«Είναι η οικονομία, ανόητε…». Θα επιβεβαιωθεί η περίφημη ρήση του επικεφαλής της προεκλογικής καμπάνιας του Μπιλ Κλίντον το 1992 και κορυφαίου τότε πολιτικού αναλυτή, Τζέιμς Κάρβιλ και στις φετινές προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ; Η αλήθεια είναι ότι ελάχιστα 24ωρα πριν τη μονομαχία Μπάιντεν και Τραμπ στο πρώτο debate μεταξύ τους ενόψει της αναμέτρησης του Νοεμβρίου (σ.σ. 4 το πρωί της Παρασκευής ώρα Ελλάδος, στο CNN), τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων επιμένουν ότι η οικονομία αποτελεί το προνομιακό πεδίο αντιπαράθεσης για τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων και πρώην πλανητάρχη προκειμένου να αυξήσει τις πιθανότητες για την επάνοδό του στο Λευκό Οίκο.

Και «Αχίλλειο πτέρνα» αντίστοιχα της προσπάθειας του Τζο Μπάιντεν για να ανανεώσει τη θητεία του. Κι αυτό, γιατί στην περίπτωση της αμερικανικής οικονομίας, μετά από τριάμισι χρόνια διακυβέρνησης Μπάιντεν επιβεβαιώνεται μια άλλη γνωστή ρήση, ότι «οι αριθμοί ευημερούν, οι άνθρωποι όμως όχι». Ελληνικής προέλευσης, καθώς την είχε διατυπώσει ο Γεώργιος Παπανδρέου στη δεκαετία του 1960, αποτυπώνοντας μια αντιφατική πραγματικότητα. Η Ελλάδα εκείνης της εποχής ήταν μια χώρα που με βάση τους οικονομικούς δείκτες αποτελούσε ένα πραγματικό «οικονομικό θαύμα», όμως την ίδια στιγμή μεγάλα τμήματα της κοινωνίας αντιμετώπιζαν μεγάλες δυσκολίες, με εμφανείς σημαντικές ανισότητες και τελικά κακές συνθήκες ζωής.

Κάτι παρόμοιο ισχύει και στις ΗΠΑ επί της περιόδου Μπάιντεν. Τα Bidenοmics, το οικονομικό δόγμα και η αντίστοιχη πολιτική που εφαρμόζει ο Τζο Μπάιντεν και που περιλαμβάνει οτιδήποτε θετικό στην οικονομία έχει να αποτυπώσει στη θητεία του ο νυν Πρόεδρος, από την θεαματική πτώση της ανεργίας και τη σημαντική αύξηση των μισθών μέχρι τη δημιουργία δεκάδων χιλιάδων επιχειρήσεων και την «αποκατάσταση» – εδραίωση της παγκόσμιας οικονομικής κυριαρχίας της χώρας, ευημερούν. Όμως αντί να αποτελούν το δυνατό σημείο στην προσπάθεια επανεκλογής του Μπάιντεν, ευνοούν την προεκλογική στρατηγική και την επιχειρηματολογία του αντιπάλου του. Που περιγράφει τα Bidenomics ως μια καταστροφή για την αμερικανική οικονομία και καλεί τους πολίτες/ψηφοφόρους να μην τα επιβραβεύσουν, γιατί, σε μια τέτοια περίπτωση, θα ακολουθήσουν «ολοκαύτωμα και αιματοχυσία».

Η ακρίβεια σαρώνει τα όποια επιτεύγματα

Το απότομο άλμα του πληθωρισμού που ακολούθησε την πανδημική κρίση και που εκφράζεται με την ισχυρή ακρίβεια και την επίπτωσή της σε μεγάλα τμήματα του αμερικανικού πληθυσμού έχει εξουδετερώσει αν όχι όλα, τα περισσότερα επιτεύγματα της πολιτικής Μπάιντεν. Οι Αμερικανοί αδιαφορούν για το ότι επί των ημερών η ανεργία σημειώνει ιστορικό χαμηλό, κάτω από το 4%, με σχεδόν 16 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας να δημιουργούνται την τελευταία 3ετία, παρά το πλήγμα της πανδημίας. Δεν συγκινούνται επίσης, ούτε από τις αυξήσεις μισθών κατά 16%, πολύ περισσότερο δεν επηρεάζονται από το ότι οι ΗΠΑ διατήρησαν για το 2023 αξιοζήλευτο ρυθμό ανάπτυξης, στο 3,4%, πάνω από τις χώρες της Ευρωζώνης. Ενώ μπορεί το πρώτο τρίμηνο του 2024 να έχει πέσει στο 1,6%, αλλά η μεγάλη πτώση αντισταθμίστηκε από τη μεγαλύτερη από την αναμενόμενη αύξηση των εξαγωγών και της συνολικής ζήτησης.

Ούτε ενδιαφέρονται για την πραγματική αιτία, ότι οι ομοσπονδιακές επενδύσεις με το πακέτο – μαμούθ Μπάιντεν, του 1,9 τρισ. δολαρίων στις υποδομές, την καθαρή ενέργεια και τους υπολογιστές δημιουργούν ένα κλίμα μακροπρόθεσμης διατήρησης της ισχυρής ανάπτυξης, καθώς και ριζικής αύξησης των θέσεων εργασίας.

Απεναντίας, τους Αμερικανούς, τους «καίει» ότι την ίδια ώρα ο πληθωρισμός έχει εκτιναχθεί στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας 40ετίας και επιμένει (3,5% το Μάρτιο από 3,2% το Φεβρουάριο). Τους βασανίζουν, στην καθημερινότητα τους, οι υψηλές τιμές που διαμορφώνονται για βασικά αγαθά όπως τα τρόφιμα, τα καύσιμα, τα αυτοκίνητα, καθώς και η στέγαση. Απλό το θέμα: έχουν καλύτερους μισθούς, το εισόδημά τους αυξήθηκε, έχουν περισσότεροι δουλειές, αλλά δεν φτάνουν για να αντιμετωπίσουν τη λαίλαπα της ακρίβειας που πλήττει και την δική τους χώρα.

Άλλωστε η πλήρης αλήθεια είναι ούτε όλοι οι αριθμοί ευημερούν. Για παράδειγμα, το ποσοστό των Αμερικανών που πλήττονται από τη φτώχεια έχει αυξηθεί σημαντικά, ενώ μεταξύ των παιδιών έχει ακόμη και διπλασιαστεί. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση για τη φτώχεια στις ΗΠΑ, το ποσοστό των νοικοκυριών που κερδίζουν λιγότερα από 35.000 δολάρια ΗΠΑ ετησίως έχει αυξηθεί πέρυσι από 7,8% το 2022 σε 12,4%. Επιπλέον, οι υψηλότερες τιμές παντού δεν επηρεάζουν μόνο τους ανθρώπους που κινδύνευαν ήδη από τη φτώχεια πριν από την αύξηση του πληθωρισμού, αλλά και την αμερικανική μεσαία τάξη, η οποία αποτελεί την κρίσιμη ομάδα ψηφοφόρων για τον Μπάιντεν. Ενώ και η εκτόξευση του δημόσιου χρέους, ένα «βουνό» 123% του ΑΕΠ, εντείνει επίσης τις ανησυχίες για την οικονομική σταθερότητα των ΗΠΑ.

Σοβαρές ρωγμές

Η συγκυρία αυτή που επικαθορίζεται κυρίως, από τον υψηλό πληθωρισμό και την ισχυρή αγορά εργασίας, έχει και μια πολύ αρνητική πολιτική επίπτωση για τη διακυβέρνηση Μπάιντεν: εμποδίζει την Κεντρική Τράπεζα (Fed) να προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων, κάτι που στην Ευρωζώνη είναι ήδη γεγονός, και να δρομολογήσει εξελίξεις για τις οποίες αδημονούν οι Αμερικανοί πολίτες/ψηφοφόροι, όπως είναι η μείωση του κόστους των στεγαστικών δανείων, των δανείων για την αγορά αυτοκινήτου και άλλων καταναλωτικών αγαθών.

Μάλιστα, οι επικεφαλής οικονομολόγοι της BofA Securities τις τελευταίες ημέρες προέβλεψαν ότι η Fed θα ξεκινήσει τις περικοπές των επιτοκίων τον Δεκέμβριο. Ένα μήνα δηλαδή, μετά τη διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών. «Δώρον-άδωρον» επομένως, για τον Μπάιντεν, ακόμα χειρότερα πρόωρος «μποναμάς» για τον Τραμπ ενόψει μιας νέας δικής του θητείας.

Παράλληλα δε, το «οικονομικό θαύμα» των Bidenomics που επικαλούνται οι επιτελείς του Μπάιντεν άρχισε να εμφανίζει αναπάντεχα ρωγμές και στον σκληρό πυρήνα του: την αγορά εργασίας. Όπως προκύπτει από τα επίσημα τρέχοντα στοιχεία, οι αρχικές αιτήσεις για κρατικά επιδόματα ανεργίας εκτινάχθηκαν κατά 13.000, σε εποχικά προσαρμοσμένες 242.000, για την εβδομάδα που έληξε στις 8 Ιουνίου, το υψηλότερο επίπεδο από τον περασμένο Αύγουστο. Οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters είχαν προβλέψει 225.000 αιτήσεις την τελευταία εβδομάδα.

