© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
των Γιάννη Μακρυγιάννη – Μαριάννας Τζάννε
Μόνο «αχαρτογράφητα νερά» δεν ήταν για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ η κατάσταση στη ∆ηµόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισµού, όπως αποκαλύπτει το έγγραφο-ντοκουµέντο της οικονοµικής διευθύντριας της ∆ΕΗ από τον Μάιο του 2019.
Το ενηµερωτικό σηµείωµα-κόλαφος για την κατάρρευση της εταιρείας, στο οποίο περιλαµβάνονται τα προκαταρκτικά στοιχεία του α’ τριµήνου ελλείψει προβλέψεων, αποτύπωνε τη δραµατική κατάσταση της ∆ΕΗ, για την οποία η προηγούµενη κυβέρνηση επέλεξε την αδράνεια, παρότι ήταν σαφές ότι ο ισολογισµός είχε βαφτεί µε κόκκινα χρώµατα από το 4ο τρίµηνο του 2018, εµφανίζοντας αρνητική λειτουργική κερδοφορία, µε κίνδυνο ενεργοποίησης ρήτρας από τις τράπεζες για καταγγελία συµβάσεων.
Τα στοιχεία µε τα αποτελέσµατα της ∆ΕΗ για το α’ τρίµηνο του έτους (υπήρχε εκτίµηση για αρνητικά EBITDA ύψους 85 εκατ. ευρώ, που τελικά διαµορφώθηκαν στα 51,3 εκατ. ευρώ), τα οποία υπογράφει η κυρία Αλεξάνδρα Κονίδα απευθυνόµενη στον τέως διευθύνοντα σύµβουλο της ∆ΕΗ Μανώλη Παναγιωτάκη και τον πρώην αναπληρωτή διευθύνοντα σύµβουλο ∆ηµήτρη Τζαννίνη και τα κοινοποιεί σε άλλα τέσσερα διευθυντικά στελέχη της εταιρείας, επιβεβαιώνουν την πορεία εκτροχιασµού της Επιχείρησης και εξηγούν τα έκτακτα µέτρα της παρούσας κυβέρνησης και την αγωνιώδη προσπάθειά της να βρεθούν οι πηγές που θα ενισχύσουν το ταµείο της.
«Υπάρχει θέµα τήρησης του δείκτη EBITDA προς καθαροί χρεωστικοί τόκοι τόσο στη σύµβαση της κοινοπραξίας KfW όσο και της ΕΤΕπ και της κοινοπραξίας ελληνικών τραπεζών…», σηµειώνει στην αλληλογραφία της µε τη διοίκηση η κυρία Κονίδα µε ηµεροµηνία 20 Μαΐου, µία εβδοµάδα πριν από τη διπλή προσφυγή στις κάλπες και περίπου 50 ηµέρες πριν από τις εθνικές εκλογές του Ιουλίου.
Οπως αναφέρει, σε περίπτωση µη τήρησης του εν λόγω χρηµατοοικονοµικού δείκτη θα χρειαστεί να ληφθεί η συναίνεση (waiver) από τις τράπεζες, διαφορετικά το γεγονός αυτό αποτελεί λόγο καταγγελίας. Το email συνεχίζει αποκαλύπτοντας ότι θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα περιγραφής στις τράπεζες των δράσεων για την επαναφορά του δείκτη σε αποδεκτά επίπεδα, ο οποίος, όπως επισηµαίνεται, θα προέλθει µόνο από την αύξηση του EBITDA.
«Σε κάθε περίπτωση παραµένει το οξύ πρόβληµα της αναντιστοιχίας µεταξύ τιµολογίων και δαπανών ενώ οι ληξιπρόθεσµες οφειλές παραµένουν σε µεγάλο ύψος και υπάρχει και σηµαντικό ύψος συµβολαιοποιηµένων επενδύσεων προς υλοποίηση εντός του 2019», καταλήγει η κυρία Κονίδα προτείνοντας ενηµέρωση του Συµβουλίου ∆ιοίκησης και να εξεταστεί η δυνατότητα λήψης µέτρων, ώστε στη συνέχεια να υπάρξει και ενηµέρωση του διοικητικού συµβουλίου.
Σύµφωνα µε την αλληλογραφία που παρουσιάζει σήµερα το «ΘΕΜΑ», η βασική διαφορά µεταξύ του φετινού α’ τριµήνου και του περσινού είναι η αύξηση του ενεργειακού ισοζυγίου κατά 250 εκατ. ευρώ χωρίς αντίστοιχη ανάκτηση εσόδων µέσω των τιµολογίων, εικόνα που αποδεικνύει τη σπουδαιότητα της προσαρµογής στα κόστη παραγωγής της εµπορικής πολιτικής που τίθεται από σήµερα σε ισχύ µε απόφαση της νέας κυβέρνησης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκε να αναλάβει τις ευθύνες του για την κατάρρευση της ∆ΕΗ και να επωµιστεί το πολιτικό κόστος από την επιβολή αυξήσεων στα τιµολόγια, παρότι η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους είχε επισηµανθεί από τις οικονοµικές υπηρεσίες έναν χρόνο πριν.
Συγκεκριµένα στις 21 Σεπτεµβρίου του 2018, η κυρία Κονίδα, απευθυνόµενη και πάλι στον κ. Παναγιωτάκη τού προωθούσε σηµείωµα της Credit Suisse όπου συνοψίζονταν όλα τα θέµατα στα οποία η διοίκηση θα έπρεπε να ρίξει βάρος προκειµένου να πείσει υποψήφιους επενδυτές να αναχρηµατοδοτήσουν το οµόλογο ύψους 350 εκατ. ευρώ που έληξε τον περασµένο Απρίλιο. Κυρίαρχο σηµείο της αναφοράς ήταν η δυνατότητα µετακύλισης αυξήσεων στα τιµολόγια των τελικών καταναλωτών, σηµειώνοντας ότι η ∆ΕΗ έχει απορροφήσει σηµαντικά ποσά που σχετίζονται µε ανάλογες επιβαρύνσεις.
Η υπογράµµιση ότι «αν δεν µπορούµε να είµαστε πειστικοί ως προς αυτό (σ.σ.: αύξηση τιµολογίων) και τα υπόλοιπα θέµατα που αναφέρονται στο σηµείωµα της διεθνούς επενδυτικής τράπεζας, τότε καθίσταται πολύ δύσκολο έως αδύνατο το εγχείρηµα της εξόδου στις αγορές κεφαλαίου» ήταν προφητική. Γιατί όχι µόνο στις αγορές δεν κατάφερε να βγει η ∆ΕΗ, αλλά χρειάστηκε γενναίες ταµειακές ενισχύσεις ύψους 550 εκατ. ευρώ από τα κρατικά ταµεία µε τη µορφή προκαταβολών για την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από το ∆ηµόσιο ώστε να καλυφθούν οι αυξηµένες απαιτήσεις των δανείων της.
Ο πρώην διοικητής της ΔΕΗ Μανώλης Παναγιωτάκης με τον πρώην υπουργό Ενέργειας Γιώργο Σταθάκη αγνόησαν όλες τις προειδοποιήσεις για τη ΔΕΗ
Οι δαπάνες που «µαύρισαν» τον ισολογισµό
Τα αναλυτικά στοιχεία της κυρίας Κονίδα αναφέρουν όλους τους παράγοντες που οδήγησαν στην αύξηση κατά 250 εκατ. ευρώ του ενεργειακού ισοζυγίου κατά το α’ τρίµηνο του 2019 και οι οποίοι καθιστούσαν επιτακτική την αλλαγή κατεύθυνσης για τη ∆ΕΗ.
Πιο συγκεκριµένα, η δαπάνη για τα υγρά καύσιµα ήταν αυξηµένη κατά 24 εκατ. ευρώ, ενώ για το φυσικό αέριο εκτινάχθηκε κατά 67 εκατ. ευρώ λόγω αύξησης κατά 32,5% της τιµής του φυσικού αερίου. Πολύ µεγάλες ήταν και οι δαπάνες για αγορές ηλεκτρικής ενέργειας καθώς αυξήθηκαν κατά 102 εκατ. ευρώ.
Οπως αναφέρεται, στις αρχές του έτους καταργήθηκε η χρέωση προµηθευτή (ΠΧΕΦΕΛ), καθώς και το ειδικό τέλος λιγνίτη. Ωστόσο, η εξοικονόµηση που έφερε η απόσυρση των µέτρων συνολικού ύψους 72 εκατ. ευρώ εξανεµίστηκε από την αύξηση της ζηµίας από ΝΟΜΕ (δηµοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας). Οι δηµοπρασίες επιβάρυναν το α’ τρίµηνο του έτους µε 75 εκατ. ευρώ έναντι 12 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστηµα. Στις υψηλές δαπάνες της περιόδου θα πρέπει να προστεθούν και τα κόστη για τις εκποµπές ρύπων κατά 60 εκατ. µε τη συνολική δαπάνη να υπολογίζεται σε 107 εκατ. από 47 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστηµα του 2018.
