Το δημοψήφισμα της Κυριακής στην Τουρκία κατά το οποίο εκατομμύρια πολίτες θα αποφασίσουν αν η Τουρκία θα γίνει μία προεδρική δημοκρατία, αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές στιγμές στην ιστορία της χώρας, μετά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αναφέρει δημοσίευμα του βρετανικού Guardian.
Όπως σημειώνει, το δημοψήφισμα πραγματοποιείται μετά από μία προεκλογική εκστρατεία δύο μηνών στην Τουρκία που είναι διχασμένη ύστερα από το πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, όταν είχαν σκοτωθεί 265 άνθρωποι. Η χώρα έχει επίσης κλονιστεί από τις τρομοκρατικές επιθέσεις και το συνεχιζόμενο εμφύλιο στη Συρία.
Οι υποστηρικτές της κυβέρνησης κατηγορούν αυτούς που θα ψηφίσουν «όχι» στις συνταγματικές τροποποιήσεις ότι έχουν σχέσεις με τρομοκρατικές οργανώσεις και η αντιπολίτευση επικρίνει τους ψηφοφόρους του «ναι» για φασισμό και δικτατορία.
Λίγα μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τις δημοσκοπήσεις, καθώς η διαφορά είναι μικρή και η προσέλευση σε σχέση με άλλες εκλογικές αναμετρήσεις αναμένεται μεγάλη.
Η προεκλογική εκστρατεία στιγματίστηκε και από την κατάχρηση εξουσίας με δεκάδες χιλιάδες ακαδημαϊκούς δικαστές και αξιωματικούς του στρατού και της αστυνομίας να απολύονται και αρκετούς πολιτικούς της αντιπολίτευσης και δημοσιογράφους να συλλαμβάνονται με αφορμή το πραξικόπημα. Η Τουρκία, παράλληλα, απομακρύνθηκε από τους δυτικούς συμμάχους της και μία πιθανή ένταξή της στην ΕΕ, με τον Ερντογάν να αποκαλεί κάποιους εξ αυτών απομεινάρια των ναζί και φασίστες.
Αυτοί που θα πάρουν μέρος στο δημοψήφισμα θα ψηφίσουν ναι ή, όχι σε μία σειρά από συνταγματικές τροποποιήσεις, που θα μετατρέψουν τη χώρα από μία κοινοβουλευτική δημοκρατία σε μία δημοκρατία του προέδρου.
Ο Ερντογάν θα έχει τη δυνατότητα για επιπλέον θητείες και για να παραμείνει στην εξουσία μέχρι το 2029. Οι μεταρρυθμίσεις θα καταργήσουν τον ρόλο του πρωθυπουργού, μειώνουν το όριο ηλικίας για τους βουλευτές, καταργούν την κοινοβουλευτική επίβλεψη για τους υπουργούς, επιτρέπουν στον πρόεδρο να διορίζει περισσότερους δικαστές, καταργούν τα στρατιωτικά δικαστήρια και επιτρέπουν τη μομφή του αρχηγού κράτους.
Οι υποστηρικτές της μεταρρύθμισης θεωρούν ότι θα κάνει την Τουρκία πιο δυνατή, θα δώσει ώθηση στην οικονομία και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και θα φέρει μεγαλύτερη σταθερότητα και ευημερία. Λένε επίσης ότι αλλαγές στο σύνταγμα έχουν να γίνουν από το 1980.
Όσοι αντιτίθενται στη μεταρρύθμιση, υποστηρίζουν ότι οι αλλαγές θα οδηγήσουν στην εξουσία ενός ανθρώπου και στον αυταρχισμό.
Επιχειρηματολογούν και κόντρα στο κόμμα Δικαιοσύνη και Δημοκρατία του Ερντογάν που βρίσκεται πάνω από μία δεκαετία στην εξουσία χωρίς να φέρει σταθερότητα σε μία χώρα, που κλονίζεται από τις τρομοκρατικές επιθέσεις, την είσοδο μεταναστών και την εξέγερση των Κούρδων. Επισημαίνουν επίσης τη μεγάλη καταστολή στα ΜΜΕ της αντιπολίτευσης ως μία ένδειξη των αυταρχικών τάσεων της κυβέρνησης.
Το δημοψήφισμα, σημειώνει το δημοσίευμα, θα είναι μία ψήφος εμπιστοσύνης και για τον ίδιο τον Ερντογάν, καθώς, αν οι συνταγματικές τροποποιήσεις εγκριθούν θα γίνει ο πιο ισχυρός άνδρας στην Τουρκία από την εποχή του Κεμάλ Ατατούρκ, του ιδρυτή της δημοκρατίας της χώρας.