Νομικά ενδέχεται να κινηθεί αριθμός ομολογιούχων της Credit Suisse, μετά από το «κούρεμα» των ομολόγων ΑΤ1 της τράπεζας αξίας $17 δισ. το οποίο έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της διάσωσής της από την UBS.
Η ελβετική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς FINMA ανακοίνωσε την Κυριακή πως τα ομόλογα ΑΤ1 τα οποία θεωρούνται ως επί το πλείστον σχετικά επικίνδυνες επενδύσεις, έχουν, πια, μηδενική αξία. Την ίδια στιγμή, τόνισε πως οι κάτοχοι μετοχών της ελβετικής τράπεζας θα λάβουν αποζημίωση ως μέρος της εξαγοράς, προκαλώντας την αντίδραση των ομολογιούχων.
Σύμφωνα με δηλώσεις στο CNBC του Chief Investment Officer της Axiom Alternative Investments και κάτοχο ομολόγων ΑΤ1 της Credit Suisse, Ντέιβιντ Μπεναμού, «η μήνυσή μας θα συμπεριλαμβάνει, πιθανά, τους περισσότερους ομολογιούχους της Credit Suisse».
Η αμερικανική δικηγορική Quinn Emanuel Urquhart & Sullivan ανακοίνωσε την περασμένη Δευτέρα πως «έχει συστήσει μία ομάδα δικηγόρων από την Ελβετία, τις ΗΠΑ και τη Βρετανία η οποία βρίσκεται ήδη σε επικοινωνία με πολλούς ομολογιούχους της Credit Suisse όσον αφορά τα πιθανά νομικά βήματα στα οποία μπορούν να προχωρήσουν μετά την ανακοίνωση εξαγοράς της Credit Suisse από τη UBS».
Σημειωτέον πως η δικηγορική έχει εμπειρία σε τέτοιες περιπτώσεις, αφού είχε εκπροσωπήσει τους ομολογιούχους της Banco Popular όταν αυτή εξαγοράστηκε από τη Banco Santander το 2017.
Σε περίπτωση τραπεζικής κατάρρευσης, τα ΑΤ1, γνωστά και ως CoCos θα είχαν μεγαλύτερη προτεραιότητα σε σχέση με τους μετόχους.
Τα συγκεκριμένα ομόλογα δημιουργήθηκαν μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 έτσι ώστε να προστατεύσουν τους φορολογούμενους από πιθανές τραπεζικές καταρρεύσεις. To «κούρεμα» των ΑΤ1 της Credit Suisse αποτελεί τη μεγαλύτερη απώλεια για ομολογιούχους αυτού του είδους στην ιστορία.
Η απόφαση των ελβετικών αρχών αυτή έχει διχάσει τις αγορές και τους αναλυτές, αφού ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο μετάδοσης της τραπεζικής κρίσης.
Η Αρχή Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ, το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB) και η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΒΑ) προχώρησαν σε κοινή ανακοίνωση την Δευτέρα, τονίζοντας πως η επιλογή για το «κούρεμα» των AT1 της Credit Suisse αποτελούσε εξαίρεση στον κανόνα. Υπογράμμισαν, δε, πως η Ελβετία δεν αποτελεί μέρος της Ευρωζώνης και δεν υπόκειται στους ίδιους κανονισμούς: «Συνήθως οι μέτοχοι είναι αυτοί που καλούνται να απορροφήσουν τις απώλειες. Μόνο μετά την πλήρη χρήση του εργαλείου αυτού θα επηρεάζονταν οι ομολογιούχοι των ΑΤ1. Αυτή η προσέγγιση έχει εφαρμοστεί στο παρελθόν και θα συνεχίσει να αποτελεί την στρατηγική των SRB και EBA. Τα ομόλογα ΑΤ1 είναι και θα παραμείνουν ένα ιδιαίτερα σημαντικό εργαλείο σε ό,τι αφορά την κεφαλαιακή διάρθρωση των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων».
Μέχρι τα τέλη του 2022, η Credit Suisse είχε capital ratio των CET1 ύψους 14,1%, και κάλυψη ρευστότητας ύψους 144%. Σύμφωνα με τον Μπεναμού, η τράπεζα δε θα έπρεπε να έχει θεωρηθεί ως παραπαίουσα βάσει των δεδομένων αυτών.
Η Credit Suisse είχε απολέσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των καταθετών τις τελευταίες εβδομάδες, οδηγώντας σε απότομη πτώση της μετοχής της και σημαντικό αριθμό εκροών.
Ένας από τους καταλυτικούς παράγοντες της πρόσφατης πτώσης της μετοχής της Credit Suisse ήταν η ανακοίνωση της Saudi National Bank πως δεν πρόκειται να προσφέρει επιπλέον χρηματοδότηση.
Η αγορά μετοχικού μεριδίου 9,9% τον Οκτώβριο από τους Σαουδάραβες έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναδιάρθρωση του τραπεζικού ιδρύματος. Η Qatar Investment Authority μετατράπηκε σε δεύτερη μεγαλύτερη μέτοχο μετά από τον διπλασιασμό του μετοχικού μεριδίου της σ το 6,8% στα τέλη του 2022.
Σύμφωνα με τον Μπεναμού, η απόφαση της εξασφάλισης των μετόχων και του «κουρέματος» των AT1 «επρόκειτο για ξεκάθαρη πολιτική απόφαση».
Σημειωτέον πως τα ομόλογα ΑΤ1 προσέφεραν πολύ μεγαλύτερες αποδόσεις από πολλά συγκρίσιμα assets, οι οποίες πολλές φορές άγγιζαν το 10%. Παράλληλα, συμπεριλάμβαναν ρήτρα βάσει της οποίας θα μπορούσαν να «κουρευτούν» στο μηδέν εάν η τράπεζα δε θεωρείτο, πια, βιώσιμη από τις ελβετικές ρυθμιστικές αρχές.
Παρ’ όλα αυτά, ο Μπεναμού τονίζει πως η ρήτρα αυτή δεν κάλυπτε την κίνηση της FINMA, τονίζοντας πως «στην πραγματικότητα, άλλαξαν το νόμο την Κυριακή έτσι ώστε να επιτρέψουν το “κούρεμα” των ομολόγων χωρίς πρόβλημα».
Με την άποψή του διαφωνεί ο επικεφαλής της βρετανικής Financial Markets Standards Board και πρώην CEO της UBS U.K., Μάρκ Γιάλοπ, ο οποίος τόνισε στο CNBC πως η κίνηση των ελβετικών αρχών ήταν «τεχνικής φύσεως» και βασιζόταν στην εξέλιξη της κρίσης. Υπογράμμισε, παράλληλα, πως «προφανώς οι ομολογιούχοι μπορούν να αντιδράσουν νομικά, αλλά δε θεωρώ πως επρόκειτο για πολιτική επιλογή».
Σύμφωνα με τους ειδικούς της νομικής εταιρείας Stewarts, η FINMA έχει πιθανά λάβει νομική συμβουλή πριν προχωρήσει στη λήψη τέτοιων αποφάσεων και θεωρεί πως μία δικαστική διαμάχη είναι προτιμότερη από όποια εναλλακτική.
Διαβάστε ακόμη
Γιατί η ακρίβεια μένει αφού ο πληθωρισμός «φεύγει»
Θεοδόσης Μιχαλόπουλος: Σε φάση αναδιάρθρωσης η Microsoft Hellas – Τι γίνεται με τα Data Centers