Είναι ο άνθρωπος που θα σηκωθεί από τη θέση του στο μετρό για να την παραχωρήσει σε μια γυναίκα, θα παραμερίσει στην ουρά της τράπεζας για να εξυπηρετηθεί κάποιος βιαστικός, θα μιλήσει για το «χάος» με τα πιο απλά λόγια και θα σταθεί απέναντι στη βασίλισσα της Βρετανίας και τον βασιλιά της Σουηδίας με τον ίδιο σεβασμό που θα δείξει και στον μανάβη στην αγορά του Αγίου Αντωνίου, στη Λευκωσία.

Στον Αγιο Αντώνη, στη γειτονιά του, εκεί όπου μεγάλωσε και εκεί που είναι ακόμα οι φίλοι, οι συμμαθητές και οι δικοί του άνθρωποι. Σερ Χριστόφορος Πισσαρίδης. Ενας άνθρωπος που ήταν σερ πριν του απονείμει τον τίτλο ο πρίγκιπας Κάρολος στο παλάτι του Μπάκιγχαμ.

Το 2010 χάρισε στους Ελληνες το τρίτο Νόμπελ και το πρώτο στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κύπρο. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που διατηρεί μια ερωτική σχέση με τους αριθμούς χωρίς να προσχωρεί στην απρόσωπη, σκληρή και κάποιες φορές απάνθρωπη λογική τους. Αν αύριο καταστρεφόταν η Γη, χανόταν κάθε ίχνος πολιτισμού και με κάποιον τρόπο ξανάρχιζε από το μηδέν η ζωή, μπορεί να βιώναμε έναν νέο πύργο της Βαβέλ για να συνεννοηθούμε, αλλά οι αριθμοί θα παρέμεναν η κοινή γλώσσα για όλους. Με κάτι τέτοιες σκέψεις ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι του προς τη διεθνή επιστημονική καταξίωση.

Λογιστής, γιε μου…

Ο Χριστόφορος ήταν ο μοναχογιός του Αντωνάκη από το χωριό Αγρός και της Ευδοκίας που ήταν γέννημα θρέμμα Λευκωσιάτισσα. Εχει ακόμα δύο αδελφές. Τη Μάρω και την Αννα. Η πρώτη μεγαλύτερη και η άλλη μικρότερη.

Μεγάλωσε σε ένα αστικό σπίτι όπου το πρώτο μάθημα που πήρε ήταν η αξιοπρέπεια. Ο πατέρας του υφασματέμπορας και η μητέρα του ψυχή του σπιτιού, μιλούσε άπταιστα γαλλικά και αγγλικά. Ο πατέρας του Χριστόφορου στα 9 του χρόνια πήγε από το χωριό στη Λευκωσία για να δουλέψει στον θείο του καθώς είχε άλλα έξι αδέλφια και η αγροτική ζωή δεν άφηνε πολλά περιθώρια για όνειρα. Οι γονείς του Χριστόφορου ήθελαν να δουν το παιδί τους «σπουδαγμένο» με μια καλή δουλειά. Τι καλύτερο από λογιστής λοιπόν; Ο κυρ Αντωνάκης έκανε αρκετές φορές τη συζήτηση που αφορούσε το μέλλον του Χριστόφορου.

«Να σπουδάσεις λογιστής, γιε μου», του έλεγε, και ο Χριστόφορος, που αρχικά σκεφτόταν να γίνει αρχιτέκτονας, «συμβιβάστηκε» να σπουδάσει οικονομικά και μετά θα αποφάσιζε τι θα κάνει με τη λογιστική.

Ταραγμένα τα σχολικά χρόνια, γιατί συνέπεσαν με δραματικές στιγμές για την Κύπρο. Στο Ελένειο Δημοτικό Σχολείο, που βρίσκεται απέναντι από το πατρικό του Χριστόφορου Πισσαρίδη (σήμερα είναι εστιατόριο), τα μαθήματα γινόντουσαν όταν οι συνθήκες το επέτρεπαν.

Ηταν η περίοδος του αντιαποικιακού αγώνα της ΕΟΚΑ και οι Βρετανοί συχνά έκλειναν τα σχολεία, τα οποία είχαν γίνει εστία αντίστασης. Το ευτύχημα ήταν ότι η οικογένεια του Χριστόφορου είχε τη δυνατότητα να φέρνει δασκάλους στο σπίτι για να μη διακοπεί η εκπαίδευση των παιδιών.

