Εκτόξευση τζίρου αλλά και κερδών καταγράφουν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας οι μεγάλοι όμιλοι παροχής ελεγκτικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών.
Για τις λεγόμενες και “Big 5” είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα πλέον πρόσφατα οικονομικά αποτελέσματά, το «κομμάτι της πίτας» που τους αντιστοιχεί σε αυτή τη διαρκώς αναπτυσσόμενη αγορά «φλερτάρει» με το μισό δισ. ευρώ.
Ειδικότερα, ο κύκλος εργασιών σε ομιλικό επίπεδο των Deloitte, EY, PwC, KPMG και η Grant Thornton αθροιστικά διαμορφώθηκε στην τελευταία οικονομική χρήση σε 404 εκατ. ευρώ.
Τα τελευταία χρόνια τα έσοδά τους εμφανίζουν αυξητική τάση, όπως και τα καθαρά τους κέρδη καθώς, μεταξύ άλλων, οι δραστηριότητές τους στην Ελλάδα διαρκώς μεγαλώνουν.
Τα «ορόσημα» και η αυστηροποίηση των κανόνων
Είναι γεγονός ότι την τελευταία 20ετία έχουν σημειωθεί μεγάλες ανατροπές στη διεθνή αγορά που ασφαλώς επηρέασαν και τον κλάδο των ελεγκτικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών. Ως «ορόσημο» μάλιστα θεωρείται η κατάρρευση της Enron το 2001 και μαζί της Arthur Andersen, που έθεσε εκ των πραγμάτων το ζήτημα της σύγκρουσης συμφερόντων με τις «διασταυρούμενες πωλήσεις», αναγκάζοντας τις εναπομείνασες τότε Big 4 να πάψουν να παρέχουν (και) συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Στη συνέχεια, όμως, και με τον χρόνο ως σύμμαχο, οι πανίσχυροι αυτοί όμιλοι επανασύστησαν τα τμήματα συμβουλευτικών υπηρεσιών για να ακολουθήσουν νέες προκλήσεις, κανονιστικές ρυθμίσεις σε διεθνές επίπεδο και η προσαρμογή τους στα εκάστοτε νέα δεδομένα.
Σήμερα, πάντως, τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε όλο τον κόσμο οι Big 5, έχοντας προσαρμοστεί στους ρυθμιστικούς περιορισμούς παρέχουν τα… πάντα. Από τη βασική δραστηριότητα των ορκωτών ελεγκτών και τη λογιστική-φορολογική παρακολούθηση των εταιρειών μέχρι business solutions, αποτιμήσεις ενδοομιλικών πράξεων και φυσικά την καθοδήγηση σε επενδυτικές κινήσεις μέχρι και επιχειρηματικές αναδιαρθρώσεις.
Στη χώρα μας, ένα αντίστοιχο «ορόσημο» θα μπορούσε να θεωρηθεί το μεγάλο σκάνδαλο της Folli Follie που προκάλεσε «τρικυμία» και σε αυτό το επίπεδο. Οι αρμόδιες αρχές έφεραν ένα νέο θεσμικό πλαίσιο με στόχο τη θωράκιση της αγοράς από τέτοια φαινόμενα, το οποίο αφενός έθεσε κανόνες για το διορισμό των ελεγκτικών εταιρειών (π.χ. καθορισμός μη επιτρεπόμενων υπηρεσιών, μέγιστη διάρκεια ανάθεσης), αφετέρου αυστηροποίησε τα κριτήρια ώστε οι εταιρείες που αναλαμβάνουν τον έλεγχο των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος να πληρούν τις απαιτήσεις της νομοθεσίας, δηλαδή να διαθέτουν τα επαρκή μέσα και πόρους για τη διεξαγωγή των ελέγχων και να συμμορφώνονται με το Διεθνές Πρότυπο Διασφάλισης Ποιότητας. Αυτό, όπως εκτιμάται, ενίσχυσε περαιτέρω τα ήδη μεγάλα μερίδια αγοράς των Big 5.
Οι επιδόσεις των Big 5
Έτσι και οι πέντε ισχυροί όμιλοι εμφανίζουν αυξημένες οικονομικές επιδόσεις σε όλα τα σκέλη των δραστηριοτήτων τους που αφορούν βασικά ελεγκτικές, φορολογικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες. Θα πρέπει να σημειωθεί δε ότι αυτές οι επιδόσεις σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με ορισμένα χρόνια πριν.
Με βάση πάντα τα τελευταία δημοσιευμένα αποτελέσματα και το συνολικό κύκλο εργασιών, στη σχετική «κατάταξη» την κούρσα οδηγεί η PwC, με δεύτερη και σε μικρή απόσταση την ΕΥ, τρίτη την Deloitte, τέταρτη την Grant Thornton και πέμπτη την KPMG.