Το παράδοξο είναι πως ενώ όλοι γνώριζαν ότι οι συνθήκες λειτουργίας για τη ∆ΕΗ ήταν εξαιρετικά αρνητικές, όχι µόνο φρόντισαν να µην πάρουν µέτρα για να αποφύγουν την πρόσκρουση στα βράχια, αλλά έστρωσαν το χαλί για µια καταστροφική διαδροµή που σήµερα µόνο µε έκτακτα µέτρα και πώληση σηµαντικών περιουσιακών στοιχείων φαίνεται ότι µπορεί να αποτρέψει τη χρεοκοπία της εταιρείας.
Η οικονοµική διευθύντρια της ∆ΕΗ Αλεξάνδρα Κονίδα Προς σύσταση Εξεταστικής και έρευνα από τη ∆ικαιοσύνη
Προς σύσταση Εξεταστικής και έρευνα από τη ∆ικαιοσύνη
Η υπόθεση της ∆ΕΗ είναι ουσιαστικά το πρώτο θερµό πολιτικό µέτωπο που ανοίγει η σηµερινή κυβέρνηση µε τον ΣΥΡΙΖΑ
Οταν ο υπουργός Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης µιλούσε την περασµένη Πέµπτη στη Βουλή για την αναζήτηση ακόµα και ποινικών ευθυνών για την τραγική οικονοµική κατάσταση της ∆ΕΗ, δεν το έκανε απλώς για λόγους πολιτικής αντιπαράθεσης ή επικοινωνιακής τακτικής. Το έκανε επειδή πίστευε ή και γνώριζε ότι η πορεία απαξίωσης της µεγαλύτερης δηµόσιας επιχείρησης µπορεί να σχετίζεται µε εγκληµατικές αµέλειες ή και ηθεληµένες καταστροφικές κινήσεις της προηγούµενης διοίκησης και ενδεχοµένως και αρµόδιων υπουργών, που φτάνουν έως και στην ανάγκη ποινικής διερεύνησης. Και πιθανότατα επειδή είχε υπόψη του ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήταν ενήµερη για τη δραµατική πορεία της Επιχείρησης τους τελευταίους µήνες.
Οπως και να ‘χει, η απόφαση της κυβέρνησης για τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής για το θέµα της ∆ΕΗ πρέπει να θεωρείται δεδοµένη, µε αποτέλεσµα να παίρνει φωτιά µε την έναρξη της νέας σεζόν το πολιτικό σκηνικό και ενώ στο µεταξύ έχει γίνει γνωστό ότι και η ∆ικαιοσύνη ξεκινά έρευνα.
Η υπόθεση της ∆ΕΗ είναι ουσιαστικά το πρώτο θερµό µέτωπο που ανοίγει η σηµερινή κυβέρνηση µε τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η λήψη αντιδηµοφιλών µέτρων, όπως οι αυξήσεις στο ρεύµα, που λαµβάνει η σηµερινή ηγεσία για τη διάσωση της εταιρείας, συνεπάγεται πολιτικό κόστος, που δεν είναι διατεθειµένη να φορτωθεί, εφόσον το πρόβληµα έχει τις ρίζες του στους χειρισµούς των προηγούµενων. Ειδικά µάλιστα από τη στιγµή που ελλοχεύει ο κίνδυνος να προκληθεί ένα άνευ προηγουµένου πατατράκ µε την κατάρρευση της εταιρείας.
Το «ΘΕΜΑ» αποκαλύπτει ένα έγγραφοντοκουµέντο, που είχε αποστείλει τον Μάιο του 2019 η οικονοµική διευθύντρια της ∆ΕΗ προς τη διοίκηση της εταιρείας, σχετικά µε την οριακή πορεία της Επιχείρησης. Κατέγραφε δε τους µεγάλους κινδύνους που προέκυπταν από τα αρνητικά στοιχεία του προηγούµενου διαστήµατος. Με δεδοµένο το έγγραφο αυτό, αποδεικνύεται ότι η προηγούµενη κυβέρνηση όχι µόνο γνώριζε το πρόβληµα και ουσιαστικά δεν έκανε τίποτα, αλλά απέκρυψε σκοπίµως την τραγική κατάσταση, προφανώς για προεκλογικούς λόγους, αφήνοντας την Επιχείρηση στην τύχη της ή και επιβαρύνοντας την προοπτική της.