Με τη μητέρα του στο σπίτι τους στη Λευκωσία. Η κυρία Ευδοκία καμάρωνε τον γιο της, έκανε όνειρα για εκείνον και παρακολουθούσε βήμα-βήμα την ακαδημαϊκή του πορεία

Στο εξατάξιο Παγκύπριο Γυμνάσιο, απέναντι από την Αρχιεπισκοπή στη Λευκωσία, συμμαθητές του τον θυμούνται ως ένα ήσυχο παιδί, που περισσότερο ξεχώριζε για την ευγένειά του παρά για τις επιδόσεις του στα μαθήματα. Ηταν καλός μαθητής, αλλά παθιαζόταν μόνο με αυτά που του άρεσαν.

Εχοντας επιλέξει την πρακτική κατεύθυνση, το μάθημα των Αρχαίων μάλλον τον έκανε να περιμένει να χτυπήσει το κουδούνι πιο γρήγορα. Αλλωστε τα Αρχαία δεν είχαν αριθμούς και οι κλίσεις, οι χρόνοι, οι δοτικές και οι περισπωμένες του φαινόντουσαν απείρως πιο δυσκολότερο εγχείρημα για αποκρυπτογράφηση από τους περίπλοκους τύπους της Φυσικής και τους αινιγματικούς άγνωστους χ, ψ και ω των μαθηματικών εξισώσεων.

Πήρε το απολυτήριο με μέσο όρο 17 και 6/12, έχοντας δύο εικοσάρια στη Γυμναστική και στα Τεχνικά. Συμβιβάστηκε με ένα 14 στα Αρχαία και με ένα 15 στα Νέα Ελληνικά, θεωρώντας πιο πολύτιμο το 18 στα Μαθηματικά και στη Φιλοσοφία. Ο ίδιος πάντως παραδέχεται ότι δεν διάβαζε πολύ, αλλά ασχολιόταν με ό,τι τον ενδιέφερε και τον ευχαριστούσε.

Ο,τι του προκαλούσε ενδιαφέρον για ψάξιμο και είχε μια γοητεία στην αναζήτηση. Ηταν το 1965 που πήρε το απολυτήριο του Γυμνασίου και επειδή δεν είχε συμπληρώσει τα 18 για να καταταχθεί στον Στρατό, αξιοποίησε το «παραθυράκι» της ηλικίας και έφυγε στο Λονδίνο για να σπουδάσει.

Ηταν τα πρώτα χρόνια μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου, η οποία όμως δεν είχε βρει την ηρεμία. Η τουρκική ανταρσία του 1963 είχε δημιουργήσει ένα de facto πολεμικό κλίμα. Αφησε την Κύπρο βέβαιος ότι η απουσία του θα διαρκούσε όσο οι σπουδές του. Αρχικώς φοίτησε σε κολέγιο και στη συνέχεια στο Πανεπιστήμιο του Εσεξ, από όπου αποφοίτησε με άριστα. Δεν ήταν και τα πιο εύκολα χρόνια. Με όσα χρήματα διέθετε η οικογένεια ζούσε όπως οι υπόλοιποι συμφοιτητές του, σε εστίες με λίγες απαιτήσεις.

Διδακτορικό και ποδόσφαιρο

Μετά το πτυχίο ο Χριστόφορος βρέθηκε σε δίλημμα. Να συνεχίσει ή να επιστρέψει στην Κύπρο, να πιάσει μια δουλειά και να «νοικοκυρευτεί»; Οι καθηγητές του έχοντας διαγνώσει το ταλέντο και τις ικανότητές του τον έπεισαν να συνεχίσει.

Το οικονομικό ήταν ένα πρόβλημα, αλλά το έλυσε η ενθάρρυνση του πατέρα του. «Συνέχισε τις σπουδές και εγώ είμαι εδώ», του είπε. Τελικώς δεν χρειάστηκε η οικογενειακή συμβολή.

Ολοκλήρωσε τον κύκλο των σπουδών με πλήρεις υποτροφίες, με πολύ διάβασμα και πολύ πάθος για ζωή. Μια μεγάλη του αγάπη είναι το ποδόσφαιρο. Οι φοιτητές στο London School of Economics (LSE) από την Κύπρο ήταν αρκετοί, αλλά δεν συμπλήρωναν εντεκάδα για να φτιάξουν ποδοσφαιρική ομάδα, και έτσι έκαναν «μεταγραφή» και συμφοιτητές τους από την Ελλάδα.

