Η νέα κυβέρνηση της Γαλλίας πρόκειται να παρουσιάσει τον προϋπολογισμό της για το 2025, εν μέσω μιας συνεχιζόμενης δημοσιονομικής και πολιτικής κρίσης.
Ο προϋπολογισμός προαναγγέλλεται ευρέως ως ένας προϋπολογισμός «λιτότητας» που θα οδηγήσει την κυβέρνηση του νέου πρωθυπουργού Μισέλ Μπαρνιέ σε φορολογικά μέτρα και μέτρα περικοπής δαπανών που θα μπορούσαν να εξοργίσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης τόσο της αριστεράς όσο και της δεξιάς, ή ακόμη και τους κεντρώους συμμάχους του.
Στην ομιλία του στην Εθνοσυνέλευση την 1η Οκτωβρίου, ο Μπαρνιέ προσέφερε μια «πρόγευση» από τα μέτρα που είναι πιθανό να προτείνει η συντηρητική, κεντρώα κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων φόρων για τις μεγάλες επιχειρήσεις και απότομων περικοπών στις δαπάνες της κυβέρνησης, προκειμένου να καταπολεμηθεί η δημοσιονομική κρίση της Γαλλίας.
Στη συνέχεια, ο Μπαρνιέ αποκάλυψε ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει να αυστηροποιήσει τη δημοσιονομική πολιτική κατά 60 δισεκατομμύρια ευρώ ή 2% του ΑΕΠ το επόμενο έτος, σε μια προσπάθεια να μειώσει το έλλειμμα της χώρας σε περίπου 5% του ΑΕΠ το 2025, από το αναμενόμενο 6,1% φέτος.
Από αυτά τα 60 δισεκατομμύρια ευρώ, περίπου 40 δισεκατομμύρια ευρώ αναμένεται να περιλαμβάνουν περικοπές δημοσίων δαπανών, συμπεριλαμβανομένης μιας εξάμηνης καθυστέρησης στην αναπροσαρμογή των συνταξιοδοτικών πληρωμών, ενώ τα άλλα 20 δισεκατομμύρια ευρώ θα προέλθουν από υψηλότερους φόρους σε «πλούσιους ιδιώτες» και «μεγάλες εταιρείες».
Ο προϋπολογισμός, ο οποίος πρόκειται να παρουσιαστεί στο κοινοβούλιο από τον νέο υπουργό Οικονομικών Αντουάν Αρμάν, λαμβάνει χώρα καθώς η Γαλλία έχει ήδη τεθεί στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεδομένου ότι το δημοσιονομικό της έλλειμμα υπερβαίνει κατά πολύ το επίπεδο του 3% του ΑΕΠ που πρέπει να τηρούν τα κράτη μέλη της Ε.Ε.
Έχοντας ζητήσει περισσότερο χρόνο για να υποβάλει τα μακροπρόθεσμα δημοσιονομικά της σχέδια στην Επιτροπή, όπως απαιτούν οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες της Ε.Ε. από τις χώρες με υψηλότερο λόγο χρέους προς ΑΕΠ, η κυβέρνηση Μπαρνιέ αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να προβεί σε αυτό το βήμα εντός των επόμενων εβδομάδων.
Ο Μπαρνιέ δήλωσε στο γαλλικό κοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα ότι θα χρειαστεί μέχρι το 2029 -δύο χρόνια αργότερα από ό,τι είχε αρχικά υποσχεθεί- για να ευθυγραμμιστεί το έλλειμμα της χώρας με τους κανόνες της Ε.Ε.
Ο προϋπολογισμός του 2025 είναι η πρώτη πραγματική εγχώρια δοκιμασία για τον πρωθυπουργό, ο οποίος κληρονόμησε ένα «πολιτικό κώνειο», με τις δημοσιονομικές προκλήσεις της Γαλλίας και το αντιμαχόμενο πολιτικό κατεστημένο να αποτελούν την ζοφερή πραγματικότητα που αντιμετωπίζει η νέα κυβέρνηση μετά από αρκετούς μήνες πολιτικής αβεβαιότητας στη χώρα.