Ειδικότερα, η PwC δραστηριοποιείται στη χώρα μας μέσω τριών εταιρικών βραχιόνων, επιτυγχάνοντας κατά την τελευταία χρήση που αφορά το διάστημα 1/7/2020 έως 30/6/2021 συνολικό τζίρο 106,65 εκατ. ευρώ.
Ο βραχίονας των ελεγκτικών υπηρεσιών κατέγραψε στη συγκεκριμένη χρήση κύκλο εργασιών ύψους 35,43 εκατ. ευρώ, ελαφρά αυξημένο σε σχέση με την προηγούμενη. Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε 1,94 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 6,56%.
Την περίοδο 2015-16 ο τζίρος αντίστοιχα ήταν στα 36,21 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη στα 1,72 εκατ. ευρώ, ενώ ακόμη παλαιότερα, το 2012-13 ο κύκλος εργασιών βρισκόταν στα επίπεδα των 43,2 εκατ. και τα κέρδη στα 7,4 εκατ. ευρώ. Η κάμψη του συγκεκριμένου βραχίονα εξηγείται από το γεγονός ότι αν και η PwC αποτελεί κυρίαρχο παίκτη στην ελληνική αγορά (από το 1994), ο ανταγωνισμός από τις υπόλοιπες Big 4 ήταν ιδιαίτερα έντονος τα τελευταία χρόνια.
Το ακριβώς αντίθετο παρατηρείται όσον αφορά την PwC Business Solutions, η οποία «επελαύνει» καθώς στη χρήση 1/7/2020-30/6/2021 έκανε τζίρο 63,5 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 6,5% σε σχέση με την προηγούμενη (59,6 εκατ. ευρώ) με τα καθαρά κέρδη να διαμορφώνονται σε 6,42 εκατ. ευρώ.
Λίγα χρόνια πριν, την περίοδο 2015-16, ο τζίρος του συμβουλευτικού βραχίονα ήταν σχεδόν ο μισός, στα 32,73 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη στα 2,23 εκατ. ευρώ, ενώ το 2012-13 ήταν ακόμη χαμηλότερος στα 24,53 εκατ. ευρώ (με την καθαρή κερδοφορία στα 2,87 εκατ.).
Ο τρίτος βραχίονας της PwC για την παροχή λογιστικών υπηρεσιών (Accounting), που είναι και ο πιο πρόσφατος με παρουσία στην αγορά από το 2010, έκανε στην τελευταία χρήση τζίρο 7,75 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 3,48% και καθαρά κέρδη 875.519 ευρώ (αυξημένα κατά 14,04%). Αρκεί να αναφερθεί ότι πίσω στο 2012 (στη 2η εταιρική χρήση) ο κύκλος εργασιών ήταν μόλις 619.139 ευρώ.
Αντίστοιχα, η Ernst & Young με μακρά παρουσία στην ελληνική αγορά από το 1990, δραστηριοποιείται μέσω δύο βραχιόνων, πετυχαίνοντας κατά την τελευταία χρήση συνολικές πωλήσεις ύψους 104,51 εκατ. ευρώ.
Και στην περίπτωση της ΕΥ η «ναυαρχίδα» είναι ο κλάδος των συμβουλευτικών υπηρεσιών. Έτσι, η ΕΥ Ελεγκτική στη χρήση 1/7/2020-30/6/2021 έκανε τζίρο 24,36 εκατ. ευρώ, έναντι 23,98 της προηγούμενης, με τα καθαρά κέρδη να διαμορφώνονται σε 930.951 ευρώ (έναντι 1,28 εκατ.). Παρόμοιες περίπου επιδόσεις είχε και στο παρελθόν καθώς ο κύκλος εργασιών το 2016 ήταν στα 25,9 εκατ., το ίδιο και το 2011.
Η EY Συμβουλευτικών Υπηρεσιών, όμως, έκανε τζίρο στην τελευταία χρήση 80,16 εκατ. ευρώ, έναντι 75,5 εκατ. ευρώ την προηγούμενη, με την καθαρή κερδοφορία να διαμορφώνεται σε 9,96 εκατ. ευρώ και το μέρισμα προς τη μητρική σε 5,7 εκατ. ευρώ.
Την περίοδο 2015-16 ο τζίρος ήταν ο μισός, στα 40,4 εκατ. ευρώ (και τα κέρδη 3,1 εκατ. ευρώ), ενώ το 2012 ακόμη χαμηλότερος, στα 25,5 εκατ. ευρώ.
Η Deloitte δραστηριοποιείται και αυτή με δύο βραχίονες. Η Deloitte Business Solutions την χρήση 1/7/2020-30/6/2021 έκανε τζίρο ύψους 57,51 εκατ. ευρώ, σημαντικά αυξημένο σε σχέση με την προηγούμενη που ήταν στα 41,3 εκατ. ευρώ. Κατά ένα μέρος η αύξηση αποδίδεται στην απορρόφηση της Deloitte Business Process Solutions, αλλά και την ανοδική πορεία των πωλήσεων. Έτσι τα καθαρά κέρδη της χρήσης ανήλθαν σε 2,9 εκατ. ευρώ, έναντι 1 εκατ. ευρώ.
