Το 1986, όταν ο κ. Δημήτρης Βιντζηλαίος σπούδαζε στο Πολυτεχνείο της Σόφιας, όπως αρκετοί Ελληνες της γενιάς του, ο άνεμος της αλλαγής στην Ανατολική Ευρώπη ήδη είχε ξεκινήσει να φυσάει. Εκείνος ο άνεμος, λίγα χρόνια αργότερα, εξελίχθηκε σε κανονική θύελλα που σάρωσε το σοβιετικό οικοδόμημα και μαζί τα κομμουνιστικά καθεστώτα της Γηραιάς Ηπείρου ανοίγοντας τις οικονομίες των χωρών του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας. Μια μεγάλη ευκαιρία για τους τολμηρούς της εποχής, που διέβλεπαν τις προοπτικές παρά τις μεγάλες αναταράξεις κατά τα πρώτα χρόνια της τεράστιας αλλαγής.

Ξεκινώντας από μια εταιρεία βιομηχανικού εξοπλισμού και μηχανημάτων, που απευθυνόταν κυρίως σε βιομηχανίες τροφίμων κατάφερε να εξελιχθεί, με όχημα την εγγεγραμμένη στην Ολλανδία εταιρεία Impala Invest BV που συγκρότησε με τον Βούλγαρο συνέταιρό του, στον ιδιοκτήτη ενός εκ των μεγαλυτέρων σήμερα ομίλων διατροφής στη γειτονική χώρα και με ισχυρή παρουσία στα Βαλκάνια, την Bella Bulgaria. Εναν όμιλο με προϊοντικό χαρτοφυλάκιο αρκετά διευρυμένο, που εστιάζει στις ζύμες, στα κρέατα και τα αλλαντικά, στα τυροκομικά, στα έλαια, στο βούτυρο και τις μαργαρίνες, καθώς και στα κατεψυγμένα λαχανικά, με ετήσιο κύκλο εργασιών, όπως λέει ο κ. Βιντζηλαίος στο «business stories», περί τα 250-300 εκατ. ευρώ.

Με άρμα την Bella Bulgaria πλέον, ο κ. Βιντζηλαίος είναι ο νέος ιδιοκτήτης της Creta Farms, αφού προηγήθηκε η συμφωνία αναδιάρθρωσης της εταιρείας με τους πιστωτές και εσχάτως η δικαστική έγκρισή της. Μια ευκαιρία που είδε ο ίδιος εν μέσω μιας άλλης σφοδρής θύελλας, αυτής που προκάλεσε ο εμφύλιος πόλεμος των πρώην βασικών μετοχών, των αδελφών Δομαζάκη, που έστελνε τη Νο1 αλλαντοβιομηχανία της χώρας στον γκρεμό.

«Θέλαμε πάντα να μπούμε στην ελληνική αγορά. Το εξετάσαμε πριν από χρόνια για τη Νίκας, όμως δεν το προχωρήσαμε για διάφορους λόγους. Μπήκαμε στη Λακωνική Τροφίμων, όμως, για να είμαι ειλικρινής, ασφυκτιούσαμε λίγο λόγω του μεγέθους της. Οπότε αντιμετωπίσαμε την Creta Farms ως σημαντική ευκαιρία που εμφανίστηκε και γι’ αυτό και κινηθήκαμε», λέει στο «b.s.» σε μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης ο κ. Βιντζηλαίος.

Συγχώνευση και επέκταση

Ηδη, όπως λέει, η αναδιάρθρωση έχει ξεκινήσει, με πρώτο στόχο την πλήρη ενοποίηση-συγχώνευση ως το α’ τρίμηνο του 2021 με τη Λακωνική Τροφίμων, ενώ σε έναν ορίζοντα τριετίας η Creta Farms πλέον θα έχει επεκταθεί και σε άλλες κατηγορίες τροφίμων ώστε να εξελιχθεί σε μια ισχυρή εταιρεία με διευρυμένο προϊοντικό χαρτοφυλάκιο, πέραν των αλλαντικών.

«Η εταιρεία πρέπει μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα να ξαναγυρίσει εκεί όπου βρισκόταν. Εχει γίνει η εξυγίανση κατά το χρονικό διάστημα που η Εrnst & Υoung (EY) είχε τη διαχείριση, η αναδιάρθρωση έχει ήδη ξεκινήσει, ενώ δεν σας κρύβω ότι η Creta Farms θα εισέλθει και σε άλλες κατηγορίες τροφίμων, διεκδικώντας αφενός περισσότερο χώρο στην ελληνική αγορά αλλά και στο εξωτερικό, αφού θέλουμε να τονώσουμε και το εξαγωγικό κομμάτι. Σίγουρα θα ζωντανέψουμε και τα προϊόντα κρεατοσκευάσματος που σταμάτησαν προ τριετίας».

Οι νέες κατηγορίες τροφίμων, όπως διευκρινίζει ο κ. Βιντζηλαίος, θα είναι περίπου οι ίδιες με αυτές της Bella Bulgaria. Εξάλλου, η Creta Farms «θα κληρονομήσει από τη Λακωνική προϊόντα μαργαρίνης, ζύμης αλλά και κάποιους κωδικούς εισαγωγής από τη Βουλγαρία με την επικείμενη συγχώνευση», εξηγεί.

Ηδη, όπως εξηγεί, Creta Farms και Λακωνική Τροφίμων λειτουργούν συγχρονισμένα με στόχο ως το τέλος Φεβρουαρίου να γίνει και η πλήρης συγχώνευσή τους.

«Εχουμε κάνει κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Ηδη έχουμε μεταφέρει τις αποθήκες-ψυγεία, που είχε η Λακωνική στο Περιστέρι, στις εγκαταστάσεις της Creta Farms στο Κρυονέρι. Επίσης, ένα μέρος της παραγωγής του εργοστασίου της Σπάρτης, που δούλευε στο κόκκινο και με τρεις βάρδιες, έχει μεταφερθεί στο Ρέθυμνο», σημειώνει. Κάποια στελέχη της Λακωνικής ήδη έχουν τοποθετηθεί στα γραφεία της Creta Farms, με πρώτη την κυρία Σύλβια Σπανιά, πρόεδρο της Λακωνικής, που πλέον έχει αναλάβει τις θέσεις της προέδρου και της διευθύνουσας συμβούλου της Creta Farms.

Η δε επαναφορά της Creta Farms, χάρη και στην τόνωση από την ενδιάμεση χρηματοδότηση που έλαβε από τις πιστώτριες τράπεζες, όπως λέει ο κ. Βιντζηλαίος, έγινε άμεσα, με αποτέλεσμα σήμερα να μπορεί η εταιρεία να αυτοχρηματοδοτείται και να παράγει. Ξεκαθαρίζει πάντως ότι το ταμείο το διαχειρίζεται ακόμα η ΕΥ, η οποία έχει αναλάβει και τη μετάβαση στο νέο σχήμα.

Εντούτοις, η διοίκηση και η εμπορική πολιτική καθορίζεται από τον ίδιο. «Με προσπάθεια έχουμε καταφέρει να επανέλθουμε στα περισσότερα ράφια λιανικής και να κατευθύνουμε εκεί περί τους 200 τόνους προϊόντων την εβδομάδα, όταν στις καλές εποχές η Creta Farms έδινε 250 τόνους», λέει ο κ. Βιντζηλαίος, ο οποίος εκτιμά ότι θα μπορούσε ακόμα και οριακά η εταιρεία να είναι κερδοφόρα φέτος, αν και όλα θα εξαρτηθούν από την πορεία της πανδημίας. «Ο στόχος μας σε κάθε περίπτωση είναι το 2021 να είναι το έτος επαναφοράς σε κερδοφόρα τροχιά», υπογραμμίζει.

Στόχοι

Σε ό,τι αφορά τον όγκο των ετήσιων πωλήσεων, αυτός, όπως λέει, θα μπορούσε να φτάσει ως το 2023 στο επίπεδο που είχε κορυφώσει πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος των αδερφών Δομαζάκη, περί τους 123.000 τόνους τον χρόνο. Οπότε και ο τζίρος με βάση τις τρέχουσες τιμές θα μπορούσε να επανέλθει στα προηγούμενα επίπεδα. «Το πιστεύω αυτό. Η Creta Farms έχει πιστούς καταναλωτές, ειδικά το Εν Ελλάδι. Διαθέτει σειρές προϊόντων που δεν έχει ο ανταγωνισμός, είναι μοναδικές. Και μπορεί να ξαναπάρει τα μερίδιά της πίσω. Ηδη το βλέπουμε αυτό. Επίσης, πριν από την κρίση είχε κι ένα μεγάλο κομμάτι HORECA, που έφτανε το 35% του συνολικού τζίρου. Για εμάς η ανάπτυξη του κομματιού αυτού είναι μονόδρομος. Μην ξεχνάτε ότι είμαστε μiα εταιρεία με έδρα την Κρήτη και υπάρχουν παραδοσιακές σχέσεις με τις μεγαλύτερες ξενοδοχειακές μονάδες του νησιού. Και δεν μιλάω μόνο σε επίπεδο πωλήσεων. Η εταιρεία εξυπηρετούσε αναπτύσσοντας ακόμα και προϊόντα που της ζητούνταν για τα ξενοδοχεία αυτά. Επομένως ήταν μiα αμφίδρομη σχέση που έλειψε αλλά μπορεί να ανακτηθεί», σημειώνει.

Τον ρωτάμε τι θα γίνει με το εξωτερικό. «Εκεί υπάρχουν πολλές ιδέες για την κατεύθυνση που θα πάρουμε. Κάποιες δύσκολες αγορές όπου χάθηκαν λεφτά, όπως οι ΗΠΑ, θα τις αφήσουμε. Στην Ευρώπη μπορούμε να διεκδικήσουμε περισσότερα λόγω της υπεραξίας του ελαιολάδου. Ηδη αυτό φαίνεται στην ισπανική αγορά, όπου το Εν Ελλάδι έχει θέση. Στα δε Βαλκάνια, λόγω και της ισχυρής παρουσίας της Bella Bulgaria, θα μπούμε πιο δυναμικά. Από εκεί και έπειτα εξετάζουμε να μπούμε σε αυτό που λέμε “ethnic” αγορές διεθνώς. Η Creta Farms πάντα είχε μία εξωστρέφεια και αυτό θα συνεχιστεί. Απλά θα το κάνουμε με σύνεση», σημειώνει ο κ. Βιντζηλαίος.

Το δύσκολο κομμάτι βέβαια παραμένει το κομμάτι της εμπιστοσύνης με τους προμηθευτές που αναγκάστηκαν να υποστούν ένα σημαντικό κούρεμα στις οφειλές που είχε η Creta Farms, αλλά και τις αλυσίδες λιανικής. «Με τους τοπικούς προμηθευτές στην Κρήτη, που εξυπηρετούσαν δικούς τους κωδικούς, προσπαθήσαμε να περάσουν όσο το δυνατόν πιο ομαλά τα πράγματα. Ηρθαμε σε επαφή με πολλούς και τους πείσαμε ότι είναι καλύτερο να συνεχίσουν να συνεργάζονται μαζί μας λαμβάνοντας σταθερές και εγγυημένες πληρωμές. Εκεί έγινε πολλή δουλειά. Σε ό,τι αφορά τους προμηθευτές από το εξωτερικό, που ήταν και πιο επιθετικοί στις απαιτήσεις τους, εκεί μετράει πλέον ο όμιλος Bella Bulgaria. Ξέρουν ότι πλέον η Creta Farms είναι κάτω από την ομπρέλα ενός μεγαλύτερου και φερέγγυου ομίλου, οπότε οι πληρωμές τους είναι εγγυημένες. Γι’ αυτό και όλοι εξακολουθούν να δίνουν προσφορές όταν τους ζητείται», επισημαίνει.

Σε ρόλο-κλειδί η Bella Bulgaria

Μάλιστα, όπως λέει ο κ. Βιντζηλαίος, αυτό θα είναι και το κλειδί στο μεγαλόπνοο σχέδιο για το μέλλον της Creta Farms. «Το τμήμα αγορών της Bella Bulgaria θα δεσμεύει από τους ξένους προμηθευτές τις ποσότητες πρώτης ύλης που θα χρειάζεται και η Creta Farms και ως εκ τούτου θα κλειδώνουν ακόμα χαμηλότερες τιμές», σημειώνει, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι η αγορά και η συναλλαγή θα γίνεται από την Creta Farms και όχι μέσω της μητρικής. «Για τις εγχώριες προμήθειες θα συνεχίσει να έχει την ευθύνη το τμήμα προμηθειών της Creta Farms, από φρέσκα κρέατα και κοτόπουλα, ως το λάδι, το θυμάρι, τις ζωοτροφές», σημειώνει. «Με δεδομένο όμως ότι τα περισσότερα κρέατα στην Ελλάδα είναι εισαγόμενα, αφού η εγχώρια παραγωγή έχει τεράστιο έλλειμμα, αντιλαμβάνεστε ότι οι συνέργειες μπορούν να προσφέρουν πολλά».

