search icon

Ο ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ

Τζανακόπουλος: Από το ΔΝΤ εξαρτάται η πορεία της γ’ αξιολόγησης

Κάποιοι από τους δανειστές έχουν την τάση να επαναφέρουν στην ημερήσια διάταξη των διαπραγματεύσεων ζητήματα που θεωρούνται κλειστά, αναφέρει ο κυβερνητικός εκπροσωπος

Με το θετικό φόντο ότι το 2017 «όχι μόνο θα επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος αλλά και ότι θα έχουμε μια μικρότερη ή μεγαλύτερη υπεραπόδοση», θα αρχίσει η τρίτη αξιολόγηση, επισημαίνει ο ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δ.Τζανακόπουλος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Εποχή».

Προσθέτει ωστόσο, ότι με δεδομένο ότι κάποιοι από τους δανειστές έχουν την τάση να μηδενίζουν το κοντέρ και να επαναφέρουν στην ημερήσια διάταξη των διαπραγματεύσεων ζητήματα που θεωρούνται κλειστά, δεν μπορεί κανείς να προεξοφλήσει ποια θα είναι η στάση τους. Συμπληρώνει τη βεβαιότητά του ότι ως προς τους Ευρωπαίους δεν θα υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα και πως από εκεί και πέρα «εξαρτάται από το ΔΝΤ και από το πόσο εποικοδομητικό θα είναι στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, αν θα καταφέρουμε να ολοκληρώσουμε σύντομα την τρίτη αξιολόγηση, κάτι που αποτελεί στόχο της κυβέρνησης και διακηρυγμένο στόχο των Ευρωπαίων, έτσι ώστε να περάσουμε πια στην τελική φάση υλοποίησης του προγράμματος και τον Αύγουστο του 2018 να βγούμε από τη φάση της σκληρής επιτροπείας και των μνημονίων».

«Εν κατακλείδι, νομίζω ότι υπάρχουν οι πολιτικές και οικονομικές προϋποθέσεις να συμβεί αυτό, αρκεί όλες οι πλευρές να μην τραβήξουν το σκοινί περισσότερο από όσο πρέπει», τονίζει.

Σημειώνει ότι ήταν σχεδόν αναμενόμενο ότι η ΕΚΤ θα αντιδρούσε στις αρνητικές εκτιμήσεις ΔΝΤ για την πορεία των τραπεζών και θα αποκαθιστούσε την πραγματικότητα. Αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι «έχει αρχίσει η Ευρώπη και οι πιο σκληρές δυνάμεις να αναθεωρούν την άποψή τους για το ΔΝΤ».

Για την ομιλία του πρωθυπουργού, Α. Τσίπρα, στη ΔΕΘ, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι το πολιτικό στίγμα του θα είναι το σχέδιο αξιοποίησης του θετικού μομέντουμ της φάσης δυναμικής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, τα δύο πολιτικά σχέδια που συγκρούονται και θα εκφραστούν στη ΔΕΘ αφορούν στον τρόπο με τον οποίο θα διαχειριστεί κάποιος την κανονικότητα: «με όρους αναδιανομής, κοινωνικού κράτους και προστασίας των εργασιακών σχέσεων ή προς όφελος της εγχώριας επιχειρηματικής ολιγαρχίας».

Όπως αναφέρει «βρισκόμαστε σε μια φάση όπου θα πρέπει να μπει σε εφαρμογή το πολιτικό σχέδιο της δίκαιης ανάπτυξης, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις, ώστε τα οφέλη να διανεμηθούν, με όσο το δυνατό δικαιότερο τρόπο».

Όπως εξηγεί, για να γίνει αυτό, «χρειαζόμαστε έναν σοβαρό σχεδιασμό προτεραιοποίησης των επενδυτικών σχεδίων που να αφορά και τη βέλτιστη αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων του κράτους, την αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων και την οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού κράτους».

Σε αυτά τα τρία πεδία, σύμφωνα με τον κ. Τζανακόπουλο, «θα κριθεί η δυνατότητα της κυβέρνησης να οδηγήσει τη χώρα εκτός κρίσης».
Ο ίδιος δεν αρνείται ότι πολλοί περνούν δύσκολα, προσθέτει ωστόσο ότι η θετική πορεία των δεικτών έχει αντανάκλαση και στην πραγματική ζωή, φέρνοντας ως παραδείγματα τη μείωση της ανεργίας κατά 6% και την ανοδική πορεία του δείκτη της ιδιωτικής κατανάλωσης.

«Αν και μένουν λοιπόν πολλά να γίνουν το πολιτικό ερώτημα παραμένει: Ποια πολιτική δύναμη μπορεί να εγγυηθεί, και κατά την περίοδο της οικονομικής ανάκαμψης, τη βελτίωση της θέσης των πολλών.

Η σημερινή κυβέρνηση ή η Νέα Δημοκρατία με ένα σκληρό πρόγραμμα περικοπών και απορρύθμισης της αγοράς εργασίας;», συμπληρώνει, ενώ ασκεί κριτική στη στρατηγική της αξιωματικής αντιπολίτευσης που «επένδυσε τρεις φορές στη στρατηγική της αριστερής παρένθεσης» και διαψεύστηκε και τις τρεις.

Κατά τον ίδιο, «η αντιπολιτευτική τακτική της ΝΔ είναι μυωπική.
Έχει έντονα ακροδεξιά στοιχεία, επιδιώκει την πόλωση, ενίοτε άνευ αντικειμένου, και μετατρέπει μια σειρά ήσσονος σημασίας ζητήματα σε υψηλών τόνων αντιπαραθέσεις».

Μάλιστα, ο κ. Τζανακόπουλος σημειώνει πως «στην ηγεσία της ΝΔ βρίσκεται σήμερα μια συμμαχία ακροδεξιών και νεοφιλελεύθερων και αυτό δεν φαίνεται να αλλάζει τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον».

Περαιτέρω, σημειώνει ότι «το εργασιακό, κατά τη γνώμη μου, (οφείλει να) είναι ο πυρήνας της πολιτικής μας στρατηγικής και η βασική μας διαχωριστική γραμμή από τη ΝΔ», ενώ αναφερόμενος στις πρόσφατες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, νομοθετικές και άλλες, τονίζει πως πρόκειται για κινήσεις «σε συνδυασμό με το γεγονός ότι μετά τον Αύγουστο του 2018 θα επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, δηλαδή η επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων, αλλά και η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης αρχίζουν να συγκροτούν μια δέσμη προστατευτικών ρυθμίσεων για την εργασία, που ενισχύει τη διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων».

«Αυτό πρέπει να συμπληρωθεί και από μια πρωτοβουλία για την αύξηση του κατώτατου μισθού, όταν θα έχουμε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε μια τέτοια κίνηση, που θα δημιουργήσει εντελώς διαφορετικούς όρους», προσθέτει.

Κληθείς να απαντήσει αν ισχύει η πρόσκληση που είχε απευθύνει ο πρωθυπουργός στις δυνάμεις της κεντροαριστεράς, αναφέρει ότι «το λογικό θα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ και η αριστερά να έχουν ένα ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με αυτές τις δυνάμεις».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Exit mobile version