Οπως λένε κυβερνητικοί παράγοντες µε γνώση των όσων συµβαίνουν αυτή την ώρα στο παρασκήνιο, είναι καίριας σηµασίας ζήτηµα να ερευνηθεί ποιοι και τι γνώριζαν, αλλά κυρίως τι θα µπορούσαν να είχαν κάνει στο µεταξύ ώστε να µη φτάσουµε στα τέλη του Αυγούστου να γίνεται λόγος για την επιβίωση της ∆ΕΗ και να αναζητούνται επείγουσες λύσεις. Για τη σηµερινή κυβέρνηση οι ευθύνες της προηγούµενης διοίκησης, αλλά και πολιτικών ηγεσιών που διαχειρίστηκαν τη ∆ΕΗ τα τελευταία τεσσεράµισι χρόνια είναι πελώριες. Ειδικά από τη στιγµή που η Επιχείρηση πέρασε από την κερδοφορία του 2014 στις τεράστιες ζηµίες των 900 εκατ. το 2018. Εντοπίζουν µάλιστα συγκεκριµένες ενέργειες που θεωρούνται λανθασµένες και καταστροφικές για τη ∆ΕΗ και για τούτο χρήζουν διερεύνησης.
Από την αγορά µιας σκοπιανής εταιρείας ενέργειας που ανήκει στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ζάεφ έως την πώληση ρεύµατος σε ιδιωτικές εταιρείες µε τιµές κάτω του κόστους, κίνηση που προκάλεσε ζηµίες της τάξης των 500-600 εκατ. ευρώ, όπως σηµειώνει χαρακτηριστικά ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης.
Σύµφωνα µε την εκτίµηση της κυβέρνησης, η πραγµατική άξια της ∆ΕΗ είναι σήµερα γύρω στα 300 εκατ. ευρώ, όταν το 2014 κινούνταν στα 1,9 δισ. ευρώ!
«Πρόκειται για απίστευτη υποβάθµιση, θα αποδοθούν οι ευθύνες που πρέπει να αποδοθούν είτε µέσω της πολιτικής διαδικασίας του Κοινοβουλίου, των εξεταστικών, είτε µέσω της ∆ικαιοσύνης», ξεκαθάρισε ο κ. Γεραπετρίτης, ενώ ο κ. Χατζηδάκης διαµήνυσε προς τους πρώην κυβερνώντες ότι «στο ζήτηµα ∆ΕΗ δεν είστε κατήγοροι αλλά κατηγορούµενοι».
Η εξεταστική επιτροπή είναι κατά πολλούς επιβεβληµένη όχι µόνο για την αναζήτηση και δίκαιη κατανοµή ευθυνών, αλλά και για προφανείς πολιτικούς λόγους. Η κυβέρνηση επιδιώκει να ακυρώσει την όποια αντιπολιτευτική κριτική θα επιχειρήσει να ασκήσει, εκ του ασφαλούς όπως λένε, ο ΣΥΡΙΖΑ. ∆εν πρόκειται δηλαδή να επιτρέψουν στην Κουµουνδούρου να φορτώσει στη σηµερινή κυβέρνηση το αδιέξοδο της ∆ΕΗ, ούτε να βγει κι από πάνω εκµεταλλευόµενη ένα αδιέξοδο για το οποίο ευθύνεται ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ. Στο Μέγαρο Μαξίµου φοβούνται πως την ώρα που η κυβέρνηση θα είναι αναγκασµένη να πάρει δύσκολα και επώδυνα µέτρα για τη σωτηρία της Επιχείρησης, η αξιωµατική αντιπολίτευση θα βγει στους δρόµους, θα στήσει µέτωπο µε τους σκληρούς συνδικαλιστές, καταφεύγοντας και πάλι στον εύκολο λαϊκισµό και την είσπραξη µικροκοµµατικών οφελών.
