Ολοένα πιο ακριβό καθιστούν το δημοφιλές ρόφημα οι εξελίξεις στην παγκόσμια αγορά και το υψηλό ενεργειακό κόστος, όπως σημειώνει η εταιρία Tschibo, κορυφαίος πωλητής καφέ στη Γερμανία με τζίρο που ξεπέρασε το 2021 τα 3,26 δις ευρώ.

Στις αρχές Μαΐου, η γερμανική εταιρεία με έδρα το Αμβούργο, ανακοίνωσε ότι θα πρέπει να «προσαρμόσει» τις τιμές της για τον καβουρδισμένο καφέ: «Πολλά κόστη συνέχισαν να αυξάνονται κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, συμπεριλαμβανομένου του ακατέργαστου πράσινου καφέ. Προκειμένου να συνεχίσουμε να προσφέρουμε στους πελάτες μας την ποιότητα που έχουν συνηθίσει, οφείλουμε να λάβουμε μέτρα».

Η Gepa, ο μεγαλύτερος ευρωπαϊκός εισαγωγέας τροφίμων δίκαιου εμπορίου από τον νότο της υφηλίου στην Ευρώπη, καταγράφει μείωση πωλήσεων λόγω του περιορισμού της κατανάλωσης, η οποία οφείλεται στον πληθωρισμό. Οι υψηλές τιμές των πρώτων υλών για τον καφέ και το κακάο, καθώς και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν επιπτώσεις. Η Αντρέα Φίτερερ, επικεφαλής του τμήματος Θεμελιωδών Αρχών και Πολιτικής της Gepa, ανησυχεί για τις υψηλές τιμές και τις διακυμάνσεις στις αγορές πρώτων υλών. Οι ασθένειες των φυτών που ευνοούν οι μονοκαλλιέργειες και η κλιματική αλλαγή, η οποία φέρνει ξηρασία ή υπερβολικές βροχοπτώσεις, ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την εκτόξευση των τιμών, εκτιμά η Γερμανίδα ειδικός.

Η κλιματική αλλαγή πλήττει τους καλλιεργητές

Παραγωγός σε φυτεία καφέ στο Περού της Λατινικής Αμερικής Εικόνα: Carolina Peralta

Σύμφωνα με την Fairtrade International, η οποία εκπροσωπεί παραγωγούς δίκαιου εμπορίου, οι καλλιεργητές καφέ υποφέρουν. Η εταιρία εξήγησε στην DW ότι και οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, ιδίως στη νοτιοανατολική Ασία και τη Νότια Αμερική, οδηγούν τις τιμές σε άνοδο.

Εκτός αυτού οι ένοπλες διενέξεις σε ολόκληρο τον κόσμο ρίχνουν βαριά σκιά στις αγορές, σημειώνει ο Κάρστεν Φριτς. Ο αναλυτής της γερμανικής Commerzbank παρακολουθεί τις εξελίξεις στις αγορές των αποκαλούμενων «μαλακών πρώτων υλών», στις οποίες περιλαμβάνονται τα τρόφιμα. Σε συνέντευξή του στην DW αναφέρεται σε μελέτη που εκπόνησε για λογαριασμό της Commerzbank Research:

«Σε αντίθεση με τη Ρομπούστα, η ποικιλία Αράμπικα ελάχιστα επηρεάζεται από τους περιορισμούς στο εμπόριο μέσω της Ερυθράς Θάλασσας, καθώς οι κορυφαίοι παραγωγοί της ποικιλίας αυτής δεν χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη διαδρομή για την μεταφορά της. Διαφορετική είναι ωστόσο η κατάσταση για την ποικιλία Ρομπούστα, η οποία παράγεται κυρίως στη νοτιοανατολική Ασία».

Την στιγμή που κάποιοι παραγωγοί αντιμετωπίζουν δυσκολίες, κάποιοι άλλοι επωφελούνται από αυτές: «Η σημαντική αύξηση των τιμών, καθώς και οι ελλείψεις στην ποικιλία Ρομπούστα ενδέχεται να τονώσουν τη ζήτηση για Αράμπικα», προσθέτει ο Γερμανός αναλυτής. Έτσι η Βραζιλία, από όπου προέρχεται το 80% της παγκόσμιας παραγωγής Ρομπούστα, βγαίνει κερδισμένη και με το παραπάνω.

Διαβάστε περισσότερα στην Deutsche Welle