Το 2022 ήταν μία περίεργη χρονιά για τις τουρκικές αγορές. Οι μετοχές στη χώρα έχουν καταγράψει τη μεγαλύτερη άνοδο παγκοσμίως, τη στιγμή που η ισοτιμία της τουρκικής λίρας έχει καταβαραθρωθεί σε νέα χαμηλά. Οι Τούρκοι πολίτες, παράλληλα, θα κληθούν να εκλέξουν μία νέα κυβέρνηση το 2023 η οποία ενδέχεται να δώσει τέλος στην ανορθόδοξη οικονομική πολιτική του Ερντογάν.
Οι εκλογές του Ιουνίου θα αποτελέσουν ορόσημο τόσο για τις τουρκικές αγορές όσο και για τους επενδυτές οι οποίοι συνεχίζουν να αποφεύγουν την καθόλα μεταβλητή οικονομία. Η παράλογη, κατά πολλούς, στρατηγική του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν για μείωση των επιτοκίων κατά τη διάρκεια πληθωριστικής κρίσης έχει οδηγήσει την ισοτιμία της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου σε πτώση της τάξης του 29%.
Από την άλλη, ο δείκτης Borsa Istanbul 100 Index έχει σχεδόν διπλασιαστεί, αφού οι εγχώριοι επενδυτές στράφηκαν στις μετοχές για προστασία (hedge) από τον πληθωρισμό.
«Αυτό που χρειάζεται η Τουρκία είναι μια πραγματικά ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα και μία εξορθολογισμένη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική», τόνισε ο επενδυτής της Mobius Capital Partners, Κάρλος Χάρντενμπεργκ, προσθέτοντας πως «εάν στις εκλογές βγει νικητής μία κυβέρνηση συνεργασίας η οποία θα προωθήσει μία λογική οικονομική πολιτική και η οποία θα αναθέσει τη διοίκηση της κεντρικής τράπεζας της χώρας σε ικανά στελέχη, θα υπάρξει μαζική επιστροφή επενδυτικών κεφαλαίων στην Τουρκία».
Εκλογές
Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της Metropoll, η δημοτικότητα του Ερντογάν κυμαίνεται κοντά στο 45%, ενώ αυτή του κόμματός του ΑΚΡ στο 36,5%. Τα ποσοστά αυτά υποδεικνύουν πως ο Τούρκος Πρόεδρος θα δυσκολευτεί να κερδίσει την πλειοψηφία στον πρώτο γύρο των εκλογών, κάτι που δίνει «πάτημα» στην αντιπολίτευση για δημιουργία κυβέρνησης συνεργασίας.
Είναι, όμως, σχεδόν αδύνατο κανείς να προβλέψει κανείς τι πραγματικά μπορεί να συμβεί στην τουρκική πολιτική σκηνή. Τουρκικό δικαστήριο πρόσφατα καταδίκασε τον Δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου σε 31 μήνες φυλάκισης για «εξύβριση κατά δημοσίων υπαλλήλων».
Σύμφωνα με το στέλεχος της Medley Global Advisors της Νέας Υόρκης, Νικ Σταντμίλερ, οι τουρκικές αγορές θα καταγράψουν βραχυπρόθεσμο ράλι εάν υπάρξει αλλαγή πολιτικής ηγεσίας. Σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, όμως, τα πράγματα ενδέχεται να είναι διαφορετικά: «Δεν υπάρχει πανάκεια για τα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας και κανείς δε θα μπορέσει να εξισορροπήσει την κατάσταση χωρίς την πρόκληση οικονομικού πόνου», συμπλήρωσε.
Σημειωτέον πως η αντιπολίτευση δεν έχει ανακοινώσει ακόμα τον υποψήφιό της και πολλές από τις συντηρητικές επαρχίες της ανατολικής Τουρκίας παραμένουν ακόμα «πιστές» στον Ερντογάν. Ο Χάρντενμπεργκ τόνισε πως σε περίπτωση νίκης του Ερντογάν, η ισοτιμία της τουρκικής λίρας ενδέχεται να μειωθεί περαιτέρω.
Νομισματική πολιτική
Το ίδιο σημαντική αποδεικνύεται και η νομισματική πολιτική, ιδιαίτερα στην τρέχουσα περίοδο κρίσης. Δεδομένης της πεποίθησης του Ερντογάν πως τα υψηλότερα επιτόκια αυξάνουν τον πληθωρισμό, η κεντρική τράπεζα της χώρας έχει μειώσει τα επιτόκιά της στο -0,75% τους τελευταίους 15 μήνες.
«Οποιοσδήποτε και να κερδίσει τις εκλογές, αναμένω εξορθολογισμό της νομισματικής πολιτικής και σύσφιξη των επιτοκίων», τόνισε ο Ονούρ Ιλγκέν, στέλεχος της MUFG Bank Turkey.
Με την άποψή του αυτή συμφωνεί και ο Βίκτορ Ζάμπο της Abrdn, σύμφωνα με τον οποίο η τρέχουσα νομισματική πολιτική της Τουρκίας δεν είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα.
Πληθωρισμός
Ο κύκλος νομισματικής χαλάρωσης της Τουρκίας, συνδυασμένος με την αυξημένη τιμή των εμπορευμάτων λόγω του πολέμου στην Ουκρανία έχει αυξήσει τον πληθωρισμό στη χώρα σε υψηλό δύο δεκαετιών.
Αν και ο Τούρκος Πρόεδρος έχει πολλάκις τονίσει πως «ο πληθωρισμός θα μειωθεί στο 40% σε μερικούς μήνες», η δραματική αύξηση των τιμών έχει προκαλέσει κοινωνικές αναταραχές, τη στιγμή που πολλά νοικοκυριά και πληθώρα τουρκικών επιχειρήσεων βρίσκονται στο χείλος της πτώχευσης.
«Μία κεντρική τράπεζα η οποία θα προσεγγίσει την κρίση με εξορθολογισμένο τρόπο θα επηρεάσει θετικά τις εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό, στηρίζοντας την τουρκική λίρα και βοηθώντας τους Τούρκους πολίτες», τόνισε ο αναλυτής της Coex Partners, Χένρικ Γκάλμπεργκ.
Κεφαλαιακές ροές
Οι ξένοι επενδυτές έχουν πουλήσει περίπου $20 δισ. τουρκικών assets από τις εκλογές του 2018. Σύμφωνα με τον αναλυτή της DWS Investment, Σεμπάστιαν Κάλφελντ, οι ξένοι επενδυτές αυτοί θα επιστρέψουν στην τουρκική αγορά μόνο εάν η χώρα επιστρέψει στην εξορθολογισμένη νομισματική πολιτική. Ο Κάλφελντ υπογράμμισε πως «οι επενδυτές αυτοί γνωρίζουν την αναπτυξιακή προοπτική των εύρωστων τουρκικών επιχειρήσεων και θα επιστρέψουν στη χώρα εάν σταματήσει ο παραλογισμός με τα επιτόκια».
Διαβάστε ακόμη