Συνέργειες

Γενικά, όπως λέει, θα επιχειρηθεί να υπάρξει συνέργεια σε κάθε δυνατό σημείο. Απορρίπτει ωστόσο το ενδεχόμενο να κλείσει κάποια από τις παραγωγικές μονάδες. «Ο σχεδιασμός είναι να μπορούν να λειτουργούν και τα δύο εργοστάσια, σε Σπάρτη (σ.σ.: Λακωνική) και Ρέθυμνο (σ.σ.: Creta Farms) με σωστή κατανομή και πιο αποδοτικά. Το εργοστάσιο στη Σπάρτη, π.χ., θα συνεχίσει να παράγει συγκεκριμένους κωδικούς λόγω του εξοπλισμού του. Εξάλλου, διαθέτει και ένα χαρτοφυλάκιο προϊόντων με έντονα τοπικά χαρακτηριστικά όπως αυτά με την ετικέτα “Μυστράς” ή “Σπάρτης”. Από εκεί κι έπειτα, το εργοστάσιο στο Ρέθυμνο θα παραμείνει η καρδιά της νέας εταιρείας», σημειώνει ο κ. Βιντζηλαίος.

Παράλληλα, εξηγεί ότι θα επιχειρηθεί η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής κρέατος, κάτι που κάνει τη διαφορά στο ποιοτικό αποτέλεσμα των προϊόντων της Creta Farms. «Ηδη υπάρχει πρόγραμμα επένδυσης στη χοιροτροφική ώστε να μεγαλώσουν οι χοιρομητέρες στην Πελοπόννησο».

«Και με τους εργαζόμενους τι θα γίνει; Η συμφωνία εξυγίανσης ανέφερε 584 και ήδη ακούγεται στην αγορά ότι έχετε ξεκινήσει απολύσεις», τον ρωτάμε. «Οι θέσεις εργασίας δεν καταργούνται. Στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης πρέπει να στηθεί μια νέα δομή συνδυάζοντας παράλληλα και τις δύο εταιρείες. Αυτό γίνεται. Αντικαταστάσεις θέσεων και όχι μείωση θέσεων εργασίας. Και να δείτε ότι σε λίγο χρονικό διάστημα οι θέσεις, είτε αφορούν τις πωλήσεις, είτε τα logistics και την παραγωγή, θα αρχίσουν να αυξάνονται. Εξάλλου τώρα ξεκινάμε και τα σχέδιά μας είναι μεγάλα», τονίζει.

«Δεν είμαστε fund, αλλά άνθρωποι της αγοράς τροφίμων»

Ο ίδιος απορρίπτει τις επιφυλάξεις στελεχών της αγοράς που επιχειρούν να παραλληλίσουν την ιστορία της Creta Farms με αυτή του Νίκα, όταν είχε περάσει στα χέρια της Global Finance του Αγγελου Πλακόπητα μετά την αποχώρηση του ιδρυτή της Παναγιώτη Νίκα. «Με τη Νίκας χάλασε τότε διότι το τιμόνι ανέλαβε ένα fund που το μόνο που ήθελε ήταν οι χρηματοοικονομικές αποδόσεις. Αυτό δεν ισχύει τώρα. Εμείς είμαστε άνθρωποι της αγοράς των τροφίμων και οι σχεδιασμοί μας είναι μακρόπνοοι», λέει ο κ. Βιντζηλαίος. Τονίζει δε ότι η ποιότητα των πρώτων υλών και οι συνταγές της Creta Farms δεν πρόκειται να αλλάξουν. «Πρώτα απ’ όλα μιλάμε για πατέντες κατοχυρωμένες που δίνουν ένα ποιοτικό αποτέλεσμα στο οποίο έχτισε το όνομά της η εταιρεία. Αυτό δεν πρόκειται να το διακινδυνεύσουμε», διαβεβαιώνει.

