Σοβαρές συνέπειες στην οικονομία είχε η απόφαση των Ταλιμπάν τον Απρίλιο του 2022 να απαγορεύσουν την καλλιέργεια οπιούχου παπαρούνας, η οποία χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή οπίου και ηρωίνης.
Η καλλιέργεια μειώθηκε – και μάλιστα τόσο, που το Αφγανιστάν έπαψε να κατέχει την παγκόσμια πρωτιά στην παραγωγή του ναρκωτικού, την οποία κατέλαβε τώρα η Μιανμάρ. Η τελευταία εκτιμάται πως έχει παράξει 1.080 τόνους της πρώτης ύλης φέτος, όπως αναφέρει έκθεση του Ο.Η.Ε. Πέρυσι είχαν παραχθεί 790 τόνοι.
Στο Αφγανιστάν αντιθέτως η παραγωγή έχει συρρικνωθεί σημαντικά – σύμφωνα με την υπηρεσία πληροφοριών ALCIS, η μείωση έφτασε στο 85%. Το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC) κάνει λόγο ακόμη και για μείωση 95%: από 6.200 τόνους πέρυσι σε 333 τόνους φέτος.
Συνολικά η καλλιέργεια του τρέχοντος έτους αποτέλεσε πρώτη ύλη για την παραγωγή 24 με 38 τόνων ηρωίνης, σύμφωνα με το UNODC, ενώ πέρυσι ο αντίστοιχος αριθμός κυμαινόταν μεταξύ 350 και 580 τόνων. Αντιστοίχως, τα έσοδα μειώθηκαν από 1.360 εκατομμύρια δολάρια Η.Π.Α. σε 110 εκατομμύρια δολάρια.
Δραματικές προεκτάσεις
Σύμφωνα πάντα με το UNODC, η μείωση έχει δραματικές επιπτώσεις στην αφγανική οικονομία. Το 2015 η καλλιέργεια και το εμπόριο οπιοειδών αποτελούσαν το 16% του Α.Ε.Π., ενώ το 2021 το 9-15%. Πάντως, το ποσοστό αναμένεται αυξημένο για το 2022, έτος κατά το οποίο επιβλήθηκε η απαγόρευση. Αυτό όμως οφείλεται πρωτίστως στη συρρίκνωση του Α.Ε.Π. από τότε που κατέλαβαν την εξουσία οι Ταλιμπάν.
Σε μία άλλη έκθεση της ALCIS διαπιστώνεται πως η απαγόρευση έχει επιπτώσεις και στον πληθυσμό της χώρας. Η καλλιέργεια οπιοειδών αποτελούσε έναν από τους κλάδους που απασχολούσαν τους περισσότερους ανθρώπους – εάν η απαγόρευση δεν είχε επιβληθεί, η βιομηχανία θα απασχολούσε το 2022 περίπου 450.000 εργαζόμενους. Η καλλιέργεια στη Χελμάντ θα απέφερε 21 εκατομμύρια μεροκάματα και 61 εκατομμύρια δολάρια σε μισθούς στους απασχολούμενους.
Περισσότερο απ’ όλους πλήττονται οι μικροκαλλιεργητές που έχουν πολύ μικρές εκτάσεις γης ή οι περιστασιακοί εργάτες που δεν έχουν καθόλου γη και οι οποίοι δυσκολεύονται να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Αυτοί δεν χάνουν απλώς το εισόδημά τους, αλλά ζημιώνονται και από τη μείωση των μισθών σε άλλους κλάδους, οι οποίοι επηρεάστηκαν επίσης εμμέσως από την απαγόρευση, σύμφωνα με την έκθεση.
Διαβάστε τη συνέχεια στη DW