Σε λιγότερο από δύο χρόνια η Amazon Web Services (AWS), η παγκόσμια ηγέτιδα δύναμη σε υποδομές, υπηρεσίες και εφαρμογές για τη μετάβαση στο λεγόμενο «υπολογιστικό νέφος», το cloud, όχι μόνο απέκτησε παρουσία στη χώρα μας, αλλά πλέον αλλάζει επίπεδο με το σχέδιο επένδυσης σε υποδομές και την αναβάθμιση της Ελλάδας σε ένα κλαμπ σχετικά λίγων χωρών, όπου θα διαθέτει τις υπηρεσίες της στο μέγιστο δυνατό.

Και αυτό καθώς η εξέλιξη της Ελλάδας σε «τοπική ζώνη», όπως τις αποκαλεί η AWS, και μάλιστα στο πρώτο γκρουπ των χωρών εκτός Αμερικής (μόλις 11 στην Ευρώπη, εκ των οποίων τρεις σε Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, όπου τοποθετήθηκε η χώρα μας), αφενός επισφραγίζει τη θέση της ως κόμβου τεχνολογίας, σε μια εποχή που το στοίχημα είναι η 4η Βιομηχανική Επανάσταση.

Αφετέρου στο πιο τεχνικό κομμάτι θα μειώσει, μεταξύ άλλων, τον χρόνο απόκρισης που απαιτείται για μια ενέργεια στο cloud κάτω ακόμα και από τα 10 milliseconds! Κάτι που θα διευκολύνει δραστηριότητες, όπως οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, η παραγωγή πολυμέσων, η ζωντανή ροή βίντεο, το gaming υψηλών απαιτήσεων, οι προσομοιώσεις, τα περιβάλλοντα επαυξημένης και εικονικής πραγματικότητας και η μηχανική μάθηση.

Όπως αφήνει να εννοηθεί μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» ο επικεφαλής της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, που εποπτεύει και την Ελλάδα, Πρίμεκ Σούντερ, η κίνηση αυτή μπορεί να έχει και συνέχεια καθόσον η ελληνική αγορά έχει εξελιχθεί σε μία από τις πλέον αναπτυσσόμενες και, το κυριότερο, καταγράφεται ραγδαία αλλαγή στον τρόπο σκέψης των επιχειρήσεων και του κράτους με στόχο την ψηφιακή μετάβαση και τη διασύνδεση. Ακόμα και «η φιλική στους ψηφιακούς νομάδες πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση», όπως παρατηρεί ο ίδιος, βοηθά πολύ στη δημιουργία βάθους στην ελληνική αγορά.

Η επένδυση

Τι αφορά όμως η ίδια η επένδυση; Σύμφωνα με τον κ. Σούντερ, αλλά και τον διευθυντή Αρχιτέκτονα Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης Τόμεκ Σταχλέφσκι, που μίλησαν στο «ΘΕΜΑ», πρόκειται για μια σημαντική επένδυση σε τεχνολογική υποδομή (servers, συστήματα δικτύωσης κ.ο.κ.) που εξετάζεται αν θα αναπτυχθεί σε ακίνητο που θα ανεγείρει ή θα τροποποιήσει γι’ αυτό τον σκοπό η AWS ή ακόμα θα μισθώσει τμήμα ενός «ουδέτερου» data center, το οποίο όμως θα διαχειρίζεται η ίδια η AWS.

«Σαφώς και μιλάμε για φυσική επένδυση. Χρειάζεται να επενδύσουμε σε υποδομές στην Ελλάδα, να αναπτύξουμε τους servers μας, τα συστήματα δικτύωσης, τις υποδομές ΙΤ, γενικά να μεγαλώσουμε επενδύοντας στη χώρα», λέει ο ο κ. Σούντερ.


Ο επικεφαλής Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης της AWS, που εποπτεύει και την Ελλάδα, Πρίμεκ Σούντερ

Επί της ουσίας, οι «τοπικές ζώνες» είναι φυσικές υποδομές για υποστήριξη και παροχή όλων των cloud υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αφορούν την αποθήκευση και επεξεργασία δεδομένων και την παροχή υπολογιστικής ισχύος.

