Έντονες αντιδράσεις τόσο στους κόλπους των κληρικών όσο και στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί η συμφωνία του Αλέξη Τσίπρα με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο για θέματα που αφορούν τις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας χωρίς, όμως να ανατρέπουν ουσιαστικά κάτι από όσα ισχύουν σήμερα.
Αιχμή της κριτικής αποτελεί η ανακοίνωση ότι οι κληρικοί δεν θα θεωρούνται πλέον δημόσιοι υπάλληλοι αλλά το κράτος θα αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει το ισόποσο της μισθοδοσίας τους στην ηγεσία της εκκλησίας, η οποία θα καταβάλει στη συνέχεια τους μισθούς τους κληρικούς.
«Δεν καταλαβαίνω πώς αυτό (σ.σ το να μην είναι οι κληρικοί δημόσιοι υπάλληλοι) θα επιτευχθεί ουσιαστικά όταν το κράτος διατηρεί την υποχρέωσή του να πληρώνει στην Εκκλησία τουλάχιστον 210 εκατομμύρια ετησίως προκειμένου αυτή να μισθοδοτεί εις τον αιώνα τον άπαντα τους ιερείς» δήλωσε στο Ποντίκι ο Νίκος Φίλης. «Γιατί, όμως, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δίνονται τόσα χρήματα και να διασφαλίζονται οι 10.000 θέσεις των ιερέων; Γνωρίζετε ότι στα χρόνια των μνημονίων είχαμε μόνο 8.000 μόνιμους νοσοκομειακούς γιατρούς;» αναρωτιέται, επίσης, ο πρώην υπουργός Παιδείας.
Ο κ. Φίλης ασκεί κριτική και για τη ρύθμιση που ανακοινώθηκε σχετικά με την εκκλησιαστική περιουσία κάνοντας λόγο για «γαλαντομία του κράτους». «Χρειάζεται πολλή δημόσια συζήτηση και νομική διευκρίνιση και όχι γαλαντομίες εκ μέρους του κράτους. Η εκκλησιαστική περιουσία είναι ένα ακανθώδες ζήτημα και δεν αντιλαμβάνομαι γιατί προωθείται μια ρύθμιση τύπου «περαίωση» υπέρ της Εκκλησίας – και μάλιστα προκαταλαμβάνοντας το Κτηματολόγιο, που θα ολοκληρωθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά τους οι κληρικοί δια των εκπροσώπων τους που προαναγγέλλουν «αγώνες για να παραμείνει ως συμβατική υποχρέωση του κράτους η μισθοδοσία του Ιερού Κλήρου, ως έχει, ως αντάλλαγμα για τα όσα έχει προσφέρει η Εκκλησία προς την πολιτεία».
Μιλούν, μάλιστα, για «μαζικές και πρωτόγνωρες στην ελληνική ιστορία» αντιδράσεις. «Ο καιρός του σιγάν έληξε για τους Κληρικούς. Είμαστε πλέον στον καιρό του λαλείν και του πράττειν» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση του ιερού συνδέσμου κληρικών Ελλάδος.
Χαρακτηριστική του κλίματος η τοποθέτηση του αντιπροέδρου του συλλόγου στο ΘΕΜΑ 104,6: «Θα δουν τον Παπαφλέσσα και οι δικές μας αντιδράσεις δεν θα έχουν κουκούλες» είπε ο πατήρ Γεώργιος Βαμβακίδης τονίζοντας ότι «η Ιερά Σύνοδος δεν έχει εξουσιοδοτήσει τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο να συναινέσει σε ένα τέτοιο ανακοινωθέν».
Περιπλέκονται αντί να διαχωρίζονται
Πολιτικοί παρατηρητές επισημαίνουν ότι και με τις δύο αυτές πρωτοβουλίες κάθε άλλο παρά ανοίγει ο δρόμος για διακριτές σχέσεις της Πολιτείας με την Εκκλησία. Αντιθέτως, τόσο με τη νέα ρύθμιση στο ζήτημα της μισθοδοσίας των κληρικών, όσο και με την κοινή εταιρία αξιοποίησης της περιουσίας, οι σχέσεις των δύο θεσμών περιπλέκονται πολύ περισσότερο.
Κι όλα αυτά εκτιμάται ότι γίνονται, αφενός, για να ικανοποιηθεί ο Αρχιεπίσκοπος ώστε να μην αντιδράσει στην προωθούμενη συνταγματική αναθεώρηση και, αφετέρου, για να καλυφθεί η άτολμη αλλαγή που προτείνεται στο άρθρο 3 του Συντάγματος με τις προτάσεις που κατέθεσε τις προηγούμενες μέρες ο ΣΥΡΙΖΑ και έρχεται σε αντίθεση με τις διακηρυγμένες θέσεις του στο ζήτημα των σχέσεων Κράτους – Εκκλησίας.
Σε πείσμα των αντιπαραθέσεων που έγιναν στην τελευταία συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του κυβερνώντος κόμματος και στην οποία οι σκληροί ΣΥΡΙΖΑίοι πρότειναν πλήρη απαλοιφή του άρθρου 3 αλλά και των υπόλοιπων αναφορών στη χριστιανική θρησκεία, το Μέγαρο Μαξίμου επέλεξε μια ήπια αναθεώρηση του επίμαχου άρθρου που ουσιαστικά περιορίζεται στην προσθήκη της φράσης «Η Ελληνική Πολιτεία είναι θρησκευτικά ουδέτερη».
Τι λέει το κοινό ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας
1. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939 οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
2. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε.
3. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
4. Το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου.
5. Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι μετά τη Συμφωνία αυτή παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
6. Η ετήσια επιδότηση θα καταβάλλεται σε ειδικό ταμείο της Εκκλησίας και προορίζεται αποκλειστικά για τη μισθοδοσία των κληρικών, με αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας της Ελλάδος και σχετική εποπτεία των αρμόδιων ελεγκτικών κρατικών αρχών.
7. Με τη Συμφωνία διασφαλίζεται ο σημερινός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και ο σημερινός αριθμός των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
8. Πιθανή επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος για αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης του ποσού της ετήσιας επιδότησης.
9. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
10. Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
11. Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση.
12. Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
13. Τα ανάλογα ισχύουν και για τις περιουσίες των επιμέρους Μητροπόλεων, ήτοι των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και όσων οι Μητροπόλεις εθελοντικά παραχωρήσουν στο ΤΑΕΠ.
14. Η ήδη συσταθείσα με τον Ν.4182/2013 Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών εντάσσεται επίσης στο ΤΑΕΠ και διοικείται με το σημερινό κατά νόμο καθεστώς.
15. Οι παραπάνω δεσμεύσεις των μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της Συμφωνίας στο σύνολό της.