search icon

Διεθνή

Ο Σούπερ Μάριο αναλαμβάνει δράση – Ελαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Γερουσία

Η κυβέρνησή του αντιμετωπίζει δυσεπίλυτες προκλήσεις, με ολόκληρους τομείς της οικονομίας να εξαρτώνται απόλυτα από την κρατική στήριξη για να επιβιώσουν

AΠΕ-ΜΠΕ

Ο νέος επικεφαλής της ιταλικής κυβέρνησης, ο Μάριο Ντράγκι, εξασφάλισε χθες βράδυ την ψήφο εμπιστοσύνης της Γερουσίας αφού παρουσίασε νωρίτερα σε αδρές γραμμές ένα πρόγραμμα «ανοικοδόμησης» της χώρας που πλήττεται από διπλή υγειονομική και οικονομική κρίση, δεσμευόμενος να «πολεμήσει την πανδημία με όλα τα μέσα».

Ο κ. Ντράγκι έλαβε 262 ψήφους υπέρ έναντι 40 κατά και δύο αποχών στη Γερουσία, αποτέλεσμα μάλλον αναμενόμενο, με δεδομένο το εύρος της κοινοβουλευτικής στήριξης που έχει εξασφαλίσει. Η Βουλή θα ψηφίσει σήμερα και αναμένεται να προσφέρει επίσης την εμπιστοσύνη της στον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), καθώς όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, με μόνο μία εξαίρεση -την ακροδεξιά παράταξη Αδελφοί της Ιταλίας- τάσσονται υπέρ του.

«Όπως οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις, έχουμε την ευθύνη να αρχίσουμε τη νέα ανοικοδόμηση», είπε χθες ο πρωθυπουργός, που αναμένει να έχει από σήμερα πλήρη νομιμοποίηση. «Αυτή είναι τόσο η δική μας αποστολή, όσο και των Ιταλών: να αφήσουμε μια καλύτερη και δικαιότερη χώρα στα παιδιά και στα εγγόνια μας».

Ο 73χρονος Μάριο Ντράγκι, προσωπικότητα πολύ διακριτική, που πήγε σε ιησουιτικό σχολείο, διαδέχθηκε το Σάββατο τον Τζουζέπε Κόντε, που εξαναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά τη θεαματική ανατίναξη της κυβέρνησής του, την ώρα που η Ιταλία πλησιάζει το βαρύ ορόσημο των 100.000 θανάτων εξαιτίας της COVID-19, ενώ κατέγραψε το 2020 μια από τις πιο βαθιές υφέσεις του ΑΕΠ στην ευρωζώνη (-8,9%).

«Το βασικό καθήκον, στο οποίο καλούμαστε όλοι (…) είναι να πολεμήσουμε την πανδημία (του νέου κορονοϊού) με όλα τα μέσα και να σώσουμε τις ζωές των συμπολιτών μας», είπε ο κ. Ντράγκι, ενώ λιγότεροι από 1,3 εκατ. από το σύνολο των 60 εκατ. κατοίκων της Ιταλίας έχουν λάβει τις δόσεις των εμβολίων τους.

«Αφού εξασφαλίσαμε επαρκείς ποσότητες εμβολίων, η κυριότερη πρόκληση για εμάς είναι να τα διανείμουμε με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα».

Ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ τάχθηκε εξάλλου υπέρ της στενότερης «ολοκλήρωσης» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα οδηγήσει «σε κοινό δημόσιο προϋπολογισμό, ικανό να υποστηρίζει τα κράτη μέλη σε περιόδους ύφεσης», διατρανώνοντας την «αμετάκλητη επιλογή του ευρώ» και τονίζοντας πως «χωρίς την Ιταλία, δεν υπάρχει Ευρώπη».

Ο Μάριο Ντράγκι, που υποστηρίζεται από μια πολύ ετερόκλιτη συμμαχία, φάσμα πολιτικών παρατάξεων από την κεντροαριστερά μέχρι την άκρα δεξιά του Ματέο Σαλβίνι, είπε ακόμη πως έχει την πρόθεση να «ενισχύσει» τις «στρατηγικές» σχέσεις της Ρώμης με τη Γαλλία και με τη Γερμανία.

Η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, που υπέστη απώλειες 444.000 θέσεων εργασίας το 2020, λογαριάζει σε μεγάλο βαθμό στο μάννα του ευρωπαϊκού σχεδίου για την ανάκαμψη, η εκταμίευση των κεφαλαίων του οποίου συνδέεται με την παρουσίαση στις Βρυξέλλες ως τον Απρίλιο πολύ λεπτομερειακού προγράμματος δαπανών – αποστολή που καλείται να φέρει σε πέρας η κυβέρνησή του.

