Την εναρκτήρια κεντρική ομιλία σε διεθνή ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου στο Cornel University (Roosevelt Island) στη Νέα Υόρκη με συνδιοργανωτή τον όμιλο Citigroup, έδωσε ο Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Καθηγητής Ιωάννης Μουρμούρας. Και είπε πολλά και σημαντικά: οι νέες μεγάλες τεχνολογικές μεταβολές (τεχνητή νοημοσύνη, blockchain, κυβερνοασφάλεια κ.λπ.) επηρεάζουν τα πάντα και μεγαλύτερη αξία δεν έχουν πλέον τα φυσικά κοιτάσματα π.χ. πετρελαίου, αλλά οι βάσεις μαζικών δεδομένων (big data).
Ανέφερε μια σειρά από καινοτομίες που επέφερε η τεχνητή νοημοσύνη όπως έξυπνα φέριμποτ, ακουστικά βαρηκοΐας, έξυπνες οδοντόβουρτσες, δασκάλους σκι, οικονομικές εκθέσεις, video games, κ.λπ. και, στο άμεσο μέλλον, όπως οχήματα χωρίς οδηγό που μπορούν να αλλάξουν άρδην το τοπίο των οδικών εμπορευματικών μεταφορών, με αποτέλεσμα λιγότερα ατυχήματα, έξυπνες πόλεις με λιγότερη ατμοσφαιρική ρύπανση και ενεργειακή χρήση, έξυπνες φάρμες κ.λπ.
Αντίστοιχα και οι εταιρίες FinTech έχουν τη δυνατότητα να επηρεάζουν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στα επιτόκια δανεισμού. Το 2018, η αξία των δανείων που χορηγήθηκαν μέσα από εναλλακτικές πλατφόρμες δανεισμού αναλογούσε περίπου στο 5% της αξίας των νέων καταναλωτικών δανείων. Παγκοσμίως, η συνολική αξία των συναλλαγών μέσα από εναλλακτικές πλατφόρμες δανεισμού αυξήθηκε στο ποσό των 196 δισεκ. Δολαρίων ΗΠΑ και αναμένεται να αυξηθεί ετησίως κατά 10,7% την περίοδο 2019-2023, φθάνοντας το συνολικό ποσό των 363 δισεκατομμυρίων. Η Κίνα και σε μικρότερο βαθμό οι ΗΠΑ και η Ευρώπη ώθησαν τη διάδοση του εναλλακτικού δανεισμού, καθώς αναλογούσαν στο 96% της συνολικής αξίας των συναλλαγών αυτού του είδους το 2018.
Η αυξανόμενη σημασία των εταιριών FinTech μπορεί να απειλήσει το πληροφοριακό περιεχόμενο των νομισματικών δεικτών και της χορήγησης πιστώσεων, μειώνοντας ενδεχομένως τη δυνατότητα των κεντρικών τραπεζών να συγκεντρώσουν αξιόπιστες πληροφορίες για τη διεξαγωγή νομισματικής πολιτικής και να επηρεάσουν τη μετάδοση των μεταβολών των επιτοκίων.
Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς μπορεί να καλυφθεί το εποπτικό χάσμα όσον αφορά τον κλάδο FinTech. Ένας μεγάλος αριθμός εταιριών FinTech δεν υπόκειται σε κανενός είδους ρυθμιστικό καθεστώς (31%), αλλά υπόκειται μόνο σε υποχρέωση αδειοδότησης ή εγγραφής σε εθνικό επίπεδο.
Η πρώτη αρχή της διαχείρισης κινδύνου ισχύει εξίσου για τις τράπεζες, αλλά και για τις εταιρίες αιχμής του κλάδου FinTech: «Όταν χρωστάς ένα δολάριο στο δανειστή σου, τότε είναι το δικό σου χρέος, όταν όμως χρωστάς ένα εκατομμύριο, τότε είναι το πρόβλημα του δανειστή σου!». Σε αντίθεση με τις ρυθμιζόμενες τράπεζες, οι εταιρίες FinTech δεν υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες για την προστασία των καταναλωτών, π.χ. για την αποζημίωση των πελατών, την παροχή ασφάλειας καταθέσεων και την τήρηση κάποιων προτύπων ώστε να αποφεύγονται οι παραπλανητικές πωλήσεις ακατάλληλων ή επιζήμιων χρηματοπιστωτικών προϊόντων σε ευάλωτες κατηγορίες καταναλωτών. Επομένως, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον κίνδυνο που διατρέχουν όσοι εμπιστεύονται προϊόντα που δεν προσφέρουν ένα τέτοιο δίχτυ ασφαλείας σήμερα, στηριζόμενοι στην αυτορρύθμιση του ίδιου του κλάδου FinTech.