Πολύ μελάνι έχει χυθεί το τελευταίο διάστημα σχετικά με τα σημαντικά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Προβλήματα που αγγίζουν πλέον και τους καταναλωτές παγκοσμίως, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με ελλείψεις ακόμη και σε βασικά είδη.
Μπορεί οι καταναλωτές να έχουν προσφάτως συνειδητοποιήσει τα μακροχρόνια προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες -δεδομένου και του φόβου για ελλείψεις στην αγορά ενόψει Χριστουγέννων– αλλά όσοι επαγγελματίες δραστηριοποιούνται στο λιανικό εμπόριο το χάος που έχει δημιουργηθεί δεν αποτελεί έκπληξη.
Οι «αρρυθμίες» στην εφοδιαστική αλυσίδα ξεκίνησαν πριν από περισσότερο από ένα χρόνο, καθώς κυβερνήσεις και εταιρείες προκάλεσαν εκατομμύρια μικρές διακοπές στην ομαλή λειτουγία της προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα ποικίλα προβλήματα της πανδημικής κρίσης.
Στα παραπάνω, έρχεται να προστεθεί και η έκρηξη της καταναλωτικής ζήτησης, δημιουργώντας τελικά μία ασφυκτική συνθήκη για τις παγκόσμιες μεταφορές.
Αρκεί να ρίξει κανείς μία ματιά στη κατάσταση που επικρατεί στα εμπορικά λιμάνια του κόσμου από την Καλιφόρνια μέχρι τον Πειραιά.
Όσο οι εισαγωγείς προσπαθούν να περάσουν περισσότερα αγαθά από τα ήδη επιβαρυμένα σημεία, τόσο η κατάσταση γίνεται δυσκολότερη.
Τα εμπορευματοκιβώτια σε αναμονή, το χάος από τη διακοπή λειτουργίας των εργοστασίων, τα εργασιακά ζητήματα και οι ελλείψεις σε εξοπλισμό, όλα μαζί συνθέτουν τη μεγάλη εικόνα της λεγόμενης «έλλειψης των πάντων».
Καθώς η κρίση δεν δείχνει σημάδια εκτόνωσης, το businessinsider επιχειρεί να αποσαφηνίσει τα αίτια και την εξέλιξή της και προχωρά σε εκτιμήσεις για το πότε θα τελειώσει.
Τα αίτια
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, πολλές ήταν οι «πηγές του κακού» στις οποίες αναφέρεται επιγραμματικά: ελλείψεις πρώτων υλών, κλείσιμο εργοστασίων, έλλειψη οδηγών φορτηγών στους δρόμους, συμφόρηση στα λιμάνια, υψηλή ζήτηση για θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές, ανεπαρκείς υποδομές — η λίστα δεν έχει τέλος!
Η ομαλή λειτουργία στις εφοδαστικές αλυσίδες στηρίζεται σε δύο πυλώνες: το εργατικό δυναμικό και τον εξοπλισμό. Εάν κάποιο από τα δύο είναι σε έλλειψη, το αποτέλεσμα είναι καθυστερήσεις και αύξηση του κόστους μεταφορών.
Τι μπορούν να κάνουν οι εταιρείες
Δεδομένου ότι το κόστος μεταφορών έχει εκτιναχθεί και τα αγαθά γίνονται όλο και πιο δυσεύρετα, οι εταιρείες θα πρέπει να επενδύσουν χρόνο και χρήμα προκειμένου να εξασφαλίσουν τα αποθέματα εκείνα που είναι περισσότερο απαραίτητα για τους πελάτες τους και που συνάμα θα αποφέρουν μεγαλύτερα κέρδη στους ισολογισμούς τους.
Σύμμαχός τους σ’ αυτήν την προσπάθεια είναι είναι η τεχνολογία, αλλά μόνο αυτή που είναι ήδη διαθέσιμη. Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, η ενθάρρυνση προς τους καταναλωτές να πραγματοποιούν εγκαίρως τις αγορές τους αποτελεί μία δημοφιλή πρακτική για τις επιχειρήσεις.
Εάν οι έμποροι λιανικής μπορέσουν να γεμίσουν τα ράφια των καταστημάτων τους με προϊόντα, το επόμενο βήμα είναι να παραδοθούν εγκαίρως οι ηλεκτρονικές παραγγελίες.
Πότε θα τελειώσει η κρίση
Οι ειδικοί διαφωνούν για το πότε θα τελειώσει η κρίση στις εφοδιαστικές αλυσίδες, αλλά κανένας δεν λέει ότι θα γίνει σύντομα.
Οι εκτιμήσεις κυμαίνονται από τις αρχές του επόμενου έτους έως το 2023. Το πρόβλημα είναι ότι τα όρια της κρίσης είναι δυσδιάκριτα.
Ακόμα κι αν αποσυμφορηθεί η κατάσταση στα λιμάνια, δεν είναι βέβαιο ότι όλοι οι συνδαιτυμόνες των επίγειων μεταφορών θα μπορέσουν να σηκώσουν το βάρος τις κρίσης.
Στη Βρετανία η έλλειψη οδηγών φορτηγών έχει προκαλέσει κρίση στην αλυσίδα εφοδιασμού. Το αποτέλεσμα είναι ράφια στα σούπερ μάρκετ να μένουν άδεια.
Επιπλέον, μία πιθανή έξαρση κρουσμάτων λόγω πανδημία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αποσταθεροποιητικός παράγοντας.
Αν και κάθε εφοδιαστική αλυσίδα είναι διαφορετική, όσοι ειδικοί παρακολουθούν τους σχετικούς με τις δείκτες μπορούν να διακρίνουν τη γενική εικόνα του συστήματος και να βγάλουν τα απαραίτητα συμπεράσματα για το πόσο «υγιές» είναι. Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι ήδη έχει αρχίσει να φαίνεται φως στο τούνελ.
Διαβάστε ακόμα:
Στάσσης: Ορόσημο για τη ΔΕΗ η επιτυχία της ΑΜΚ – Ξεπέρασε τα €4 δισ. το ύψος των προσφορών (upd)
Moderna: Τα οικονομικά αποτελέσματά της κόστισαν $28 δισ. στην αγορά