Ο Μαρσέλ Όσπελ, ο οποίος έφερε τον τίτλο του «Herr der UBS» είχε μετατρέψει την UBS Group AG σε έναν παγκόσμιο τραπεζικό κολοσσό. Το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, παρά την θετική του πορεία, έφτασε ένα βήμα πριν την κατάρρευση κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008.
Σύμφωνα με τον βιογράφο του, ο Όσπελ μετατράπηκε σε παρία της τραπεζικής εν μία νυκτί, χάνοντας το καλό όνομα που είχε δημιουργήσει. Ο «herr» δε ζει πια και δεν κατάφερε να βιώσει τη μεγάλη τραπεζική κρίση της Ζυρίχης κατά την οποία η UBS ανέλαβε τα ηνία της πάλαι ποτέ κραταιάς αντιπάλου της, Credit Suisse, κίνηση η οποία έχει δημιουργήσει πια έναν τραπεζικό κολοσσό ο οποίος κυριαρχεί του τοπικού ανταγωνισμού.
Η σταθερότητα, η μυστικότητα και οι βλέψεις για παγκόσμια ανάπτυξη ήταν κάποτε φαινόμενα τα οποία χαρακτήριζαν την «καρδιά» του ελβετικού τραπεζικού συστήματος. Τώρα πια, όμως, όπως ανέφερε ο καθηγητής οικονομικών του IMD Business School της Λωζάνης, Αρτούρι Μπρις, «όλα τα συστατικά στοιχεία αυτά του καλού ονόματος της Ελβετίας δεν υφίστανται πια».
Οι επιπτώσεις για το μικρό αλλά βαθύπλουτο κράτος της κεντρικής Ευρώπης θα είναι τεράστιες, σύμφωνα με το Bloomberg. Η ιστορία αιώνων της ουδετερότητας και του ασφαλούς καταφυγίου που προσφέρει η Ελβετία κλυδωνίζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τώρα πια, εάν η UBS αντιμετωπίσει προβλήματα όπως έκανε και κατά τη διάρκεια της θητείας του Όσπελ, η σταθερότητα της χώρας θα απειληθεί εκ νέου, εάν κανείς αναλογιστεί πως η νέα τραπεζική οντότητα έχει διπλάσιο μέγεθος από το αντίστοιχο της ετήσιας ελβετικής οικονομίας. Δεν είναι μόνο «too big to fail» αλλά και «too big to bail». Η Ελβετία δε θα μπορούσε να τη διασώσει χωρίς βοήθεια.
Σύμφωνα με το Bloomberg, το deal UBS-Credit Suisse αναμένεται να αλλάξει για πάντα το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό στερέωμα. Ακόμα και πριν το τραπεζικό σοκ αυτό, η «Ελβετία της Ασίας», Σιγκαπούρη, απειλούσε την πρωτοκαθεδρία της ευρωπαϊκής χώρας. Στην εικόνα εισέρχεται, πια και η πολιτική. Η UBS ανακοίνωσε πως ο Ολλανδός Ραλφ Χάμερς θα αντικατασταθεί από τον Ελβετό Σέρτζιο Ερμότι ο οποίος διοικούσε την τράπεζα από το 2011 μέχρι το 2020.
Το ιστορικό της πτώσης
Το ιστορικό της πτώσης των ελβετικών τραπεζών από το «πάνθεον» του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος είναι μακρύ αλλά και απότομο. Η Credit Suisse αποτελούσε αγαπημένο προορισμό επενδυτών, χωρών και εταιρειών από τον 19ο αιώνα. Παρ’ όλα αυτά, η κατάρρευσή της είχε ξεκινήσει εδώ και δεκαετίες, με τη διάβρωση των θεμελιωδών αρχών της από τη δεκαετία του ‘80. Έχοντας επεκταθεί υπερβολικά στη Wall Street, η τράπεζα βρέθηκε εκτεθειμένη στη «φούσκα» των dot.com αλλά και την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008.
Τα σκάνδαλα που ακολούθησαν, είχαν «άρωμα» κατασκοπείας και ξεπλύματος βρώμικου χρήματος ολιγαρχών και καρτέλ ναρκωτικών, ενώ το τελειωτικό χτύπημα συνέβη μετά την κατάρρευση της Archegos του Μπιλ Χουάνγκ και της Greensill του Λεξ Γκρίνσιλ, στις οποίες η τράπεζα ήταν εξαιρετικά εκτεθειμένη. Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και οι κλυδωνισμοί που αυτή δημιούργησε, όπως και η άρνηση της Saudi National Bank για περαιτέρω χρηματοδότηση του ελβετικού χρηματοπιστωτικού ιδρύματος ήταν αρκετά για να τινάξουν την «μπαρουταποθήκη» στον αέρα.
Πύρρειος νίκη
Αρχικά η UBS φαινόταν ως η μοναδική νικητής της κατάστασης αυτής. Οι ελβετικές αρχές παράτησαν τη στρατηγική της σταθερότητας και της προστασίας των καταθετών που υιοθέτησαν μετά από την παγκόσμια κρίση του 2008. Οι ομολογιούχοι των CoCos οι οποίοι στήριζαν την τράπεζα τόσα χρόνια, κατέληξαν να χάνουν $17 δισ. Οι Ελβετοί πολίτες, πια, καλούνται να στηρίξουν μία τράπεζα η οποία είναι πολύ μεγαλύτερη από την ίδια τους την οικονομία.
