Σε μια χώρα που είναι ευρύτερα γνωστή για την μπύρα της, το Brexit ασκεί πίεση στην εθνική της βιομηχανία οίνου.

Η απόφαση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η βασική αιτία για μια «τέλεια καταιγίδα» που αντιμετωπίζει ο ιρλανδικός αμπελοοινικός τομέας, δήλωσαν οι εκπρόσωποι του κλάδου την Τρίτη στο Δουβλίνο, καθώς η υποχώρηση της στερλίνας οδηγεί τους αγοραστές από τη Νότια, στη Βόρεια Ιρλανδία.

“Η αβεβαιότητα γύρω από τις διαπραγματεύσεις του Brexit έχει οδηγήσει στην πτώση της αξίας της στερλίνας, η οποία είναι πιθανό να οδηγήσει σε αγορές εκτός Ιρλανδίας, καθώς έχει ήδη παρατηρηθεί μείωση του αριθμού των Βρετανών τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα”, ανέφερε ο Τζιμ Μπράντλεϊ, πρόεδρος της Ιρλανδικής Ομοσπονδίας Οίνου, σε μια δήλωση που έστειλε με e-mail στον Τύπο.

Η Ομοσπονδία κάλεσε την κυβέρνηση να μειώσει το φορολογικό συντελεστή για το κρασί για να το προστατεύσει από τις επιπτώσεις του Brexit. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης για τον οίνο στην Ιρλανδία είναι ο υψηλότερος στην ΕΕ κι ανέρχεται στα 3,19 ευρώ (3,79 δολ.), τιμή που αναλογεί στα 9 ευρώ ανά μπουκάλι κρασιού. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα φαίνεται ότι ο κλάδος επιβιώνει. Το 2016 οι πωλήσεις εννιάλιτρων συσκευασιών κρασιού αυξήθηκαν σε λίγο πάνω από 9 εκατομμύρια, έναντι 8,56 εκατομμυρίων που πουλήθηκαν το 2015, ανέφερε η Ομοσπονδία.

Το κρασί είναι το δεύτερο δημοφιλέστερο αλκοολούχο ποτό της Ιρλανδίας μετά την μπύρα, με μερίδιο αγοράς περίπου 28%.