H ρωσική οικονομία συρρικνώθηκε το δεύτερο τρίμηνο και οι οικονομικοί αναλυτές έχουν διαφορετικές εκτιμήσεις όσον αφορά την αντοχή της ενάντια στις κυρώσεις της Δύσης.
Αν και η συρρίκνωση αυτή κυμάνθηκε στο 4% σε ετήσιο επίπεδο, σε ποσοστό μικρότερο από το αναμενόμενο 5% η κεντρική τράπεζα της χώρας αναμένει πως η κατάσταση θα επιδεινωθεί τα επόμενα τρίμηνα πριν φτάσει σε νέο χαμηλό το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Όλα αυτά τη στιγμή που η Μόσχα προσπαθεί να αναμορφώσει την οικονομία της εν μέσω των κυρώσεων της Δύσης οι οποίες έχουν εξοστρακίσει τη Ρωσία από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και έχουν δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στο εμπόριο.
«Αν και υπάρχουν σημάδια σταθεροποίησης σε πολλούς τομείς τον περασμένο δίμηνο, η συρρίκνωση της οικονομίας θα συνεχιστεί μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του 2023 και θα λιμνάσει από εκεί και στο εξής», ανέφερε ο αναλυτής της Capital Economics, Liam Peach σε συνέντευξή του στο CNBC.
Oι κινήσεις της κεντρικής τράπεζας
Οι επιπτώσεις των κυρώσεων αντισταθμίστηκαν από την άμεση αντίδραση της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας μέσω της εφαρμογής capital controls και αύξησης των επιτοκίων. Τα μέτρα αυτά σταθεροποίησαν τις εγχώριες αγορές και στήριξαν το ρούβλι.
Τα μέτρα των οικονομικών κινήτρων και η μείωση των επιτοκίων τα οποία υιοθέτησε η τράπεζα ως επόμενο βήμα έχουν αμβλύνει τη βραχυπρόθεσμη επίδραση των κυρώσεων. Η πρόσφατη, πέμπτη συνεχόμενη, μείωση των επιτοκίων της Τράπεζας της Ρωσίας κατά 150 μ.β. τον προηγούμενο μήνα τα επέστρεψε στο 8% από την αύξηση-συναγερμό του Φεβρουαρίου στο 20%.
«Η συρρίκνωση της ρωσικής οικονομίας μπορεί να ήταν πολύ πιο μεγάλη αλλά η κεντρική τράπεζα της χώρας έλαβε άμεσα μέτρα για να προλάβει οποιαδήποτε δημιουργία οικονομικής ύφεσης. Επιπροσθέτως, ο στιβαρός ενεργειακός τομέας της Ρωσίας βοήθησε την όλη οικονομία της αφού άντεξε στις κυρώσεις της Δύσης», τόνισε ο Peach.
Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί οικονομικοί αναλυτές υποστηρίζουν πως οι μακροπρόθεσμες συνέπειες για τη ρωσική οικονομία θα είναι πολύ πιο σοβαρές, δεδομένης της απομάκρυνσης πολλών πολυεθνικών επιχειρήσεων και του σοβαρού «brain drain» στη χώρα λόγω του πολέμου.
Παράλληλα, οι κυρώσεις αυτές έχουν πλήξει ορισμένους τομείς της οικονομίας σοβαρά, με τη βιομηχανική παραγωγή να έχει καταγράψει μείωση 4% σε τριμηνιαίο επίπεδο και την παραγωγή σε τομείς που βασίζονται στις εισαγωγές να έχει καταγράψει μείωση άνω του 10%.
Η καταναλωτική ζήτηση έχει επίσης μειωθεί αισθητά, με τις πωλήσεις λιανικής να έχουν καταγράψει πτώση της τάξης του 11% μετά το πληθωριστικό σοκ του Μαρτίου, ενώ η καταναλωτική αυτοπεποίθηση έχει καταρρεύσει.
«Το γ’ τρίμηνο θα είναι ασθενές παρά τη μείωση του πληθωρισμού και τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Η οικονομία της Ρωσίας αντιμετωπίζει ακόμα σοβαρά προβλήματα αφού δεν έχει πρόσβαση στην τεχνολογία της Δύσης αλλά και στην ασφάλιση του ρωσικού πετρελαίου από εταιρείες της Δύσης», τόνισε ο Peach ο οποίος αναμένει πως το ΑΕΠ της χώρας θα αγγίξει νέα χαμηλά σε περίπου ένα έτος.
