«Αφρίζουν» από τον θυμό τους οι Γάλλοι παραγωγοί σαμπάνιας καθώς θεωρούν ότι πρόσφατος νόμος που πέρασε η ρωσική κυβέρνηση στη χώρα και αφορά τη λεγόμενη «σοβιετική σαμπάνια» υπονομεύει το παγκοσμίως γνωστό brand τους.
Όπως είναι γνωστό, η Καμπανία είναι μια περιοχή στη βορειοανατολική Γαλλία, η οποία έχει αποκτήσει παγκόσμια φήμη λόγω της σαμπάνιας, του εκλεκτού αφρώδους είναι που παράγεται από τα σταφύλια που καλλιεργούνται στην περιοχή.
Ωστόσο, η Ρωσία με πρόσφατο νόμο «αμφισβητεί» το αποκλειστικό δικαίωμα των Γάλλων οικοπαραγωγών να χρησιμοποιούν την ονομασία «σαμπάνια» στα προϊόντα τους.
Σύμφωνα με την τροπολογία που ενέκρινε Ρώσος πρόεδρος ο Βλαντίμιρ Πούτιν, μόνο οι Ρώσοι παραγωγοί θα έχουν από εδώ και πέρα δικαίωμα να χρησιμοποιούν την ονομασία «σαμπάνια», στα κυριλλικά, στις ετικέτες των προϊόντων τους. Την ίδια ώρα, τα εισαγόμενα προϊόντα θα πρέπει, να φέρουν την ονομασία «αφρώδης οίνος».
Οι παραγωγοί σαμπάνιας είναι περήφανοι και για το όνομα και για το brand τους και αρνούνται να κάνουν οποιαδήποτε χρήση της ονομασίας στο «αφρώδης οίνος».
Ο ίδιος νόμος επιτρέπει στους Ρώσους οινοπαραγωγούς να χρησιμοποιούν την ονομασία «shampanskoye» – τη ρωσική λέξη για τη σαμπάνια – στις ετικέτες των κρασιών τους.
«Είμαστε σοκαρισμένοι», δήλωσε στο CNBC ο Charles Goemaere, γενικός διευθυντής της Champagne Committee, μιας εμπορική ένωσης που εκπροσωπεί ανεξάρτητους παραγωγούς της Καμπανίας.
Μία «πρώτη οικονομική απώλεια» είναι ότι οι Γάλλοι παραγωγοί «δεν μπορούν να εξάγουν τα προϊόντα τους στη ρωσική αγορά παρά τις προπαραγγελίες», σημείωσε ο Goemaere. Η αλλαγή ετικετών σε φιάλες που είναι έτοιμες για αποστολή θα αποτελούσε μια τεχνική και οικονομική πρόκληση για τους παραγωγούς.
Οι γαλλικές επιχειρηματικές ενώσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο έχουν ζητήσει από τα μέλη τους να σταματήσουν προς το παρόν τις εξαγωγές προς τη Ρωσία, υπογραμμίζοντας ότι το brand «Champagne» προστατεύεται σε περισσότερες από 120 χώρες.
Μόνο το 2020, οι παραγωγοί σαμπάνιας πραγματοποίησαν εξαγωγές αξίας 2,6 δισεκατομμυρίων ευρώ παγκοσμίως με τη μερίδα του λέοντος να πηγαίνει στις αγορές του Ηνωμένου Βασιλείου, των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας. «το νέο θεσμικό πλαίσιο της Ρωσίας έχει φυσικά σχεδιαστεί για να υποστηρίζει τους τα συμφέροντα των εγχώριων παραγωγών», δήλωσε ο Fredrik Erixon, διευθυντής του think tank ECIPE.
Ο Goemaere ανέφερε στο CNBC ότι η επιθυμεί οι Γάλλοι και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι «να ξεκινήσουν συζητήσεις με τις ρωσικές αρχές για να βρουν λύση».
«Θα υποστηρίξουμε τους παραγωγούς μας και τη γαλλική αριστεία», ανέφερε ο Franck Riester, υπουργός εμπορίου της Γαλλίας, με ανάρτησή του στο Twitter.
Nous suivons de près les implications de la nouvelle loi viti-vinicole russe, en lien étroit avec les professionnels et nos partenaires 🇪🇺.
Aucun doute possible : nous soutiendrons sans faille nos producteurs et l’excellence 🇫🇷. Vive le #champagne français ! #CIVC @Champagne https://t.co/JuOgizDvyp— Franck Riester (@franckriester) July 5, 2021
Η διαμάχη αυτή θα μπορούσε ενδεχομένως να φτάσει ακόμη και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
Στη Ρωσία, ο όρος «σαμπάνια» χρησιμοποιείται ευρέως και μάλιστα για όλα τα είδη αφρωδών οίνων εδώ πολλές δεκαετίες. Ο Στάλιν δημιούργησε μια μαζική γραμμή παραγωγής «σοβιετικής σαμπάνιας» στα τέλη της δεκαετίας του 1930, με σκοπό το προϊόν να είναι προσιτό σε όλους τους πολίτες.
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, αυτή η «σοβιετική σαμπάνια» έγινε συνώνυμη με το αφρώδες κρασί χαμηλής ποιότητας, αλλά εξακολουθεί να είναι δημοφιλής σε ειδικές περιστάσεις. Μια κατάσταση που δεν ήταν πότε ευχάριστη για τους παραγωγούς της Καμπανίας.
Όπως επισημαίνει η γαλλική «Le Monde», με την επίμαχη τροπολογία οι ρωσικές αρχές επιθυμούν προφανώς να αναδείξουν τους τοπικούς παραγωγούς αφρώδους οίνου – και ιδιαίτερα τους παραγωγούς της Κριμαίας, που γνώρισαν μια δεύτερη νιότη μετά την προσάρτηση της χερσονήσου από τη Ρωσία, το 2014, και το πλήρες άνοιγμά τους στη ρωσική αγορά.
Η πιο γνωστή μάρκα της χώρας, η κριμαϊκή Novy Svet, ανήκει σε έναν φίλο του Ρώσου προέδρου, τον Γιούρι Κόβαλτσουκ. Λάτρης της αμπελουργίας, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε συμβάλλει τον περασμένο Ιανουάριο στην εκτόξευση των μετοχών ενός άλλου γίγαντα της αγοράς, του Abrau-Durso, αφήνοντας να εννοηθεί ότι εύκολα θα έβλεπε τον εαυτό του να εργάζεται σε αυτή την επιχείρηση μετά το τέλος της πολιτικής του καριέρας.
Με πληροφορίες από CNBC και Le monde
Διαβάστε ακόμα:
Το σχέδιο των 50 ημερών και το στοίχημα των εμβολιασμών
Βέλγιο: 90χρονη μολύνθηκε ταυτόχρονα με δύο παραλλαγμένα στελέχη του ιού