Ο Μπαρνιέ διορίστηκε πρωθυπουργός από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν μετά την ατυχή απόφαση του δεύτερου να προκηρύξει πρόωρες εκλογές τον Ιούνιο οι οποίες δεν ανέδειξαν ξεκάθαρο νικητή, με τον δεξιό Εθνικό Συναγερμό (RN) να κερδίζει τον πρώτο γύρο της ψηφοφορίας και το αριστερό Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP) να επικρατεί στον δεύτερο γύρο.
Μετά από μήνες πολιτικών διαπραγματεύσεων, ο Μακρόν διόρισε τον συντηρητικό Μπαρνιέ ως πρωθυπουργό, προκαλώντας την οργή της αριστερής συμμαχίας. Ενώ οι αριστεροί νομοθέτες έχουν ήδη καταθέσει πρόταση δυσπιστίας κατά του Μπαρνιέ – η οποία δεν πέρασε σε ψηφοφορία την Τρίτη – ο δεξιός Εθνικός Συναγερμός τηρεί στάση αναμονής, προειδοποιώντας ότι «ο Μπαρνιέ είναι ένας πρωθυπουργός υπό παρακολούθηση».
Προϋπολογισμός λιτότητας
Εάν τα μέτρα περάσουν, η ψηφοφορία θα αποδείξει ότι η Γαλλία οδεύει προς δημοσιονομική σύσφιξη «συγκρίσιμη σε κλίμακα με τη λιτότητα που εφαρμόστηκε σε πολλές χώρες κατά τη διάρκεια της κρίσης της ευρωζώνης», σύμφωνα με τον Άντριου Κένιγχαμ, επικεφαλής οικονομολόγο της Capital Economics για την Ευρώπη.
Ο ίδιος προειδοποίησε σε ανάλυσή του την περασμένη εβδομάδα ότι υπάρχει κίνδυνος τα μέτρα να προκαλέσουν σημαντική ανάσχεση της οικονομικής δραστηριότητας στη Γαλλία.
«Ο προϋπολογισμός φέρεται να βασίζεται σε μια πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,1% φέτος και του χρόνου. Παρά ταύτα, μια τόσο μεγάλη δόση λιτότητας μπορεί να καταστήσει δύσκολη την επίτευξη ακόμη και ανάπτυξης του 1,1%», ανέφερε σε ανάλυσή του στο CNBC.
«Τέλος, ακόμη και αν ο προϋπολογισμός υπερψηφιστεί και δεν πλήξει πολύ την οικονομική ανάπτυξη, η δημοσιονομική θέση της Γαλλίας θα εξακολουθήσει να είναι επισφαλής. Το έλλειμμα θα εξακολουθούσε να είναι 5% του ΑΕΠ το επόμενο έτος και η Ε.Ε. θα συνεχίσει να επιδιώκει τη μείωσή του στο 3% μέχρι το 2027», δήλωσε ο ίδιος.
«Έτσι, η Γαλλία θα χρειάζεται περισσότερη λιτότητα και μετά το 2025, με φόντο μια αδύναμη κυβέρνηση μειοψηφίας και με τις προεδρικές εκλογές του 2027 να πλησιάζουν όλο και περισσότερο», σημείωσε.
Πολιτική αδυναμία
Ο προϋπολογισμός είναι η πρώτη κύρια δοκιμασία για την κυβέρνηση του Μπαρνιέ, η οποία αποτελείται κυρίως από εκπροσώπους του κεντρώου μπλοκ του Μακρόν και του κεντροδεξιού κόμματος των Ρεπουμπλικάνων του ίδιου του πρωθυπουργού. Χωρίς πλειοψηφία, η κυβέρνηση εξαρτάται πλέον σε μεγάλο βαθμό από τα κόμματα της αντιπολίτευσης που θα μπορούσαν να την ανατρέψουν ανά πάσα στιγμή.
Για τον σκοπό αυτό, η πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε η αριστερή συμμαχία ανέδειξε πώς η κυβέρνηση του Μπαρνιέ βρίσκεται στο έλεος του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού, το οποίο είχε δηλώσει ότι θα απέχει από την ψηφοφορία προκειμένου να «δώσει στην κυβέρνηση μια ευκαιρία», όπως δήλωσε η επικεφαλής Μαρίν Λεπέν.
Ο Κάρστεν Νίκελ, αναπληρωτής διευθυντής ερευνών της Teneo, σημείωσε ότι η κυβέρνηση θα παραμείνει ευάλωτη σε προκλήσεις τόσο από την αριστερά όσο και από τη δεξιά και ότι ο προϋπολογισμός μπορεί ακόμη και να χρειαστεί να περάσει με το ζόρι, εάν αντιμετωπίσει σημαντική αντίσταση.
«Η κυβέρνηση ενδέχεται να δυσκολευτεί να βρει επαρκή υποστήριξη για τον προϋπολογισμό. Θα μπορούσε, επομένως, να επιστρέψει στο άρθρο 49/3 του Συντάγματος, τον κανόνα που ορίζει ότι ένα νομοσχέδιο περνάει χωρίς ψηφοφορία, εκτός εάν η Εθνοσυνέλευση προχωρήσει σε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης», ανέφερε ο Νίκελ σε ανάλυσή του.
«Ο Μακρόν χρησιμοποίησε αυτό το εργαλείο για να περάσει την αμφιλεγόμενη συνταξιοδοτική του μεταρρύθμιση, αλλά τότε μπορούσε να αποθαρρύνει τους βουλευτές από το να προχωρήσουν σε πρόταση δυσπιστίας απειλώντας εμμέσως με διάλυση της Εθνοσυνέλευσης, προκαλώντας πρόωρες εκλογές. Ωστόσο, μετά από τη δική του απόφαση για τις πρόωρες εκλογές που διεξήχθησαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, ο Μακρόν δεν μπορεί να διαλύσει το κοινοβούλιο μέχρι το επόμενο καλοκαίρι», σημείωσε ο Νίκελ.
Ως αποτέλεσμα, τα κόμματα της αριστεράς και της δεξιάς αντιπολίτευσης θα σταθμίσουν τους κινδύνους που συνδέονται με την ψήφο δυσπιστίας ή εμπιστοσύνης – καθώς και το δυσάρεστο ενδεχόμενο να χρειαστεί να συμψηφίσουν για να «ρίξουν» τον Μπαρνιέ στο εγγύς μέλλον, όπως τόνισε ο Νίκελ. Η αποστροφή και των δύο κομμάτων να συνεργαστούν για κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προσφέρει στην κυβέρνηση του Μπαρνιέ μια περίοδο χάριτος, προς το παρόν.
«Για τους δεξιούς, μπορεί να είναι επικίνδυνο να θεωρηθούν ως μια πολιτική δύναμη που συνδέεται με μια χαοτική κατάσταση στην οποία δεν θα περάσει κανένας προϋπολογισμός, η σημερινή κυβέρνηση θα πέσει και νέες εκλογές για την επίλυση του αδιεξόδου δεν θα είναι δυνατές πριν από το καλοκαίρι του 2025», σημείωσε ο Νίκελ.
Προσέθεσε ότι στόχος της Λεπέν παραμένει να θεωρηθεί ως φαβορί για τις προεδρικές εκλογές του 2027.
«Η αριστερή συμμαχία, αντίθετα, οφείλει το όνομά της και την ύπαρξή της στην ιδέα ότι οι αξίες της Δημοκρατίας πρέπει να αντέξουν έναντι της αύξησης της ακροδεξιάς ψήφου. Αυτό το σκηνικό αυξάνει το πολιτικό κόστος μιας παράλληλης ψήφου με τη Λεπέν έναντι μιας μετριοπαθούς, αν και κεντροδεξιάς, κυβέρνησης. Αυτά τα ζητήματα συντονισμού μεταξύ της ακροδεξιάς και της αριστεράς μπορεί να προσφέρουν μία περίοδο χάριτος στον Μπαρνιέ», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.
Διαβάστε ακόμη
ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ: Στο τιμόνι της παραχώρησης της Αττικής Οδού ο Βασίλης Χαλκιάς
Στην αφετηρία η κούρσα της αύξησης κεφαλαίου της Attica Bank
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα