search icon

Διεθνή

Επίθεση Ιράν στο Ισραήλ: Οι επιπτώσεις στην οικονομία

Η παγκόσμια οικονομία δείχνει να μην επηρεάζεται από το χτύπημα του Ιράν στο Ισραήλ. Σημαντικές αγορές όπως το πετρέλαιο είχαν ήδη προεξοφλήσει πιθανή επίθεση. Θα κρατήσει όμως η ηρεμία;

Σχετικά περιορισμένες είναι προς το παρόν οι επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία από το χτύπημα του Ιράν στο Ισραήλ, σύμφωνα με ανάλυση που δημοσιεύει η Deutsche Welle. επισημαίνοντας ότι σημαντικές αγορές όπως το πετρέλαιο είχαν ήδη προεξοφλήσει την επίθεση.

Όπως επισημαίνει το δημοσίευμα, η άνευ προηγουμένου επίθεση με ντρόουνς και πυραύλους στις 13 Απριλίου ήταν η πρώτη απευθείας επίθεση που εξαπολύθηκε από ιρανικό έδαφος εναντίον του Ισραήλ και έγινε την ίδια μέρα που οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν κατέλαβαν βίαια ένα πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων ισραηλινών συμφερόντων, κοντά στα στενά του Ορμούζ.

Η ιρανική επίθεση αναμενόταν σε μεγάλο βαθμό, αφού το Ισραήλ κατέστρεψε μέρος του συγκροτήματος της ιρανικής πρεσβείας στη Δαμασκό της Συρίας, την 1η Απριλίου.

Ωστόσο, οι ειδικοί περιμένουν να δουν εάν η σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών κλιμακωθεί, παρόλο που τα Ηνωμένα Έθνη και οι Ηνωμένες Πολιτείες ασκούν πίεση στο Ισραήλ να επιδείξει αυτοσυγκράτηση. Στις περισσότερες επιχειρήσεις δεν αρέσει η αβεβαιότητα και η πιθανότητα ενός ευρύτερου ανοιχτού πολέμου κρατάει την περιοχή σε εγρήγορση.

Τιμές πετρελαίου και ενέργειας στη Μέση Ανατολή

Εάν η σύγκρουση κλιμακωθεί και καταλάβει μεγαλύτερο μέρος της Μέσης Ανατολής, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία είναι η απάντηση στις αγορές ενέργειας, ειδικά στις τιμές του πετρελαίου.

«Μια άνοδος της τιμής του πετρελαίου θα περιέπλεκε τις προσπάθειες επαναφοράς του πληθωρισμού στους στόχους που έχουν θέσει οι προηγμένες οικονομίες, αλλά θα είχε ουσιαστικό αντίκτυπο στις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών (αναφορικά με την πορεία των επιτοκίων) μόνο αν οι υψηλότερες τιμές ενέργειας πυροδοτήσουν μία αύξηση του δομικού πληθωρισμού», γράφει ο Νιλ Σίρινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου Capital Economics, σε μια ενημέρωση προς τους επενδυτές.

Μέχρι στιγμής, αν και οι τιμές του πετρελαίου δεν έχουν κινηθεί πολύ μετά την επίθεση, φαίνεται ότι η αγορά είχε ήδη λάβει υπόψη της την τρέχουσα ασταθή κατάσταση και δεν πτοήθηκε το Σαββατοκύριακο από τα ιρανικά αντίποινα.

Ο OPEC+ και η πλεονάζουσα δυναμικότητά του

Στην πραγματικότητα, οι τιμές του αργού πετρελαίου Brent αυξήθηκαν από 83 δολάρια το βαρέλι πριν από ένα μήνα σε πάνω από 90 δολάρια την περασμένη εβδομάδα. Εκεί παρέμεινε η τιμή του αργού πετρελαίου, «εν μέρει υποκινούμενη από τις ανησυχίες για τις προμήθειες και τους γεωπολιτικούς κινδύνους από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία», έγραψε ο Σίρινγκ.

Ο οικονομολόγος επεσήμανε ότι ένας άλλος λόγος για ηρεμία στην αγορά πετρελαίου είναι η τάση ορισμένων μελών του ΟPEC+ για αύξηση των ποσοστώσεων στην παραγωγή. «Μια αύξηση της προσφοράς πετρελαίου προφανώς συμβάλλει στον περιορισμό της όποιας αύξησης της τιμής του», η οποία θα προέκυπτε υπό άλλες συνθήκες, είτε λόγω αυξημένων εντάσεων, είτε λόγω προβλημάτων στην αλυσίδα εφοδιασμού, όπως συμβαίνει με τις επικίνδυνες ναυτιλιακές διαδρομές στην Ερυθρά Θάλασσα.

Ο Χόρχε Λεόν, αντιπρόεδρος της ενεργειακής Rystad Energy, συμφωνεί. Αν και ο ΟPEC+ έχει μια περίπλοκη δουλειά για τον συντονισμό και τη διαχείριση της αγοράς πετρελαίου, είναι πιθανό να χαλαρώσει τις περικοπές της παραγωγής σε μια συνάντηση τον Ιούνιο, έγραψε τη Δευτέρα. Αυτό θα μπορούσε να απελευθερώσει έξι εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα και να περιορίσει τις πληθωριστικές πιέσεις στις τιμές, καθώς είναι προς το συμφέρον του ομίλου να αποφύγει μια παγκόσμια ενεργειακή κρίση.

Ο πληθωρισμός μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη

Εάν οι τιμές του πετρελαίου ανέβαιναν και παρέμεναν υψηλές, αυτό θα μπορούσε να τροφοδοτήσει τον παγκόσμιο πληθωρισμό, σε μια εποχή που πολλές χώρες ήδη υποφέρουν από μακροπρόθεσμο υψηλό πληθωρισμό.

Αυτό είναι «κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει δίλημμα για τις κεντρικές τράπεζες, όπως διαπιστώσαμε επίσης μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022», υποστηρίζουν αναλυτές της Deutsche Bank σε σημείωμα προς πελάτες. «Υπάρχει ο κίνδυνος ένα γεωπολιτικό σοκ να βλάψει την ανάπτυξη, ανατρέποντας το χρονοδιάγραμμα μειώσεων των επιτοκίων», σύμφωνα με τη γερμανική τράπεζα.

Διαβάστε περισσότερα στην Deutsche Welle

Exit mobile version