Η αποτυχία των κυρώσεων
Μέχρι τώρα έχουν επιβληθεί πάνω από 11.000 διαφορετικές ξένες κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Αν και πολλοί αναλυτές επικεντρώνονται στις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, το αμεσότερο πρόβλημα στο οποίο βασίζονταν οι Δυτικοί δεν έχει δημιουργηθεί.
«Παρά τις κυρώσεις και τις εκτιμήσεις πολλών, η ρωσική οικονομία δεν έχει τιναχθεί στον αέρα και -παρά τη συρρίκνωσή της φέτος- δεν κινδυνεύει με κατάρρευση. H ρωσική οικονομία δεν “πνίγεται” αλλά “θαλασσοδέρνεται”», τόνισε ο Chris Weafer, CEO της Macro-Advisory.
«Παρ’ όλα αυτά», όπως πρόσθεσε, «αντιμετωπίζει 5 με 7 τρίμηνα συρρίκνωσης και μία μακρά λίστα προβλημάτων που, εάν δεν αντιμετωπιστούν σωστά, θα πλήξουν την οικονομία μακροπρόθεσμα».
Η Macro-Advisory υπολογίζει πως το ρωσικό δημόσιο αποτελεί το 60% του ΑΕΠ, ενώ οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν λιγότερο από το 25%, κάτι που περιορίζει την ανάπτυξη σε περιόδους κανονικότητας αλλά προστατεύει την οικονομία σε περιόδους κρίσης.
Ο Weafer τόνισε, επίσης, πως η ρωσική οικονομία δε θα καταβαραθρωθεί, υποστηρίζοντας πως η μαζική έξοδος των δυτικών επιχειρήσεων δε θα επηρεάσει την εγχώρια οικονομία όσο ήλπιζαν οι Δυτικοί
«Οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες είναι είτε μικρές, είτε έχουν πουλήσει τα εγχώρια μερίδιά τους σε Ρώσους αγοραστές. Από τις Top 50 ξένες εταιρείες, μόλις 3 έχουν διακόψει κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα. Τρεις άλλες έχουν πουληθεί σε εγχώριους αγοραστές, ενώ 10 άλλες σκοπεύουν να το κάνουν. Οι υπόλοιπες παραμένουν στη ρωσική αγορά. Αναμένουμε πως το συνολικό πλήγμα στο ΑΕΠ θα κυμανθεί υπό του 1%», υπογράμμισε.
Η άποψη του Yale
Αυτά τα στοιχεία είναι αντιδιαμετρικά αντίθετα με το «καταστροφικό σενάριο» που προέβλεψε πρόσφατα ανάλυση του Yale βάσει της οποίας η μαζική έξοδος 1.000 εταιρειών έχει δημιουργήσει τεράστιο πρόβλημα στην εγχώρια οικονομία.
Ο Weafer δε συμφωνεί: «Υπάρχει αυξημένος σκεπτικισμός σχετικά με τη λεγόμενη ανθεκτικότητα, την ικανότητα και την προθυμία της Ρωσίας για εγχώριες επενδύσεις, ιδίως αν ληφθεί υπόψη πόσο λίγες επενδύσεις έχουν λάβει χώρα σε τομείς όπως η τεχνολογία, η μηχανική και οι εξειδικευμένες υπηρεσίες την τελευταία εικοσαετία. Όπως, όμως, έχουν αποδείξει οι πρόσφατες κρίσεις στη χώρα, η Ρωσία είναι εξαρετικά ικανή να τις αντιμετωπίσει όταν βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο».
Διαβάστε ακόμη
Τριπλό ραντεβού με την εφορία στο τέλος Αυγούστου
Τι συνδέει Rolex, Porsche και Lamborghini με τα… cryptos (pic+πίνακας)
Τελειώνει ο φόρος επιτηδεύματος – Αυξάνεται ο κατώτατος μισθός στα €751 από την 1η Ιανουαρίου