Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε κι έκανε έτσι νόμο του κράτους σχέδιο νόμου που συμπεριλαμβάνει τον τεράστιο αμερικανικό στρατιωτικό προϋπολογισμό (738 δισεκ. δολάρια) αλλά και την επιβολή κυρώσεων σε όλους όσοι συμμετέχουν στο έργο του υποθαλάσσιου αγωγού Nord Stream 2, ο οποίος έχει σκοπό να αυξήσει τις ποσότητες ρωσικού αερίου που μεταφέρονται απευθείας στη Γερμανία.
Η Μόσχα και το Βερολίνο έχουν ήδη καταδικάσει έντονα τις κυρώσεις καθώς τα μέτρα αυτά διένυαν τη διαδρομή τους στο Κογκρέσο, με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν να προειδοποιεί πως θα υπάρξουν αντίποινα.
«Υπογράφω με υπερηφάνεια και κάνω νόμο τη μεγαλύτερη επένδυση που έγινε ποτέ στον στρατό των ΗΠΑ», δήλωσε ο Τραμπ στην τελετή επικύρωσης του αμερικανικού αμυντικού προϋπολογισμού.
Βάσει των διατάξεων του νόμου που αφορούν τον αγωγό, ο Nord Stream 2 — τεράστιο ενεργειακό έργο που θα μεταφέρει ρωσικό αέριο στη γερμανική αγορά μέσω της Βαλτικής Θάλασσας — αποτελεί «εργαλείο εξαναγκασμού και πολιτικής μόχλευσης» που θα μπορούσε να εξασθενίσει τους δεσμούς των ΗΠΑ με τη Γερμανία και την Ευρώπη.
Ο νόμος δίνει στον Τραμπ περιθώριο 60 ημερών για να επιβάλλει κυρώσεις σε σκάφη και εταιρείες που εγκαθιστούν σωληνώσεις ή συμμετέχουν στα έργα του Nord Stream 2 και του Turkstream, του αγωγού που θα μεταφέρει ρωσικό αέριο στην Τουρκία, καθώς και σε οποιονδήποτε άλλον που κρίνεται ότι υποστηρίζει τα έργα αυτά.
Ο Nord Stream 2, που αναμένεται να αρχίσει να λειτουργεί τους επόμενους μήνες, βρίσκεται στην καρδιά μιας οικονομικής και γεωπολιτικής διένεξης ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Θα διπλασιάσει τις ποσότητες ρωσικού φυσικού αερίου που διατίθεται στη δυτική Ευρώπη μέσω Γερμανίας.
Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνδιάλεξής του με τον Γερμανό ομόλογό του Χάικο Μάας χθες, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο επανέλαβε τη «σθεναρή εναντίωση» της Ουάσινγκτον στη συνέχιση της κατασκευής του Nord Stream 2.
Μια από τις εταιρείες που βρίσκονται στο στόχαστρο είναι η AllSeas, ολλανδοελβετικών συμφερόντων, στην οποία ανήκει το μεγαλύτερο πλοίο τοποθέτησης υποθαλάσσιων αγωγών στον κόσμο, το Pioneering Spirit, που συμμετέχει στο έργο βάσει σύμβασης με τη Gazprom. Η AllSeas ήδη ανακοίνωσε πως αναστέλλει τη συμμετοχή της στο έργο εν αναμονή εξελίξεων.
Το έργο είναι μια επένδυση αξίας περίπου δέκα δισεκ. ευρώ που συγχρηματοδοτούν εξ ημισείας από τη μια η Gazprom και από την άλλη πέντε ευρωπαϊκές εταιρείες (ÖMV, Wintershall Dea, Engie, Uniper και Shell). Οι αμερικανικές κυρώσεις έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη και καταγγελίες για την επέμβαση της Ουάσινγκτον στη χάραξη ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής.
Το νομοσχέδιο προβλέπει επίσης τη δημιουργία της Δύναμης Διαστήματος που προπαγάνδιζε ο Τραμπ τους τελευταίους μήνες, του έκτου σώματος των αμερικανικών ένοπλων δυνάμεων, που τουλάχιστον στο προβλεπτό μέλλον θα υπάγεται στην Πολεμική Αεροπορία.
Αντιδρούν Βρυξέλλες- Γερμανία- Ρωσία
Η Ευρωπαϊκή Ένωση επέκρινε σήμερα την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ εναντίον των εταιρειών που συμμετέχουν στην κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2.
“Επί της αρχής η ΕΕ είναι αντίθετη στην επιβολή κυρώσεων εναντίον ευρωπαϊκών εταιρειών που επιδίδονται σε νόμιμες δραστηριότητες”, ανακοίνωσε εκπρόσωπος της Ένωσης.
Οι ΗΠΑ εμποδίζουν άλλες χώρες να αναπτύξουν την οικονομία τους επιβάλλοντάς τους κυρώσεις, κατήγγειλε σήμερα η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα σχολιάζοντας την επικύρωση σε νόμο από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ των κυρώσεων εναντίον του αγωγού Nord Stream 2.
«Μια χώρα που έχει χρέος 22 τρισεκατομμυρίων δολαρίων εμποδίζει χώρες με υγιές αξιόχρεο να αναπτύξουν τον τομέα της πραγματικής τους οικονομίας!», σχολίασε η Ζαχάροβα στη σελίδα της στο Facebook, επικρίνοντας «την αμερικανική ιδεολογία που δεν αντέχει την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα».
«Σε λίγο θα ζητήσουν να σταματήσουμε να αναπνέουμε», πρόσθεσε.
Η κυβέρνηση της Γερμανίας επέκρινε κι αυτή με τη σειρά της την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ εναντίον του αγωγού Nord Stream 2, χαρακτηρίζοντάς τες “παρέμβαση στις εσωτερικές μας υποθέσεις”.
“Η κυβέρνηση απορρίπτει αυτές τις κυρώσεις τις οποίες δεν έχει τη δικαιοδοσία να επιβάλει. Επηρεάζουν τις γερμανικές και τις ευρωπαϊκές εταιρείες και αποτελούν παρέμβαση στις εσωτερικές μας υποθέσεις”, τόνισε η Ούρλικε Ντέμερ εκπρόσωπος της Γερμανίδας καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ.