Ξεχάστε τη μείωση των επιτοκίων. Η αγορά ομολόγων έχει ήδη λάβει υπόψη περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών, η οποία αυξάνει την πιθανότητα δημιουργίας ύφεσης, αναφέρει το Bloomberg.
Πριν από λίγες εβδομάδες, η αγορά των swaps υποδείκνυε πως οι επενδυτές ανέμεναν μείωση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων οικονομιών του πλανήτη μέσα σε διάστημα ενός έτους.
Τώρα πια, τα επιτόκια αυτά ενδέχεται να αυξηθούν μέχρι και το ερχόμενο έτος, ενώ τόσο η Fed όσο και η σουηδική Riksbank αναμένεται να προχωρήσουν σε χαλάρωση της νομισματικής τους πολιτικής μεταξύ του Σεπτεμβρίου του 2023 και του Μαρτίου του 2024.
Η αλλαγή αυτή οφείλεται στα επικαιροποιημένα μακροοικονομικά δεδομένα τα οποία, σύμφωνα με τον επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, θα οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων.
Σύμφωνα με το στέλεχος της Fidelity International, Κάθριν Γιούνγκ, «αυτή τη στιγμή πιστεύω πως πολλές κεντρικές τράπεζες έχουν καθυστερήσει και πρέπει, πια, να προλάβουν τις εξελίξεις».
Σε πρόσφατη ομιλία του ενόψει του αμερικανικού Κογκρέσου, ο Τζερόμ Πάουελ τόνισε πως η σταθερότητα της αμερικανικής οικονομίας προδιαθέτει για υψηλότερα από τα αναμενόμενα επιτόκια, ενώ υπογράμμισε πως η FOMC ενδέχεται να αναγκαστεί να αυξήσει τα επιτόκια αυτά κατά 50 μονάδες βάσης στην επόμενη συνεδρίασή της στις 21 Μαρτίου.
Οι αναλυτές αντέδρασαν άμεσα. Η Goldman Sachs Group Inc. προσέθεσε 1% στο ανώτατο αναμενόμενο όριο των επιτοκίων, εκτιμώντας πως θα αγγίξει το 5,5%-5,75%. Η Citigroup Inc. επικαιροποίησε τις εκτιμήσεις της όσον αφορά την αύξηση των επιτοκίων τον Μάρτιο, υπολογίζοντας αύξηση 50 μονάδων βάσης με τελικό ανώτατο όριο παρόμοιο με αυτό της Goldman.
Παρόμοια είναι η κατάσταση και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, αφού τα επιτόκια της ΕΚΤ, σύμφωνα με τους αναλυτές, ενδέχεται να αγγίξουν το 4% από το τρέχον 2,5%. Το γνωστότερο «γεράκι» του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Ρόμπερτ Χόλτσμαν, πρότεινε τέσσερις περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης έκαστη, οι οποίες θα τα αυξήσουν στο 4,5%.
Οι αποδόσεις των 2ετών κρατικών γερμανικών ομολόγων κατέγραψαν, πρόσφατα, ρεκόρ υψηλό από το 2008. Η αντιστροφή της καμπύλης αποδόσεων μεταξύ των 10ετών και των 2ετών ομολόγων των ΗΠΑ, από την άλλη, προμηνύει πιθανότητα ύφεσης παρόμοια με αυτή των αρχών της δεκαετίας του ‘80 κατά τη διάρκεια της θητείας του Πολ Βόλκερ.
Σύμφωνα με τον αναλυτή της Societe Generale SA, Κιτ Γιούκς, «η αγορά αντικατοπτρίζει την ανησυχία των επενδυτών πως “όσο δυσκολότερη είναι η αντιμετώπιση του πληθωρισμού, τόσο μεγαλύτερη η ζημιά που θα προκληθεί στην οικονομία”».
Οι επενδυτές, πάντως, θα πρέπει να λάβουν υπόψη και τις εσωτερικές διαμάχες των κεντρικών τραπεζιτών οι οποίοι πολλές φορές διαφωνούν όσον αφορά την αναγκαία σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.
Η διαφορά απόψεων αυτή είναι πασιφανής και στην Τράπεζα της Αγγλίας (ΒοΕ), όπου ο Διοικητής Άντριου Μπέιλι υποστηρίζει πως «η βρετανική οικονομία εξελίσσεται όπως ακριβώς αναμέναμε. Πιστεύω πως δεν πρέπει να μιλούμε για άρση του προγράμματος σύσφιξης της νομισματικής μας πολιτικής, αφού ενδέχεται να χρειαστεί να κάνουμε περισσότερα».
Τη στιγμή που οι συνεργάτες του, Σιλβάνα Τενρέιρο και Σουάτι Ντίνγκρα, υποστηρίζουν πως τα τρέχοντα επιτόκια είναι αρκετά αφού δεν έχουν επηρεάσει, ακόμα, την πραγματική οικονομία, η Κάθριν Μαν υπογραμμίζει πως η αύξηση των επιτοκίων πρέπει να συνεχιστεί.
Ορισμένες κεντρικές τράπεζες ανεπτυγμένων οικονομιών, πάντως, δεν ακολουθούν την ίδια επιθετική πολιτική. Η Τράπεζα του Καναδά δεν αύξησε τα επιτόκιά της την περασμένη Τετάρτη αν και τόνισε πως υπάρχει πιθανότητα να το κάνει στο μέλλον.
Η Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA) έδωσε, επίσης, ενδείξεις πως ενδέχεται να παύσει τις αυξήσεις σύντομα, αν και αύξησε τα επιτόκιά της κατά 25 μονάδες βάσης.
Στη Σουηδία, οι αναλυτές εκτιμούν πως η Riksbank θα άρει το πρόγραμμα σύσφιξης της νομισματικής της πολιτικής μέχρι το τέλος του έτους, δεδομένης της αρνητικής πορείας την οποία καταγράφει η οικονομία της.
Άσχημα είναι και τα αναπτυξιακά δεδομένα ορισμένων αναπτυσσόμενων αγορών ανά τον κόσμο. Η οικονομία της Βραζιλίας συρρικνώνεται, ενώ το Μεξικό έχει ήδη επικαιροποιήσει τις αναπτυξιακές του εκτιμήσεις προς τα κάτω. Η οικονομία της Ινδίας κατέγραψε επιβράδυνση το δ’ τρίμηνο του 2022.
Διαβάστε ακόμη
Υπουργικό συμβούλιο: Τέλος στο σενάριο για εκλογές πριν από το Πάσχα
Τραγωδία στα Τέμπη: Ποινική δίωξη κατά του επιθεωρητή και των δύο σταθμαρχών