Η νίκη αυτή αποδείχθηκε Πύρρειος. Μπορεί, μεν, να αποτελούσε την καλύτερη επιλογή τη δεδομένη στιγμή, αλλά, όπως αναρωτιέται και η οικονομολόγος και πρόεδρος του University of Basel, Αντρέα Σένκερ-Ουίκι, «το πρόβλημα του παρόντος επιδιορθώθηκε, αλλά τί μέλλει γενέσθαι εάν η UBS αντιμετωπίσει πρόβλημα στο μέλλον;».
Την άποψή της συμμερίζονται και άλλοι αναλυτές. Όπως τόνισε το πρώην στέλεχος της ελβετικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, Τζάρεντ Μπάιμπλερ, παραφράζοντας τον Γουόρεν Μπάφετ, «η νέα UBS πρόκειται για “όπλο μαζικής καταστροφής” το οποίο μπορεί να οδηγήσει ολόκληρη την ελβετική οικονομία σε κατάρρευση».
Το ειρωνικό της όλης υπόθεσης είναι πως η Ελβετία μελετούσε μέτρα στήριξης της σταθερότητας της οικονομίας και του τραπεζικού της συστήματος για 15 χρόνια και επέλεξε να αγνοήσει τη στρατηγική που η ίδια δημιούργησε, λαμβάνοντας ιστορικές αποφάσεις οι οποίες το μόνο σίγουρο είναι πως θα οδηγήσουν σε σωρεία μηνύσεων και διεθνών δικαστικών μαχών.
Σαμπάνιες
Οι αγορές μπορεί μεν να συνεχίσουν να έχουν βραχύβιες μνήμες, αλλά οι επενδυτές και οι πληγέντες από τον εκμηδενισμό των $17 δισ. σε CoCos δεν πρόκειται να ξεχάσουν την κρίση αυτή. Για πολλούς διεθνείς αναλυτές και επενδυτές, το deal UBS-Credit Suisse έχει αμαυρώσει την ελβετική εικόνα. Όπως αναφέρει και ο Μπρις «οι τραπεζίτες της Σιγκαπούρης έχουν ανοίξει σαμπάνιες. Πρόκειται για ιστορικό γεγονός. Οι μικρότερες ελβετικές τράπεζες όπως Banque Pictet & Cie και Banque Lombard Odier & Cie θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται στη “σκιά” της UBS αλλά δεν πρόκειται για συγκρίσιμα μεγέθη με αυτά των JPMorgan και Goldman Sachs τα οποία θα απειλήσουν την παγκόσμια κυριαρχία των κολοσσών της Wall Street». Oι τράπεζες αυτές, πια, «γλυκοκοιτάζουν» την Ελβετία, μελετώντας το άνοιγμα παραρτημάτων στη Ζυρίχη και τη Γενεύη και βρίσκοντας «πάτημα» στην ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά.
Ελβετικός κολοσσός
Εκτός από τα προβλήματα, όμως, η UBS έχει και ευκαιρίες. Μέσα σε λίγες ημέρες, μετατράπηκε σε μία από τις 20 μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου βάσει των συνολικών assets, ενώ έγινε και η δεύτερη μεγαλύτερη διαχειριστής πλούτου πίσω από την Morgan Stanley.
Η κατάσταση στην Ελβετία, όμως, είναι διαφορετική. Κάθε ελβετική πόλη είχε ένα παράρτημα Credit Suisse και UBS. Ο κάθε Ελβετός πολίτης μπορούσε να έχει πολλαπλούς λογαριασμούς, ή δάνεια με τις δύο τράπεζες. Η δυνατότητα επιλογής αυτή, έχει για πολλούς εξαφανιστεί και πολλοί καταναλωτές ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με αυξημένα τραπεζικά κόστη. Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις στη χώρα, μόλις το 5% των πολιτών υποστηρίζουν τη συμφωνία διάσωσης, ενώ πολλοί προχωρούν σε εκκλήσεις διαφοροποίησης του εγχώριου τομέα της Credit Suisse από τον νέο κολοσσό.
Παράλληλα πλήττεται και η επιχειρηματική δραστηριότητα. Η Credit Suisse αποτελούσε τον αγαπημένο προορισμό των νέων επιχειρηματιών, ενώ η ύπαρξη δύο μεγάλων τραπεζικών ιδρυμάτων προσέφερε την ικανότητα επιλογής για όποιους επίδοξους τραπεζικούς υπαλλήλους. Δεδομένων και των αναμενόμενων απολύσεων λόγω της συγχώνευσης (οι δύο τράπεζες απασχολούν 37.000 εργαζομένους στη χώρα), τα πράγματα ενδέχεται να γίνουν ακόμη πιο δύσκολα.
Διαβάστε ακόμη
Bank of America: Ό,τι και εάν γίνει στις τουρκικές εκλογές η πτώση για την λίρα είναι… εξασφαλισμένη
Τιμολόγια ρεύματος ΔΕΗ: Χάθηκε η πρώτη δικαστική μάχη για τη ρήτρα αναπροσαρμογής