Γολγοθάς για όσους εγκατέλειψαν τις πατρίδες τους νότια της Σαχάρας, με τις κακουχίες να συνεχίζονται ακόμη και όταν φτάνουν επιτέλους στην παραλιακή πόλη Σφαξ της Τυνησίας.
Μέχρι στιγμής περισσότεροι από 500 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους σε ναυάγια ή αγνοούνται στα ανοικτά της Τυνησίας. Στο Σφαξ η δημοτική Αρχή δεν ξέρει πλέον πού να θάψει τα πτώματα των πνιγμένων. Όμως, τίποτα από αυτά δεν πτοεί τον Μάρβελους. Είναι απελπισμένος. Ξανά και ξανά, οι μετανάστες δέχονται βίαιες επιθέσεις. Πριν από μερικούς μήνες Τυνήσιοι διέρρηξαν το κατάλυμά του, τον ξυλοκόπησαν και τον έκλεψαν. «Μας μεταχειρίζονται σαν ζώα». Ιδίως μετά από μια ομιλία του Τυνήσιου προέδρου Κάις Σαϊέντ τον Φεβρουάριο, η εχθρότητα και οι ρατσιστικές επιθέσεις αυξήθηκαν απότομα. Μετά από αυτό, ο αριθμός των μεταναστών που περνούσαν στην Ιταλία αυξήθηκε σημαντικά.
Σε μια υπαίθρια αγορά στο Σφαξ, ο 19χρονος Ουσμάν από την Γκάμπια εργάζεται σε έναν πάγκο με μεταχειρισμένα ρούχα. Αποταμιεύει για να φτάσει εκεί απ’ όπου προέρχονται τα εμπορεύματά του: στην Ευρώπη. Λίγα στενά πιο κάτω γυναίκες από την Ακτή Ελεφαντοστού και το Καμερούν πωλούν αυγά, συσκευασμένα μπαχαρικά και σιμιγδάλι σε μια αυτοσχέδια αγορά. Ορισμένες έχουν μαζί τους μικρά παιδιά. Δεν θέλουν να μιλήσουν σε δημοσιογράφους – για να μην τραβήξουν την προσοχή και γίνουν στόχος της αστυνομίας.
Διαβάστε περισσότερα στη DW