Την περίοδο 2015-16 ο τζίρος ήταν στα 16,9 εκατ. ευρώ ενώ ακόμη πιο πίσω, το 2011-12 στα 11,27 εκατ. ευρώ.
Η Deloitte Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών έκανε κύκλο εργασιών στην τελευταία χρήση 30,77 εκατ. ευρώ, έναντι 28,24 εκατ. ευρώ της προηγούμενης, με τα καθαρά κέρδη να διαμορφώνονται σε 1,45 εκατ. ευρώ (έναντι 1,35 εκατ.).
Το 2015-16 ο τζίρος του βραχίονα ήταν στα 24,7 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη στις 538.479 ευρώ, ενώ το 2011 οι πωλήσεις ήταν στα 18,78 εκατ. ευρώ με τα κέρδη στις 176.124 ευρώ.
Η KPMG δίνει το «παρών» στην Ελλάδα από το 1988 και δραστηριοποιείται με τρεις εταιρικούς βραχίονες. Κατά τη χρήση 1/7/2020-30/6/2021 πέτυχε συνολικό κύκλο εργασιών 37,67 εκατ. ευρώ. Ισχυρότερος σε επιδόσεις αποδείχθηκε ο κλάδος των συμβουλευτικών υπηρεσιών που κατέγραψε πωλήσεις 17,76 εκατ. ευρώ (έναντι 15,23 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρήση) με τα καθαρά κέρδη στις 136.433 ευρώ. Το 2016 ο τζίρος ήταν στα 15,95 εκατ. ευρώ, ενώ το 2011 στα 12,62 εκατ. ευρώ.
Ο βραχίονας των ελεγκτικών υπηρεσιών έκανε τζίρο στην τελευταία χρήση 13,2 εκατ. ευρώ, ελαφρά αυξημένο σε σχέση με την προηγούμενη, ενώ τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε 850.018 ευρώ έναντι ζημιών 388.857 ευρώ. Το 2016 ο τζίρος ήταν στα 15,22 εκατ. με τα κέρδη στα 1,28 εκατ. ευρώ.
Τέλος, ο βραχίονας των φορολογικών-λογιστικών υπηρεσιών της KPMG κατέγραψε στη χρήση 1/7/2020-30/6/2021 τζίρο 6,72 εκατ. ευρώ (έναντι 6,2 εκατ. της προηγούμενης), όταν το 2015 ο πήχης βρισκόταν στα 2,92 εκατ. ευρώ και το 2013 στα 2,7 εκατ. ευρώ.
Τέλος, η Grant Thornton, που είναι η πιο «φρέσκια» στην εγχώρια αγορά, συμπληρώνοντας σχεδόν μια δεκαετία παρουσίας, δραστηριοποιείται και αυτή μέσω δύο εταιρικών βραχιόνων, πετυχαίνοντας στην τελευταία χρήση συνολικό κύκλο εργασιών 66,66 εκατ. ευρώ.
Στη δική της περίπτωση την κούρσα οδηγεί ο κλάδος των ελεγκτικών υπηρεσιών, ο οποίος τη χρήση 1/7/2020-30/6/2021 έκανε τζίρο 43,8 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 12% έναντι της προηγούμενης (39 εκατ. ευρώ), με τα καθαρά κέρδη να ανέρχονται σε 3,9 εκατ. ευρώ.
Την περίοδο 2015-16 ο τζίρος ήταν στα 26,55 εκατ. ευρώ (τα καθαρά κέρδη στα 1,35 εκατ.), ενώ το 2012 στα 17 εκατ. ευρώ (με τα καθαρά κέρδη στις 717.923 ευρώ).
Η Grant Thornton Business Solutions κατά την τελευταία χρήση έκανε πωλήσεις 22,86 εκατ. ευρώ, έναντι 21,13 εκατ. (+8%) με την καθαρή κερδοφορία να διαμορφώνεται σε 2,62 εκατ. ευρώ. Την περίοδο 2015-16 ο τζίρος ήταν θεαματικά χαμηλότερος, στα 4,3 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη στις 488.251 ευρώ, ενώ το 2012 (1η εταιρική χρήση) οι πωλήσεις μόλις ξεπέρασαν τα 2 εκατ. ευρώ και αντίστοιχα τα κέρδη ήταν 210.475 ευρώ.
Διαβάστε ακόμα:
Στον αέρα ο πρώτος διαγωνισμός – πιλότος για την πράσινη ενεργειακή αυτονομία των νησιών
MAVA-Renault: Ο Σκλαβενίτης δίνει «δεύτερη ζωή» για ένα εμβληματικό ακίνητο (pics)
Στο 90% του 2019 η επιβατική κίνηση στο Ελ. Βενιζέλος τον Μάιο – Πάνω από 2 εκατομμύρια (πίνακας)