Η πολιτική και επικοινωνιακή αντεπίθεση -και µέσω εξεταστικής επιτροπής- είναι επιβεβληµένη πιστεύουν έµπειροι «γαλάζιοι» παράγοντες, που έχουν πάντα κατά νου τη δεινότητα του ΣΥΡΙΖΑ στην άσκηση της αντιπολίτευσης.
Ο υπουργός Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης
Εκτακτο πακέτο μέτρων για τη σωτηρία της ΔΕΗ
Εξανεμίζεται η έκπτωση συνέπειας για τους καλοπληρωτές, μπαίνει ρήτρα ρύπων που θα οδηγήσει σε νέες αυξήσεις τιμολογίων
Με στηρίγματα 7 εκατομμύρια νοικοκυριά, τη βιομηχανία, τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους επιδιώκει να γυρίσει τον διακόπτη η κυβέρνηση, μετακυλίοντας σε όλους το τίμημα της διάσωσης της ΔΕΗ για να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό, το οποίο έως τα τέλη του 2020 φτάνει και πιθανώς να ξεπερνά τα 900 εκατ. ευρώ.
Πρόκειται για πόρους που, σύμφωνα με τον νέο πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της Επιχείρησης Γιώργο Στάσση, λείπουν από τη ΔΕΗ για να ισοσκελίσει το ταμείο της κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους και η αναζήτησή τους θα προσφέρει ένα ικανοποιητικό μαξιλάρι για να αποφύγει τη χρεοκοπία.
O λόγος είναι ότι η ΔΕΗ συνεχίζει να βρίσκεται στη σκιά των ορκωτών ελεγκτών της Εrnst & Υoung, οι οποίοι στις 24 Σεπτεμβρίου με την έκθεση που θα συνοδεύσει τα αποτελέσματα εξαμήνου της εταιρείας είτε θα βγάλουν έξω από το νερό τη δημόσια επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας, είτε θα τη σπρώξουν ακόμη πιο βαθιά, αν κρίνουν ότι τα κυβερνητικά μέτρα δεν επαρκούν και συνεχίζουν να απειλούν τη βιωσιμότητά της.
Μια τέτοια εξέλιξη θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την εταιρεία αλλά και για την ελληνική οικονομία συνολικά, καθώς θα ενεργοποιούσε βίαιους μηχανισμούς, όπως αναστολή διαπραγμάτευσης της μετοχής, καταγγελία δανειακών συμβάσεων, σύνταξη ισολογισμού σε καθεστώς εκκαθάρισης (liquidation accounting), προβλέψεις για μη εξυπηρετούμενα δάνεια ύψους 1,5 δισ. ευρώ από τις ελληνικές τράπεζες, στάση πληρωμών κ.ά.
Υπό αυτό το πρίσμα ο εξορθολογισμός των τιμολογίων που αποφάσισε την Παρασκευή το διοικητικό συμβούλιο της Επιχείρησης, έπειτα από μια μαραθώνια συζήτηση στη Βουλή, η οποία προηγήθηκε και διεξήχθη σε υψηλούς πολιτικούς τόνους, με αιχμές ακόμη και για παραπομπή στη Δικαιοσύνη για τις ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ για την κατάρρευση της ΔΕΗ ήταν μονόδρομος.
Το πακέτο μέτρων που ενεργοποιεί από την 1η Σεπτεμβρίου η ΔΕΗ προβλέπει αύξηση στην κατανάλωση ρεύματος μεταξύ 16,4% και 19,4%, η οποία, σύμφωνα με το ΥΠΕΝ, δεν θα επιβαρύνει τους καταναλωτές καθώς θα ισοσκελιστεί με τη μείωση του ΕΤΜΕΑΡ (το ταμείο που εισπράττει το τέλος για τους ρύπους το οποίο πηγαίνει υπέρ των ΑΠΕ) αλλά και τη μείωση του ΦΠΑ που είχε αποφασίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (από 13% σε 6%).
Οι αυξήσεις στο ανταγωνιστικό σκέλος των τιμολογίων συνοδεύονται με τη λήψη και πρόσθετων μέτρων, όπως ο περιορισμός της έκπτωσης συνέπειας στο 5% από το 10% για τους καλοπληρωτές, ο οποίος σύμφωνα με τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστή Χατζηδάκη ισοδυναμεί με μηνιαίες απώλειες για τα νοικοκυριά 2,5 ευρώ ανά λογαριασμό, ο περιορισμός των εκπτώσεων στα τιμολόγια των εργαζομένων στη ΔΕΗ, που θα υποχωρήσουν στο 30% από 75%, η κατάργηση της έκπτωσης χρέωσης CO2 στη βιομηχανία και τις μεγάλες επιχειρήσεις (μέση τάση) αλλά και η ρήτρα δικαιωμάτων ρύπων για τα νοικοκυριά, η οποία θα τεθεί σε ισχύ από την 1η Νοεμβρίου.
Ωστόσο παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να δημιουργήσει ένα νέο τιμολόγιο με ουδέτερο αποτέλεσμα στη χαμηλή τάση, η άσκηση να ισοσκελιστούν πλήρως οι αυξήσεις είναι αρκετά περίπλοκη. Για παράδειγμα, μόνο από τη μείωση της έκπτωσης συνέπειας από το 10% στο 5% οι οικιακοί καταναλωτές θα δουν να επιβαρύνονται οι δίμηνοι λογαριασμοί τους κατά 5 ευρώ.
Αν υπολογιστεί και η προηγούμενη μείωση (από 15% σε 10%), η επιβάρυνση των οικιακών πελατών από την περασμένη άνοιξη συνολικά ανεβαίνει τα 10 ευρώ το δίμηνο. Συνυπολογίζοντας και τη μείωση του ΦΠΑ, που ήδη έχει γίνει από την περασμένο Απρίλιο στα τιμολόγια, η χαμηλή τάση θα δει τελικά μικρές αυξήσεις στα τιμολόγια Σεπτεμβρίου.
Επιπλέον, αναπροσαρμογές τιμολογίων εγκυμονεί και η ενσωμάτωση ρήτρας CO2. Στα σπλάχνα της χρέωσης ρύπων που έχουν υιοθετήσει από καιρό οι ιδιώτες προμηθευτές παίρνοντας ως βάση την Οριακή Τιμή Συστήματος κρύβονται και οι επιπλέον αυξήσεις που θα έρθουν στα τιμολόγια ρεύματος εφόσον οι τιμές των CO2 συνεχίσουν να ανεβαίνουν, όπως εκτιμούν όλες οι διεθνείς αναλύσεις.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις που επικαλείται η ΔΕΗ, η μέση ετήσια τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 για το 2019 εκτιμάται σε 25,70 ευρώ/τόνο (το 2018 ήταν 14,68 ευρώ/τόνο και το 2017 μόλις 5,84 ευρώ/τόνο). Αναμένεται περαιτέρω αύξηση των δικαιωμάτων εκπομπών για το 2020, με τη μέση ετήσια τιμή να εκτιμάται σε 30,25 ευρώ/τόνο.
Το στοιχείο αυτό αποδεικνύει ότι είναι μεν ένα προληπτικό μέτρο, όπως τόνισε τις προηγούμενες μέρες το νέο «αφεντικό» της εταιρείας, όμως παραμένει θολό το τοπίο όσον αφορά το από ποια τιμή και πάνω θα δει αυξήσεις ο οικιακός καταναλωτής.
Για τον υπολογισμό της ρήτρας ρύπων η ΔΕΗ θέτει ως βάση τη μεθοδολογία που χρησιμοποιούσε μέχρι σήμερα για να υπολογίσει την αντίστοιχη χρέωση για τη μέση και την υψηλή τάση (15,68 ευρώ/μεγαβατώρα).
Σύμφωνα με την Επιχείρηση η ρήτρα, «θα ενεργοποιείται στην περίπτωση που με τη ισχύουσα μεθοδολογία υπολογισμού της μοναδιαίας χρέωσης του κόστους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για τη χαμηλή τάση προκύψει τιμή χρέωσης μεγαλύτερη από την προαναφερόμενη τρέχουσα τιμή χρέωσης CO2 και θα χρεώνεται η θετική διαφορά των δύο τιμών».
Οπως αναφέρεται, η ρήτρα δεν θα ενεργοποιείται εφόσον το κόστος των ρύπων είναι μειωμένο, όπως συμβαίνει διεθνώς με τις χρεώσεις αυτές.
Οι αλλαγές στην εμπορική πολιτική της ΔΕΗ, τις οποίες υποδέχονται με μεγάλη ικανοποίηση οι ανταγωνιστές της Επιχείρησης, καθώς τους λύνει τα χέρια για να αναθεωρήσουν προς τα πάνω την τιμολογιακή πολιτική τους, ενδεχομένως και εντός του μήνα, θα συνδράμουν σε πρώτη φάση το σχέδιο διάσωσης με 490 εκατ. ευρώ.
Με βάση την ακτινογραφία των εσόδων, όπως αυτή αναλύθηκε στο διοικητικό συμβούλιο της Παρασκευής που ενέκρινε τα νέα τιμολόγια, η πλειοψηφία των πόρων θα πληρωθεί από τους καταναλωτές. Υπολογίζεται ότι από τις τσέπες των πελατών μέσης και χαμηλής τάσης θα πληρωθούν 350 εκ. ευρώ (250 εκατ. ευρώ από τις ανατιμήσεις των τιμολογίων στην χαμηλή τάση, 68 εκατ. ευρώ από τη μείωση της έκπτωσης συνέπειας, 16 εκατ. ευρώ από την κατάργηση της έκπτωσης στις χρεώσεις CO2 στην μέση τάση και επιπλέον 16 εκατ. ευρώ από την κατάργηση της έκπτωσης συνέπειας στη μέση τάση) και 140 εκατομμύρια θα προέλθουν από την μείωση του ΕΤΜΕΑΡ. Τα νέα μέτρα αποτελούν την πρώτη φάση του κυβερνητικού σχεδιασμού εθνικής σωτηρίας που θα συμπληρωθεί με έσοδα από τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) της τάξης των 180 έως 200 εκατ. ευρώ, με κατάργηση των ΝΟΜΕ, με τιτλοποίηση ληξιπρόθεσμων χρεών, με στοχευμένες εθελούσιες εξόδους για τους εργαζομένους, με απόσυρση λιγνιτικών μονάδων αλλά και με την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ.
Η εμπορική πολιτική της ΔΕΗ βρίσκεται τις τελευταίες μέρες στο στόχαστρο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία κάνει λόγο για αυξήσεις στα τιμολόγια ρεύματος έως 13% με μετακύλιση βαρών ύψους 500 εκατ. ευρώ στους πολίτες. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επικρίνει την κυβέρνηση και για τη μετάθεση της καταβολής των εσόδων από τις ΥΚΩ, αποδίδοντας τις καθυστερήσεις σε δημοσιονομικά προβλήματα.
Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Γιώργος Στάσσης επιβεβαίωσε κατά την παρουσίαση στη Βουλή των μέτρων εξυγίανσής της ότι η Επιχείρηση βρίσκεται στη ζωή το τελευταίο εξάμηνο «με έμμεσες ενέσεις ρευστότητας και όχι από δικά της έσοδα»
Στάσσης: «Η ΔΕΗ μπορεί να γυρίσει σελίδα σε τρία χρόνια»
Την εικόνα μιας επιχείρησης υψηλού κινδύνου που παράγει μόνο ζημίες χωρίς να μπορεί να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της παρουσίασε τις προηγούμενες μέρες στη Βουλή ο κ. Στάσσης. Ο διευθύνων σύμβουλος επιβεβαίωσε ότι η εταιρεία βρίσκεται στη ζωή το τελευταίο εξάμηνο «με έμμεσες ενέσεις ρευστότητας και όχι από δικά της έσοδα και κέρδη ώστε να λειτουργεί και να επενδύει» με ιδιαίτερα υψηλό κόστος αφού, όπως σημείωσε, ακόμη και η πολιτική της προπληρωμής της κατανάλωσης ενέργειας από το Δημόσιο έγινε με ιδιαίτερα επαχθείς όρους: «Υπήρξε μια έμμεση δανειοδότηση με επιτόκιο 27%! αν λάβουμε υπόψη μας ότι η προπληρωμή των 550 εκατ. ευρώ από το κράτος έγινε με την έκπτωση 15% λόγω συνέπειας, 6% λόγω της προπληρωμής και άλλα 6% για την έκπτωση όγκου». Οπως επισημάνθηκε, από το β’ εξάμηνο του 2018 η ΔΕΗ εμφανίζει μια ραγδαία επιδείνωση οικονομικών δεικτών, αφού το α’ εξάμηνο του έτους το λειτουργικό αποτέλεσμα ήταν θετικό στα 246 εκατ. ευρώ, ενώ στο β’ ήταν αρνητικό κατά 40 εκατ. ευρώ.
«Ακόμη και στο μηδέν να ήταν οι οφειλές ύψους 2,7 δισ. από τα ληξιπρόθεσμα χρέη, το διάστημα αυτό η Επιχείρηση δείχνει ότι μπαίνει μέσα», αναφέρεται χαρακτηριστικα. Την ίδια στιγμή, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της Επιχείρησης προς την αγορά ανέρχονται σε 906 εκατ. ευρώ χρέη αποτελώντας ακόμα ένα ηχηρό καμπανάκι.
Οι θυσίες νοικοκυριών και επιχειρήσεων που θα στηρίξουν τη ρευστότητα της εταιρείας αποτελούν την πρώτη φουρνιά μέτρων αλλά όχι τη λύση στα διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΔΕΗ. «Με όλα αυτά τα μέτρα, η εταιρεία καταφέρνει να αποκτήσει ένα προσωρινό αντίδοτο και όχι λύση στο δομικό πρόβλημα βιωσιμότητας. Γι’ αυτό, θα χρειαστούμε διαρθρωτικές δράσεις μετασχηματισμού της Επιχείρησης σε μια νέα αναπτυξιακή τροχιά», ανέφερε στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής ο κ. Στάσσης. Οπως τόνισε, μαζί με τα δομικής φύσης μέτρα (απογαλακτισμός από το Δημόσιο, ιδιωτικοποίηση και εκσυγχρονισμός δικτύων, ανάπτυξη ΑΠΕ, νέο business plan έως τέλος του χρόνου, ψηφιακός μετασχηματισμός όλου του ομίλου, σε παραγωγή, εμπορία, δίκτυα), ο όμιλος μπορεί να επανέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά εντός τριετίας. Επισήμανε, επίσης, ότι τα πρώτα θετικά δείγματα σε επίπεδο ισολογισμού θα μπορούν πιθανόν να φανούν και εντός του 2020.
Η κυβέρνηση καλείται να ξεπεράσει τον πρώτο κάβο που είναι το κρίσιμο τεστ της 24ης Σεπτεμβρίου ώστε να πείσει την Ernst & Young ότι οι ταμειακές ροές καλύπτουν τις υποχρεώσεις της Επιχείρησης για τον επόμενο χρόνο. Το επόμενο βήμα είναι η κατάργηση των ΝΟΜΕ (δημοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας), με πρώτο σταθμό την τελευταία μεγάλη δημοπρασία Οκτωβρίου όπου το υπουργείο Περιβάλλοντος καλείται να αποφασίσει αν θα δώσει τη συγκατάθεσή του για να προχωρήσει ή όχι.
Στην αγορά των προμηθευτών ενέργειας εκτιμούν ότι το ΥΠΕΝ προσανατολίζεται στην κατάργησή της και σε νέα διαπραγμάτευση με τις Βρυξέλλες για να αναζητηθούν άλλες λύσεις. Τονίζουν, όμως, ότι το κράτος οφείλει να έχει συνέχεια. Οπως αναφέρουν, η εμπορική πολιτική 20 προμηθευτών ενέργειας έχει βασιστεί στο μοντέλο των ΝΟΜΕ και κάποιοι έχουν ακόμη και διετή συμβόλαια με πελάτες με συγκεκριμένες τιμές.
Η δημοπρασία του Οκτωβρίου είναι εξαιρετικά κρίσιμη, καθώς θα αγοράσουν ενέργεια για το επόμενο δωδεκάμηνο, επιλογή που θα τους επιτρέψει να δημιουργήσουν ανταγωνιστικότερα τιμολόγια και να προσελκύσουν μεγαλύτερο μερίδιο από τη ΔΕΗ σε ένα ήδη ευνοϊκότερο περιβάλλον, όπως αυτό διαμορφώνεται μετά τις αλλαγές στην εμπορική της πολιτική.
Σε διαφορετική περίπτωση θα είναι αναγκασμένοι να αγοράσουν ενέργεια με βάση τις τιμές στη χονδρική (η μέση ετήσια τιμή της Οριακής Τιμής Συστήματος για το 2019 εκτιμάται σε 67,15 ευρώ/MWh) που είναι πάνω από τις τιμές των ΝΟΜΕ, περιορίζοντας ή ακόμη και εξανεμίζοντας όποιο κέρδος προκύπτει από την αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ.