Στο στόχαστρο του Αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών βρέθηκε ο αμερικανικός πετρελαϊκός κολοσσός Chevron.
Σε αυτόν οδηγήθηκαν οι αμερικανικές αρχές ακολουθώντας τα χνάρια του δεξαμενόπλοιου VLCC Seahero χωρητικότητας 306.500 τόνων που διαχειρίζεται η Thenamaris του Ντίνου Μαρτίνου και το οποίο από την περασμένη εβδομάδα μπήκε στη μαύρη λίστα των Αμερικan;vν και συγκεκριμένα της Ofac – το «Γραφείο Ελέγχου Αλλοδαπής Περιουσίας» γιατί μετέφερε πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα.
Όπως προέκυψε από τις εξονυχιστικές έρευνες των αμερικανικών αρχών η Chevron είχε ναυλώσει για ένα διάστημα το δεξαμενόπλοιο Seahero. Η πετρελαϊκός κολοσσός επιβεβαίωσε ότι ναύλωσε το πλοίο για ένα μικρό χρονικό διάστημα και επεσήμανε ότι το πλοίο δεν αναμίχθηκε πρόσφατα στη μεταφορά πετρελαίου από τη χώρα της Λατινικής Αμερικής.
«Το πλοίο επί του παρόντος πραγματοποιεί ταξίδι που δεν σχετίζεται με τη Βενεζουέλα» δήλωσε ο εκπρόσωπος τύπου της Ρέϊ Φόαρ. Το πλοίο ταξιδεύει προς το κινεζικό λιμάνι Νινγμπό, αφού πρώτο φόρτωσε πετρέλαιο από τα λιμάνια των ΗΠΑ.
Τώρα η Chevron βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τις αμερικανικές υπηρεσίες για να αποδείξει ότι εναρμονίζεεται με τους αμερινανικούς νόμους και κανονισμούς.
Ο εκπρόσωπός της όμως δεν ανέφερε πότε σκοπεύει να τερματίσει η εταιρεία το ναυλοσύμφωνο με την πλοιοκτήτρια εταιρεία του Seahero.
Τον περασμένο Απρίλιο οι αμερικανικές αρχές ήραν τις εξαιρέσεις στις οποίες υπαγόταν η Chevron για να κάνει δουλειές με την βενεζουελιάνικη κρατικών συμφεροντών πετρελαϊκή εταιρεία Petroleos de Venezuela με την οποία είχε συστήσει τέσσερεις κοινοπραξίες.
Οπότε η σύνδεση της Chevron με το ελληνικών συμφερόντων VLCC που μπήκε την περασμένη βδομάδα στην μαύρη λίστα τις Ofac της δημιουργεί έντονους πονοκεφάλους.
Το αμερικανικό εμπάργκο
Την 1η Νοεμβρίου 2018 ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Donald Trump εξέδωσε την Εκτελεστική Οδηγία Νο.13850 με την οποία επιβλήθηκαν κυρώσεις κατά οποιουδήποτε προσώπου που επιχειρούσε δραστηριότητες στον τομέα αγοραπωλησίας χρυσού και αφορούσε την οικονομία της Βενεζουέλας ή και οποιοδήποτε άλλο τομέα της οικονομίας της χώρας αυτής, όπως θα καθοριζόταν από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με την παραπάνω Εκτελεστική Οδηγία, το Αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών μπορεί να επιβάλει κυρώσεις τόσο σε φυσικά, όσο και σε νομικά πρόσωπα που είχαν παράσχει την οποιαδήποτε πράξη βοήθειας ή υπηρεσίας στην οικονομία της Βενεζουέλας και τα οποία ανήκαν ή ελέγχονταν από φυσικά πρόσωπα στα οποία είχαν επιβληθεί κυρώσεις [βλ. Ε.Ο. 13850, παρ.1 (α) ii].
Την 28η Ιανουαρίου 2019 ο Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ αποφάσισε ότι οι παραπάνω κυρώσεις θα επεκτείνονταν και στις δραστηριότητες αγοραπωλησίας και μεταφοράς πετρελαίου της Βενεζουέλας.
Κατά συνέπεια, δυνάμει της παραπάνω απόφασης, ο αρμόδιος δημόσιος οργανισμός με τίτλο «Γραφείο Ελέγχου Αλλοδαπής Περιουσίας» επέβαλε κυρώσεις και έθεσε σε «μαύρη λίστα» την κρατική εταιρεία της Βενεζουέλας «PDVSA», η οποία διαχειρίζεται την εμπορία και μεταφορά των πετρελαϊκών προϊόντων της Βενεζουέλας.
Κυρώσεις, όμως, επιβλήθηκαν και κατά άλλων φυσικών και νομικών προσώπων, τα οποία παρείχαν την οποιαδήποτε βοήθεια ή υπηρεσία τους στην PDVSA.
Αρχικά, οι κυρώσεις αφορούσαν τα φυσικά πρόσωπα Αμερικανικής υπηκοότητας ή τα νομικά πρόσωπα που είχαν την έδρα τους στο Αμερικανικό έδαφος.
Γρήγορα όμως επεκτάθηκαν και σε οποιαδήποτε άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία κατά την κρίση του OFAC είτε παρείχαν βοήθεια ή διευκόλυνση με τον οποιοδήποτε τρόπο ή προσέφεραν υπηρεσίες παντοιοτρόπως στην PDVSA και γενικότερα στην εξυπηρέτηση της οικονομίας της Βενεζουέλας.
Δικαιολογητικός λόγος της επιβολής των κυρώσεων από το Αμερικανικό κράτος ήταν η αναγκαιότητα επιβολής περιορισμών στην εξυπηρέτηση της κυβέρνησης Μαδούρο για την προστασία του λαού της Βενεζουέλας από την άφρονα εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων της χώρας από τον δικτάτορα.