«Η σουρεαλιστική ατμόσφαιρα από την πανδημία μου φέρνει στο μυαλό το πώς αισθάνθηκα το 1944, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως μέλος της 84ης Μεραρχίας Πεζικού» γράφει ο Χένρι Κίσινγκερ σε άρθρο του στην Wall Street Journal.
Τότε όμως, σημειώνει, η αμερικανική αντοχή σφυρηλατήθηκε από έναν ανώτερο εθνικό σκοπό. Τώρα, σε μια διχασμένη χώρα, μια αποτελεσματική και διορατική κυβέρνηση είναι απαραίτητη για να ξεπεραστούν εμπόδια πρωτοφανούς μεγέθους και παγκόσμιας διάστασης. Η διατήρηση της εμπιστοσύνης των πολιτών είναι κρίσιμη για την κοινωνική αλληλεγγύη, για τις σχέσεις των κοινωνιών μεταξύ τους και για την διεθνή ειρήνη και σταθερότητα, τονίζει.
«Τα έθνη έχουν συνοχή και ανθούν με την πεποίθηση ότι οι θεσμοί τους μπορούν να προβλέψουν μια καταστροφή, να συγκρατήσουν το αντίκτυπο και να αποκαταστήσουν την σταθερότητα. Όταν τελειώσει η πανδημία της Covid-19, οι θεσμοί πολλών κρατών θα θεωρηθούν αποτυχημένοι. Το αν αυτή η θέση είναι αντικειμενική δεν έχει σημασία. Η πραγματικότητα είναι ότι ο κόσμος δεν θα είναι ποτέ πια ο ίδιος μετά τον κορωνοϊό. Με το να διαφωνούμε τώρα για το παρελθόν απλά γίνεται δυσκολότερο να κάνουμε αυτό που πρέπει», γράφει.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών περιγράφει τις δυσκολίες, τις ελλείψεις σε υγειονομικό εξοπλισμό και το ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή θεραπεία, αλλά εκτιμά ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει κάνει «συμπαγή» δουλειά για να αποτρέψει μια άμεση καταστροφή. Το απόλυτο τεστ, ωστόσο, θα είναι το εάν μπορεί να ανασταλεί η εξάπλωση του ιού και εν συνεχεία να πετύχει τον περιορισμό του, σε κλίμακα που θα επιτρέψει στους αμερικανούς να έχουν εμπιστοσύνη στην κυβέρνησή τους.
Η προσπάθεια διαχείρισης της κρίσης, όσο τεράστια και απαραίτητη είναι, δεν πρέπει να παραγκωνίσει το άμεσο καθήκον να λανσαριστεί μια παράλληλη διαδικασία για τη μετάβαση στην μετά-κορωνοϊό τάξη πραγμάτων.
«Οι ηγέτες αντιμετωπίζουν την κρίση κατά βάση σε εθνικό επίπεδο, οι διαβρωτικές όμως συνέπειες της πανδημίας στις κοινωνίες δεν γνωρίζουν σύνορα. Ενώ η επίθεση στην ανθρώπινη υγεία θα είναι -εύχομαι- προσωρινή, η πολιτική και οικονομική αναταραχή που ξέσπασε μπορεί να διαρκέσει ολόκληρες γενιές. Καμία χώρα, ούτε καν οι ΗΠΑ, δεν μπορούν με απόλυτα εθνικές προσπάθειες να ξεπεράσουν τον ιό. Η αντιμετώπιση των αναγκαιοτήτων της στιγμής πρέπει να συνδυαστεί με ένα παγκόσμιο συλλογικό όραμα και πρόγραμμα. Αν δεν μπορούμε να κάνουμε και τα δυο μαζί, θα αντιμετωπίσουμε το χειρότερο και στα δυο», γράφει.