Η εντεκάδα της ποδοσφαιρικής ομάδας Ελλήνων και Κύπριων φοιτητών στο London School of Economics (LSE). Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης είναι όρθιος, τρίτος από αριστερά

Το πάθος μάλιστα για το ποδόσφαιρο το διατηρεί μέχρι σήμερα ο νομπελίστας οικονομολόγος: είναι ένθερμος υποστηρικτής της Τσέλσι – και όχι μακρόθεν. Φροντίζει κάθε χρόνο να εξασφαλίζει εισιτήριο διαρκείας και να παρακολουθεί στο γήπεδο όσους περισσότερους αγώνες μπορεί.

Οπως είπε στο «ΘΕΜΑ» στενός φίλος του, «μπορεί μια κουραστική ημέρα του Χριστόφορου να βρίσκει διέξοδο στις κερκίδες του γηπέδου. Απολαμβάνει τους ποδοσφαιρικούς αγώνες με την προσδοκία να κερδίσει η Τσέλσι, αλλά δεν πέφτει και σε κατάθλιψη αν χάσει. Είναι πρωτίστως φίλαθλος».

Ερωτας και εισβολή

Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης φεύγοντας από την Κύπρο για σπουδές είχε στο μυαλό του την επιστροφή. Την Κύπρο την κουβαλούσε μέσα του και αυτό όσο περνούσε ο χρόνος γινόταν όλο και πιο έντονο. Εκείνα τα χρόνια δεν ήταν εύκολες οι συχνές μετακινήσεις – και μάλιστα από την Αγγλία στην Κύπρο. Μεγάλη η απόσταση, λίγες οι πτήσεις, ακριβά τα ναύλα.

Μόνο τα καλοκαίρια ήταν αδιαπραγμάτευτα, αλλά δεν ήταν όλα ίδια. Οταν πήρε το διδακτορικό του θεώρησε ότι η περιπλάνηση είχε τελειώσει, αλλά μάλλον δεν μπορούσε να φανταστεί ότι τότε άρχιζε. Επέστρεψε στην Κύπρο και προσλήφθηκε στην Κεντρική Τράπεζα. Καλή, σίγουρη δουλειά και με ικανοποιητικά, για την εποχή και τις καταστάσεις, εισοδήματα.

Ωστόσο, το μόνο που δεν ήταν σίγουρο ήταν το αύριο της Κύπρου. Η χούντα στην Ελλάδα είχε αποφασίσει να τελειώνει με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και να παίξει την τύχη της Μεγαλονήσου στα ζάρια. Οι απόπειρες δολοφονίας διαδέχονταν η μία την άλλη, αλλά ο Μακάριος παρέμενε ζωντανός, ενώ η ΕΟΚΑ Β’ έκανε ό,τι μπορούσε για να δοθεί η αφορμή που περίμενε η Τουρκία.

Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης όμως, συνηθισμένος από τα σκαμπανεβάσματα της πολιτικής κατάστασης στην Κύπρο, έχοντας ζήσει αποικιοκρατία, ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα, τουρκοκυπριακή ανταρσία, βομβαρδισμούς, διατηρούσε τον ρομαντισμό του.

Με κάτι λίγα λεφτά αγόρασε ένα πευκόφυτο οικόπεδο κοντά στο Αβαείο του Μπέλα Πάις στις πλαγιές της Κερύνειας με την ελπίδα πως θα γινόταν το καταφύγιό του. Αργότερα παραδέχτηκε πως ήταν μια πολύ κακή επένδυση, αφού εκείνο το κομμάτι γης χάθηκε με την τουρκική εισβολή.

Στο LSE είχε γνωρίσει μια φοιτήτρια από την Αθήνα με την οποία αποφάσισαν ότι καμία χούντα και καμία αναταραχή δεν θα τους άλλαζε το σχέδιο της ζωής. Η κοπέλα τέλειωνε τις σπουδές της, έπαιρνε το πτυχίο, αλλά ένιωθε πως θα πνιγόταν να επιστρέψει στην Ελλάδα των συνταγματαρχών, ιδιαιτέρως μετά τον Νοέμβρη του 1973. Από την άλλη, δεν αισθανόταν άνετα να πάρει ένα αεροπλάνο και να πάει στην Κύπρο, άγνωστη μεταξύ αγνώστων, για να γνωρίσει την οικογένεια Πισσαρίδη.