Τούτο υποδηλώνει πως οι σωρευτικές επιπτώσεις των αυξήσεων των επιτοκίων κατά 525 μονάδες βάσης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας από το 2022 επηρεάζουν τελικά ευρέως την οικονομία και όπως ήταν αναμενόμενο το αποτύπωμά τους θα φαινόταν ετεροχρονισμένα.

Ο αντίκτυπος στους ψηφοφόρους

Ακόμη κι αν το τελευταίο στοιχείο δεν προλάβει να προκαλέσει περαιτέρω επιπτώσεις στη συλλογιστική των ψηφοφόρων μέχρι τον Νοέμβριο, η κεντρική εικόνα δεν αλλάζει. Πώς αποτυπώνεται; «Ο πρόεδρος Μπάιντεν προεδρεύει, ενώ η δημιουργία θέσεων εργασίας έχει προσλάβει τόσο εκρηκτικούς ρυθμούς που θα εξασφάλιζαν την επανεκλογή οποιουδήποτε προκατόχου του στη μεταπολεμική εποχή. Αλλά μπορεί να μην αρκεί αυτό για να κερδίσει μια δεύτερη θητεία λόγω μιας απλής αλήθειας για την οικονομία της Αμερικής μετά την πανδημία Covid: οι ψηφοφόροι φαίνεται να ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για τις υψηλές τιμές των καταναλωτικών αγαθών στην αγορά παρά για τις πολλές δουλειές που υπάρχουν», είναι η κατατοπιστική ανάλυση των τεκταινομένων σύμφωνα με τον αναλυτή Τζιμ Τάνκερσλι στους «New York Times».

Αντιθέτως, οι ψηφοφόροι φέτος δείχνουν να επικεντρώνονται στο απότομο άλμα του πληθωρισμού μετά την πανδημία, την ακρίβεια και το στεγαστικό κόστος, σημειώνει το Bloomberg. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση των Bloomberg/Morning Consult του Απριλίου, οι ερωτηθέντες δήλωσαν με ποσοστό 51% έναντι 32% ότι θα τα πήγαιναν καλύτερα οικονομικά υπό τον Τραμπ από ό,τι υπό τον Μπάιντεν. Από τα 15 οικονομικά ζητήματα που τέθηκαν υπόψη τους, το κόστος των καθημερινών αγαθών ήταν μακράν η κορυφαία ανησυχία τους στην εν λόγω δημοσκόπηση.

Εικόνα παρόμοια με τον Φεβρουάριο, όταν το 26% των ερωτηθέντων σε έρευνα του Rasmussen Reports απαντούσαν ότι τα Bidenomics θα βοηθήσουν τον σημερινό Αμερικανό ηγέτη να επανεκλεγεί και το 46% εκτιμά ότι η οικονομική πορεία της σημερινής κυβέρνησης θα βοηθήσει τον αντίπαλό του να επικρατήσει.

«Ο πληθωρισμός αναιρεί όλα τα επιτεύγματα της κυβέρνησης Μπάιντεν», σύμφωνα με την ερευνήτρια κοινής γνώμης Σελίντα Λέικ. «Οι άνθρωποι αισθάνονται εδώ και καιρό ότι η κυβέρνηση δεν παίρνει στα σοβαρά τις εμπειρίες τους από την πραγματική ζωή. Η καθημερινή ζωή των ανθρώπων είναι χειρότερη από αυτό που ακούνε στις ειδήσεις. Σχεδόν τα δύο τρίτα πιστεύουν ότι η οικονομία είναι σε κακή κατάσταση και πάνω από το 70% πιστεύει ότι θα χειροτερέψει», συμπληρώνει. Η τελευταία φορά που υπήρχε αυτού του είδους η απαισιοδοξία ήταν γύρω από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.

Αντιθέτως, ο Τραμπ διαβεβαιώνει τους πάντες να περιμένουν «μέρες ευημερίας», επαναλαμβάνοντας συνεχώς το M.A.G.A. (Make America Great Again).

Υπάρχουν ελπίδες αναστροφής;

Μπορεί το κλίμα να αναστραφεί; Οι επιτελείς της εκστρατείας του Μπάιντεν το πιστεύουν ακράδαντα, αν και ο χρόνος λειτουργεί εναντίον τους. Ήδη, επειδή τα γκάλοπ δείχνουν πως στην πλειονότητα τους οι πολίτες αναπολούν -για την οικονομία- την εποχή Τραμπ, έχουν ξεκινήσει εκστρατεία υπενθύμισης των συνεπειών των Trumpnomics για την αμερικανική οικονομία, υποστηρίζοντας πως οι επιλογές των αυξήσεων των δασμών και του ισχυρού προστατευτισμού «πλήγωσαν» τελικά τις ΗΠΑ, αφού γιγάντωσαν τελικά την Κίνα, ενώ δημιούργησαν σημαντικές έριδες με τους στενότερους συμμάχους τους όπως η Ευρωζώνη.