Το ύψος της επένδυσης ο κ. Σούντερ δεν θέλει να το μοιραστεί. Με βάση την εμπειρία στις ΗΠΑ, όπου η AWS διαθέτει σήμερα «τοπικές ζώνες», το κόστος θα είναι δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, αν και κυβερνητικές πηγές κάνουν λόγο για 150 – 200 εκατ. ευρώ. «Εχω την ανάγκη να πω κάτι: Στις αρχές του 2020 ανοίξαμε ένα “σημείο παρουσίας” (σ.σ.: point of presence), όπως το λέμε, ένα “edge location” στην Ελλάδα.

»Πολλοί λένε ότι αυτό δεν έχει κάποια σοβαρή υποδομή και λειτουργεί απλώς ως σωλήνας διασύνδεσης με το δίκτυό μας. Ωστόσο, δεν είναι έτσι. Χρειάζεσαι υποδομές, servers για να μπορείς να μεταδίδεις εγκαίρως στοιχεία και να λειτουργούν εντέλει οι εφαρμογές. Οπότε διαθέτουμε ήδη μια εγκατάσταση στην Ελλάδα. Τώρα με αυτό που ανακοινώσαμε κάνουμε το επόμενο βήμα στο σχέδιό μας για την επέκταση στην ελληνική αγορά», λέει.

Σύμφωνα με τον ίδιο, πρόκειται για επένδυση ουσίας. «Σήμερα εκατομμύρια πελάτες χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες της AWS, όπως είναι η αποθήκευση δεδομένων ηλεκτρονικών υπολογιστών (computer data storage), χρησιμοποιώντας μία ή κάποιες από τις 24 περιφερειακές ζώνες ανά τον κόσμο της. Τώρα λοιπόν φέρνουμε όλες αυτές τις δημοφιλείς υπηρεσίες και εφαρμογές κοντά στον τόπο των τελικών χρηστών, οπότε και στην Ελλάδα.

Κοινώς, οι τελικοί χρήστες θα μπορούν να χρησιμοποιούν τη βάση δεδομένων υπολογιστών αποθήκευσης που θα αναπτύξουμε τοπικά. Και αυτό φέρνει ωφέλειες στην αγορά. Ειδικά όταν είσαι μια εταιρεία που απαιτείς τη μικρότερη δυνατή απόκριση, τότε φροντίζεις να επιλέξεις κάτι που είναι πολύ κοντά στη βάση των χρηστών – πελατών σου και όχι εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά. Οι “τοπικές ζώνες”, λοιπόν, το προσφέρουν αυτό, με την τελική απόκριση να είναι χαμηλότερη και από 10 milliseconds.

Άρα στην πραγματικότητα μπορείς να χρησιμοποιήσεις τη δύναμη του cloud, την ελαστικότητα, την επεκτασιμότητά του και πολλά ακόμη και παράλληλα να παραμείνεις στην τοπική αγορά», εξηγεί τεχνικά ο κ. Σταχλέφσκι και συνεχίζει: «Πιστεύουμε ότι οι ήδη υφιστάμενοι πελάτες, όπως η Wind και η Beat, θα το χρησιμοποιήσουν και παράλληλα θα δουν και πολλοί περισσότεροι νέοι πελάτες ότι ανοίγουν για τους ίδιους νέες ωφέλειες και νέες πόρτες σε νέες περιοχές συστημάτων εφαρμογών».

«Γιατί όμως τώρα αυτή η επενδυτική κίνηση;», τον ρωτάμε. «Ειλικρινά βλέπω πολύ μεγάλο momentum, αλλά και αλλαγή νοοτροπίας στην Ελλάδα», απαντά ο επικεφαλής της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης της AWS. «Βλέπουμε μια διαρκή επιτάχυνση στην προτίμηση και υιοθέτηση των συστημάτων και των εφαρμογών στο cloud. Επίσης, βλέπουμε την ψηφιακή ατζέντα της κυβέρνησης, που θεωρούμε ότι είναι ένα καλοσχεδιασμένο σχέδιο που θα ευνοήσει τη χώρα, οπότε όλα αυτά μας έχουν ενθουσιάσει.

»Δεν προσπαθώ να είμαι ευγενικός. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει πολύ ισχυρή ζήτηση από την Ελλάδα, είτε αυτό είναι εταιρείες, είτε startups, είτε η ψηφιακή μετάβαση των δημόσιων οργανισμών. Και πρέπει να σας πω ότι επενδύουμε όχι γιατί ξαφνικά έρχονται μαζικά νέοι πελάτες, αλλά κυρίως γιατί αυξάνονται οι ανάγκες των υφιστάμενων πελατών μας. Εταιρείες από κάθε κλάδο, όπως η Wind, η Beat, η DeepSea Technologies, η Spitogatos, η Qivos. Πρόσφατα υπογράψαμε MoU με το Λιμάνι της Θεσσαλονίκης, έχουμε την ΠΑΕ ΠΑΟΚ, ακόμα και κάποιους οργανισμούς του Δημοσίου. Οπότε διαθέτουμε ήδη μεγάλη πελατειακή βάση. Γι’ αυτό εξάλλου και δεν μπαίνουμε στη διαδικασία του ανταγωνισμού. Ακούμε τους πελάτες μας και προχωράμε».

Οι προϋποθέσεις για hub

«Οπότε υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να υπάρξει και συνέχεια αυτής της αναβάθμισης της Ελλάδας;», τον ρωτάμε, θέτοντας παράλληλα και το ζήτημα μιας ευρύτερης δομής με data centers, όπως έχει εξαγγείλει για τη χώρα μας η εκ των βασικών ανταγωνιστών της AWS, η Μicrosoft. «Θα εξαρτηθεί. Προς το παρόν, μεγαλώνουμε με ρυθμό που ούτε κι εμείς το περιμέναμε. Δείτε πόσες θέσεις εργασίας έχουμε ανοίξει.

»Προσλαμβάνουμε σε διάφορες θέσεις, είτε τεχνικές είτε όχι. Το γραφείο που ανοίξαμε μόλις τον περασμένο Γενάρη δεν μας χωράει πια, ευτυχώς βρήκαμε νέο χώρο στο ίδιο κτίριο. Μαζί με αυτό, η Ελλάδα αρχίζει να αποκτά και προφίλ χώρας που προσελκύει ταλέντα. Το ότι υπάρχει κυβερνητική πολιτική για τη διευκόλυνση των ψηφιακών νομάδων λειτουργεί καταλυτικά. ‘Ηδη έχουμε ανθρώπους από τις παγκόσμιες ομάδες μας που μπορεί να μην υποστηρίζουν την ελληνική αγορά, αλλά έρχονται στην Αθήνα για να τη χρησιμοποιήσουν ως βάση.


Ο χάρτης μες τις τοπικές ζώνες της Amazon, στις οποίες περιλαμβάνεται και η Ελλάδα

Και πλέον με την πανδημία και τη στροφή στο υβριδικό μοντέλο δουλειάς, το παλιό concept του περιφερειακού hub δεν υφίσταται. Για οτιδήποτε γίνεται διασυνοριακά ακολουθούμε το κύμα. Εάν λοιπόν υπάρξει μεγάλο ελληνικό ταλέντο που θα μας οδηγήσει και στη δημιουργία μιας από τις πολυπολιτισμικές περιφερειακές ομάδες, τότε αυτό θα είναι φανταστικό. Γενικά είμαστε πολύ ευέλικτοι σε όρους τοποθεσίας για τις διοικητικές ή λειτουργικές δραστηριότητες της εταιρείας».

Οι τεκτονικές αλλαγές που έρχονται

Την ίδια ώρα που σχεδιάζονται όλα αυτά για την Ελλάδα, η AWS στο φετινό Παγκόσμιο Συνέδριό της με τίτλο «re:Invent» ανακοίνωσε σειρά συμφωνιών και πρότζεκτ με μεγάλους παίκτες του επιχειρείν που από κοινού θα επιχειρήσουν να προκαλέσουν τεκτονικές αλλαγές στον χώρο. Μεταξύ αυτών, δύο είναι πολύ σημαντικές συμφωνίες που φιλοδοξούν να φέρουν σημαντικές ανατροπές στον χρηματοοικονομικό κλάδο και τις χρηματαγορές, αλλά και ένα πρότζεκτ, μια υπηρεσία που αναμένεται να φέρει τα πάνω κάτω στον χώρο των τηλεπικοινωνιών και της βιομηχανίας με φόντο την ανάγκη διασύνδεσης με δίκτυα 5G.

