνουν νομοθετήματα».

Από εκεί κι έπειτα η ίδια προτείνει μια σειρά απο παρεμβάσεις. «Η προτεραιοποίηση της βιομηχανίας ως μέσο ανάπτυξης της χώρας, η ενίσχυση των ΜμΕ και η εξωστρέφεια είναι οι βασικοί πυλώνες των προτάσεών μου», λέει η κυρία Τσέτη. Και συνεχίζει: «Ως όμιλος αποτελούμε έναν απ’ τους πρεσβευτές της ελληνικής οικονομίας στο εξωτερικό. Το φάρμακο είναι το δεύτερο εξαγώγιμο προϊόν της χώρας κάνοντας μακράν τη διαφορά από κάθε άλλον κλάδο, αποτελώντας κι ένα παράδειγμα πάνω στο οποίο μπορεί να πατήσει η πρωτογενής και η δευτερογενής παραγωγή του τόπου. Κι εκεί επικουρικά μπορούν να έρθουν δράσεις του ΣΕΒ με αποστολές στο εξωτερικό ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Επίσης, η διασύνδεση της νεοφυούς επιχειρηματικότητας με τη βιομηχανία και τις μεγάλες επιχειρήσεις είναι σημαντικό στοίχημα. Πιστεύω πολύ στο μομέντουμ της διασύνδεσης! Θεωρώ ότι είμαστε ένας έξυπνος λαός που έχουμε την καινοτομία μέσα μας και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία, τη διασύνδεση, θα γίνεται πιο εύκολα η πράξη έτσι ώστε να μη χάνονται προϊόντα και να μη χάνεται και ο χρόνος παρέλευσης της ευρεσιτεχνίας – κι αυτό να υλοποιείται και να βγαίνει πιο γρήγορα στην αγορά. Και έπειτα η σύνδεση της βιομηχανίας με την ακαδημαϊκή κοινότητα. Στη UNI-PHARMA το έχουμε επιδείξει αυτό μέσα απ’ την έρευνα που κάνουμε. Το θέμα είναι να τα αναδείξουμε όλα αυτά πιο πολύ και να δημιουργήσουμε ένα κλίμα αισιοδοξίας».

Παράλληλα, τονίζει την ανάγκη επανασύστασης του υπoυργείου Βιομηχανίας ώστε να μπορεί να χειρίζεται όλα τα θέματα που άπτονται της βιομηχανίας αυτοδύναμα και ανεξάρτητα.
Για την ίδια τα μεγαλύτερα προβλήματα του επιχειρείν στη χώρα που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι η γραφειοκρατία και οι ασφαλιστικές εισφορές. «Πρέπει να μειώσουμε τη γραφειοκρατία και τις ασφαλιστικές εισφορές ώστε να ανατάξουμε το μισθολογικό χάσμα που είναι απ’ τα βασικά θέματα στις επιχειρήσεις μας», λέει η κυρία Τσέτη, συνεχίζοντας: «Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να δούμε το Μεταναστευτικό. Πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε στις επιχειρήσεις μας το εργατικό δυναμικό, και το επιστημονικό, που έρχονται απ’ αυτό το μεγάλο κύμα ώστε να μετριάσουμε την έλλειψη εργατικών χεριών και επιστημονικού δυναμικού που τόσο μας ταλαιπωρεί όλους!».

Τη ρωτάμε αν μια πιθανή εκλογή της θα αλλάξει κάτι στις θέσεις και σχέσεις του ΣΕΒ με τους υπόλοιπους κοινωνικούς εταίρους, και κυρίως με τη ΓΣΕΕ, καθώς το αίτημα για αυξήσεις μισθών ενισχύεται από το πληθωριστικό τσουνάμι της τελευταίας τριετίας που έχει πλήξει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Η απάντηση είναι αρνητική. «Ο ΣΕΒ έχει προχωρήσει και έχει υπογράψει συλλογικές συμβάσεις ανά κλάδο. Η διασφάλιση των μισθολογικών κατακτήσεων είναι ένα δεδομένο που πρέπει να υπάρχει για κοινωνικούς λόγους και λόγους κοινωνικής ομαλότητας και αξιοπρεπούς διαβίωσης. Βιομηχανία χωρίς εργαζομένους δεν γίνεται. Να ξέρει ο εργαζόμενος τα δικαιώματά του και το πλαφόν των αποδοχών του», λέει η κυρία Τσέτη.

Μάχες

Η μάχη που έχει να δώσει η κυρία Τσέτη έως τις 18 Ιουνίου, οπότε και θα διεξαχθούν οι εκλογές στο πλαίσιο της Γ.Σ. του Συνδέσμου, θα είναι δύσκολη. Ωστόσο, η ίδια ξέρει πολύ από μάχες. Μπορεί να μην κατατάσσεται στον όρο της αυτοδημιούργητης επιχειρηματία, όμως η φαρμακοβιομηχανία που της κληροδότησε ο πατέρας της, Κλέων Τσέτης, στα χέρια της έχει εξελιχθεί σε ολόκληρο όμιλο πολλαπλάσιου μεγέθους. Είναι ενδεικτικό πως οι εργαζόμενοι πλέον έχουν φτάσει στους 700, όταν το 2010 που ανέλαβε ήταν μόλις 175! Τα δε προϊόντα τους πλέον βρίσκονται σε κάθε νοικοκυριό στην Ελλάδα και σε 72 χώρες του εξωτερικού.

Ενα τεράστιο επίτευγμα αν αναλογιστεί κανείς ότι όλο αυτό ξεκίνησε στα πέτρινα χρόνια της ελληνικής οικονομικής κρίσης την περασμένη δεκαετία, όταν η φαρμακευτική δαπάνη έπεφτε στα τάρταρα και σχεδόν όλες οι επενδύσεις πάγωναν. Η κυρία Τσέτη πήγε κόντρα στο ρεύμα και τελικά αποτέλεσε ένα από τα παραδείγματα της παλαιάς καμπάνιας του ΣΕΒ «Η Ελλάδα παράγει».

Σήμερα ο Όμιλος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Τσέτη έχει υπό την ομπρέλα του τις βιομηχανίες UNI-PHARMAκαι InterMed με ισάριθμα εργοστάσια, την εταιρεία UniHerbο, για την οποία δημιουργήθηκε μία νέα μονάδα εκχύλισης φαρμακευτικών φυτών, και, τέλος, την κυπριακή εμπορική Pharmabelle. «Το σημαντικό για εμάς μέσα από το μοντέλο που έχουμε εφαρμόσει στον όμιλο είναι ότι υπάρχει έρευνα στον τόπο μας. Εχουμε αυτή τη στιγμή 100 διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Επίσης, υπάρχει διαδραστικότητα με τα πανεπιστήμια και αυξάνονται οι θέσεις εργασίας. Πράγματα δηλαδή που αποτελούσαν και αποτελούν σημαία για την ανάπτυξη και την πρόοδο τελικά της ίδιας της χώρας», λέει. Η ίδια ως φαρμακοποιός, εκτός από βιομήχανος, και επίτιμη καθηγήτρια Φαρμακευτικής στο ΕΚΠΑ και λίαν συντόμως στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, ίσως αποτελεί και το πιο σημαντικό παράδειγμα συγκερασμού του επιχειρείν με τον ακαδημαϊκό κόσμο.

«Νόμοι»

Ολα αυτά όμως καμωμένα έχοντας κάνει «νόμους» τις συμβουλές του πατέρα της. «Να αγαπάω και να σέβομαι τους εργαζομένους μου, αυτός ήταν ο πρώτος κανόνας που τηρώ ευλαβικά. Γι’ αυτό και στην Ευρώπη διακρινόμαστε κάθε χρόνο ως Top Employers από το παγκόσμιο και ανεξάρτητο ινστιτούτο Top Employers Institute», απαντά. «Και έπειτα να κοιτάω τι μπορώ να κάνω εγώ καλύτερα και να μην κοιτάω τι κάνουν οι άλλοι».

Εάν όμως κάτι έχει διαμορφώσει τον χαρακτήρα της σήμερα είναι μία άλλη συμβουλή που αφορά όμως συνολικά τη ζωή: «Για την παραγωγή και προκοπή του τόπου μου, να μην παρεκκλίνω από το όραμά μου. Πάνω απ’ όλα, να μην ξεχνάω ότι είμαι επιστήμονας, να τιμώ τους δασκάλους μου και να συναισθάνομαι πάντα ότι η εξέλιξή μου βασίζεται σε ένα αξιακό σύστημα, στην Παιδεία, που τόσο καλά έχουμε διδαχθεί από το Δημοτικό Σχολείο έως τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα! Και πάνω απ’ όλα να επενδύω στον τόπο μας. Αυτή είναι μια ηθική υποχρέωση που έχω», απαντά.

Διαβάστε ακόμη

Τουρισμός: Τα απόνερα στην Ελλάδα από το ευρωπαϊκό «κανόνι» του FTI

Cenergy Holdings: Η «δεύτερη ζωή» για το εργοστάσιο της Πετζετάκις στη Θήβα (pics)

Σε επαναγορές ομολόγων μέσω νέων εκδόσεων προχωρούν οι τράπεζες – Η διπλή στόχευση

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