Οι Ευρωπαίοι ηγέτες φαίνεται ότι δεν έχουν διάθεση να ακολουθήσουν τις ΗΠΑ στο μοτίβο των απειλών για εμπορικές κυρώσεις εναντίον του Πεκίνου, με αφορμή το σχέδιο της Κίνας να εφαρμόσει έναν νέο νόμο για την ασφάλεια στο Χονγκ Κονγκ, όπως μεταδίδει το Politico.
Παρά τις αυξανόμενες εντάσεις στην πρώην βρετανική αποικία, η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, επιμένει στο σχέδιο της ΕΕ για επίτευξη μιας επενδυτικής συμφωνίας με την Κίνα φέτος.
Το κινεζικό κοινοβούλιο τάχθηκε πριν λίγες μέρες υπέρ του να προχωρήσει η νομοθεσία για την εθνική ασφάλεια στο Χονγκ Κονγκ, που ακτιβιστές υπέρ της δημοκρατίας στην πόλη και χώρες της Δύσης φοβούνται ότι μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το ειδικό καθεστώς αυτονομίας της και τις ελευθερίες της.
Τις τελευταίες ημέρες, οι διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους και συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις ασφαλείας όπως και πριν το ξέσπασμα του κορωνοϊού, ζητώντας περισσότερη δημοκρατία στο Χόνγκ Κόνγκ.
Οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Βρετανία καταδίκασαν την κίνηση του Πεκίνου, χαιρετίζοντας το Χονγκ Κονγκ ως «προμαχώνα της ελευθερίας». Το Ηνωμένο Βασίλειο άφησε μάλιστα ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν προοπτικές για ιθαγένεια σε περισσότερους κατοίκους από το Χονγκ Κονγκ εάν το Πεκίνο πιέσει περισσότερο την κατάσταση.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ έχει ανακοινώσει ότι θα «αντιδράσει έντονα», δίνοντας οδηγίες στην κυβέρνησή του προκειμένου να εκκινήσει τη διαδικασία τερματισμού των ειδικών εμπορικών εξαιρέσεων που απολάμβανε το Χονγκ Κονγκ.
Ο αμερικανός ΥΠΕΞ, Μάικ Πομπέο, έχει θέσει υπό αμφισβήτηση το εμπορικό καθεστώς που έχει χορηγηθεί από τις ΗΠΑ στην πρώην βρετανική αποικία λόγω της αυτονομίας της, καθώς σύμφωνα με τον αμερικανό ΥΠΕΞ, το Χόνγκ Κόνγκ δεν είναι το ίδιο αυτόνομο σε σχέση με το παρελθόν.
Από την πλευρά της, η ΕΕ δεν έχει κάνει κάποια κίνηση αλλά διατηρεί τις παραδοσιακές διπλωματικές εκφράσεις ανησυχίας.
Ο επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Τζόσεπ Μπορέλ, εξέφρασε τη «βαθιά ανησυχία» του για την κίνηση της Κίνας σχετικά με τον νέο νόμο.
Στο παρελθόν είχε δηλώσει ότι οι Βρυξέλλες «δίνουν μεγάλη σημασία στη διατήρηση του υψηλού βαθμού αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ», τονίζοντας ωστόσο πώς ότι δεν πιστεύει ότι “οι κυρώσεις εναντίον της Κίνας θα αποτελέσουν λύση για τα προβλήματά μας” σχετικά με το παρόν περιστατικό.
Η ΕΕ πρέπει να διατηρήσει ένα «κρίσιμο και εποικοδομητικό» διάλογο είχε δηλώσει η Άνγκελα Μέρκελ.
Οι Ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών θα συναντηθούν την Παρασκευή για να προσπαθήσουν να διαμορφώσουν μια κοινή θέση για την Κίνα, ενώ το θέμα των αντιποίνων στο εμπόριο δεν περιλαμβάνεται στην ημερήσια διάταξη. «Οι κυρώσεις δεν είναι στο τραπέζι, οι σχέσεις μας με τους Κινέζους είναι πολύ σημαντικές», δήλωσε ένας ανώτερος διπλωμάτης της ΕΕ.
Όλοι στραμμένοι στην επενδυτική συμφωνία
Το βασικό ζήτημα είναι εάν η επιρροη της Κίνας στο Χονγκ Κονγκ θα επηρεάσει την επενδυτική συμφωνία της ΕΕ με την Κίνα, την οποία η Γερμανία θέλει να ολοκληρώσει φέτος.
Ανώτερος διπλωμάτης είπε ότι το Χονγκ Κονγκ θα μπορούσε να είναι αυτό «που θα αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού», καθώς αυξάνονται τα ερωτήματα σχετικά με το κράτος δικαίου σε μια πόλη 7 εκατομμυρίων ανθρώπων που αποτελεί τη βάση για πολλούς Ευρωπαίους επενδυτές.