Άλλοι επιμένουν και προτείνουν έναν κύκλο εξαγγελιών βαρύτερης φορολογίας για τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις. Το εισηγούνται από τα τέλη του 2023 με στόχο να δοθεί ένα μήνυμα στη μεσαία τάξη και τα φτωχότερα στρώματα, ότι οι κοινωνικές ευαισθησίες και τα αντανακλαστικά του Μπάιντεν και των Δημοκρατικών είναι ενεργά. Ακόμη και αν προχωρήσει όμως ο νυν Πρόεδρος σε κάτι τέτοιο, με άλλους επιτελείς σφόδρα αρνητικούς λόγω των αντοχών της οικονομίας και την αγορά «παρά πόδα», θα αρκούσε για να αναστρέψει το κλίμα;

Άλλοι ωστόσο, θεωρούν ότι οι δημοσκοπήσεις δεν απεικονίζουν πλήρως την πραγματικότητα. Ο διαπρεπής οικονομολόγος καθηγητής στο Μίσιγκαν Τζάστιν Γουόλφερς επισημαίνει πως η ραγδαία αύξηση ιδιωτικής κατανάλωσης απηχεί υγεία της οικονομίας, αλλά και αισιοδοξία των πολιτών για αυτήν, ενώ ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν αποδίδει τα αρνητικά δημοσκοπικά ευρήματα σε «τυφλωμένο κομματισμό» των Ρεπουμπλικάνων όταν καλούνται να απαντήσουν.

Άλλοι δε, πιστεύουν πως το «μήνυμα» του Μπάιντεν για τα οφέλη της οικονομικής του πολιτικής δεν έχει φτάσει στους ψηφοφόρους, οι περισσότεροι εκ των οποίων αγνοούν παντελώς τους νόμους για τις πράσινες επενδύσεις, την αναχαίτιση του πληθωρισμού, την αναβάθμιση των συνδικάτων, καθώς και τα πραγματικά αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής του στους μισθούς και την αγορά εργασίας.

Σκληρό πόκερ

Την ίδια ώρα, σκληρό πόκερ παίζεται και με την διαβεβαίωση του Τραμπ προς τους CEOs εκατό περίπου σημαντικών αμερικανικών επιχειρήσεων ότι θα προχωρήσει σε μείωση της εταιρικής φορολογίας στο 20% από 21% που είναι σήμερα. Σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το CNN Business, ο Τραμπ συναντήθηκε προ δυο εβδομάδων με τους επικεφαλής των εταιρειών, ανάμεσα στους οποίους της JP Morgan Chase, Τζέιμι Ντάιμον, της Apple, Τιμ Κουκ και της Walmart, Νταγκ Μακ Μίλον.

Ο πρώην Πρόεδρος δεσμεύτηκε για παράταση του νόμου για τις φορολογικές περικοπές, ένα από τα επιτεύγματά του στην εξουσία και που επικρίθηκαν δριμύτατα από τους Δημοκρατικούς. Οι περικοπές λήγουν στα τέλη του 2025 και η παράτασή τους θα μπορούσε να κοστίσει 4,6 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, με μια ακόμη βαθύτερη μείωση του εταιρικού φόρου θα μπορούσε να αυξήσει το κόστος. Κάτι που ευνοεί την επιχειρηματολογία των Δημοκρατικών για το ότι έτσι η κατάσταση θα ξεφύγει, το ήδη θηριώδες χρέος των ΗΠΑ θα μπορούσε να καταστεί ανεξέλεγκτο, ενώ την ίδια ώρα είναι αμφίβολο αν και οι CEOs ικανοποιήθηκαν επαρκώς από την εξαγγελία Τραμπ.

Θα γίνουν οι Αμερικανοί «σοφότεροι» για όλα αυτά μετά το debate τα χαράματα της Παρασκευής; Ο πιο «φορμαρισμένος», όχι μόνο βέβαια στην οικονομία, θα έχει τον πρώτο λόγο…

Διαβάστε ακόμη

Συμφωνία για φον ντερ Λάιεν, Κόστα και Κάλλας ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου

Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Έκδοση ομολόγων 65 δισ. ευρώ το δεύτερο εξάμηνο

Χατζηδάκης προς τράπεζες: Σύστημα προμηθειών όπως στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