Αντλώντας μαθήματα από την ανάπτυξη του Σχεδίου Μάρσαλ και του «Manhattan Project», οι ΗΠΑ είναι υποχρεωμένες να αναλάβουν μια μεγάλη προσπάθεια σε τρεις τομείς, γράφει. Πρώτον, να στηρίξουν την παγκόσμια αντοχή στην ασθένεια. «Πρέπει να αναπτύξουμε νέες τεχνικές και τεχνολογίες για τον έλεγχο των κρουσμάτων και εμβόλια για μεγάλους πληθυσμούς. Πόλεις, πολιτείες και περιοχές πρέπει συνεχώς να προετοιμάζονται για να προστατεύσουν τους ανθρώπους τους μέσω συσσώρευσης αποθεμάτων, συνεργασίας στον σχεδιασμό και έρευνας στα απώτερα όρια της επιστήμης».
«Δεύτερον, πρέπει να υπερβάλλουν εαυτόν για να γιατρέψουν τις πληγές της παγκόσμιας οικονομίας. Οι ηγέτες έχουν μάθει σημαντικά μαθήματα από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Η σημερινή οικονομική κρίση είναι πιο περίπλοκη. Η συστολή που προκαλεί η πανδημία, σε ταχύτητα και παγκόσμια κλίμακα, δεν έχει υπάρξει ξανά στην ιστορία. Τα απαραίτητα μέτρα, όπως η κοινωνική απόσταση, το κλείσιμο σχολείων και επιχειρήσεων, όσο και αν είναι απαραίτητα, αυξάνουν τον οικονομικό πόνο. Τα προγράμματα θα πρέπει επίσης να στοχεύσουν στο να περιορίσουν το επικείμενο χάος στους πιο ευάλωτους πληθυσμούς του πλανήτη».
Ως τρίτο τομέα δράσης ο Χένρι Κίσινγκερ περιγράφει την διαφύλαξη των αρχών της φιλελεύθερης παγκόσμιας τάξης. «Ο ιδρυτικός μύθος μιας σύγχρονης κυβέρνησης είναι μια πόλη με τείχη που προστατεύεται από ισχυρούς ηγέτες, κάποιες φορές δεσποτικούς, άλλες φιλεύσπλαχνους, πάντα όμως αρκετά ισχυρούς ώστε να προστατεύσουν τον πληθυσμό από εξωτερικούς εχθρούς. Πεφωτισμένοι διανοούμενοι άλλαξαν το πλαίσιο υποστηρίζοντας ότι ο σκοπός ενός έννομου κράτους είναι να προσφέρει τις θεμελιώσεις ανάγκες του ανθρώπου: ασφάλεια, τάξη, οικονομική ευημερία και δικαιοσύνη. Τα άτομα δεν μπορούν να τα εξασφαλίσουν αυτά μόνα τους. Η πανδημία έχει πυροδοτήσει έναν αναχρονισμό, μια αναβίωση της πόλης με τα τείχη σε μια εποχή που η πρόοδος εξαρτάται από το παγκόσμιο εμπόριο και την μετακίνηση των ανθρώπων».
Όπως επισημαίνει ο Αμερικανός πολιτικός οι Δημοκρατίες πρέπει να υπερασπιστούν και να διατηρήσουν τις πεφωτισμένες αξίες. Μια παγκόσμια υποχώρηση από την εξισορρόπηση της ισχύος μέσω της νομιμότητας θα προκαλέσει αποσύνθεση του κοινωνικού συμβολαίου, τόσο εγχώρια, όσο και διεθνώς. Εκτιμά, ότι αυτό το μεγάλο θέμα της ισχύος και της νομιμότητας, δεν μπορεί να διευθετηθεί ταυτόχρονα με την προσπάθεια να νικηθεί η πανδημία. Είναι, όμως απαραίτητη η αυτοσυγκράτηση απ’ όλες τις πλευρές, τόσο στις εσωτερικές πολιτικές, όσο και στη διεθνή διπλωματία. Πρέπει να υπάρχουν προτεραιότητες.
«Η ιστορική πρόκληση για τους ηγέτες είναι να διαχειριστούν την κρίση ενώ παράλληλα χτίζουν το μέλλον. Η αποτυχία μπορεί να βάλει φωτιά στον κόσμο».