Η Γερμανία επιθυμεί τη σύναψη της συμφωνίας στη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Κίνας στην πόλη της Λειψίας τον Σεπτέμβριο.
Ωστόσο, η συμφωνία βρισκόταν σε κακή κατάσταση ακόμη και πριν από την τελευταία έξαρση διαδηλώσεων στο Χονγκ Κονγκ.
Ο Michael Clauß, πρεσβευτής της Γερμανίας στην ΕΕ και πρώην πρέσβης στην Κίνα, παραδέχτηκε νωρίτερα αυτό το μήνα ότι οι συνομιλίες είχαν κολλήσει στα δικαιώματα πρόσβασης στην αγορά για τις ευρωπαϊκές εταιρείες.
Ο Jörg Wuttke, πρόεδρος του ευρωπαϊκού εμπορικού επιμελητηρίου στο Πεκίνο, προειδοποίησε ότι τα γεγονότα στο Χονγκ Κονγκ θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη διπλωματική θέση της Κίνας.
Βέβαια, θα απαιτούνταν μια πολιτική μετατόπιση από τους Ευρωπαίους για να αλλάξουν τους όρους της συμφωνίας. Συγκεκριμένα, οι αξιωματούχοι της ΕΕ που είναι υπεύθυνοι για τις διαπραγματεύσεις με την Κίνα δεν είχαν την εντολή να συμπεριλάβουν τα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Χονγκ Κονγκ στις συζητήσεις τους, σύμφωνα με τρεις διπλωμάτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που μίλησαν υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας τους στο Politico.
Ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να αλλάξει, σημείωσε ένας από τους διπλωμάτες.
Ενας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της ΕΕ σημείωσε ότι ο νόμος περί ασφάλειας θα μπορούσε ο ίδιος από μόνος του να καταστήσει ανεπιθύμητες τις ευρωπαϊκές επενδύσεις.
Η κρίση στις διαπραγματεύσεις θα αποτελούσε να αποτελέσει τεράστιο πρόβλημα για το Χονγκ Κονγκ, το οποίο πάντα προσπαθούσε να προσελκύσει τους επενδυτές. Η πόλη κατατάχθηκε ως ο τρίτος πιο δημοφιλής προορισμός για άμεσες ξένες επενδύσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2017, μεγάλο μέρος του οποίου στη συνέχεια διοχετεύεται στην Κίνα.
Περίπου οι μισές από τις 2.200 ευρωπαϊκές εταιρείες στο Χονγκ Κονγκ διαθέτουν στην πόλη τα περιφερειακά ή κεντρικά γραφεία τους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Χονγκ Κονγκ, μετά την Κίνα, ενώ η Γερμανία είναι μακράν ο μεγαλύτερος ευρωπαϊκός εμπορικός εταίρος, με το διμερές εμπόριο να ανέρχεται σε περίπου 13,97 δισεκατομμύρια ευρώ (15,3 δισεκατομμύρια δολάρια) για το 2019.
«Η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ έχει χάσει πολλή από την αξιοπιστία της, αν όχι όλη. Δεν θα είναι έκπληξη να δούμε επιχειρήσεις να εγκαταλείπουν ή να μειώνουν τις δραστηριότητές τους ή το προσωπικό τους στο Χονγκ Κονγκ», δήλωσε ο Julien Chaisse, καθηγητής νομικής στο City University of Hong Kong.
Ο Reinhard Bütikofer, βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πρόεδρος της αντιπροσωπείας για τις σχέσεις με την Κίνα, δήλωσε ότι η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ την Παρασκευή πρέπει «να μιλήσει με σαφήνεια και να καταδικάσει τις επιθέσεις του Πεκίνου στο Χονγκ Κονγκ».
Έκανε λόγο για τη δημιουργία ενός μηχανισμού για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενώ προς τις χώρες της ΕΕ πρότεινε να επανεξετάσουν τα έργα τους με την εταιρεία τηλεπικοινωνιών Huawei «λόγω του γεγονότος ότι η ηγεσία της Κίνας αγνοεί αλαζονικά το διεθνές δίκαιο».
Μιλώντας στους Γερμανούς διπλωμάτες τη Δευτέρα, ο Μπόρελ υποστήριξε ότι «η πίεση για την επιλογή πλευρών [μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας] αυξάνεται» και ότι «χρειαζόμαστε μια πιο ισχυρή στρατηγική για την Κίνα».
Η Μέρκελ, ωστόσο, δήλωσε την Τετάρτη ότι η Ευρώπη θα επιδιώξει να αποφύγει την ανοιχτή αντιπαράθεση με το Πεκίνο που επιδιώκει η Ουάσιγκτον. Παραδέχθηκε ότι η ΕΕ είχε βαθιές διαφορές με την Κίνα για το κράτος δικαίου, την ελευθερία, τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά ότι θέλει να ακολουθήσει μια διαφορετική προσέγγιση από τη σύγκρουση Ουάσιγκτον-Πεκίνου.