Το κίνημα βασίζεται σε τρεις βασικές και αλληλένδετες αρχές: «καλό», «καθαρό» και «δίκαιο» φαγητό. «Καλό» σημαίνει νόστιμο, υγιεινό και πολιτισμικά κατάλληλο φαγητό ως δικαίωμα για όλους. «Καθαρό» σημαίνει προέλευση από τοπικά και ανθεκτικά συστήματα διατροφής που αναγεννούν τους πολύτιμους πόρους της Γης αντί να τους εξαντλούν και προστατεύουν τα οικοσυστήματα και τα ζωντανά είδη. «Δίκαιο» σημαίνει οικοδόμηση οικονομιών που βασίζονται στην αλληλεγγύη, τη συνεργασία, την ένταξη και την ισότητα, που ωφελούν και ενδυναμώνουν όλους τους εργαζόμενους και τους καταναλωτές στον τομέα των τροφίμων.
Το «Κίνημα του Αργού Φαγητού» γεννήθηκε το 1989, από τον Ιταλό ακτιβιστή και συγγραφέα Κάρλο Πετρίνι. Ονομάστηκε Κίνημα του «Αργού Φαγητού» ως αντίδραση στην τότε μόδα/μανία του fast food. Το 2008, η βρετανική εφημερίδα “The Guardian” ανακήρυξε τον Κ. Πετρίνι ως έναν από τους «50 ανθρώπους που θα μπορούσαν να σώσουν τον πλανήτη». Σήμερα, το Διεθνές Κίνημα Αργού Φαγητού μετρά εκατομμύρια μέλη σε πάνω από 160 χώρες- μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Ο νέος πρόεδρος του Κινήματος, Edward Mukiibi από την Ουγκάντα, μίλησε στο newmoney για το πώς οι αρχές του Αργού Φαγητού μπορούν να στηρίξουν παραγωγούς και καταναλωτές, ακόμα και σε μικρές χώρες όπως η Ελλάδα, κυρίως τώρα που η επισιτιστική κρίση απειλεί όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού.
«Το Κίνημα του Αργού Φαγητού μπορεί να εφαρμοστεί σε μικρές χώρες όπως η Ελλάδα, με την ανάπτυξη μίας καλής σύνδεσης μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών» μας είπε.
«Ειδικά η Ελλάδα έχει μια πλούσια διατροφική και οινική κληρονομιά που βοηθά τις μικρές τοπικές κοινότητες να αναπτύξουν μια βιώσιμη οικονομία. Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα είναι πιο εύκολο να συνδέσεις παραγωγούς και καταναλωτές, να προστατεύσεις τη μικρής κλίμακας παραγωγή και να διατηρήσεις τις γαστρονομικές παραδόσεις ενθαρρύνοντας τους μάγειρες να χρησιμοποιούν τοπικά προϊόντα και συνταγές.»
– Ποια είναι τα κίνητρα για τους επαγγελματίες της αλυσίδας τροφίμων (αγρότες, κτηνοτρόφοι, ιδιοκτήτες καταστημάτων λιανικής ή εστιατορίων κ.λπ.) να ενταχθούν στο Κίνημα Slow Food;
«Το Slow Food υπερασπίζεται το περιβάλλον, τη βιοποικιλότητα, την καλή μεταχείριση των ζώων και τους αγρότες μικρής κλίμακας, υποστηρίζοντας και προωθώντας εκείνους που διατηρούν τη βιοποικιλότητα και ενεργούν ως φροντιστές των τοπικών περιοχών. Προωθεί ένα μοντέλο για τη γεωργία που δίνει έμφαση στην τοπική γεωργία, τις σύντομες αλυσίδες διανομής και τους κλειστούς τοπικούς κύκλους παραγωγής και κατανάλωσης.
Οι ομάδες παραγωγών που δεσμεύονται να διατηρήσουν και να μεταδώσουν παραδοσιακές τεχνικές παραγωγής μπορούν να επωφεληθούν από τις δραστηριότητες του Slow Food: πρώτα απ’ όλα, γίνονται μέρος ενός δικτύου, μπορούν να ανταλλάσσουν εμπειρίες και λύσεις, να συμμετέχουν σε εκδηλώσεις και να απολαμβάνουν την προβολή που μπορεί να προσφέρει ένας παγκόσμιος οργανισμός.
Στη συνέχεια, εντάσσονται σε συγκεκριμένα προγράμματα όπως το Presidia, που στοχεύει στην προστασία των παραδοσιακών προϊόντων διατροφής που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν, παρεμβαίνοντας άμεσα σε περιοχές και ανθρώπους, με δράσεις ειδικά σχεδιασμένες για τις ανάγκες τους. Για τους μάγειρες, υπάρχει το σχέδιο Alliance of Cooks, το οποίο – σε αντάλλαγμα για τη δέσμευση στήριξης της αγροδιατροφικής βιοποικιλότητας- παρέχει προβολή και ένα δίκτυο σχέσεων.»
