Ενώ ο συριακός στρατός, υποστηριζόμενος από δυνάμεις της Ρωσίας, κατέλαβε την πόλη Μανπίτζ, η οποία είχε προηγουμένως εγκαταλειφθεί από τις δυνάμεις των ΗΠΑ, η Τουρκία αγνοώντας τις κυρώσεις των ΗΠΑ που εξαγγέλθηκαν το βράδι της Δευτέρας πίεσε με στόχο να την καταλάβει.
Ακόμη και οι συμπεριφορές των αγορών δείχνουν ότι τα μέτρα που έλαβε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ για να πιέσει την Τουρκία δεν ήταν τόσο ισχυρά όσο αναμενόταν. Σύμφωνα με το Reuters, oύτε η αύξηση των δασμών στις εισαγωγές χάλυβα στο 50%, ούτε η παύση των εμπορικών συνομιλιών δεν είχαν το αποτέλεσμα που περίμεναν οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Την ίδια άποψη έχουν και οι επικριτές του Τραμπ, που χαρακτηρίζουν τις κυρώσεις αδύναμες για να έχουν αντίκτυπο.
Η τουρκική λίρα, η οποία είχε πέσει εν αναμονή των κυρώσεων, ανέκαμψε μετά τις σχετικές ανακοινώσεις όπως και οι ομολογιακές και χρηματιστηριακές αγορές της, ενώ οι traders επεσήμαναν ότι ο Τραμπ έχει «λυπηθεί» τις τουρκικές τράπεζες.
Η απροσδόκητη απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ να μην δώσει προστασία στους Κούρδους της Συρίας μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν πριν από μία εβδομάδα γρήγορα διέγραψε πέντε χρόνια αμερικανικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή.
Οι σύμμαχοι του Τράμπ επέμειναν ότι η Ουάσινγκτον δεν είχε δώσει την ευλογία της στην τουρκική επίθεση και ζήτησε κατάπαυση του πυρός.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής απλά δεν πρόκειται να ανεχθούν περαιτέρω την εισβολή της Τουρκίας στη Συρία», δήλωσε ο Αντιπρόεδρος Μάικ Πενς. «Καλούμε την Τουρκία να σταματήσει, να τερματίσει τη βία και να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».
Οι κυρώσεις του Τραμπ, όπώς προαναφέρθηκε περιλαμβάνουν την επαναφορά δασμών 50% χάλυβα και την αναστολή των συνομιλιών για μια εμπορική συμφωνία. Ωστόσο, το διμερές εμπόριο μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένων Πολιτειών είναι μικρό – περίπου το ένα δέκατο του μεγέθους του εμπορίου της Τουρκίας με την Ευρώπη.
Η πιο αποτελεσματική μορφή οικονομικής μόχλευσης της Ουάσιγκτον είναι η παρεμπόδιση της πρόσβασης της Τουρκίας στις χρηματοπιστωτικές αγορές των ΗΠΑ, ένα βήμα στο οποίο ο Τραμπ, μέχρι στιγμής, αρνείται να προχωρήσει.
«Οι κυρώσεις δεν σχετίζονται με την τραπεζική, επομένως οι αγορές θα έχουν μια θετική αντίληψη», δήλωσε ο Cem Tozge, διευθυντής διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων στην Ata Invest, σύμφωνα με το Reuters.
Σε ένα ενδεχομένως πιο επιζήμιο πλήγμα, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen δήλωσε ότι αναβάλλει την τελική απόφαση για το αν θα κατασκευάσει στην Τουρκία εργοστάσιο αξίας 1 δισ. ευρώ επικαλούμενη την ανησυχία για τις «τρέχουσες εξελίξεις» μετά από τη διεθνή καταδίκη της εισβολής.
Οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν επικρίνει την επίθεση, αλλά έχουν περιορίσει έως τώρα την ανταπόκρισή τους στην ανακοίνωση των αναστολών των πωλήσεων όπλων, αν και τα όπλα αντιπροσωπεύουν μόνο ένα μικρό κλάσμα του εμπορίου μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας.
Σε ότι αφορά την στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην περιοχή, ο Τραμπ δήλωσε ότι τα στρατεύματα των Η.Π.Α. θα παραμείνουν υπό τη μορφή μιας μικρής φρουράς στην πόλη Τανφ, στη νότια Συρία «για να συνεχίσουν να προσβάλουν τα απομεινάρια του Ισλαμικού Κράτους». Η βάση στα νότια σύνορα απέχει εκατοντάδες μίλια από την κουρδική περιοχή στα βόρεια, η οποία ήταν στο παρελθόν το κύριο θέατρο επιχειρήσεων των ΗΠΑ.