Το μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα των τελευταίων επτά ετών παρουσίασαν το 2019 οι ΗΠΑ, καθώς αυξήθηκε κατά 26%, πλησιάζοντας το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια παρά την ανάπτυξη της οικονομίας και τα έσοδα από τους επιπλέον δασμούς, αποτέλεσμα του οικονομικού πολέμου με την Κίνα.

Συγκεκριμένα, το έλλειμμα του ομοσπονδιακού κράτους για το οικονομικό έτος 2019, που ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο, ανήλθε σε 984 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή στο 4,6% του ΑΕΠ των ΗΠΑ, σε σχέση με τα 779 δισ. δολ. του περασμένου έτους, όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ.

Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο από το 2012, χρονιά κατά την οποία το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας είχε φτάσει το 1,1 τρισεκατομμύριο δολάρια υπό την προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα, καθώς η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου εξερχόταν από την οικονομική κρίση και τη μεγάλη ύφεση.

Οι δασμοί, που επιβλήθηκαν κυρίως σε κινεζικά προϊόντα στο πλαίσιο του οικονομικού πολέμου που έχει ξεκινήσει η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με την Κίνα, έχουν συνεισφέρει 30 δισεκατομμύρια δολάρια στο αμερικανικό κράτος, ένα ποσό ρεκόρ που αποτελεί αύξηση κατά 70% σε σχέση με το συνηθισμένο, επεσήμανε το υπουργείο.

Όμως αυτό δεν εμπόδισε το δημοσιονομικό έλλειμμα να αυξηθεί κατά 205 δισεκατομμύρια δολάρια σε σχέση με το 2018.

Tην ίδια στιγμή το κράτος παρουσιάζει πλεόνασμα 4,474 δισ. ευρώ, το εννεάμηνο Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2019 έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1,467 δισ. ευρώ. Το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι είχε σημειωθεί πρωτογενές πλεόνασμα 2,523 δισ ευρώ.

O υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν  ανέφερε την Παρασκευή ότι η οικονομική ατζέντα του πρόεδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ λειτουργεί με επιτυχία, εστιάζοντας κυρίως στα ισχυρά στοιχεία για την απασχόληση και στους ρυθμούς αύξησης των αποδοχών των εργαζομένων.

«Προκειμένου να βάλουμε την Αμερική σε ένα πραγματικά βιώσιμο μονοπάτι, πρέπει να ενεργοποιήσουμε προτάσεις όπως το σχέδιο Προϋπολογισμού του Προέδρου για το 2020 – δηλαδή να περικόψουμε τις σπατάλες και τις ανεύθυνες δαπάνες», πρόσθεσε σε δήλωσή του η οποία συνόδευε τα τελευταία στοιχεία.