– Το Κίνημα έκανε ένα πρώτο βήμα στην Ελλάδα πριν από περίπου ένα χρόνο. Ποια είναι τα πρώτα αποτελέσματα από αυτή την πρωτοβουλία;
«Νέες κοινότητες, οι οποίες αποτελούνται σε μεγάλο βαθμό από μάγειρες, δημιουργήθηκαν πρόσφατα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, για παράδειγμα στην Πελοπόννησο, την Ήπειρο, τη Μακεδονία, οι οποίες εργάζονται στο πρόγραμμα “Κιβωτός της Γεύσης” σε συνεργασία με ορισμένα ελληνικά πανεπιστήμια.
Δύο από αυτούς ήρθαν στην Terra Madre, την παγκόσμια συνάντηση του δικτύου Slow Food και τη μεγαλύτερη εκδήλωση στον κόσμο αφιερωμένη στη βιώσιμη διατροφή και την πολιτική τροφίμων, και παρουσίασαν στο διεθνές κοινό ένα τυπικό πιάτο: μια πίτα από τη Βλάστη της Ηπείρου, το κύριο “to go” γεύμα των αγροτών κατά τη διάρκεια της εργάσιμης ημέρας τους, φτιαγμένο με σιμιγδάλι καλαμποκιού, διάφορα χόρτα, φέτα, αυγά, γιαούρτι από πρόβειο γάλα και βούτυρο. Επίσης, αντιπρόσωποι από το νησί της Ικαρίας μετείχαν με περίπτερο, υπήρχε ένας οινοπαραγωγός από το νησί της Πάτμου στην Enoteca, συμμετείχαν στην περιφερειακή συνάντηση για τα Βαλκάνια και συμμετείχαν σε μια συζήτηση για τη μετάβαση των πρωτεϊνών…. Εν ολίγοις, το δίκτυο γίνεται όλο και πιο ισχυρό.»
– Το Κίνημα Αργού Φαγητού ευνοεί τη γεωργία μικρής κλίμακας. Αυτό δεν είναι πολυτέλεια σε έναν κόσμο με συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό και δισεκατομμύρια στόματα που πρέπει να τραφούν;
«Το σημερινό σύστημα κυριαρχείται από μεγάλες εταιρείες που παράγουν, διανέμουν και πωλούν τρόφιμα, επηρεάζοντας τις διατροφικές επιλογές των ανθρώπων και καθορίζοντας εκ των προτέρων τη διαθεσιμότητα των τροφίμων και την τιμή τους. Τα τρόφιμα που παρέχονται από αυτό το σύστημα είναι, ως επί το πλείστον, πλούσια σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη και στερούνται σημαντικών θρεπτικών συστατικών, όπως μέταλλα και βιταμίνες. Επιπλέον, η υπεραφθονία αυτών των φθηνών τροφίμων σημαίνει ότι πολλά άτομα και κοινότητες δεν έχουν πρόσβαση σε επαρκείς και πολιτισμικά κατάλληλες δίαιτες. Ως αποτέλεσμα, τα φρέσκα και ελάχιστα επεξεργασμένα τρόφιμα, που κάποτε ήταν ευρέως διαθέσιμα σε τοπικά καταστήματα και αγορές, έχουν αντικατασταθεί τις τελευταίες δεκαετίες από συσκευασμένα και εξαιρετικά επεξεργασμένα, έτοιμα προς κατανάλωση προϊόντα που βρίσκονται στα σούπερ μάρκετ και τα μεγαλοκαταστήματα. Έτσι, έχουμε χάσει την αίσθηση της αξίας των τροφίμων. Υπάρχει μόνο η τιμή, η οποία πρέπει να είναι όλο και χαμηλότερη- αυτό όμως είναι άδικο τόσο για τον πλανήτη όσο και για εκείνους που παράγουν τα τρόφιμα σε κάθε μέρος του κόσμου.
Μεταξύ του κόστους που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι το περιβαλλοντικό (όσον αφορά τη σπατάλη πρώτων υλών, την είσοδο αντιβιοτικών στον κύκλο του νερού, τη μόλυνση του εδάφους από νιτρικά, τις τεράστιες επιπτώσεις στην κλιματική αλλαγή, την καταστροφή της βιοποικιλότητας) και το κοινωνικό: πρώτα και κύρια, εκείνο της υγείας. Βλέπουμε τον ανησυχητικό αριθμό των ανθρώπων που είναι παχύσαρκοι ή πάσχουν από τις λεγόμενες MCNTs (Χρόνια Μη Μεταδοτικά Νοσήματα) σε όλες τις χώρες και ιδιαίτερα μεταξύ των φτωχότερων. Ποιος πληρώνει αυτό το κόστος; Σίγουρα όχι εκείνοι που αποκομίζουν κέρδη από τη βιομηχανία υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων. Μάλλον οι φορολογούμενοι όλοι, ακόμη και εκείνοι που αυταπατώνται ότι έχουν εξοικονομήσει το κόστος των δαπανών τους.
Αυτό είναι το θέμα: κινούμαστε στη λανθασμένη πεποίθηση ότι η χαμηλή τιμή ισοδυναμεί με χαμηλό κόστος.
Αυτό το παράδειγμα πρέπει να αλλάξει: μόνο αν εκπαιδεύσουμε τους ανθρώπους και μοιραστούμε την ιδέα ότι η υγεία του πλανήτη και όλων μας εξαρτάται από τα τρόφιμα που τρώμε, μπορούμε να καταλάβουμε ότι χαμηλή τιμή σημαίνει ότι κάποιος άλλος απλώς πληρώνει μέρος του κόστους. Αν δεν διαλύσουμε την υποκείμενη παρεξήγηση, δεν θα ξεφύγουμε ποτέ από αυτό το μοντέλο, το οποίο μεγιστοποιεί τα κέρδη των αγροτικών επιχειρήσεων και φορτώνει τις αρνητικές εξωτερικές επιπτώσεις στην κοινότητα.
Για το Slow Food, η εκπαίδευση είναι ένα εργαλείο για να συνειδητοποιήσουν οι άνθρωποι τις συνέπειες των διατροφικών τους επιλογών. Η γνώση, η μάθηση και η ανακάλυψη νέων προϊόντων και παραγωγών επιτρέπει στους ανθρώπους να κάνουν πιο συνειδητές επιλογές αγοράς και κατανάλωσης. Η γνώση της εποχικότητας των προϊόντων καθιστά δυνατή την αγορά τροφίμων τη στιγμή που η φύση τα καθιστά διαθέσιμα, και επομένως πιο φθηνά- η προτίμηση της σύντομης αλυσίδας εφοδιασμού σημαίνει προμήθεια απευθείας από τους παραγωγούς, μείωση του κόστους και αναγνώριση μεγαλύτερης αξίας σε αυτούς που παράγουν, με σεβασμό στην υγεία του ατόμου και του περιβάλλοντος.
– Η Slow Food Europe υποστηρίζει τη “μετάβαση της πρωτεΐνης – από τη βιομηχανική κτηνοτροφία προς την #Αγροοικολογία (#Agroecology).” Τι σημαίνει αυτό και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για τους παραγωγούς και τους καταναλωτές;
«Η παραγωγή και η κατανάλωση κρέατος γίνονται όλο και πιο μη βιώσιμες για το κλίμα, για τον πλανήτη μας, για τις συνθήκες διαβίωσης δισεκατομμυρίων ζώων που εκτρέφονται χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η καλή μεταχείριση των ζώων προκειμένου να ικανοποιηθεί η αυξανόμενη ζήτηση της αγοράς, και για την υγεία μας. Αν η παγκόσμια κατανάλωση κρέατος διπλασιαστεί έως το 2050 (όπως έχει προβλέψει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων, FAO), από τα 250 εκατομμύρια τόνους κρέατος που καταναλώνονται σήμερα ετησίως σε 500 εκατομμύρια τόνους, το σύστημα θα καταρρεύσει. Αυτό δεν είναι κάποιο αναφαίρετο πολιτισμικό δικαίωμα: είναι τεχνητό. Εν τω μεταξύ, υπάρχουν άνθρωποι στον Παγκόσμιο Νότο που ζουν με πρωτεϊνική ανεπάρκεια πολύ απλά επειδή ζουν σε συνθήκες φτώχειας και δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν αρκετή πρωτεΐνη. Είναι σαφές ότι, υπό το πρίσμα αυτών των δεδομένων, πρέπει -ιδιαίτερα στις χώρες του Παγκόσμιου Βορρά- να μειώσουμε έντονα την κατανάλωση κρέατος και να αυξήσουμε τη χρήση οσπρίων, τα οποία είναι μια ευεργετική καλλιέργεια για τη γονιμότητα του εδάφους, κάνουν καλό στην υγεία ως πηγή πρωτεϊνών και βρίσκονται σε πολλές διαφορετικές ποικιλίες που αποτελούν επίσης τη βάση γευστικών και ικανοποιητικών συνταγών.
Τα όσπρια είναι μια θεμελιώδης καλλιέργεια στην αγρο-οικολογία. Και η αγροοικολογία είναι το κλειδί για το μέλλον. Οι αγροοικολογικές τεχνικές που εξαρτώνται λιγότερο από εξωτερικές εισροές επιτρέπουν στους αγρότες να κερδίζουν εισόδημα χωρίς υψηλό κόστος παραγωγής. Η καινοτομία που φέρνει η αγροοικολογία είναι σημαντική, ιδίως αν τη συγκρίνουμε με το βιομηχανικό γεωργικό μοντέλο- και αν τη συσχετίσουμε με τις ανάγκες διατήρησης της γης για να αποτρέψουμε τη διάλυσή της και τη συγκέντρωση των πληθυσμών μόνο στις αστικές περιοχές.»
Διαβάστε ακόμη
Νίκος Σταθόπουλος: Γιατί η BC Partners έδωσε €250 εκατ. στα ΙΕΚ Ακμή (pic)
Μέτρα-ανάχωμα στο «μπαράζ» αυξήσεων στα επιτόκια (πίνακες)