«Θα έχουμε στη διάθεσή μας περίπου 210 δισεκατομμύρια ευρώ για περίοδο έξι ετών. Οι πόροι αυτοί θα πρέπει να δαπανηθούν για να βελτιωθεί η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας μας», υπογράμμισε κατά τη διάρκεια της πολυαναμενόμενης σαραπεντάλεπτης ομιλίας του ο κ. Ντράγκι. Χαρακτήρισε προτεραιότητες την «ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές», τον «αγώνα εναντίον της μόλυνσης της ατμόσφαιρας και των υδάτινων πόρων», την απόκτηση «σιδηροδρομικών συνδέσεων υψηλής ταχύτητας», την «παραγωγή και διανομή υδρογόνου», την «ψηφιοποίηση» και τη δημιουργία υποδομών κινητής τηλεφωνίας και τηλεματικής πέμπτης γενιάς (5G).

Στόχοι του κ. Ντράγκι είναι ακόμη ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, η μείωση της γραφειοκρατίας και η βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος, ο τρόπος λειτουργίας του οποίου χαρακτηρίζεται από τους βραδύτερους στην Ευρώπη.

Η κυβέρνησή του αντιμετωπίζει δυσεπίλυτες προκλήσεις, με ολόκληρους τομείς της οικονομίας να εξαρτώνται απόλυτα από την κρατική στήριξη για να επιβιώσουν. Ο νέος πρωθυπουργός προειδοποίησε ότι η Ρώμη δεν θα μπορέσει να υποστηρίξει «όλες τις επιχειρήσεις, ούτε όλες τις θέσεις εργασίας»: «Κάποιοι θα κληθούν να αλλάξουν, ακόμα και ριζοσπαστικά».

Παρεμβαίνοντας εκ νέου χθες βράδυ, ο Μάριο Ντράγκι τάχθηκε υπέρ της ιδέας να γίνει υποχρεωτική η ανακατανομή των μεταναστών και των προσφύγων στα κράτη μέλη της ΕΕ.

«Η Ιταλία, με την υποστήριξη ορισμένων χωρών της Μεσογείου, προτείνει ως μέτρο αλληλεγγύης (…) να δημιουργηθεί μηχανισμός υποχρεωτικής ανακατανομής των μεταναστών», ανέφερε.

Αντιμέτωπη με τις αφίξεις δεκάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών, η Ρώμη ζητάει χρόνια τώρα από τις Βρυξέλλες επαναδιαπραγμάτευση του Κανονισμού του Δουβλίνου, που ορίζει ότι την ευθύνη για την επεξεργασία αιτημάτων ασύλου έχουν οι χώρες άφιξης.

Αφότου του ανέθεσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Σέρτζο Ματαρέλα, ο Μάριο Ντράγκι σχημάτισε πλειοψηφία στην οποία συμμετέχουν παρατάξεις από το Δημοκρατικό Κόμμα (PD, κεντροαριστερά) ως την ακροδεξιά Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, περνώντας από το Κίνημα Πέντε Αστέρων (M5S, «αντισυστημικό» ώσπου βρέθηκε στην εξουσία). Σχημάτισε κυβέρνηση με μέλη όλων των παρατάξεων και τεχνοκράτες.

«Σήμερα η ενότητα δεν είναι επιλογή, η ενότητα είναι καθήκον», είπε ο κ. Ντράγκι, το ντεμπούτο της κυβέρνησης του οποίου σημαδεύτηκε από μια ολόκληρη πολεμική γύρω από την απόφαση του υπουργού Υγείας Ρομπέρτο Σπεράντσα να ανακοινώσει μόλις το βράδυ της Κυριακής την απαγόρευση να επαναλειτουργήσουν τη Δευτέρα τα χιονοδρομικά κέντρα.

Τα πρώτα καβγαδάκια προοιωνίζονται έναν μάλλον κακοτράχαλο δρόμο για τον κ. Ντράγκι, προεξοφλεί η Τερέζα Κορατέλα, αναλύτρια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων (European Council of Foreign Relations, ECFR): «έχουμε μια κυβέρνηση πολύ ισχυρή από τη σκοπιά της επάρκειας των υπουργών, αλλά με μια πολιτική ισορροπία πολύ εύθραυστη, με πολιτικούς συνομιλητές που αλλάζουν γνώμη και δεν είναι και τόσο αξιόπιστοι», εξηγεί.

Σε κάθε περίπτωση, θα χρειαστεί να κινηθεί με ταχύτητα. Μπορεί να κυβερνήσει μόλις δύο χρόνια το μέγιστο· οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν στις αρχές του 2023.

 

 

Exit mobile version