Τα σενάρια για τη Νίκας

«Πάντως το όνομα “Νίκας” εξακολουθεί να σας περιτριγυρίζει…» του λέμε, «μέχρις ενός σημείου ήσασταν σε συνεννόηση για να την πάρετε από κοινού με τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο και σήμερα εξακολουθεί να κυκλοφορεί το σενάριο για πιθανή συγχώνευση των δύο εταιρειών στο μέλλον». Η απάντησή του, ειλικρινής: «Κοιτάξτε, στον επιχειρηματικό στίβο τίποτα δεν αποκλείεται. Εμείς είμαστε ακόμα φρέσκοι στην ιστορία της Creta Farms, οπότε κάτι τέτοιο δεν μπορούμε να το σκεφτούμε τώρα. Η αλήθεια όμως είναι ότι η ελληνική αγορά είναι ήδη μικρή. Και θα εξακολουθεί να μικραίνει λόγω της τάσης συγκέντρωσης στα σούπερ μάρκετ. Αυτό κατ’ επέκταση ασκεί πιέσεις και στους παραγωγούς να μαζευτούν. Και η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα σήμερα δεν μπορεί να σηκώσει 15 παραγωγούς αλλαντικών. Για να υπάρχει σοβαρή κερδοφορία η αγορά χρειάζεται συγχωνεύσεις. Δεν είμαστε η τεράστια γερμανική αγορά όπου χωράνε και δέκα μεγάλοι παίκτες. Ακόμα και ο Βούλγαρος καταναλώνει δυόμισι φορές περισσότερα αλλαντικά απ’ ό,τι ο Ελληνας. Τώρα, ποιος θα συγχωνευτεί με ποιον… αυτά είναι ζητήματα που παραμένουν ανοιχτά και φυσικά όλα συζητιούνται».

Η πορεία του

Η πρώτη επαφή του κ. Βιντζηλαίου με τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες ήταν στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ως φοιτητής στο Πολυτεχνείο της Σόφιας, όπου σπούδασε μηχανολόγος μηχανικός. «Τότε ως φοιτητές γυρίζαμε όλες αυτές τις χώρες και βλέπαμε την αλλαγή που ερχόταν. Ηδη, από τα τέλη του ’80, η Ουγγαρία είχε σχεδόν εξευρωπαϊστεί και η Γιουγκοσλαβία είχε ξεκολλήσει ακολουθώντας τον δικό της δρόμο. Οταν έπεσε φυσικά το Τείχος του Βερολίνου, ένα γεγονός μάλιστα το οποίο βίωσα από κοντά αφού είχαμε πάει να δούμε τις αλλαγές που συντελούνταν, οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Ξαφνικά, οι οικονομίες έπρεπε να προσανατολιστούν από τον κρατικό τομέα στον ιδιωτικό και αυτό δημιουργούσε πολλές ευκαιρίες είτε μέσω των αποκρατικοποιήσεων είτε μέσω νέων εγχειρημάτων».

Με μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, ξεκινά στον επιχειρηματικό στίβο με μια μικρή εταιρεία βιομηχανικού εξοπλισμού κυρίως για τον κλάδο των τροφίμων. «Εκεί ήταν και η πρώτη επαφή με τα τρόφιμα». Στην Bella Bulgaria επένδυσε στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, παρακινούμενος από τον νυν συνεταίρο του στην Impala Invest, ο οποίος ήταν από τους ιδρυτές της εταιρείας το 1999. «Η Impala δημιουργήθηκε την περίοδο του χρηματιστηριακού οργασμού, έχοντας το προφίλ fund. Κύριος στόχος ήταν να ξεκινήσει συγκεντρώσεις στη βιομηχανία τροφίμων σε όλα τα Βαλκάνια. Δυστυχώς η κρίση που ξέσπασε το 2008 μάς πρόλαβε, με αποτέλεσμα τα funds που συμμετείχαν στο επενδυτικό κεφάλαιο της Impala να αποτραβηχτούν. Ετσι συνεχίσαμε μόνοι μας με κάποιες μικροεξαγορές. Σήμερα μοναδικοί μέτοχοι παραμένουμε εμείς οι δύο, ενώ έχουμε και τη χρηματοδοτική υποστήριξη της EBRD στο σχέδιο επενδύσεων που εκτελούμε στην Bella Bulgaria», σημειώνει.

Το πρώτο στοίχημα, όπως εξηγεί, ήταν η Bella Bulgaria να αποκτήσει ένα μερίδιο 35% στη βουλγαρική αγορά. «Το πετύχαμε και παράλληλα αποκτήσαμε ένα ισχυρό πάτημα στη Ρουμανία, στη Σερβία, στη Β. Μακεδονία. Επόμενος στόχος ήταν η η εταιρεία να βγει από τα βαλκανικά όρια με προϊόντα που μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Στο πλαίσιο αυτό, μπήκαμε πρόσφατα στις αγορές της Τσεχίας, της Σλοβακίας και της Ουγγαρίας». Κάπως έτσι, όπως λέει, ήρθε και η ώρα της επέκτασης στην ελληνική αγορά. «Αυτό είναι το νέο μεγάλο στοίχημα στο οποίο θα αφοσιωθούμε», υπογραμμίζει.