Αρκετά συχνά, βρετανικά μέσα ενημέρωσης αφιερώνουν άρθρα για το αυθεντικό ελληνικό γιαούρτι και πώς ο Βρετανός καταναλωτής δεν θα μπερδευτεί από το λεγόμενο ‘Greek style yoghurt’, δηλαδή το ‘τύπου ελληνικό γιαούρτι’, που βρίσκεται σε πληθώρα στα βρετανικά ράφια των σουπερμάρκετ.
Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της προτίμησης που δείχνουν, όμως το πολυαγαπημένο αυτό προϊόν κινδυνεύει, καθώς από σήμερα κιόλας έχει μπει στη λίστα των ελέγχων και της γραφειοκρατίας του Brexit.
Συγκεκριμένα, από τα μεσάνυχτα της Τρίτης οι εισαγωγές φρέσκων προϊόντων, όπως γαλακτοκομικά, κρέας, ακόμα και λουλούδια από την ΕΕ, περνούν από φυσικούς ελέγχους. Πρόκειται για τη δεύτερη φάση των συνοριακών σκληρότερων ελέγχων που πρέπει να εφαρμοστούν μετά την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συμφωνία που είχαν υπογράψει. Το πρώτο στάδιο είχε εφαρμοστεί μόλις τον Ιανουάριο και αφορούσε την υποχρεωτική καταβολή υγειονομικών πιστοποιητικών στα ευρωπαϊκά φρέσκα προϊόντα.
Καθυστέρηση της εφαρμογής και έλλειψη διαφάνειας στις διαδικασίες
Την έναρξη του μέτρου επιβεβαίωσε σήμερα το βρετανικό Υπουργείο Περιβάλλοντος, Τροφίμων και Αγροτικών Υποθέσεων (Defra). Η εφαρμογή των συμφωνηθέντων άργησε κάτι περισσότερο από τρία χρόνια, δηλαδή όταν μπήκε και επίσημα σε εφαρμογή το καθεστώς του Brexit.
Η έναρξη των φυσικών ελέγχων είχε αναβληθεί αρκετές φορές μάλιστα, καθώς σύμφωνα με τις δηλώσεις υπήρχε έλλειψη υποδομών και προσωπικού. Να επισημανθεί ότι εξαίρεση στο νέο αυτό μέτρο θα αποτελεί η Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Όπως ξεκαθάρισε η βρετανική κυβέρνηση, ο έλεγχος στα ιρλανδικά προϊόντα δεν θα εφαρμοστεί τουλάχιστον μέχρι τον Νοέμβριο, παρότι η Ιρλανδία είναι μέλος της ΕΕ, καθώς παράλληλα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους προμηθευτές τροφίμων για τη Μεγάλη Βρετανία.
Όπως αναφέρεται, οι φυσικοί έλεγχοι θα κατηγοριοποιούνται σε τρία στάδια: εκείνα του υψηλού κινδύνου, μέτριου κινδύνου και χαμηλού. Το Υπουργείο δεν έχει ξεκαθαρίσει τι ακριβώς σημαίνει αυτό στην εφαρμογή του και οι ειδικοί του κλάδου ζητούν περισσότερες λεπτομέρειες και διαφάνεια στις δηλώσεις.
Αντιδράσεις και υψηλό κόστος για επιχειρήσεις και καταναλωτές
Οι αντιδράσεις όμως δεν περιορίζονται εκεί. Το ντόμινο των επιπτώσεων μιας τέτοιας γραφειοκρατίας, όπως προειδοποιούν οι ειδικοί, είναι βέβαιο. Μεγαλύτεροι χρόνοι παράδοσης και υψηλότερο κόστος θα μετακυλήσουν σχεδόν αυτόματα στους Βρετανούς καταναλωτές.
Χαρακτηριστικό είναι ότι υπολογίζεται πως το κόστος θα «βαρύνει» περισσότερο με έως και 145 λίρες ανά φορτίο τους εισαγωγείς, κάτι που ονομάζεται «κοινή χρέωση χρήστη». Σύμφωνα με υπολογισμούς της εταιρείας Allianz Trade, το νέο αυτό καθεστώς θα ανεβάσει το κόστος εισαγωγών έως και 10% τον πρώτο χρόνο, κάτι βέβαια που θα λειτουργήσει ως ένα ακόμα παρακλάδι των πληθωριστικών πιέσεων.
Η κυβέρνηση, αν και συμφωνεί με αυτό, υπολογίζει ότι η πίεση αυτή θα βρίσκεται μόλις στο 0,2%, σε βάθος τριών ετών. Όπως δήλωσε μάλιστα, «το νέο μοντέλο βελτιώνει τη βιοασφάλειά μας και το κόστος είναι αμελητέο σε σύγκριση με μια μεγάλη επιδημία ασθενειών από φυτά ή ζώα».Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρόεδρος της Ένωσης Αγροτών Τομ Μπράντσο, ο οποίος χαιρέτησε το νέο αυτό μέτρο «ως έναν τρόπο διαφύλαξης των τροφίμων του έθνους».
Διαβάστε περισσότερα στην Deutsche Welle