Ο Χριστόφορος στις 14 Ιουλίου έφυγε για την Αθήνα, με σκοπό να επιστρέψει στην Κύπρο με τη γυναίκα που αποφάσισε να ενώσει τη ζωή του. Τυχερός μέσα στην ατυχία του. Την άλλη μέρα το πρωί, στις 15 Ιουλίου, τα τανκς βγήκαν στους δρόμους. Πραξικόπημα, διαφυγή Μακαρίου και «πρόεδρος» ο Νίκος Σαμψών.

Το ταξίδι της επιστροφής ματαιώθηκε και η ανησυχία του Χριστόφορου για τους δικούς του δεν μπορούσε να γίνει πιο βασανιστική. Βλέποντας τα πράγματα να χειροτερεύουν οι γονείς του έφυγαν για τον Αγρό, που αν μη τι άλλο δεν βρισκόταν δίπλα στην Πράσινη Γραμμή.

Ο πρώτος γάμος

Μία εβδομάδα αργότερα η Τουρκία εισβάλλει στην Κύπρο. Χάθηκε η Κερύνεια, την οποία ο Χριστόφορος είχε στο μυαλό του ως τον παράδεισο που δεν μπορούσε να τον αγγίξει καμία αναποδιά. Χάθηκε και το κατάστημα της οικογένειας στην οδό Λιπέρτη. Παραμένει ερείπιο μέχρι σήμερα στη νεκρή ζώνη μεταξύ των στρατιωτικών φυλακίων.

Ο γάμος όμως έγινε και η διέξοδος στα αδιέξοδα οδηγούσε και πάλι στο Λονδίνο, με μια τσάντα με λίγα καλοκαιρινά ρούχα και χωρίς λεφτά. Τότε πια όλα ήταν θέμα επιβίωσης. Τότε ξεκινούσε το μεγάλο ταξίδι, που οδήγησε στην επιστημονική κορυφή.

Η κυρία Ευδοκία καμάρωνε τον γιο της και έκανε όνειρα για εκείνον. Το πιο φιλόδοξο ήταν να δει τον Χριστόφορο να παίρνει το βραβείο Νόμπελ. Ιδιαίτερα μετά τον θάνατο του Αντώνη Πισσαρίδη παρακολουθούσε βήμα-βήμα την ακαδημαϊκή πορεία του γιου της. Οι άλλες επιθυμίες της μία-μία ικανοποιούνταν. Ηθελε να «αποκατασταθούν» τα εγγόνια της και να της χαρίσουν δισέγγονα. Ο πρώτος γάμος του Χριστόφορου έληξε άδοξα, αλλά η δίψα για ζωή δεν τέλειωσε ποτέ.

Η κατάσταση δεν ήταν πολύπλοκη αφού δεν υπήρχαν παιδιά. Ηρθε όμως ο δεύτερος μεγάλος έρωτας, που κατέληξε σε γάμο. Με μια απόφοιτο και πάλι του LSE, του πανεπιστημίου που θεωρούσε και θεωρεί μέχρι σήμερα σπίτι του. Αυτή τη φορά με την Ιταλίδα σύζυγό του απέκτησαν δύο παιδιά και η παράδοση ήθελε τον πρώτο γιο να παίρνει το όνομα του πατέρα του Αντώνη και να ακολουθεί επίσης τα οικονομικά ως καριέρα. Η Μιράντα, η κόρη, πιο καλλιτεχνική φύση, είναι καταξιωμένη ζωγράφος.

Οι ανάγκες της οικογένειας και τα στενά οικονομικά στην Αγγλία την περίοδο της Θάτσερ οδήγησαν τα βήματα του Χριστόφορου Πισσαρίδη στις ΗΠΑ, όπου εργάστηκε στο Χάρβαρντ και στο Μπέρκλεϊ. Παράλληλα συνέχισε να αναζητά απαντήσεις στο θέμα της ανεργίας, που αποτέλεσε και τον άξονα της επιστημονικής του έρευνας.

