Η Κρήτη, γενέθλιος τόπος και ανεξίτηλο σημείο αναφοράς της οικογένειας Μαμιδάκη, υπήρξε και η κοιτίδα της επιχειρηματικής δραστηριότητάς της με τα πετρελαιοειδή. Ο Γιώργος Μαμιδάκης ήταν αυτός που δημιούργησε μια πρώτη τοπική εταιρεία καυσίμων με «σήμα κατατεθέν» το αρχικό γράμμα της οικογένειας, δηλαδή το «Μ» σε κόκκινο φόντο. Ήταν ο «πρόγονος» της Mamidoil.
Την εποχή της κρίσης στο Σουέζ ο ευρηματικός Κρητικός κατάφερε να κλείσει μια μεγάλη συμφωνία με την Ρωσία, -επί Σοβιετικής Ένωσης-, για την αποκλειστική αντιπροσώπευση των πετρελαίων τους. Αυτή η συμφωνία, που κράτησε μέχρι το 1981, μαζί βέβαια και με άλλες κινήσεις, θεωρείται ότι έδωσε τη δυνατότητα στην εταιρεία να «ανέβει κατηγορία». Η σχέση με τους Ρώσους, όπως φάνηκε στη συνέχεια, ήταν δεμένη με τη μοίρα της επιχείρησης…
Όταν ο Γιώργος Μαμιδάκης έφυγε, νωρίς και απροσδόκητα, από τη ζωή, το 1986, είχε καταφέρει να χτίσει μια μικρή «αυτοκρατορία», με τάνκερ, δίκτυο πρατηρίων και αποθηκευτικές εγκαταστάσεις καυσίμων δυναμικότητας 240.000 τόνων.
Δίπλα στον Γιώργο δούλευε από νωρίς ο ξάδελφός του Κυριάκος Μαμιδάκης. Το 1968, μαζί με τα δύο αδέλφια του, Νίκο και Γιώργο, έκαναν το δικό τους βήμα στην αγορά πετρελαιοειδών ιδρύοντας την Jetoil και το 1972 έγινε η συγχώνευση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της ευρύτερης οικογένειας με την Mamidoil-Jet Οil.
Οι Μαμιδάκηδες είχαν εξ αρχής εξωστρεφή προσανατολισμό, διαβλέποντας την ευκαιρία, παράλληλα με τη δικτύωση στο εσωτερικό, να αναπτυχθούν προς τα Βαλκάνια και κυρίως προς την, -ενιαία τότε-, Γιουγκοσλαβία, τη Βουλγαρία, την Αλβανία.
Εξ ου και επένδυσαν πολλά για το χτίσιμο των μεγάλων αποθηκευτικών εγκαταστάσεων στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης που αποτελούσαν πάντα, -μέχρι και σήμερα-, το πιο δυνατό χαρτί της εταιρείας.
Ήταν όμως παράλληλα και η αιτία για το πρώτο βαρύ πλήγμα που ήρθε με την πυρκαγιά το 1986, που έκαιγε για μια βδομάδα, με αποτέλεσμα να υπάρξουν τραυματίες, να δημιουργηθεί τοξικό νέφος και η εταιρεία να υποστεί σοβαρότατη, για την εποχή, οικονομική ζημιά άνω των 20 εκατ. δολ.
Παρόλα αυτά, ανέκαμψε και με στήριγμα τις εξαγωγές στα Βαλκάνια,- έφτασε να διαθέτει παρουσία σε πέντε γειτονικές αγορές-, πέτυχε να καθιερωθεί ως η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου με δίκτυο σχεδόν 600 πρατηρίων.
Όταν η Ελλάδα εισερχόταν στην περίοδο της μακράς οικονομικής κρίσης, το 2008-9, έγινε η επεκτατική κίνηση με την εξαγορά της Dracoil και της El Petrol, που εκ των υστέρων κρίθηκε ως ατυχής. Και αυτό γιατί αντί να επιβραδύνει, επιτάχυνε την είσοδο της εταιρείας στον ολισθηρό δρόμο των ζημιογόνων αποτελεσμάτων.
Ο τραγικός επίλογος και η «ρωσική περίοδος»
Παρά τις εργώδεις προσπάθειες της διοίκησης, υπό τον Κυριάκο και τον Νίκο Μαμιδάκη, η εταιρεία τα επόμενα χρόνια βυθίστηκε σε ένα εκρηκτικό μίγμα ραγδαίας υποχώρησης του τζίρου, συσσώρευσης ζημιών, αύξησης του δανεισμού και «αποξήλωσης» του δικτύου της.
Η οικογένεια εξάντλησε όλες τις πιθανότητες να βρεθεί ο στρατηγικός συμπαίκτης που θα διατηρούσε στη ζωή την JetΟil. Όταν εξανεμίστηκαν και οι τελευταίες ελπίδες, στις 9 Ιουνίου του 2016, η εταιρεία κατέθεσε αίτηση για την υπαγωγή της στην προπτωχευτική διαδικασία του άρθρου 99. Σε λιγότερο από έναν μήνα, στις 3 Ιουλίου, ο περήφανος Κρητικός Κυριάκος Μαμιδάκης έβαλε τέλος στη ζωή του γράφοντας με τον πιο τραγικό τρόπο τον επίλογο…
Τότε, για μια ακόμη φορά, οι Ρώσοι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, καθώς μπορεί το σοβιετικό καθεστώς να κατέρρευσε, αλλά το βλέμμα τους δεν έπαψε να εστιάζεται στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Έτσι, το νέο κεφάλαιο άρχισε να γράφεται από την άνοιξη του 2017, όταν μετά από διεργασίες μηνών, η εταιρία πέρασε στον έλεγχο της εδρεύουσας στην Aυστρία, αλλά ρωσικών συμφερόντων Cetracore Energy.
H οποία αποτελεί ουσιαστικά βασικό ευρωπαϊκό βραχίονα του πετρελαϊκού κολοσσού Rosneft, με επικεφαλής τον επονομαζόμενο και «τσάρο του πετρελαίου», αλλά και επιστήθιο συνεργάτη του Πούτιν, Ιγκόρ Σετσίν.
Η τυπική έγκριση, με την απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ήρθε τον Φεβρουάριο του 2018 και έκτοτε ξεκίνησε η «ρωσική περίοδος» της Jet Oil.
Η Cetracore, σύμφωνα με τη συμφωνία διάσωσης, θα κατέβαλε περί τα 105 εκατ. ευρώ, ενώ είχε ήδη δώσει πάνω από 1,4 εκατ. ευρώ για την ενδιάμεση χρηματοδότηση.
Η εταιρεία άρχισε να «ξανασυστήνεται» στην αγορά με την νέα επωνυμία της «Cetracore-JetOil Aνώνυμη Eταιρεία Πετρελαιοειδών» και παράλληλα στελεχώθηκε με πρόεδρο τον επικεφαλής της Cetracore Energy, Petr Reshchikov, αντιπρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο τον Vladimir Shubaev, υψηλόβαθμο στέλεχος (Leading Auditor) της Rosneft, οικονομικό διευθυντή τον Vitaly Prokopenkov και γενικό διευθυντή τον «παλιό», -με θητεία από το 1996-, στην εταιρεία Bασίλη Πετκίδη.
Στα χέρια τους οι Ρώσοι πήραν, βέβαια, μια Jet Oil με μόλις 96 πρατήρια, ωστόσο αυτό που τους ενδιέφερε περισσότερο ήταν η διείσδυση στη βαλκανική και ευρωπαϊκή αγορά, με «πυλώνα» τις εγκαταστάσεις στο Καλοχώρι, που διαθέτουν 15 δεξαμενές δυναμικότητας 220.000 τόνων.
Το business plan που είχε συντάξει η PwC προέβλεπε πωλήσεις 488 εκατ. ευρώ κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας, οι οποίες θα διπλασιάζονταν σχεδόν (στα 854 εκατ.) στον τρίτο χρόνο, με το τζίρο (λιανικής-χονδρικής) της εγχώριας αγοράς να φτάνει το 79% αρχικά και να αποκλιμακώνεται, όσο θα αυξάνονται οι εξαγωγές. Βασικός τραπεζικός χρηματοδότης στο όλο εγχείρημα είναι η Credit Bank of Moscow.
Στις 2 Μαρτίου 2018, η εταιρεία σύναψε δανειακή σύμβαση με την τράπεζα ποσού 80 εκατ. ευρώ μακροπρόθεσμης διάρκειας με λήξη τον Μάρτιο του 2028. Επιπρόσθετα, στις 6 Απριλίου 2018, σύναψε σύμβαση βραχυπρόθεσμου δανεισμού (με ανανεώσιμο πιστωτικό όριο που ισχύει για 3 χρόνια) ποσού 27εκατ. και στις 16 Ιουλίου 2020 υπέγραψε ομολογιακό δάνειο ύψους 97 εκατ. ευρώ με την ίδια τράπεζα, που είναι εξασφαλισμένο με υποθήκη ποσού 103,75 εκατ. επί των εγκαταστάσεων στο Καλοχώρι και στη Μενεμένη.