Η πρώτη συμφωνία αφορά στη συνεργασία της AWS με τον όμιλο Nasdaq. Μια σύμπραξη που, όπως τόνισαν τόσο ο CEO της AWS Ανταμ Σελίπσκι, όσο και η πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος του ομίλου Nasdaq, Αντένα Φρίντμαν, «αναμένεται να μετασχηματίσει τις χρηματαγορές». Πώς; Κατά βάση με τη σταδιακή μεταφορά όλων των συστημάτων του ομίλου Nasdaq στο cloud. Επομένως, το σχέδιο είναι τελικά το trading και τα στοιχεία των κεφαλαιαγορών να γίνονται πλέον στο cloud.

Ήδη οι δύο πλευρές έχουν ξεκινήσει να χτίζουν την επόμενη γενιά υποδομών. Σύμφωνα με το σχέδιο που παρουσίασε η κυρία Φρίντμαν, το 2022 ο όμιλος Nasdaq θα ξεκινήσει να μεταφέρει σταδιακά τα συστήματα των αγορών του στη Βόρεια Αμερική στο cloud ξεκινώντας από την αγορά option Nasdaq MRX. Όπως τονίστηκε, η υποδομή που στήνεται θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από άλλους διαχειριστές ή συμμετέχοντες στην αγορά στο να μεταφέρουν πλέον τα συστήματα συναλλαγών τους στο cloud.

Αυτή η υβριδική υποδομή θα προσφέρει στον Nasdaq ασύλληπτες ταχύτητες, αλλά και δυνατότητα εκτέλεσης μαζικότερων συναλλαγών. Μέσου αυτού, παράλληλα, ο όμιλος θα δώσει και στους πελάτες του σε 130 χώρες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, πρόσβαση σε δυνατότητες που δίνει το cloud, όπως υπηρεσίες εικονικής συνδεσιμότητας, ανάλυση αγοράς και μηχανική μάθηση, με χαμηλότερο κόστος.

Η δεύτερη συμφωνία αποτελεί στρατηγική συμμαχία της AWS με την Goldman Sachs για την ανάπτυξη μιας νέας πλατφόρμας στο cloud. Μέσω αυτής η Goldman Sachs ουσιαστικά θα ανοίξει τα κρίσιμα data που συλλέγει εδώ και πολλά χρόνια, αλλά και τις ψηφιακές της υπηρεσίες σε τράπεζες και funds που θα θελήσουν να χρησιμοποιήσουν τα νέα εργαλεία που θα αναπτύξει στο πλαίσιο της συνεργασίας της με την AWS για αποδοτικές τοποθετήσεις αλλά και συναλλαγές που θα χρησιμοποιούν την υπολογιστική δύναμη του «νέφους» και της τεχνητής νοημοσύνης.

Με άλλα λόγια και η Goldman Sachs γίνεται πάροχος εργαλείων στο cloud, επιβεβαιώνοντας εξάλλου τη στρατηγική που ακολουθεί ο διευθύνων σύμβουλος, Ντέιβιντ Σόλομον, για μεγαλύτερη χρήση της τεχνολογίας για καλύτερες υπηρεσίες προς τους θεσμικούς -και όχι μόνο- πελάτες (τράπεζες, funds κ.ο.κ.)

Η εξίσου σημαντική εξέλιξη που ανακοινώθηκε στο «re:Invent» αφορά στην καλύτερη διασύνδεση των βιομηχανιών με τα δίκτυα 5G. Συγκεκριμένα, πρόκειται για μια υπηρεσία με όνομα AWS Private 5G, η οποία βοηθά τις επιχειρήσεις να στήσουν και να αναπτύξουν ιδιωτικό 5G δίκτυο στις εγκαταστάσεις τους μέσα σε λίγες ημέρες (έναντι μηνών που απαιτείται σήμερα) με έτοιμο hardware αλλά και εργαλεία software στο cloud της AWS, όπου θα διασυνδεθεί κάθε μηχάνημα.

Διαβάστε ακόμη

MyProperty: Nέα πλατφόρμα για πιο γρήγορες μεταβιβάσεις

Λας Βέγκας: Αυτό είναι το νέο resort αξίας 4,3 δισ. – Διαθέτει «βίλες» και «παλάτια» με $15.000 τη βραδιά (pics)

Lamda: Επενδύσεις πάνω από 600 εκατ. ευρώ για το νέο hub στο Ελληνικό (pics)