Το όνομά του πλέον ήταν αναγνωρίσιμο και υπολογίσιμο στους διεθνείς κύκλους. Η Κύπρος παρέμενε πάντα ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής του, αν όχι το κυρίαρχο στη σκέψη του. Αυτό ήταν που τον έφερε πάλι στη Λευκωσία, για να συμβάλλει στη δημιουργία του Πανεπιστημίου Κύπρου τη δεκαετία του ’90 ως μέλος της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής.

Παράλληλα δεν έχανε τις ετήσιες θερινές συνάξεις Ελλήνων οικονομολόγων κάθε χρόνο στην Αθήνα. Σε μία από αυτές τις επισκέψεις γνωρίστηκε και με τον Κώστα Σημίτη, με τον οποίο διατηρεί μέχρι σήμερα επαφές.

Με την τρίτη σύζυγό του, Ρέιτσελ Νγκάι, στην τελετή απονομής του Νόμπελ στη Στοκχόλμη

Για χρόνια άκουγε συνεργάτες και φίλους να του εύχονται «και σύντομα με το Νόμπελ», εκλαμβάνοντας τις ευχές περισσότερο ως φιλική φιλοφρόνηση. Οχι ότι δεν περνούσε από το μυαλό του ως εικόνα η τελετή απονομής, αλλά το θεωρούσε ως κάτι άπιαστο καθώς στη σκέψη του είχε ταυτίσει τους νομπελίστες με «ημίθεους» της επιστήμης.

Την ημέρα που επρόκειτο να ανακοινωθούν τα Νόμπελ Οικονομικών του 2010 βρισκόταν στο σπίτι του στο Λονδίνο, χωρίς καμία όρεξη να μιλήσει σε άνθρωπο. Τον ταλαιπωρούσε ένα κρύωμα και δεν θα άφηνε για τίποτα το ζεστό κρεβάτι του για να ασχοληθεί με οτιδήποτε. Το τηλέφωνο χτυπούσε επίμονα και ο αριθμός που τον καλούσε δεν του έλεγε τίποτα. «Πολλά τριάρια…» σκέφτηκε και δεν ήξερε από πού του τηλεφωνούν. Απάντησε. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν εκπρόσωπος της Βασιλικής Ακαδημίας της Σουηδίας.

Αμέσως κατάλαβε πως επρόκειτο για το τηλεφώνημα που θα άλλαζε τη ζωή του. Ανυπομονούσε να του ανακοινώσουν την επιλογή του για το βραβείο Νόμπελ χωρίς τις τυπικότητες των άρθρων, των παραγράφων και των επίσημων αναφορών στην απόφαση της Ακαδημίας. Εφτασε και εκείνη η στιγμή, με την επισήμανση ότι δεν πρέπει να πει τίποτα σε κανέναν μέχρι να γίνει η επίσημη ανακοίνωση από τη Στοκχόλμη.

Προσπάθησε να κρατήσει το μυστικό, αλλά δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον ενθουσιασμό του. Αρχισε να στέλνει μηνύματα με υπονοούμενα και γελαστές φατσούλες στους συγγενείς του στην Κύπρο και στην τρίτη σύζυγο του, την Ρέιτσελ Νγκάι, με την οποία έχουν αποκτήσει ακόμα ένα παιδί.

Η Ρέιτσελ, αν και καθηγήτρια Οικονομικών στο LSE και πολύ νεότερή του, δεν είχε αντιληφθεί αν η γελαστή φατσούλα στο κινητό της αφορούσε κάτι άλλο πλην της καλύτερης πορείας του κρυολογήματος που κρατούσε τον σύζυγό της κρεβατωμένο στο σπίτι. Σε μία ώρα όλα ξεκαθάρισαν. Εγινε η επίσημη ανακοίνωση και το Νόμπελ Οικονομίας για το 2010 αποφασίστηκε να απονεμηθεί από κοινού στον Χριστόφορο Πισσαρίδη και τους Αμερικανούς Πίτερ Ντάιμοντ και Ντέιλ Μόρτενσεν.

Εκείνη την ημέρα ο Χριστόφορος Πισσαρίδης βρέθηκε στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Τα τηλέφωνα δεν σταματούσαν να χτυπούν και οι δημοσιογράφοι ήδη τον ανέμεναν στο LSE για τις πρώτες του δηλώσεις.

Η αλήθεια είναι πως δεν θα σηκωνόταν από το κρεβάτι για κάτι λιγότερο από ένα Νόμπελ έχοντας κερδίσει δεκάδες βραβεία και διακρίσεις σε όλο τον κόσμο. Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι το οικονομικό μέρος της βράβευσης ήταν περίπου 300.000 ευρώ, από τα οποία αφαιρέθηκαν τα έξοδα φιλοξενίας των συγγενών του που προσκλήθηκαν στην τελετή στη Στοκχόλμη.


Με τους γονείς του και τις δύο αδελφές του σε οικογενειακή φωτογραφία

Τα μόνα έξοδα που κάλυψε η Σουηδική Ακαδημία ήταν τα δικά του και της συζύγου του, η οποία εμφανίστηκε απαστράπτουσα με ένα κατακόκκινο φόρεμα.

Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης μετά το Νόμπελ σχεδίαζε να επιστρέψει μόνιμα στην Κύπρο έχοντας ήδη έδρα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Δεν ήταν όμως τόσο απλό. Ακολούθησε η οικονομική κρίση και το κούρεμα των καταθέσεων το 2013, για το οποίο επιμένει ότι θα μπορούσε να είναι πιο ήπιο αν η κυπριακή Βουλή είχε αποδεχτεί την πρώτη πρόταση του Eurogroup, η οποία είχε απορριφθεί από τα κόμματα της αντιπολίτευσης σε ένδειξη αντίστασης!

Ο Νίκος Αναστασιάδης μόλις είχε εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας και συνέστησε μια επιτροπή με συμβουλευτικό ρόλο για την ανασυγκρότηση της οικονομίας η οποία είχε καταρρεύσει. Επικεφαλής της επιτροπής, ο Χριστόφορος Πισσαρίδης.

Εγιναν προτάσεις, έγιναν εισηγήσεις, αλλά το πράγμα δεν προχώρησε. Σιγά που θα ήξερε ένας νομπελίστας τι χρειάζεται η οικονομία της Κύπρου! Το ήξεραν καλύτερα οι πολιτικοί – και έτσι η λειτουργία εκείνης της επιτροπής έληξε άδοξα, με τις εισηγήσεις της να μένουν εν πολλοίς στα συρτάρια.

Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης, ο οποίος ουδέποτε ενεπλάκη στην πολιτική, εξέπληξε τους πάντες όταν το όνομά του βρέθηκε μεταξύ αυτών που πρότειναν την υποψηφιότητα του Νίκου Αναστασιάδη. Ωστόσο, πριν λίγο καιρό αποφάσισε να λάβει μέρος στο εγχείρημα πολλών ακαδημαϊκών, με επικεφαλής τον τέως πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου Κωνσταντίνο Χριστοφίδη, για τη δημιουργία της πολιτικής κίνησης «Νέο Κύμα».

«Οχι» στη βασίλισσα

Οι Βρετανοί κάτοχοι του βραβείου Νόμπελ κατά παράδοση τυγχάνουν αναγνώρισης από το βρετανικό στέμμα με την απονομή του τίτλου Sir. Ωστόσο, για τον Χριστόφορο Πισσαρίδη η παράδοση δεν ήταν και τόσο παράδοση.

Το επώνυμό του δεν ήταν και τόσο βρετανικό για τα γούστα του Μπάκιγχαμ, και έτσι του προτάθηκε ένας υποδεέστερος τίτλος, τον οποίο χωρίς περιστροφές και με ευγένεια δεν δέχτηκε.

Μέχρι σήμερα προσπαθεί να βρει την αλήθεια πίσω από αυτή τη στάση του παλατιού, χωρίς να αποκλείει «δάκτυλο» του τότε πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος ίσως δυσαρεστήθηκε με δηλώσεις του Χριστόφορου Πισσαρίδη σε σχέση με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησής του. Ωστόσο η τάξη αποκαταστάθηκε δύο χρόνια αργότερα, όταν ανακοινώθηκε πως θα του απονεμηθεί ο τίτλος του Sir σε τελετή στο παλάτι. Ο τίτλος απονεμήθηκε από τον πρίγκηπα Κάρολο.

Καραντίνα στο Λονδίνο

Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης λόγω των περιοριστικών μέτρων για την πανδημία τους τελευταίους μήνες παραμένει εσώκλειστος στο σπίτι του στο Λονδίνο. Οπως μας εκμυστηρεύτηκε, η επιθυμία του ήταν τα μέτρα να τον βρούνε στην Κύπρο ώστε να περάσει την περίοδο της καραντίνας στο εξοχικό του σπίτι στον Πρωταρά, δίπλα στην Αγία Νάπα, και σε απόσταση αναπνοής από τη κατεχόμενη Αμμόχωστο.

«Θα ήθελα να περάσω την καραντίνα στον Πρωταρά», είπε στο «ΘΕΜΑ». «Ακόμα προσπαθώ για επαναπατρισμό. Πέρασα όλη την καραντίνα στο σπίτι. Τώρα άρχισε να χαλαρώνει λίγο η κατάσταση, αλλά αποφεύγω να βγω γιατί η Αγγλία έχει ακόμα προβλήματα. Πάντως το πρώτο και το μοναδικό ταξίδι μου θα είναι στην Κύπρο για φέτος».

«Τι συζητήσαμε με τον Κυριάκο»

Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, αποδέχθηκε την πρόταση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να συμβάλλει με τις γνώσεις και την εμπειρία του στις προσπάθειες για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας. Στη συνομιλία που είχαμε δεν θέλησε να αναφερθεί σε λεπτομέρειες, καθώς ακόμα δεν υπάρχει οριστική κατάληξη για το πλάνο της δουλειάς που θα γίνει από την επιτροπή στην οποία ορίστηκε επικεφαλής.

«Η επιτροπή», μας είπε, «είχε δημιουργηθεί από τις αρχές του χρόνου. Είχα πάει στην Αθήνα και είχα μιλήσει με τον πρωθυπουργό και τους αρμόδιους υπουργούς τον Φεβρουάριο. Καθυστέρησαν λίγο οι διαβουλεύσεις λόγω του κορωνοϊού, αλλά η συνεργασία συνεχίζεται και θα φτιάξουμε ένα πρόγραμμα».

Εχοντας υπόψη το εγχείρημα της Κύπρου που έληξε άδοξα, ο Χριστόφορος Πισσαρίδης επεσήμανε στο «ΘΕΜΑ» πως «μπορεί η δουλειά που θα γίνει να έχει κάποιες ομοιότητες με αυτό που κληθήκαμε να κάνουμε στην Κύπρο μετά το κούρεμα, αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας τα πράγματα είναι πιο συγκεκριμένα. Θα φτιάξουμε μια μελέτη για το αναπτυξιακό πρόγραμμα της χώρας την επόμενη πενταετία, ας πούμε. Στην Κύπρο ήταν ένα συμβούλιο, το οποίο συμβούλευε τον πρόεδρο χωρίς δέσμευση διενέργειας μιας μελέτης για συγκεκριμένα θέματα. Ηταν πιο αόριστο και ίσως και γι’ αυτό να μη δούλεψε καλά στο τέλος»


Το γραμματόσημο για τον νομπελίστα Χριστόφορο Πισσαρίδη

Αυτό που ξεκαθάρισε είναι ότι δεν πρόκειται να μετακομίσει στην Αθήνα, καθώς η δουλειά μπορεί να γίνει το ίδιο καλά με τη χρήση της τεχνολογίας.

«Εγώ θα παραμείνω στο Λονδίνο. Είμαστε τέσσερις οικονομολόγοι στην επιτροπή. Οι δύο είμαστε στο Λονδίνο, ο άλλος στις ΗΠΑ και ο άλλος στην Αθήνα. Οι σύμβουλοι της επιτροπής είναι οι περισσότεροι στην Αθήνα, αλλά τώρα η όποια εργασία είναι εύκολο να γίνεται ηλεκτρονικά. Η Κύπρος δεν το έχει ανακαλύψει ακόμα, αλλά τώρα με τον κορωνοϊό νομίζω ότι το ανακαλύψαμε».

Στην Επιτροπή για το Σχέδιο Ανάπτυξης της Οικονομίας πλην του Χριστόφορου Πισσαρίδη συμμετέχουν ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, ο καθηγητής του LSE Δημήτρης Βαγιανός και ο καθηγητής του Yale Κωνσταντίνος Μεγήρ. Θα συμβάλλουν επίσης αρκετοί άλλοι οικονομολόγοι.