Προς έκπληξη αρκετών, το ρημαγμένο από την πανδημία 2020 ήταν μία αρκετά καλή χρονιά για τα IPO’s, με τις 194 νέες εισόδους στο χρηματιστήριο να συγκεντρώνουν συνολικά 67 δισεκατομμύρια δολάρια. Επρόκειτο για νούμερα που δεν είχαμε δει από το 2014, που όμως επισκιάστηκαν από την νέα αγαπημένη τάση της Wall Street, τα SPAC’s (Special Purpose Acquisition Companies-εταιρείες ειδικού σκοπού για εξαγορές). Το περασμένο έτος, περισσότερα από 200 SPAC’s μάζεψαν 82 δισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας ένα ρεκόρ το οποίο δεν θα κρατήσει για πολύ. Ήδη, μέσα στους δύο πρώτους μήνες του 2021, 56 δισεκατομμύρια έχουν επενδυθεί σε 175, νέες εταιρείες ειδικού σκοπού για εξαγορές. Τι είναι, λοιπόν, τα SPAC’s και γιατί αυξάνεται τόσο ραγδαία ο αριθμός τους;
Με λίγα λόγια, ένα SPAC είναι μία εταιρεία κέλυφος, μία οντότητα με ένα και μόνο σκοπό: Την συγκέντρωση χρημάτων. Όταν ένα SPAC πραγματοποιεί την είσοδο του στο χρηματιστήριο, οι επενδυτές αγοράζουν μετοχές σε αυτό, συνήθως στην τιμή των 10 δολαρίων για την κάθε μία, γνωρίζοντας πως θα συγχωνευτεί με μία ιδιωτική εταιρεία. Δεν γνωρίζουν όμως με ποια, εξού και το προσωνύμιο «Blank check company- εταιρεία λευκής επιταγής».
Αφότου συγκεντρωθεί ένα, πολλές φορές διόλου ευκαταφρόνητο ποσό, οι άνθρωποι πίσω από το SPAC, οι σπόνσορες, αναζητούν έναν στόχο για συγχώνευση. Στο μεσοδιάστημα, τα χρήματα των μετόχων κρατούνται σε ένα trust account. Ακριβώς επειδή οι μέτοχοι δεν γνωρίζουν σε ποια εταιρεία επενδύουν, τα SPAC’s, πλέον, συνήθως οργανώνονται από θεσμικούς επενδυτές και βετεράνους της Wall Street.
Όταν, μετά από θετική ψήφο των μετόχων, η συγχώνευση με μία άλλη εταιρεία ολοκληρωθεί, οι επενδυτές έχουν δύο επιλογές: Είτε ανταλλάσουν το μερίδιο τους στο SPAC με μετοχές στην νέα, συγχωνευμένη εταιρεία, είτε παίρνουν τα λεφτά τους πίσω από το trust account, συλλέγοντας επίσης και το επιτόκιο. Ως ανταμοιβή για τις ενέργειες τους, οι σπόνσορες του SPAC παίρνουν στην κατοχή τους ένα σημαντικό μερίδιο στην δημόσια, πλέον, εταιρεία. Ωστόσο, αν δεν καταφέρουν να ολοκληρώσουν μία συγχώνευση, τότε το SPAC διαλύεται και η επενδυτές, πάλι, παίρνουν πίσω την επένδυση τους, μαζί με το επιτόκιο.
Τα SPAC’s, σε αντίθεση με την τωρινή συχνότητα τους, δεν είναι καινούριο φαινόμενο. Αντιθέτως, πραγματοποιούνται διάσπαρτα εδώ και δεκαετίες. Στο παρελθόν, όμως, τα SPAC’s δεν είχαν και την καλύτερη φήμη, καθώς προσωρινά είχαν συνδεθεί με απάτες γύρω από τις λεγόμενες… «μετοχές της δεκάρας». Μετά από την επιβολή μίας σειράς κανονισμών από την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η εικόνα των SPAC’s αποκαταστήθηκε, μέχρι που οι πρόσφατες εξελίξεις οδήγησαν στην ευρεία χρήση τους. Για πολλές εταιρείες που θέλουν να μπουν στο χρηματιστήριο, η συγχώνευση με μία εταιρεία ειδικού σκοπού φέρνει πολλά πλεονεκτήματα. Σε αντίθεση με ένα παραδοσιακό IPO, το οποίο συνεπάγεται μία ιδιαίτερα χρονοβόρα, κουραστική και κοστοβόρα διαδικασία, η ένωση με ένα SPAC σπάνια παίρνει πάνω από τέσσερις μήνες. Επιπλέον, μέσω ενός SPAC, μία εταιρεία αντλεί χρήματα πιο γρήγορα και οι ιδιοκτήτες της διατηρούν περισσότερο έλεγχο, από ότι με μία παραδοσιακή Αρχική Δημόσια Προσφορά.
Πέρα από τα παραπάνω βασικά πλεονεκτήματα η ξαφνική δημοφιλία των εταιρειών λευκής επιταγής μπορεί να αποδοθεί και στην τωρινή κατάσταση της αγοράς, που χαρακτηρίζεται από χαμηλά επιτόκια και αστάθεια, εν μέρει λόγω της πανδημίας και της μαζικής εισροής των ιδιωτών επενδυτών. Αυτές οι συνθήκες οδήγησαν όλο και περισσότερους αναγνωρισμένους επενδυτές και εταιρείες, όπως ο Bill Ackman και ο Richard Branson, μεταξύ πολλών άλλων, να αναμειχθούν με τα SPAC’s, νομιμοποιώντας, έτσι, την χρήση τους.
Μάλιστα, πλέον, φαίνεται πως έχουμε φτάσει στο αντίθετο άκρο. Από τον Jay-Z και τον Shaquille O’neal, μέχρι τον Stephen Curry και την Serena Williams, τα SPAC’s μοιάζουν να είναι το νέο αγαπημένο παιχνίδι ακόμη και των επωνύμων. Φυσικά, όμως, υπάρχουν και επικριτές αυτής της νέας τάσης. Κάποιοι επισημάνουν πως παρότι μία ιδιωτική εταιρεία υποβάλλεται σε ελέγχους πριν την συγχώνευση της με ένα SPAC, η διαδικασία δεν είναι όσο εξονυχιστική όσο σε ένα παραδοσιακό IPO. Παράλληλα, οι σπόνσορες, πρώτα από όλα, καλούνται να ολοκληρώσουν την συγχώνευση σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και όχι να κλείσουν την καλύτερη δυνατή συμφωνία, οπότε τίποτα δεν τους σταματά από το να χρυσοπληρώσουν την ιδιωτική εταιρεία, σε βάρος των επενδυτών τους. Και βέβαια, ίσως και για το καλύτερο, είναι λογικό να υπάρχουν επενδυτές που διστάζουν να επενδύσουν κυριολεκτικά στα τυφλά.
Τέλος, μετά από την αρχική ζάλη που έφερε το κύμα των SPAC’s την προηγούμενη χρονιά, όλο και περισσότερα άτομα αρχίζουν να αναρωτιούνται κατά πόσο αυτός ο ρυθμός είναι διατηρήσιμος. Μερικοί, μάλιστα, χαρακτηρίζουν την ασταμάτητη ροή των SPAC’s στο τωρινό χρηματιστηριακό περιβάλλον ως μία φούσκα μέσα σε μία άλλη φούσκα.
Διαβάστε περισσότερα
Αναστολές Μαρτίου: Οι 4 προϋποθέσεις που «κόβουν» 50.000 επιχειρήσεις (vid)
Στέφανος Τσιτσιπάς: Η «χρυσή» ρακέτα – Έσοδα εκατομμυρίων από έπαθλα και επιχειρηματικές συμφωνίες