Με βάση τα οικονομικά αποτελέσματα για τη χρήση του 2019, ο τζίρος της εταιρείας εκτοξεύθηκε σε 332,75 εκατ. ευρώ (από 80,35 εκατ. το 2018) εκ των οποίων τα 259 εκατ. αφορούσαν πωλήσεις πετρελαίου και τα 73,77 εκατ. πωλήσεις αμόλυβδης βενζίνης, ενώ ο όγκος ανέβηκε σε 344.854 μετρικούς τόνους, από 76.590 έναν χρόνο πριν, με το τελικό, όμως, αποτέλεσμα να είναι ζημιογόνο (άνω των 10 εκατ.). Εντός του 2019 η εταιρεία επένδυσε σημαντικά κονδύλια, ύψους περίπου 7 εκατ., για την επισκευή των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων στη Θεσσαλονίκη και την ανάπτυξη του δικτύου των πρατηρίων.
Η «αλλαγή φρουράς» και ο Πακιστανός «πετρελαιάς»
Και ενώ όλα αυτά συνέβαιναν υπό την άμεση εποπτεία των Ρώσων, πέρυσι το φθινόπωρο υπήρξε ένας ευρύτατος «ανασχηματισμός» στη διοίκηση της Jet Oil. Συγκεκριμένα, στις 10 Σεπτεμβρίου 2020, η Γενική Συνέλευση της εταιρείας εξέλεξε νέο Δ.Σ. Σε αυτό πρόεδρος ανέλαβε ο Vincent Lecadre, Γάλλος, γεννημένος στη Μαυριτανία, κάτοικος Λονδίνου, αλλά με «έδρα» τη Γενεύη, αντιπρόεδρος και διευθύνουσα Σύμβουλος η Ελένη Φεργάδη, που εδρεύει στο Λονδίνο και μέλος του Δ.Σ. η Κλέα Κατσίη από την Κύπρο. Τα τρία αυτά πρόσωπα έχουν μια κοινή αναφορά καθώς συνδέονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με το Mercantile & Maritime Group.
Πρόκειται για όμιλο με έδρα τη Σιγκαπούρη (και γραφεία σε Λονδίνο, Κύπρο, Μονακό, Μιανμάρ, Ιράκ, Ρωσία και Τουρκία) που δραστηριοποιείται ως market operator, στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο με παρουσία σε Μ. Ανατολή, Ασία και Ευρώπη. O Vincent Lecadre είναι CFO της Mercantile & Maritime, από το Μάιο του 2018.
Το ισχυρό πρόσωπο, όμως, πίσω από την εταιρεία είναι ο Murtaza Lakhani.
Ο «αυτοδίδακτος και αυτοδημιούργητος» Πακιστανός πολυεκατομμυριούχος που ξεκίνησε ως έμπορος πετρελαίου στη δεκαετία του 1980 και έκτοτε έχει διαγράψει μια επιτυχημένη όσο και μυστηριώδη καριέρα. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ήταν ο «άνθρωπος της Glencore στο Ιράκ» και στην πορεία, ίδρυσε πολλές εταιρείες, στην Κύπρο, τη Βαγδάτη, και μετέπειτα στη Γενεύη, το Λονδίνο και αλλού.
Το 2006, μέσω της Oil and Gas Management Services Group Ltd., με έδρα στο Erbil, άρχισε να υποστηρίζει ενεργά την παραγωγή και εξαγωγή πετρελαίου στην περιοχή του Κουρδιστάν. Ήταν αυτός μάλιστα που εξασφάλιζε τη διοχέτευσή του στη διεθνή αγορά.
Στενές σχέσεις, όμως, φέρεται να διατηρεί από ετών και με την Rosneft, καθώς σε δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, γίνεται λόγος για εμβάσματα συνολικού ύψους 6 δις δολ. προς διάφορες εταιρείες του για συμβόλαια κουρδικού πετρελαίου.
Σε κάθε περίπτωση, θεωρείται άνθρωπος με ισχυρές προσβάσεις σε πολυεθνικούς κολοσσούς. Δεν είναι τυχαίο ότι πρόεδρος της Mercantile & Maritime Group έχει τοποθετηθεί ο πρώην επικεφαλής της Glencore, Simon Murray.
Από αυτόν τον «ανασχηματισμό», πάντως, προκύπτουν εύλογα ερωτήματα σε σχέση με το ποιος τελικά κάνει κουμάντο στη Cetracore-Jet Oil. Ειδικότερα εάν παρακολουθήσει κανείς τα όσα εξελίχθηκαν γύρω από την τελευταία αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 6,2 εκατ. ευρώ, που αποφασίστηκε τον περασμένο Ιούνιο, αλλά άργησε να ολοκληρωθεί.
Όσα μεσολάβησαν είναι χαρακτηριστικά. Το Νοέμβριο του 2020 το Δ.Σ. της εταιρείας, κατόπιν διαλογικής συζήτησης, ομόφωνα αποφάσισε ότι «τάσσει στην εταιρεία με την επωνυμία Cetracore Energy GmbH προθεσμία ενός μηνός, ήτοι μέχρι τις 21-12-2020, προκειμένου να προβεί στην καταβολή του ποσού της αύξησης με μετρητά ή δια συμψηφισμού του ποσού αυτής με ήδη ληξιπρόθεσμη εκκαθαρισμένη και απαιτητή οφειλή της εταιρείας προς το μέτοχο, με την προειδοποίηση ότι, σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αυτής, οι μη αποπληρωθείσες μετοχές θα ακυρωθούν και τυχόν καταβολές που λάβουν χώρα θα παραμείνουν στην εταιρεία, ως ποινική ρήτρα»…
Επιπλέον, εξουσιοδότησε τον πρόεδρο του Δ.Σ. «να κοινοποιήσει δια μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου την άνω προθεσμία στην μη καταβάλλουσα μέτοχο Cetracore Energy GmbH»… Τελικά, στις 24 Δεκεμβρίου πιστοποιήθηκε η ολική καταβολή της ΑΜΚ…
Η JetOil Industries και ο Αλέξανδρος Χανδρής
Ανεξάρτητα από το ποιος έχει το πάνω χέρι στην εταιρεία, από τα μέσα του 2019 στο σκηνικό της JetOil εισήλθε, εμμέσως, και ο Αλέξανδρος Χανδρής. Ο γιος της Αλεξάνδρας Τερζή-Χανδρή, (που είχε την Iπποτούρ) υπενθυμίζεται ότι είναι ο άνθρωπος που έστησε την εταιρεία ρεύματος NRG, η οποία στη συνέχεια εξαγοράστηκε από τον όμιλο της Motor Oil.
Ο Αλ. Χανδρής δεν έχει καμία εμπλοκή στα διοικητικά και μετοχικά δρώμενα της Cetracore-JetOil, αλλά είναι εκείνος που ουσιαστικά δημιούργησε τον ξεχωριστό εταιρικό βραχίονα της Jetoil Industies.
Στις οικονομικές καταστάσεις της Cetracore-JetOil για τη χρήση του 2019 αναφέρεται ότι «η εταιρεία παραμένοντας πιστή στο όραμα της να επεκτείνει το δίκτυο λιανικής εμπορίας καυσίμων με το εμπορικό σήμα Jetoil συμμετείχε με ποσοστό 50% στο μετοχικό κεφάλαιο της JetOil Industries Α.Ε., η οποία ιδρύθηκε εντός του 2019 και προμηθεύεται καύσιμα αποκλειστικά από την εταιρεία στο πλαίσιο μεταξύ τους συναπτομένων συμβάσεων αποκλειστικής εμπορικής συνεργασίας.
Η εμπορική εταιρεία Jetoil Industries A.E ξεκίνησε την λειτουργία του πρώτου πρατηρίου με την επωνυμία Jetoil τον Αύγουστο του 2019 και αποσκοπεί στην ανάπτυξη και λειτουργία ενός διευρυμένου δικτύου εφοδιασμού καυσίμων μέσω μισθωμένων πρατηρίων».
H Jetoil Industries αποτελεί joint venture (50%-50%) μεταξύ της Cetracore-Jetoil και της ελβετικής εταιρίας Elemento Industries S.A. Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος τόσο της Jetoil Industries όσο και της Elemento είναι ο Aλέξανδρος Xανδρής.
Στην Elemento Industries S.A., που ιδρύθηκε το Mάρτιο του 2019, -δηλαδή, λίγο πριν τη σύσταση της Jetoil Industries-, εκτός από τον Aλ. Xανδρή συμμετέχουν ο Δημ. Kακογιάννης και ο Eλβετός μάνατζερ Serge Pavoncello.
O Aλ. Xανδρής στην Jetoil Industries πλαισιώνεται από τον B. Πετκίδη, τον Δημ. Kακογιάννη και τον Σεργκέϊ Λουκάσεβιτς . Ο ρόλος της εταιρείας, που κατά την πρώτη χρήση της (2019) έκανε τζίρο 1,6 εκατ. ευρώ γράφοντας ζημιά 696.931 ευρώ, είναι να ξαναστήσει ουσιαστικά το δίκτυο των πρατηρίων. Εγχείρημα όχι και τόσο εύκολο υπό τις σημερινές συνθήκες στην αγορά καυσίμων…
Διαβάστε ακόμη:
Το νέο πρόσωπο της πρωτεύουσας: Έργα δεκάδων εκατομμυρίων «τρέχουν» στο δήμο της Αθήνας
Η πολυτελής έπαυλη που μεταμορφώθηκε σε… κατάστημα McDonald’s (Pics)